Οι φρεγάτες τύπου «Μ» αποτελούν τα πρώτα πολεμικά πλοία παγκοσμίως, στα οποία τοποθετήθηκε σύστημα
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η τεχνολογία συνεχώς εξελίσσεται. Η απλή αυτή διαπίστωση δεν επιδέχεται από κανέναν ουδεμία αμφισβήτηση. Σχεδόν σε όλα τα μέρη του κόσμου χιλιάδες επιστήμονες καθημερινά αγωνίζονται να ανακαλύψουν συσκευές και εργαλεία που είτε θα καλύψουν μία έλλειψη ή μία ανάγκη της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούνε, είτε απλά θα αποτελούν βελτιώσεις, ενίοτε ιδιαίτερα σημαντικές, σε κάτι που ήδη υπάρχει. Η στρατιωτική τεχνολογία, λόγω της ιδιαίτερης φύσης της, ανέκαθεν υπήρξε ένα πεδίο στο οποίο σχεδόν όλα τα κράτη έδιναν πάντα πολύ μεγάλη προσοχή. Τα αποφασιστικά πλεονεκτήματα που τα υπέρτερης τεχνολογίας όπλα έδιναν απέναντι στον εκάστοτε αντίπαλο, ανατρέποντας ακόμα και σημαντικές αριθμητικές ανισορροπίες, αποτέλεσαν ένα μάθημα που πολλά κράτη ανά τους αιώνες δοκίμασαν και έμαθαν, ακόμα και με τον πλέον πικρό τρόπο, και από τότε δεν το ξέχασαν ποτέ. Σήμερα όλες οι μεγάλες δυνάμεις και τα επονομαζόμενα ισχυρά κράτη αφιερώνουν ένα πολύ σημαντικό μέρος τόσο από τα κεφάλαιά τους όσο και από το έμψυχο δυναμικό τους στην έρευνα νέων όπλων. Όπλων που συνεχώς προσπαθούν να παράγουν και τα οποία θα είναι ακόμα πιο αποτελεσματικά, ακόμα πιο καταστρεπτικά, ή έστω ακόμα πιο οικονομικά. Από την άλλη, τα υπόλοιπα κράτη, ακόμα και αν δεν μπορούν πλέον να αντέξουν την δυσβάστακτη και με όχι πάντα σίγουρο αποτέλεσμα οικονομική επιβάρυνση της έρευνας για την ανάπτυξη νέων όπλων, πάντοτε φρόντιζαν και εξακολουθούν να φροντίζουν, μέσω διαδοχικών αγορών να προμηθευτούν τα όπλα εκείνα που μέσω ποικίλων οικονομοτεχνικών κριτήριων κρίνουν ότι διασφαλίζουν καλύτερα τα συμφέροντα και την άμυνα τους. Ο πόλεμος στη θάλασσα είναι σχεδόν τόσο παλιός, όσο και χρήση της θάλασσας από τους ανθρώπους ως μέσο για την παραγωγή πλούτου (αλιεία, εμπόριο). Πολύ γρήγορα και σε αυτή την πτυχή του πολέμου η τεχνολογία επιστρατεύτηκε προκειμένου ο εκάστοτε αντιμαχόμενος να αποκτήσει το ποιοτικό πλεονέκτημα έναντι του όποιου αντιπάλου. Από τότε μέχρι και σήμερα οι εξελίξεις στη ναυτική στρατιωτική τεχνολογία συνεχίζονται με όλο και πιο γρήγορο ρυθμό. Σκοπός του παρόντος δοκιμίου είναι να εξετασθούν όλες οι πρόσφατες εξελίξεις στη ναυτική στρατιωτική τεχνολογία και ιδιαίτερα αυτές, που βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα θα μπορούσαν να βρουν εφαρμογή ή ενδιαφέρουν άμεσα το ελληνικό πολεμικό ναυτικό.
ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΑ
Η προσπάθεια του ανθρώπου να κατασκευάσει όλο και καλύτερα πλοία συνεχίζεται αμείωτη ανά τους αιώνες. Κατά καιρούς εμφανίστηκαν διάφορα σχέδια πολεμικών πλοίων, που προκάλεσαν αίσθηση με την υπεροχή τους σε σχέση με το τί υπήρχε μέχρι τότε. Ας θυμηθούμε για λίγο τις ευέλικτες και άκρως αποτελεσματικές αθηναϊκές τριήρεις, τις καλοτάξιδες γαλέρες των Βίκινγκς, τα ιστιοφόρα που εδραίωσαν και διατήρησαν την αγγλική αυτοκρατορία για πάνω από δύο αιώνες, και τέλος τα τεράστια σύγχρονα αεροπλανοφόρα με την τρομακτική ισχύ πυρός (και άρα και επιβολής) που διαθέτουν. Όλα τα παραπάνω υπήρξαν έξοχα δείγματα της ναυπηγικής τέχνης που εξελίχθηκε και αυτή ιδιαίτερα μετά την ανάπτυξη των υπολογιστών. Καθώς αυξάνονται συνεχώς οι γνώσεις του ανθρώπου και τα τεχνικά του μέσα, η ανάγκη για την ανάπτυξη μίας πλατφόρμας, που θα φιλοξενεί με ακόμα καλύτερο τρόπο τα νέα οπλικά θαλάσσια συστήματα εξακολουθεί να υφίσταται και να υπόσχεται πλοία που θα ταξιδεύουν με μικρότερη εξάρτηση από τις καιρικές συνθήκες. Πλοία που θα είναι σχεδόν αόρατα από τα radar, πλοία που θα είναι γρηγορότερα και ασφαλέστερα, πλοία που θα καταναλώνουν λιγότερη ενέργεια και θα είναι πιο οικονομικά στην κίνηση και λειτουργία τους.
α. Συστήματα Rudder Roll Stabilization
Ο διατοιχισμός είναι ένα πρόβλημα που υπάρχει από τα πολύ παλιά χρόνια στην ναυσιπλοΐα. Ωστόσο εμφανίστηκε πολύ πιο έντονο στα τέλη του 19ου αιώνα για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι ότι τα πλοία άρχισαν από ξύλινα να γίνονται σιδερένια με αποτέλεσμα να μειωθεί δραματικά ο συντελεστής τριβής μεταξύ γάστρας και θάλασσας. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι με αυτή την μετάβαση άρχισαν να καταργούνται και τα ιστία από τα καράβια με αποτέλεσμα να πάψει να υπάρχει και η σταθεροποιητική επίδραση των πανιών [1]. Τα κύρια προβλήματα που προκαλεί ο έντονος διατοιχισμός σε ένα σύγχρονο πολεμικό πλοίο είναι ναυτία στους επιβάτες και κυρίως σοβαρούς περιορισμούς στην αποτελεσματική λειτουργία όπλων, ελικοπτέρων και πάσης φύσεως αισθητήρων. Οι προσπάθειες καταπολέμησης αυτού του φαινόμενου έχουν οδηγήσει σε μία σειρά από λύσεις όπως είναι η τοποθέτηση παρατροπίδιων, τα οποία πλέον αποτελούν αναπόσπαστη προσθήκη σε όλες τις σχεδιάσεις πολεμικών πλοίων ανεξαρτήτως μεγέθους και ρόλου και πιο πρόσφατα ενός ή και περισσοτέρων ζευγών ενεργών πτερυγίων (Fin stabilizing) στη γάστρα των πλοίων. Αν και η χρήση των stabilizer έχει αποδεδειχθεί πολύ αποτελεσματική στη μείωση των παραγομένων κλίσεων του πλοίου που τα φέρει, αυτά αναπόφευκτα συνοδεύονται από μία σειρά από μειονεκτήματα. Το πρώτο και πλέον σημαντικό από αυτά είναι ότι αυξάνουν την αντίσταση του πλοίου αφού είναι διατάξεις που προεξέχουν εκτός γάστρας. Αυτό σημαίνει χαμηλότερη τελική ταχύτητα για δεδομένη ιπποδύναμη μηχανών πλοίου, μεγαλύτερη κατανάλωση καυσίμων για δεδομένη απόσταση που πρέπει να διανυθεί, ή γενικότερα ότι θέλουμε πιο πολλά καύσιμα για να κινηθούμε απ’ ότι θα θέλαμε χωρίς την ύπαρξη των πτερυγίων.
