Από την εποχή του ρωσικού εμφύλιου πολέμου στις αρχές του εικοστού αιώνα, η Κασπία Θάλασσα έχει μια ιδιάζουσα θέση, η οποία μπορεί να επηρεάσει σοβαρά την ισορροπία δυνάμεων όχι μόνο στην Κεντρική Ασία, αλλά και στον Βόρειο Καύκασο. Ήταν μέσα από την Κασπία Θάλασσα όταν η Αντάντ βοηθούσε το αντι-μπολσεβίκικο καθεστώς του Καυκάσου και της Υπερκαυκασίας το 1919-1920. Με τη βοήθεια των διμερών συμφωνιών στρατιωτικής συνεργασίας η Ρωσίας ήλπιζε να κρατήσει το Τουρκμενιστάν στη ρωσική τροχιά επιρροής. Ένας συνασπισμός από τη Ρωσία, το Τουρκμενιστάν και το Ιράν θα μπορούσε να αποδυναμώσει τη θέση του Αζερμπαϊτζάν, και ως εκ τούτου τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Τουρκία. Μέχρι πρόσφατα, το Τουρκμενιστάν δεν είχε ισχυρό στόλο. Υπήρχε μάλιστα και ένα τάγμα πεζοναυτών, αλλά έλειπε ένα σκάφος αποβίβασης. Την απόφαση για την δημιουργία στην Κασπία ενός σύγχρονου Ναυτικού ανακοίνωσε τον Αύγουστο του 2009 ο Πρόεδρος Μπερντιμουχαμέντοφ σε μια συνεδρίαση του συμβουλίου ασφαλείας. Ήδη το 2010, δημιουργήθηκε από Υπουργείο Άμυνας το Ναυτικό Ινστιτούτο. Μέχρι σήμερα, σύμφωνα με τις βασικές διατάξεις του στρατιωτικού δόγματος του Τουρκμενιστάν, η χώρα ανέπτυξε και ενέκρινε ένα πρόγραμμα για την ανάπτυξη των «Ναυτικών Δυνάμεων των Ενόπλων Δυνάμεων» μέχρι το 2015. Τον Σεπτέμβριο του 2012, το Ναυτικό του Τουρκμενιστάν πραγματοποίησε για πρώτη φορά μια ναυτική άσκηση στην Κασπία. Ο σκοπός της άσκησης ήταν η προετοιμασία της ναυτικής δύναμη από επιθέσεις κατά πλοία και διυλιστήρια πετρελαίου. Άφθονες πηγές ενέργειας κάτω και γύρω από τη θάλασσα, έχουν ωθήσει τα πέντε παράκτια κράτη -Αζερμπαϊτζάν, Ιράν, Καζακστάν, Ρωσία και Τουρκμενιστάν- να ενισχύσουν τις ναυτικές τους δυνατότητες. Οι αναλυτές συμφωνούν ότι η Ρωσία έχει τον πιο ισχυρό στολίσκο στην περιοχή της Κασπίας. Αλλά ποιος είναι το νούμερο δύο είναι ένα θέμα συζήτησης.
Κατανομή υδάτων.
Επί του παρόντος, το αίτημα της Τεχεράνης για ένα μερίδιο από 20% της θάλασσας για όλα τα κράτη που βρέχονται από την Κασπία θεωρείται γενικά το μεγαλύτερο εμπόδιο στο δρόμο μιας περιφερειακής συνθήκης που θα διευκολύνει την μεγάλης κλίμακας εξόρυξη των ενεργειακών αποθεμάτων. Δυο συνθήκες μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και του Ιράν που χρονολογούνται από το 1921 και το 1940, έδωσαν σε κάθε χώρα δικαιώματα ελεύθερης ναυσιπλοΐας και αλιείας εντός 10 μιλίων (16 χιλιόμετρα) από το σύνολο της ακτογραμμής της Κασπίας, βάζοντας μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ τα άλλα παράκτια κράτη σε μειονεκτική θέση. Το Δεκέμβριο του 1991 με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, τρία νέα έθνη προέκυψαν στην περιοχή της Κασπίας και αμφισβήτησαν τις διμερείς συμφωνίες. Σύμφωνα με την φόρμουλα που προτείνει η Μόσχα σήμερα, το Αζερμπαϊτζάν με 259 μίλια ακτογραμμή, θα λάβει 15,2% των υδάτων της Κασπίας και του θαλάσσιου βυθού, το Ιράν με 319 μίλια ακτογραμμή το 18,7%. Το Καζακστάν με 526 μίλια ακτές, θα λάβει το μεγαλύτερο μερίδιο, 30,8 %, αφήνοντας τη Ρωσία με 315 μίλια ακτογραμμή με το 18,5% της Κασπίας και το Τουρκμενιστάν με 285 μίλια ακτών θα λάβει 16,8%.
