06/12/2016

Ευρύτερες επιπτώσεις από τη ναυτική χρήση του Πυροβολικού

Σε προηγούμενο άρθρο αναφερθήκαμε σε μια είδηση που πέρασε περίπου απαρατήρητη στην Ελλάδα, ενδέχεται όμως να έχει πολύ σημαντικές συνέπειες στο μέλλον όσον αφορά στις ισορροπίες ισχύος στο ελληνοτουρκικό σύστημα. Η είδηση αυτή ήταν η μετατροπή του αμερικανικού πυραύλου εδάφους – εδάφους MGM-140 ATACMS σε αντιπλοϊκό (ASBM) με βεληνεκές 300 χιλιομέτρων. Όπως είχαμε επισημάνει, η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει τη δυναμική της λεγόμενης «πυραυλικής επανάστασης» (Missile Revolution) και μας δείχνει ότι αυτή δεν περιορίζεται στο σινο-αμερικανικό σύστημα αντιπαράθεσης, αλλά έχει ευρύτερες προεκτάσεις. Κατά συνέπεια, αργά ή γρήγορα θα απασχολήσει και τη χώρα μας. Φαίνεται, ωστόσο, ότι τα πράγματα είναι ακόμη πιο σύνθετα. Συγκεκριμένα, η μετατροπή του ATACMS έτσι ώστε να μπορεί να προσβάλλει εχθρικά πλοία αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας των Ενόπλων Δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών αφενός μεν να προσδώσουν αντιπλοϊκές ικανότητες στο Πυροβολικό του Στρατού των ΗΠΑ, αφετέρου δε να δημιουργήσουν μια δικτυοκεντρική δύναμη μάχης, που θα ενοποιεί σε ένα ενιαίο πλαίσιο οπλικά συστήματα και των τριών Κλάδων (Στρατός Ξηράς, Αεροπορία, Ναυτικό) και θα επιτρέπει την «κοινοκτημοσύνη» αισθητήρων και όπλων. Οι εξελίξεις αυτές αναμένεται να επιφέρουν δραστικές αλλαγές στην τέχνη και την επιστήμη του πολέμου αλλά και στις διεθνείς γεωπολιτικές ισορροπίες.

Αναλυτικότερα, όπως ανακοινώθηκε τον περασμένο Οκτώβριο στην έκθεση αμυντικών τεχνολογιών AUSA που έλαβε χώρα στην Ουάσινγκτον, στο πλαίσιο της δικτυοκεντρικής αυτής λογικής, ένα μαχητικό αεροσκάφος F/A-18 του Ναυτικού των ΗΠΑ ή των Πεζοναυτών θα μπορεί, μέσω του συστήματος ζεύξης δεδομένων Link 16, να μεταδίδει πληροφορίες στοχοποίησης σε ένα πολεμικό πλοίο, καθώς και σε συστήματα πυροβολικού στη στεριά, όπως είναι, για παράδειγμα, τα αυτοκινούμενα πυροβόλα Μ109Α7 Paladin και οι πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών Μ142 HIMARS.  Εν συνεχεία, τόσο οι θαλάσσιες όσο και οι χερσαίες πλατφόρμες θα αναλαμβάνουν από κοινού να εξαπολύουν πυρά ακριβείας εναντίον των εχθρικών πλοίων. Αυτή τη δυνατότητα συνδυαστικών πυρών από πλατφόρμες διαφορετικών Κλάδων χαρακτηρίζουν οι Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ ως “cross-domain fires” και την έχουν εντάξει στις «6 + 1» κύριες ικανότητες του αμερικανικού στρατεύματος για το μέλλον (Big 6 + 1 Capabilities), όπως ανέφερε κατά τη διάρκεια της AUSA σε δημοσιογράφους ο επικεφαλής της Διοίκησης Εκπαίδευσης και Δόγματος του Στρατού των ΗΠΑ (TRADOC), στρατηγός Ντέιβιντ Πέρκινς. Τα κεντρικά σημεία παρόμοιων πλεγμάτων αναμένεται να είναι τα συστήματα αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας του Ναυτικού των ΗΠΑ που βρίσκονται είτε στα αντιτορπιλικά Arleigh Burke και τα καταδρομικά Ticonderoga είτε σε χερσαίες βάσεις.

Για τον σκοπό αυτό πριν από λίγο καιρό το Ναυτικό των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι προχωρά στη δικτυακή ενοποίηση των μαχητικών αεροσκαφών F-35 με τα πολεμικά πλοία των ΗΠΑ που διαθέτουν το σύστημα αεράμυνας Aegis διαμέσου του συστήματος πληροφορικής ενοποίησης CEC (Cooperative Engagement Capability), το οποίο, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, επιτρέπει την «κοινοκτημοσύνη» όπλων και αισθητήρων.  Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας μεταλλάχθηκε και η επιχειρησιακή λειτουργία του πυραύλου επιφανείας – αέρος SM-6, ο οποίος είχε αρχικά σχεδιαστεί ώστε να προσφέρει ικανότητες αεράμυνας εναντίον στόχων πέραν της γραμμής της θέας (BLOS) των αμερικανικών πολεμικών πλοίων, ιδιαίτερα δε χαμηλά ιπτάμενων πυραύλων cruise, σε αποστάσεις μεγαλύτερες των 250 χιλιομέτρων. Με μία πρόσφατη μετατροπή, λοιπόν, ο πύραυλος αυτός απέκτησε και αντιπλοϊκές ικανότητες. Θα μπορεί, δηλαδή, να προσβάλλει εχθρικά πλοία σε μεγάλες αποστάσεις χωρίς να χρειάζεται το αμερικανικό Πολεμικό που θα τον έχει εκτοξεύσει να έχει εγκλωβίσει άμεσα τον στόχο. Αντιθέτως, ο πύραυλος θα μπορεί να λαμβάνει δεδομένα στοχοποίησης από άλλες θαλάσσιες, εναέριες ή χερσαίες πλατφόρμες που θα διαδέχονται η μία την άλλη καθώς θα κινείται προς το εχθρικό πλοίο.