Το δεύτερο είναι το αυξημένο κόστος που συνεπάγεται η εγκατάστασή τους, αφού προϋποθέτει την προσθήκη δύο επιπλέον τουλάχιστον υδραυλικών συστημάτων υψηλής ταχύτητας και πίεσης για την κίνησή τους. Τέλος μειονέκτημα των fin stabilizer είναι ο αυξημένος υποθαλάσσιος θόρυβος που παράγουν τόσο με την κίνησή τους (κυρίως), όσο και όταν είναι ακίνητα και κλειδωμένα λόγω του σχήματός τους. Το τελευταίο φαινόμενο είναι πολύ σημαντικό και μπορεί να αποβεί καθοριστικό σε ανθυποβρυχιακές επιχειρήσεις. Επιχειρώντας να ξεπεράσουν τα ανωτέρω προβλήματα ολλανδοί επιστήμονες [2] ανέπτυξαν αρχικά το σύστημα καταπολέμησης διατοιχισμού των πλοίων με αποκλειστική χρήση του πηδαλίου, ή αλλιώς Rudder Roll Stabilization. Με αυτό εννοούμε ότι η κίνησή του ή των πηδαλίων που υπάρχουν σε ένα πλοίο χρησιμοποιείται τόσο για να τηρηθεί η επιθυμητή πορεία του πλοίου, όσο και για να αντισταθμίζεται η ύπαρξη του διατοιχισμού. Η αρχή λειτουργίας μιας τέτοιας διάταξης είναι ότι κίνηση του πηδαλίου εκτός από τη στροφή του πλοίου επάγει και μία ροπή που προκαλεί κλίση στο πλοίο, η οποία μάλιστα είναι τόσο μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερη είναι η ταχύτητα του πλοίου [3]. Επιθυμητό είναι αυτή η κλίση να είναι αντίθετη και ίση με την κλίση που προκαλεί ο κυματισμός, ώστε αθροιστικά οι δύο κλίσεις να αλληλοεξουδετερώνονται.
Ένα τέτοιο σύστημα απαιτεί τη χρήση ενός πολύ πιο γρήγορου πηδαλίου σε σχέση με τα παλιά – της τάξης των 15 με 20 μοιρών ανά δευτερόλεπτο (deg/sec). Αυτός είναι και ο λόγος που αν και σαν ιδέα τα συστήματα αυτά υπάρχουν από πολύ παλιά, αφού είναι και αρκετά απλή άλλωστε, τα πρώτα ολοκληρωμένα συστήματα αυτής της κατηγορίας εμφανιστήκαν σε πειραματικό στάδιο μόλις περί το 1985, όταν η πρόοδος της μηχανικής επέτρεψε την κατασκευή γρηγορότερων και ακριβέστερων υδραυλικών μηχανισμών [4]. Φυσικά είναι απαραίτητη και η χρήση ενός υπολογιστή που θα λαμβάνει υπόψη την επιθυμητή πορεία, την ταχύτητα του πλοίου και την επαγόμενη από τον κυματισμό κλίση και θα αναλαμβάνει να κινεί το πηδάλιο. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα αυτής της διάταξης είναι το κόστος. Αν και ένα τέτοιο πηδάλιο είναι πολύ ακριβότερο σε σχέση με τα παραδοσιακά πηδάλια των πολεμικών πλοίων, εντούτοις σήμερα στοιχίζει περί το 1/3 του κόστους των stabilizer και φυσικά επιτυγχάνει και σημαντική οικονομία στα καύσιμα που καταναλώνονται κατά την κίνηση του πλοίου χωρίς να υποβαθμίζονται οι επιδόσεις στη μείωση του διατοιχισμού που είναι και το βασικό ζητούμενο.