Η λιγότερο γνωστή στρατηγική οδός του κόσμου.
Η Ρωσία ελέγχει την μοναδική θαλάσσια είσοδο-έξοδο της Κασπίας, το 37 μιλίων κανάλι Βόλγα-Ντον, που κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια της σταλινικής εποχής. Το κανάλι παρέχει μια σύνδεση μεταξύ του Βόλγα - ο οποίος εκβάλλει στην Κασπία - μέσω του ποταμού Ντον. Ο Ντον χύνεται στην Αζοφική Θάλασσα, βορειοανατολικά της Μαύρης Θάλασσας, η οποία με τη σειρά της παρέχει στην Κασπία παράκτια πρόσβαση μέσω των Στενών του Βοσπόρου στη Μεσόγειο. Όπως το κανάλι Βόλγα-Ντον μπορεί να θεωρηθεί ως ρωσικά «εσωτερικά ύδατα», η Μόσχα ελέγχει την κίνηση του οποιουδήποτε και όλων των ναυτικών μονάδων από τους παγκόσμιους ωκεανούς που θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να εισέλθουν στην Κασπία από τη Μαύρη Θάλασσα. Το κανάλι έχει χωρητικότητα για πλοία μέχρι 5.000 τόνων και σε ορισμένα σημεία είναι μικρότερο από 12 μέτρα βάθος. Στα τέλη του 1994, το Τουρκμενιστάν προσχώρησε μαζί με το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν, και τη Ρωσία στη διαμόρφωση μιας κοινής συνοριακής δύναμης για την κοινή ασφάλεια των θαλάσσιων συνόρων. Το 1995 και το 1996, η τριβή αυξάνεται μεταξύ των κρατών της Κασπίας, όπως το Ιράν και η Ρωσία συμφωνούν για τους θαλάσσιους πόρους, θέτοντας σε μειονεκτική θέση τις άλλες τρεις χώρες. Ο «κοινός» Στόλος της Κασπίας Θάλασσας βασίζεται στο Αστραχάν της Ρωσίας. Η δύναμη αυτή συντηρείται από το Αζερμπαϊτζάν, το Καζακστάν, τη Ρωσία και το Τουρκμενιστάν, και συμβάλλει στην παράκτια ασφάλεια του Τουρκμενιστάν. Ωστόσο, αυτό δεν απέτρεψε το Τουρκμενιστάν από την ανάπτυξη μιας ισχυρότερης ανεξάρτητης ναυτικής δύναμης. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση του Ιουνίου από το ημι-επίσημο πρακτορείο ειδήσεων Fars, η Τεχεράνη σχεδιάζει τώρα να αναπτύξει έναν άγνωστο αριθμό υποβρυχίων στην Κασπία. Το πρακτορείο Fars δεν προσδιορίζει πόσα υποβύχια θα πρέπει να αναπτυχθούν, το είδος του εξοπλισμού που θα μεταφέρουν ή πότε θα τεθούν σε υπηρεσία.
Ισορροπία ναυτικών δυνάμεων στην Κασπία.
Το Ναυτικό του Αζερμπαϊτζάν που ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 1992 από τα ερείπια του Ερυθρού Στόλου της Κασπίας βασίζεται στο Μπακού, αριθμεί σήμερα περίπου 2.500 προσωπικό και 39 πολεμικά πλοία. Όσον αφορά το Καζακστάν, του οποίου οι ναυτικές δυνάμεις του ιδρύθηκαν το 2003, το Ναυτικό του έχει τώρα 3.000 προσωπικό και 14 παράκτια περιπολικά σκάφη, και από το 1997 έχει λάβει 10 πλοία από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γερμανία. Η Ρωσική Ομοσπονδία, με 148 σκάφη του στολίσκου της Κασπίας και το Ιράν με 90 πολεμικά πλο σκάφη, είναι οι δύο κύριες ναυτικές δυνάμεις στην περιοχή της Κασπίας, όπως ήταν και στην εποχή της Σοβιετικής Ένωσης. Σύμφωνα με ένα ρωσικό περιοδικό άμυνας, το Τουρκμενιστάν και όχι το Ιράν είναι η δεύτερη ναυτική δύναμη στην Κασπία. Σε μια ειδική ένθετη έκδοση του Natsionalnaya Oborona που διανεμήθηκε κατά την πρόσφατη τελευταία έκθεση KADEX στην Αστάνα του Καζακστάν, ένα μακροσκελές άρθρο παρουσιάζει λεπτομερώς τα πιο πρόσφατα ναυπηγικά κατορθώματα για την περιοχή της Κασπίας. Το 2006, το Ναυτικό του Τουρκμενιστάν είχε περί τα 700 άτομα εν ενεργεία προσωπικό [κάποιες πηγές αναφέρουν μέχρι 2.000, ακόμα και 3.000, το οποίο είναι αμφίβολο]. Το Ναυτικό έχει αρχίσει να μεταμορφώνεται από μια ακτοφυλακή σε μια δύναμη ικανή να διεξάγει περιορισμένες πολεμικές επιχειρήσεις. Για την ενίσχυση του στόλου του, το Τουρκμενιστάν, το 2001 αποφάσισε να αγοράσει στην Ουκρανία 14 περιπολικά σκάφη Grif και Kalkan-m. Συνολικά 10 Grif και τέσσερα Kalkan-m εξοπλισμένα με 12,7 χιλιοστών πολυβόλα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν στο Τουρκμενιστάν το περιπολικό σκάφος Point Jackson. To Τουρκμενιστάν αγόρασε στα τέλη του 2009 δύο περιπολικά σκάφη Sable από την ρωσική εταιρεία Almaz. Το 2011, το Ασγκαμπάτ παρέλαβε δύο κορβέτες κλάσης Molniya (πρότζεκτ 12418), Gayratly και Edermen. Τα δύο πλοία εξοπλίζονται με 16 πυραύλους Uran-E το καθένα, που τα καθιστά από τα πιο βαριά οπλισμένοι πλοία στην Κασπία. Το Ιράν, επί του παρόντος, δεν έχει τίποτα που να μπορεί να αντιτάξει κατά αυτών των κορβετών. Το Τουρκμενιστάν, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, σχεδιάζει να προμηθευτεί τρεις επιπλέον κορβέτες κλάσσης Molniya στο εγγύς μέλλον. Η έκθεση σημειώνει επίσης ότι το Τουρκμενιστάν έχει λάβει επίσης δύο νέα τουρκικής κατασκευής περιπολικά σκάφη, και ότι η ναυτική υποδομή αναπτύσσεται με ταχύ ρυθμό, όπως κατασκευάζεται μια νέα ναυτική βάση.
Η τουρκική επέκταση στην Κασπία
Σύμφωνα με το περιοδικό Periscope2, πριν από το 2010 η αμυντική συνεργασία μεταξύ του Τουρκμενιστάν και της Τουρκίας ήταν υπαρκτή, αλλά το μέγεθός της δεν ήταν κάτι περισσότερο από μέτριο. Όσον αφορά το ζήτημα της στρατιωτικής συνεργασίας της Τουρκίας και του Τουρκμενιστάν, από το 2010 υπήρξε μια απότομη αύξηση του όγκου των στρατιωτικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών. Το 2010 οι δύο χώρες υπέγραψαν αμυντικές συμβάσεις για την προμήθεια ναυτικού εξοπλισμού. Το 2012, η είδηση σχετικά με τα οικονομικά αποτελέσματα των συμφωνιών μεταξύ του Τουρκμενιστάν και της Τουρκίας, όπως ανακοινώθηκε στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης, φέρει τον τίτλο: «Το Τουρκμενιστάν έχει αυξήσει τις εισαγωγές των προϊόντων της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας κατά 213 φορές» - η αυξανόμενη παρουσία της Τουρκίας στην περιοχή της Κασπίας. Τον Μάρτιο του 2002 ο αρχηγός του Τουρκικού Γενικού Επιτελείου Χουσεΐν Κιβρίκογλου με τον Πρόεδρο του Τουρκμενιστάν Νιγιαζόφ, υπέγραψαν μια συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας. Η συμφωνία προέβλεπε μεταξύ των άλλων την μεταφορά παροπλισμένου στρατιωτικού εξοπλισμού και ένα πρωτόκολλο σχετικά με τη χρηματοδοτική βοήθεια, αλλά περισσότερες λεπτομέρειες αυτών των εγγράφων δεν αποκαλύφθηκαν. Ο Κιβρίκογλου δήλωσε τότε την ετοιμότητα των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων να μοιραστούν τις γνώσεις και την εμπειρία τους με αυτές του Τουρκμενιστάν. Ωστόσο, οι περισσότερες από αυτές τις υποσχέσεις παρέμειναν σε χαρτί. Η Τουρκία παρείχε στο Τουρκμενιστάν στρατιωτικό εξοπλισμό μόνο σε περιορισμένες ποσότητες. Η πιο σημαντική σύμβαση προμήθειας υπογράφηκε από την τουρκική εταιρεία Otokar (θυγατρική της μητρικής εταιρείας Koc) που παράγει κατόπιν σχετικής αδείας στρατιωτικά οχήματα Land Rover