Αυτές οι ειδήσεις μπορούν να εκτιμηθούν με διαφορετικούς τρόπους. Από τη μια, μπορεί κάποιος να τις εκλάβει ως επιβεβαίωση της τεχνολογικής πρωτοπορίας των ΗΠΑ στον χώρο των οπλικών συστημάτων και των πολεμικών μεθοδολογιών. Από την άλλη όμως μια πιο προσεκτική ανάγνωση μας κάνει να υποπτευθούμε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν πια την αυτοπεποίθηση που είχαν όσον αφορά στη θαλάσσια κυριαρχία. Με απλά λόγια, μπαίνουμε στον πειρασμό να υποθέσουμε ότι όταν η κατεξοχήν ναυτική δύναμη του πλανήτη μετατρέπει πυραύλους αεράμυνας σε αντιπλοϊκούς και αναθέτει στο Πυροβολικό αποστολές υποστήριξης του Ναυτικού, αυτό δείχνει ότι αναμένει σοβαρή αμφισβήτηση της θαλάσσιας κυριαρχίας που απολάμβανε μέχρι σήμερα. Άρα η παντοδυναμία των ΗΠΑ τίθεται εν αμφιβόλω ακόμη και στον χώρο της ναυτικής ισχύος, όπου μέχρι σήμερα θεωρούνταν αναμφισβήτητη. Επιπροσθέτως, δεδομένου ότι το βεληνεκές των πυροβόλων και των πολλαπλών εκτοξευτών ρουκετών του αμερικανικού Στρατού επιτρέπει την προσβολή στόχων σε αποστάσεις κάτω των 500 χιλιομέτρων, η ανάθεση, εμμέσως πλην σαφώς, στο αμερικανικό Πυροβολικό αντιπλοϊκών ρόλων επιβεβαιώνει ότι το βασικό γεωστρατηγικό διακύβευμα για το μέλλον είναι τα εγγύς ύδατα (near seas) γύρω από την Ευρασία, καθώς και το πλέγμα των κλειστών θαλασσών στο εσωτερικό της «Παγκόσμιας Νήσου» (World Island), δηλαδή του συμπλέγματος Ευρασίας – Αφρικής κατά την αγγλοσαξονική γεωπολιτική ορολογία.

Η κυριαρχία, λοιπόν, σε αυτές τις περιοχές, και όχι στις ανοιχτές ωκεάνιες εκτάσεις, είναι που θα αναγορεύσει τις «ναυτικές δυνάμεις» του μέλλοντος. Παρεμπιπτόντως, αναρωτιέται κανείς τι ακριβώς θα βρουν να πουν οι εγχώριοι εθνομηδενιστές δυτικόφρονες, οι οποίοι συνηθίζουν να χρησιμοποιούν ως «αναντίρρητο» επιχείρημα ότι «η Ελλάδα ανήκει στις ναυτικές δυνάμεις», στην περίπτωση που χώρες όπως η Ρωσία καταφέρουν να αποκτήσουν την κυριαρχία στις εγγύς θάλασσες αξιοποιώντας την εξαιρετική πυραυλική τους τεχνολογία… Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι εξελίξεις αυτές θα πρέπει να απασχολήσουν σοβαρά και τον μακρόπνοο ελληνικό αμυντικό σχεδιασμό. Η φιλοσοφία των cross domain πυρών είναι σαν να έχει σχεδιαστεί κατά παραγγελία της Ελλάδας για το μεικτό (χερσαίο – θαλάσσιο – αεροπορικό) περιβάλλον που θα κληθούν να επιχειρήσουν οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Ο έλεγχος του αρχιπελάγους του Αιγαίου προσφέρει στη χώρα μας ένα τεράστιο πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας, επιτρέποντάς της να αναπτύξει και να τοποθετήσει μέσα σε αυτό έναν ιστό αισθητήρων και βλημάτων που θα εντοπίζουν, θα ιχνηλατούν, θα εγκλωβίζουν και θα καταστρέφουν τις τουρκικές πλατφόρμες μάχης, τόσο τις εναέριες όσο και τις θαλάσσιες, σε περίπτωση εισβολής, ανεξαρτήτως του πόσο μεγάλες, ισχυρές ή «αόρατες» είναι αυτές…

Περιοδικό «Επίκαιρα»

Δρ. Κωνσταντίνος Γρίβας, (διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών)

No comments :

Post a Comment