Για αυτούς τους λόγους συστήματα Rudder Roll Stabilization (RRS) έχουν ήδη τοποθετηθεί σε μία σειρά από νεότευκτα κυρίως πλοία. Ενδεικτικά αναφέρονται οι ευρέως παραδεκτές ως ικανότατες ολλανδικές φρεγάτες τύπου “Μ” (τα πρώτα πολεμικά πλοία παγκοσμίως στα οποία τοποθετήθηκε ένα τέτοιο σύστημα) και “LCF”, τα νοτιοκορεάτικα αντιτορπιλικά τύπου “KDX-II”, τα αμερικάνικα αντιτορπιλικά τύπου “Arleigh Burke” (σε μέρος των όποιων έχουν τοποθετηθεί εκ των υστέρων συστήματα RRS προκειμένου αυτά να δοκιμασθούν εκτενώς από το ναυτικό των ΗΠΑ, πριν υιοθετηθούν σε νεότερες σχεδιάσεις τους) και τέλος τις γερμανικές κορβέτες τύπου “Κ-130” και φρεγάτες τύπου “F-124”. Ειδικά για τις τελευταίες πρέπει να σημειωθεί ότι η προηγουμένη γενιά γερμανικών φρεγατών (F-123) και η νυν (F-124) μοιράζονται την ιδία σχεδόν γάστρα για λόγους περιορισμού του κόστους και του χρόνου στην ανάπτυξη των τελευταίων. Όμως ενώ η προηγουμένη γενιά έφερε σύστημα για τον περιορισμό του διατοιχισμού με πτερύγια (fin stabilization) η νέα φέρει πλέον σύστημα rudder roll. Το γεγονός αυτό δείχνει την πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρονιά στα συστήματα RRS, που τους επιτρέπει πλέον να σπάσουν το μονοπώλιο, που τα συστήματα των ενεργών πτερυγίων μέχρι τώρα απολάμβαναν.
Αν και θεωρητικά η τοποθέτηση εκ των υστέρων σε μία κλάση πλοίων ενός τέτοιου συστήματος πηδαλίου, όπως έκαναν οι αμερικανοί, είναι απολύτως εφικτή, για λόγους κόστους είναι προφανές ότι ελάχιστα ναυτικά στον κόσμο μπορούν να το επιχειρήσουν. Και αυτό διότι η τοποθέτηση ενός συστήματος RRS περιλαμβάνει και την ακριβή μοντελοποίηση του πλοίου προκειμένου να προβλεφθεί με ακρίβεια η επίδραση του κυματισμού και της κίνησης του πηδαλίου σε αυτό. Μία τέτοια μοντελοποίηση απαιτεί σειρά μετρήσεων σε μοντέλα υπό κλίμακα εντός δοκιμαστικών δεξαμενών και συνήθως πραγματοποιούνται σε στενή συνεργασία με κάποιο πανεπιστήμιο. Εν γένει μπορεί να ειπωθεί ότι την τεχνολογία τύπου RRS ακολουθούν οι ολλανδοί, οι γερμανοί και εν μέρει και οι αμερικάνοι, ενώ αντίθετα άγγλοι, γάλλοι, νορβηγοί και ιταλοί εμπιστεύονται ακόμα συστήματα με stabilizer για την μείωση του διατοιχισμού.
Τα συστήματα τύπου RRS έχουν δοκιμαστεί και ωριμάσει πλέον αρκετά και θα μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν και από το Πολεμικό Ναυτικό προκειμένου να μειωθεί το λειτουργικό κόστος των πλοίων του. Άλλωστε η φρεγάτα τύπου “Μ” αποτέλεσε μία από τις βασικές υποψηφιότητες για προμήθεια από το ΠΝ, σε παλαιότερο διαγωνισμό που τελικά οδήγησε στις αντίστοιχες τύπου ΜΕΚΟ-200. Μέχρι στιγμής το ΠΝ προτιμά συστήματα με ενεργά stabilizer, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την τοποθέτησή τους στα νέα ταχέα σκάφη που προμηθεύεται τύπου Super-Vita, παρά την μικρή μείωση που αυτά επιφέρουν στην τελική τους ταχύτητα. Σε τυχόν μελλοντικούς διαγωνισμούς του ΠΝ η ύπαρξη ενός συστήματος RRS είναι πολύ πιθανό να εισαχθεί και στο ΠΝ, ειδικά στην περίπτωση που υιοθετηθεί σχέδιο από την Ολλανδία ή την Γερμανία. Σε κάθε περίπτωση η ύπαρξη ενός τέτοιου συστήματος μόνο ως πλεονέκτημα μπορεί πλέον να θεωρηθεί.