Defender 130. Τελευταία φορά αυτά τα οχήματα εμφανίστηκαν σε μια στρατιωτική παρέλαση στο Ασγκαμπάτ. Η τουρκική εταιρεία Aselsan, η οποία δραστηροποιείται σε συστήματα επικοινωνιών, καθώς και ηλεκτρονικά και οπτικά στρατιωτικά συστήματα, είχε αναφέρει ότι σχεδιάζει να εξάγει τα προϊόντα της στο Τουρκμενιστάν. Τελικά όμως, δεν επετεύχθηκα κάποια μεγάλη συμφωνία. Η μεγαλύτερη σύμβαση ανατέθηκε το 2010, όπως το Τουρκμενιστάν έχει αποφασίσει να αγοράσει δύο πολεμικά πλοία του τουρκικού ναυπηγείου Dearsan. Στην πραγματικότητα, το πλοίο της Dearsan, γνωστό ως NTPB 57, δεν είναι ακριβώς ένα περιπολικό σκάφος. Έχει κατασκευαστεί με εφαρμογές stealth, είναι εξοπλισμένο με 40 χιλιοστών πυροβόλο της ιταλικής εταιρείας Oto Melara, δύο 12,7 χιλιοστών πολυβόλα με συσκευές νυχτερινής όρασης, ανθυποβρυχιακούς πυραύλους και βόμβες βυθού. Επίσης υπάρχει εγκαταστημένο ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών αισθητήρων. Αυτός ο εξοπλισμός μας επιτρέπει να χαρακτηρίσουμε αυτό το πλοίο ως ένα που έχει σχεδιαστεί για τον ανθυποβρυχιακό αγώνα. Σύμφωνα με ορισμένες αναφορές, η τιμή της σύμβασης ήταν περίπου 55 εκατομμύρια δολάρια. Σύμφωνα με άλλες πηγές 120 εκατομμύρια δολάρια.
Εκτός από την αγορά των περιπολικών πλοίων, η ηγεσία του Τουρκμενιστάν ενδιαφέρεται για μια πιθανή αγορά πολλαπλών χρήσεων ταχύπλοων σκαφών από την τουρκική εταιρεία Yonca-Onuk. Επί του παρόντος το θέμα βρίσκεται στο στάδιο της αξιολόγησης. Προφανώς, μπορούμε να μιλήσουμε για την αγορά των τουρκικών σκαφών MRTP 33, τα οποία έχουν μια σπονδυλωτή διάταξη, και ανάλογα με τις ανάγκες μπορούν να μετατραπούν σε περιπολικά, έρευνας και διάσωσης, πυραυλοφόρα σκάφη και σκάφη για την υποστήριξη ειδικών δυνάμεων. Η Yonca-Onuk είναι ένας παγκόσμιος ηγέτης σε αυτόν τον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας. Σύμφωνα με την εταιρεία, τα σκάφη της έχουν αποδείξει τον καλύτερο εαυτό τους κατά τη διάρκεια της ρωσο-γεωργιανής σύγκρουσης το 2008. Η συμφωνία για την αγορά των δύο πλοίων είναι σημαντική για την πλευρά του Τουρκμενιστάν, από βιομηχανικής και τεχνολογικής άποψης. Προφανώς, η σύμβαση προβλέπει μερική μεταφορά της τεχνολογίας παραγωγής. Οι κύριες μονάδες ελέγχου των πλοίων και τα όπλα θα παραχθούν στα ναυπηγεία και τα εργοστάσια στην Τουρκία. Ωστόσο, η ενσωμάτωση των σημαντικότερων συστημάτων και μεγάλο μέρος των εργασιών συναρμολόγησης θα γίνουν στο Τουρκμενιστάν. Έχει αναφερθεί ότι οι προθέσεις αυτές συνδέονται με σχέδια για την κατασκευή το 2012-2013 στην πόλη της Turkmenbashi μιας μονάδας ναυπήγησης και επισκευής πλοίων. Ως εκ τούτου, τα δύο πλοία συναρμολογήθηκαν στο Turkmenbashi. Το πρώτο πλοίο καθελκύστηκε στα τέλη του 2011 και τον Ιανουάριο του 2012 υποβλήθηκε σε δοκιμή. Το δεύτερο πλοίο ολοκλήρωσε μια σειρά δοκιμών μέχρι το τέλος του 2012. Η επιτυχημένη ολοκλήρωση της σύμβασης για την αγορά των δύο πλοίων ενισχύει την πιθανότητα να ναυπηγηθούν περαιτέρω 6 μονάδες, οι οποίες προγραμματίζεται να τεθούν σε λειτουργία έως το 2015. Προς το παρόν, στο λιμάνι της πόλης της Turkmenbashi, Τούρκοι μηχανικοί της εταιρείας Dearsan κατασκευάζουν ένα καταμαράν χωρητικότητας 350 επιβατών και τέσσερα ρυμουλκά (τρία 1600 kW και ένα 2400 kW).
«Η τραγωδία των κοινών»
Η ταχεία αύξηση της στρατιωτικοποίησης της Κασπίας, και συγκεκριμένα για την περίπτωση του Τουρκμενιστάν, δεν στρέφεται κατ'ανάγκη υποχρεωτικά αποκλειστικά κατά των φιλοδοξιών της Τεχεράνης. Οι σχέσεις του Τουρκμενιστάν με το Αζερμπαϊτζάν, είναι μάλλον περισσότερο περίπλοκες. Έτσι, η συνεργασία μεταξύ του Τουρκμενιστάν και της Τουρκίας, δεν εξελίσσεται όπως θα αναμένονταν μεταξύ δύο τόσο αδελφικών κρατών. Ο λόγος: To Αζερμπαϊτζάν και οι ιδιαίτερες σχέσεις που διατηρεί η Άγκυρα με το Μπακού.
Το περίπλοκο των σχέσεων και η αμερικανο-τουρκική εμπλοκή στην Κασπία, περιγράφονται στην ανάλυση «Azerbaijan & Turkmenistan Disputes and The Tragedy of the Commons» από το Center For Strategic & International Studies
http://www.fox2magazine.net/
Κατανομή υδάτων.
Επί του παρόντος, το αίτημα της Τεχεράνης για ένα μερίδιο από 20% της θάλασσας για όλα τα κράτη που βρέχονται από την Κασπία θεωρείται γενικά το μεγαλύτερο εμπόδιο στο δρόμο μιας περιφερειακής συνθήκης που θα διευκολύνει την μεγάλης κλίμακας εξόρυξη των ενεργειακών αποθεμάτων. Δυο συνθήκες μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και του Ιράν που χρονολογούνται από το 1921 και το 1940, έδωσαν σε κάθε χώρα δικαιώματα ελεύθερης ναυσιπλοΐας και αλιείας εντός 10 μιλίων (16 χιλιόμετρα) από το σύνολο της ακτογραμμής της Κασπίας, βάζοντας μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ τα άλλα παράκτια κράτη σε μειονεκτική θέση. Το Δεκέμβριο του 1991 με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, τρία νέα έθνη προέκυψαν στην περιοχή της Κασπίας και αμφισβήτησαν τις διμερείς συμφωνίες. Σύμφωνα με την φόρμουλα που προτείνει η Μόσχα σήμερα, το Αζερμπαϊτζάν με 259 μίλια ακτογραμμή, θα λάβει 15,2% των υδάτων της Κασπίας και του θαλάσσιου βυθού, το Ιράν με 319 μίλια ακτογραμμή το 18,7%. Το Καζακστάν με 526 μίλια ακτές, θα λάβει το μεγαλύτερο μερίδιο, 30,8 %, αφήνοντας τη Ρωσία με 315 μίλια ακτογραμμή με το 18,5% της Κασπίας και το Τουρκμενιστάν με 285 μίλια ακτών θα λάβει 16,8%.
Η λιγότερο γνωστή στρατηγική οδός του κόσμου.