β. Εξελίξεις στη ναυπηγική
Μία πρώτη ματιά στις ναυπηγήσεις των σύγχρονων πολεμικών πλοίων θα έδειχνε την όλο και μεγαλύτερη ενσωμάτωση χαρακτηριστικών χαμηλής παρατηρησιμότητας (stealth) στα σχήμα των νεότευκτων πολεμικών πλοίων. Οι πολύ καθαρές γραμμές, δίχως εξάρσεις και απότομες γωνίες των εξάλων, που ορισμένες φορές μοιάζουν με φουτουριστικό σχέδιο, τείνουν να εμφανίζονται όλο και πιο πολύ στα σχέδια των προτάσεων των διαφόρων ναυπηγεί- ων ανά τον κόσμο. Ωστόσο εκεί που τα τελευταία χρόνια πραγματικά τείνει να συντελεστεί μία επαναστατική αλλαγή δεν είναι το σχέδιο των εξάλων, αλλά αντίθετα το σχέδιο της γάστρας. Το πολύ γνωστό σχήμα της μακρόστενης μονής καρίνας γάστρας των πλοίων όλων των κατηγοριών διαμορφώθηκε μέσα από αιώνες εμπειρίας και δοκιμών ως το πλέον κατάλληλο για να προσδώσει στα πλοία μία σειρά από επιθυμητά χαρακτηριστικά, με κυριότερα την επαρκή αντοχή απέναντι στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και την ικανότητα για ακριβείς χειρισμούς. Πέρα όμως από τα προφανή πλεονεκτήματα αυτής της διαμόρφωσης, η σχεδίαση αυτή έχει και δυο πολύ σοβαρά μειονεκτήματα.
Το πρώτο από αυτά είναι ότι ένα σημαντικό μέρος της γάστρας, ανάλογο του εκτοπίσματος του εκάστοτε πλοίου, βρίσκεται από την ίσαλο και κάτω. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την μεγάλη αύξηση της αντίστασης που προβάλλει το νερό στην κίνηση του πλοίου, με αποτέλεσμα να απαιτείται η ανάπτυξη σημαντικής ισχύος για την κίνηση του πλοίου με ικανοποιητική ταχύτητα. Μάλιστα είναι ευρέως γνωστό ότι για να κινηθεί ένα συμβατικό πλοίο με διπλασία ταχύτητα απαιτείται περίπου η ανάπτυξη οκταπλάσιας ισχύος. Δεδομένου ότι η ισχύς που μπορούν να αποδώσουν οι προωστήριες εγκαταστάσεις των πλοίων είναι συγκεκριμένη, αυτό περιορίζει την μεγίστη ταχύτητα των πλοίων στα σημερινά επίπεδα. Από την άλλη το στενόμακρο σχήμα των πλοίων σημαίνει ότι το πλάτος τους είναι περιορισμένο. Αυτό στα σύγχρονα πολεμικά πλοία είναι ιδιαίτερα ανεπιθύμητο. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι από τα σύγχρονα πολεμικά πλοία επιχειρούν ελικόπτερα, αναπτύσσονται συρόμενες διατάξεις sonar, ενδεχομένως ξεκινούν άνδρες των ειδικών δυνάμεων και πολύ σύντομα θα αποτελούν και τη βάση για μία σειρά από μη επανδρωμένα οχήματα επιφανείας και αέρος. Όλα τα ανωτέρω απαιτούν σημαντικό πλάτος, ιδιαίτερα στην πρύμνη, που το σημερινό συμβατικό σχήμα των πολεμικών πλοίων δεν προσφέρει. Έχοντας όλα αυτά υπόψη, πολλές φορές στο παρελθόν τα διάφορα ναυπηγεία προσπάθησαν να δώσουν σχέδια πλοίων που θα ικανοποιούσαν ταυτόχρονα τις απαιτήσεις για αυξημένη ταχύτητα με δεδομένη παραγόμενη ισχύ, ικανοποιητικό χώρο για τα απαιτούμενα συστήματα και βέβαια μεγάλη αντοχή στις καιρικές συνθήκες. Ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτών των προσπαθειών να ήταν τα αερόστρωμνα που εμφανίστηκαν τις περασμένες δεκαετίες και που παρά τις πολλές καινοτομίες που εισήγαγαν δεν κατόρθωσαν τελικά να δώσουν σχεδιάσεις με καλή αντοχή απέναντι στις άσχημες καιρικές συνθήκες.