Η Ρωσία ελέγχει την μοναδική θαλάσσια είσοδο-έξοδο της Κασπίας, το 37 μιλίων κανάλι Βόλγα-Ντον, που κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια της σταλινικής εποχής. Το κανάλι παρέχει μια σύνδεση μεταξύ του Βόλγα - ο οποίος εκβάλλει στην Κασπία - μέσω του ποταμού Ντον. Ο Ντον χύνεται στην Αζοφική Θάλασσα, βορειοανατολικά της Μαύρης Θάλασσας, η οποία με τη σειρά της παρέχει στην Κασπία παράκτια πρόσβαση μέσω των Στενών του Βοσπόρου στη Μεσόγειο. Όπως το κανάλι Βόλγα-Ντον μπορεί να θεωρηθεί ως ρωσικά «εσωτερικά ύδατα», η Μόσχα ελέγχει την κίνηση του οποιουδήποτε και όλων των ναυτικών μονάδων από τους παγκόσμιους ωκεανούς που θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να εισέλθουν στην Κασπία από τη Μαύρη Θάλασσα. Το κανάλι έχει χωρητικότητα για πλοία μέχρι 5.000 τόνων και σε ορισμένα σημεία είναι μικρότερο από 12 μέτρα βάθος. Στα τέλη του 1994, το Τουρκμενιστάν προσχώρησε μαζί με το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν, και τη Ρωσία στη διαμόρφωση μιας κοινής συνοριακής δύναμης για την κοινή ασφάλεια των θαλάσσιων συνόρων. Το 1995 και το 1996, η τριβή αυξάνεται μεταξύ των κρατών της Κασπίας, όπως το Ιράν και η Ρωσία συμφωνούν για τους θαλάσσιους πόρους, θέτοντας σε μειονεκτική θέση τις άλλες τρεις χώρες. Ο «κοινός» Στόλος της Κασπίας Θάλασσας βασίζεται στο Αστραχάν της Ρωσίας. Η δύναμη αυτή συντηρείται από το Αζερμπαϊτζάν, το Καζακστάν, τη Ρωσία και το Τουρκμενιστάν, και συμβάλλει στην παράκτια ασφάλεια του Τουρκμενιστάν. Ωστόσο, αυτό δεν απέτρεψε το Τουρκμενιστάν από την ανάπτυξη μιας ισχυρότερης ανεξάρτητης ναυτικής δύναμης. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση του Ιουνίου από το ημι-επίσημο πρακτορείο ειδήσεων Fars, η Τεχεράνη σχεδιάζει τώρα να αναπτύξει έναν άγνωστο αριθμό υποβρυχίων στην Κασπία. Το πρακτορείο Fars δεν προσδιορίζει πόσα υποβύχια θα πρέπει να αναπτυχθούν, το είδος του εξοπλισμού που θα μεταφέρουν ή πότε θα τεθούν σε υπηρεσία.
Ισορροπία ναυτικών δυνάμεων στην Κασπία.
Το Ναυτικό του Αζερμπαϊτζάν που ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 1992 από τα ερείπια του Ερυθρού Στόλου της Κασπίας βασίζεται στο Μπακού, αριθμεί σήμερα περίπου 2.500 προσωπικό και 39 πολεμικά πλοία. Όσον αφορά το Καζακστάν, του οποίου οι ναυτικές δυνάμεις του ιδρύθηκαν το 2003, το Ναυτικό του έχει τώρα 3.000 προσωπικό και 14 παράκτια περιπολικά σκάφη, και από το 1997 έχει λάβει 10 πλοία από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γερμανία. Η Ρωσική Ομοσπονδία, με 148 σκάφη του στολίσκου της Κασπίας και το Ιράν με 90 πολεμικά πλο σκάφη, είναι οι δύο κύριες ναυτικές δυνάμεις στην περιοχή της Κασπίας, όπως ήταν και στην εποχή της Σοβιετικής Ένωσης. Σύμφωνα με ένα ρωσικό περιοδικό άμυνας, το Τουρκμενιστάν και όχι το Ιράν είναι η δεύτερη ναυτική δύναμη στην Κασπία. Σε μια ειδική ένθετη έκδοση του Natsionalnaya Oborona που διανεμήθηκε κατά την πρόσφατη τελευταία έκθεση KADEX στην Αστάνα του Καζακστάν, ένα μακροσκελές άρθρο παρουσιάζει λεπτομερώς τα πιο πρόσφατα ναυπηγικά κατορθώματα για την περιοχή της Κασπίας. Το 2006, το Ναυτικό του Τουρκμενιστάν είχε περί τα 700 άτομα εν ενεργεία προσωπικό [κάποιες πηγές αναφέρουν μέχρι 2.000, ακόμα και 3.000, το οποίο είναι αμφίβολο]. Το Ναυτικό έχει αρχίσει να μεταμορφώνεται από μια ακτοφυλακή σε μια δύναμη ικανή να διεξάγει περιορισμένες πολεμικές επιχειρήσεις. Για την ενίσχυση του στόλου του, το Τουρκμενιστάν, το 2001 αποφάσισε να αγοράσει στην Ουκρανία 14 περιπολικά σκάφη Grif και Kalkan-m. Συνολικά 10 Grif και τέσσερα Kalkan-m εξοπλισμένα με 12,7 χιλιοστών πολυβόλα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν στο Τουρκμενιστάν το περιπολικό σκάφος Point Jackson. To Τουρκμενιστάν αγόρασε στα τέλη του 2009 δύο περιπολικά σκάφη Sable από την ρωσική εταιρεία Almaz. Το 2011, το Ασγκαμπάτ παρέλαβε δύο κορβέτες κλάσης Molniya (πρότζεκτ 12418), Gayratly και Edermen. Τα δύο πλοία εξοπλίζονται με 16 πυραύλους Uran-E το καθένα, που τα καθιστά από τα πιο βαριά οπλισμένοι πλοία στην Κασπία. Το Ιράν, επί του παρόντος, δεν έχει τίποτα που να μπορεί να αντιτάξει κατά αυτών των κορβετών. Το Τουρκμενιστάν, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, σχεδιάζει να προμηθευτεί τρεις επιπλέον κορβέτες κλάσσης Molniya στο εγγύς μέλλον. Η έκθεση σημειώνει επίσης ότι το Τουρκμενιστάν έχει λάβει επίσης δύο νέα τουρκικής κατασκευής περιπολικά σκάφη, και ότι η ναυτική υποδομή αναπτύσσεται με ταχύ ρυθμό, όπως κατασκευάζεται μια νέα ναυτική βάση.
Η τουρκική επέκταση στην Κασπία
Σύμφωνα με το περιοδικό Periscope2, πριν από το 2010 η αμυντική συνεργασία μεταξύ του Τουρκμενιστάν και της Τουρκίας ήταν υπαρκτή, αλλά το μέγεθός της δεν ήταν κάτι περισσότερο από μέτριο. Όσον αφορά το ζήτημα της στρατιωτικής συνεργασίας της Τουρκίας και του Τουρκμενιστάν, από το 2010 υπήρξε μια απότομη αύξηση του όγκου των στρατιωτικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών. Το 2010 οι δύο χώρες υπέγραψαν αμυντικές συμβάσεις για την προμήθεια ναυτικού εξοπλισμού. Το 2012, η είδηση σχετικά με τα οικονομικά αποτελέσματα των συμφωνιών μεταξύ του Τουρκμενιστάν και της Τουρκίας, όπως ανακοινώθηκε στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης, φέρει τον τίτλο: «Το Τουρκμενιστάν έχει αυξήσει τις εισαγωγές των προϊόντων της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας κατά 213 φορές» - η αυξανόμενη παρουσία της Τουρκίας στην περιοχή της Κασπίας. Τον Μάρτιο του 2002 ο αρχηγός του Τουρκικού Γενικού Επιτελείου Χουσεΐν Κιβρίκογλου με τον Πρόεδρο του Τουρκμενιστάν Νιγιαζόφ, υπέγραψαν μια συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας. Η συμφωνία προέβλεπε μεταξύ των άλλων την μεταφορά παροπλισμένου στρατιωτικού εξοπλισμού και ένα πρωτόκολλο σχετικά με τη χρηματοδοτική βοήθεια, αλλά περισσότερες λεπτομέρειες αυτών των εγγράφων δεν αποκαλύφθηκαν. Ο Κιβρίκογλου δήλωσε τότε την ετοιμότητα των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων να μοιραστούν τις γνώσεις και την εμπειρία τους με αυτές του Τουρκμενιστάν. Ωστόσο, οι περισσότερες από αυτές τις υποσχέσεις παρέμειναν σε χαρτί. Η Τουρκία παρείχε στο Τουρκμενιστάν στρατιωτικό εξοπλισμό μόνο σε περιορισμένες ποσότητες. Η πιο σημαντική σύμβαση προμήθειας υπογράφηκε από την τουρκική εταιρεία Otokar (θυγατρική της μητρικής εταιρείας Koc) που παράγει κατόπιν σχετικής αδείας στρατιωτικά οχήματα Land Rover Defender 130. Τελευταία φορά αυτά τα οχήματα εμφανίστηκαν σε μια στρατιωτική παρέλαση στο Ασγκαμπάτ. Η τουρκική εταιρεία Aselsan, η οποία δραστηροποιείται σε συστήματα επικοινωνιών, καθώς και ηλεκτρονικά και οπτικά στρατιωτικά συστήματα, είχε αναφέρει ότι σχεδιάζει να εξάγει τα προϊόντα της στο Τουρκμενιστάν. Τελικά όμως, δεν επετεύχθηκα κάποια μεγάλη συμφωνία. Η μεγαλύτερη σύμβαση ανατέθηκε το 2010, όπως το Τουρκμενιστάν έχει αποφασίσει να αγοράσει δύο πολεμικά πλοία του τουρκικού ναυπηγείου Dearsan. Στην πραγματικότητα, το πλοίο της Dearsan, γνωστό ως NTPB 57, δεν είναι ακριβώς ένα περιπολικό σκάφος. Έχει κατασκευαστεί με εφαρμογές stealth, είναι εξοπλισμένο με 40 χιλιοστών πυροβόλο της ιταλικής εταιρείας Oto Melara, δύο 12,7 χιλιοστών πολυβόλα με συσκευές νυχτερινής όρασης, ανθυποβρυχιακούς πυραύλους και βόμβες βυθού. Επίσης υπάρχει εγκαταστημένο ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών αισθητήρων. Αυτός ο εξοπλισμός μας επιτρέπει να χαρακτηρίσουμε αυτό το πλοίο ως ένα που έχει σχεδιαστεί για τον ανθυποβρυχιακό αγώνα. Σύμφωνα με ορισμένες αναφορές, η τιμή της σύμβασης ήταν περίπου 55 εκατομμύρια δολάρια. Σύμφωνα με άλλες πηγές 120 εκατομμύρια δολάρια.
Εκτός από την αγορά των περιπολικών πλοίων, η ηγεσία του Τουρκμενιστάν ενδιαφέρεται για μια πιθανή αγορά πολλαπλών χρήσεων ταχύπλοων σκαφών από την τουρκική εταιρεία Yonca-Onuk. Επί του παρόντος το θέμα βρίσκεται στο στάδιο της αξιολόγησης. Προφανώς, μπορούμε να μιλήσουμε για την αγορά των τουρκικών σκαφών MRTP 33, τα οποία έχουν μια σπονδυλωτή διάταξη, και ανάλογα με τις ανάγκες μπορούν να μετατραπούν σε περιπολικά, έρευνας και διάσωσης, πυραυλοφόρα σκάφη και σκάφη για την υποστήριξη ειδικών δυνάμεων. Η Yonca-Onuk είναι ένας παγκόσμιος ηγέτης σε αυτόν τον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας. Σύμφωνα με την εταιρεία, τα σκάφη της έχουν αποδείξει τον καλύτερο εαυτό τους κατά τη διάρκεια της ρωσο-γεωργιανής σύγκρουσης το 2008. Η συμφωνία για την αγορά των δύο πλοίων είναι σημαντική για την πλευρά του Τουρκμενιστάν, από βιομηχανικής και τεχνολογικής άποψης. Προφανώς, η σύμβαση προβλέπει μερική μεταφορά της τεχνολογίας παραγωγής. Οι κύριες μονάδες ελέγχου των πλοίων και τα όπλα θα παραχθούν στα ναυπηγεία και τα εργοστάσια στην Τουρκία. Ωστόσο, η ενσωμάτωση των σημαντικότερων συστημάτων και μεγάλο μέρος των εργασιών συναρμολόγησης θα γίνουν στο Τουρκμενιστάν. Έχει αναφερθεί ότι οι προθέσεις αυτές συνδέονται με σχέδια για την κατασκευή το 2012-2013 στην πόλη της Turkmenbashi μιας μονάδας ναυπήγησης και επισκευής πλοίων. Ως εκ τούτου, τα δύο πλοία συναρμολογήθηκαν στο Turkmenbashi. Το πρώτο πλοίο καθελκύστηκε στα τέλη του 2011 και τον Ιανουάριο του 2012 υποβλήθηκε σε δοκιμή. Το δεύτερο πλοίο ολοκλήρωσε μια σειρά δοκιμών μέχρι το τέλος του 2012. Η επιτυχημένη ολοκλήρωση της σύμβασης για την αγορά των δύο πλοίων ενισχύει την πιθανότητα να ναυπηγηθούν περαιτέρω 6 μονάδες, οι οποίες προγραμματίζεται να τεθούν σε λειτουργία έως το 2015. Προς το παρόν, στο λιμάνι της πόλης της Turkmenbashi, Τούρκοι μηχανικοί της εταιρείας Dearsan κατασκευάζουν ένα καταμαράν χωρητικότητας 350 επιβατών και τέσσερα ρυμουλκά (τρία 1600 kW και ένα 2400 kW).
«Η τραγωδία των κοινών»
Η ταχεία αύξηση της στρατιωτικοποίησης της Κασπίας, και συγκεκριμένα για την περίπτωση του Τουρκμενιστάν, δεν στρέφεται κατ'ανάγκη υποχρεωτικά αποκλειστικά κατά των φιλοδοξιών της Τεχεράνης. Οι σχέσεις του Τουρκμενιστάν με το Αζερμπαϊτζάν, είναι μάλλον περισσότερο περίπλοκες. Έτσι, η συνεργασία μεταξύ του Τουρκμενιστάν και της Τουρκίας, δεν εξελίσσεται όπως θα αναμένονταν μεταξύ δύο τόσο αδελφικών κρατών. Ο λόγος: To Αζερμπαϊτζάν και οι ιδιαίτερες σχέσεις που διατηρεί η Άγκυρα με το Μπακού.
Το περίπλοκο των σχέσεων και η αμερικανο-τουρκική εμπλοκή στην Κασπία, περιγράφονται στην ανάλυση «Azerbaijan & Turkmenistan Disputes and The Tragedy of the Commons» από το Center For Strategic & International Studies
http://www.fox2magazine.net/
No comments :
Post a Comment