Τον Αύγουστο του 2000 το Βρετανικό Ναυτικό εισήγαγε σε υπηρεσία το πειραματικό σκάφος trimaran, με το όνομα Triton. Πρόκειται για ένα πλοίο με τρεις παράλληλες καρίνες.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η τεχνολογία συνεχώς εξελίσσεται. Η απλή αυτή διαπίστωση δεν επιδέχεται από κανέναν ουδεμία αμφισβήτηση. Σχεδόν σε όλα τα μέρη του κόσμου χιλιάδες επιστήμονες καθημερινά αγωνίζονται να ανακαλύψουν συσκευές και εργαλεία που είτε θα καλύψουν μία έλλειψη ή μία ανάγκη της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούνε, είτε απλά θα αποτελούν βελτιώσεις, ενίοτε ιδιαίτερα σημαντικές, σε κάτι που ήδη υπάρχει. Η στρατιωτική τεχνολογία, λόγω της ιδιαίτερης φύσης της, ανέκαθεν υπήρξε ένα πεδίο στο οποίο σχεδόν όλα τα κράτη έδιναν πάντα πολύ μεγάλη προσοχή. Τα αποφασιστικά πλεονεκτήματα που τα υπέρτερης τεχνολογίας όπλα έδιναν απέναντι στον εκάστοτε αντίπαλο, ανατρέποντας ακόμα και σημαντικές αριθμητικές ανισορροπίες, αποτέλεσαν ένα μάθημα που πολλά κράτη ανά τους αιώνες δοκίμασαν και έμαθαν, ακόμα και με τον πλέον πικρό τρόπο, και από τότε δεν το ξέχασαν ποτέ. Σήμερα όλες οι μεγάλες δυνάμεις και τα επονομαζόμενα ισχυρά κράτη αφιερώνουν ένα πολύ σημαντικό μέρος τόσο από τα κεφάλαιά τους όσο και από το έμψυχο δυναμικό τους στην έρευνα νέων όπλων. Όπλων που συνεχώς προσπαθούν να παράγουν και τα οποία θα είναι ακόμα πιο αποτελεσματικά, ακόμα πιο καταστρεπτικά, ή έστω ακόμα πιο οικονομικά. Από την άλλη, τα υπόλοιπα κράτη, ακόμα και αν δεν μπορούν πλέον να αντέξουν την δυσβάστακτη και με όχι πάντα σίγουρο αποτέλεσμα οικονομική επιβάρυνση της έρευνας για την ανάπτυξη νέων όπλων, πάντοτε φρόντιζαν και εξακολουθούν να φροντίζουν, μέσω διαδοχικών αγορών να προμηθευτούν τα όπλα εκείνα που μέσω ποικίλων οικονομοτεχνικών κριτήριων κρίνουν ότι διασφαλίζουν καλύτερα τα συμφέροντα και την άμυνα τους. Ο πόλεμος στη θάλασσα είναι σχεδόν τόσο παλιός, όσο και χρήση της θάλασσας από τους ανθρώπους ως μέσο για την παραγωγή πλούτου (αλιεία, εμπόριο). Πολύ γρήγορα και σε αυτή την πτυχή του πολέμου η τεχνολογία επιστρατεύτηκε προκειμένου ο εκάστοτε αντιμαχόμενος να αποκτήσει το ποιοτικό πλεονέκτημα έναντι του όποιου αντιπάλου. Από τότε μέχρι και σήμερα οι εξελίξεις στη ναυτική στρατιωτική τεχνολογία συνεχίζονται με όλο και πιο γρήγορο ρυθμό. Σκοπός του παρόντος δοκιμίου είναι να εξετασθούν όλες οι πρόσφατες εξελίξεις στη ναυτική στρατιωτική τεχνολογία και ιδιαίτερα αυτές, που βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα θα μπορούσαν να βρουν εφαρμογή ή ενδιαφέρουν άμεσα το ελληνικό πολεμικό ναυτικό.
ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΑ
Η προσπάθεια του ανθρώπου να κατασκευάσει όλο και καλύτερα πλοία συνεχίζεται αμείωτη ανά τους αιώνες. Κατά καιρούς εμφανίστηκαν διάφορα σχέδια πολεμικών πλοίων, που προκάλεσαν αίσθηση με την υπεροχή τους σε σχέση με το τί υπήρχε μέχρι τότε. Ας θυμηθούμε για λίγο τις ευέλικτες και άκρως αποτελεσματικές αθηναϊκές τριήρεις, τις καλοτάξιδες γαλέρες των Βίκινγκς, τα ιστιοφόρα που εδραίωσαν και διατήρησαν την αγγλική αυτοκρατορία για πάνω από δύο αιώνες, και τέλος τα τεράστια σύγχρονα αεροπλανοφόρα με την τρομακτική ισχύ πυρός (και άρα και επιβολής) που διαθέτουν. Όλα τα παραπάνω υπήρξαν έξοχα δείγματα της ναυπηγικής τέχνης που εξελίχθηκε και αυτή ιδιαίτερα μετά την ανάπτυξη των υπολογιστών. Καθώς αυξάνονται συνεχώς οι γνώσεις του ανθρώπου και τα τεχνικά του μέσα, η ανάγκη για την ανάπτυξη μίας πλατφόρμας, που θα φιλοξενεί με ακόμα καλύτερο τρόπο τα νέα οπλικά θαλάσσια συστήματα εξακολουθεί να υφίσταται και να υπόσχεται πλοία που θα ταξιδεύουν με μικρότερη εξάρτηση από τις καιρικές συνθήκες. Πλοία που θα είναι σχεδόν αόρατα από τα radar, πλοία που θα είναι γρηγορότερα και ασφαλέστερα, πλοία που θα καταναλώνουν λιγότερη ενέργεια και θα είναι πιο οικονομικά στην κίνηση και λειτουργία τους.
α. Συστήματα Rudder Roll Stabilization
Ο διατοιχισμός είναι ένα πρόβλημα που υπάρχει από τα πολύ παλιά χρόνια στην ναυσιπλοΐα. Ωστόσο εμφανίστηκε πολύ πιο έντονο στα τέλη του 19ου αιώνα για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι ότι τα πλοία άρχισαν από ξύλινα να γίνονται σιδερένια με αποτέλεσμα να μειωθεί δραματικά ο συντελεστής τριβής μεταξύ γάστρας και θάλασσας. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι με αυτή την μετάβαση άρχισαν να καταργούνται και τα ιστία από τα καράβια με αποτέλεσμα να πάψει να υπάρχει και η σταθεροποιητική επίδραση των πανιών [1]. Τα κύρια προβλήματα που προκαλεί ο έντονος διατοιχισμός σε ένα σύγχρονο πολεμικό πλοίο είναι ναυτία στους επιβάτες και κυρίως σοβαρούς περιορισμούς στην αποτελεσματική λειτουργία όπλων, ελικοπτέρων και πάσης φύσεως αισθητήρων. Οι προσπάθειες καταπολέμησης αυτού του φαινόμενου έχουν οδηγήσει σε μία σειρά από λύσεις όπως είναι η τοποθέτηση παρατροπίδιων, τα οποία πλέον αποτελούν αναπόσπαστη προσθήκη σε όλες τις σχεδιάσεις πολεμικών πλοίων ανεξαρτήτως μεγέθους και ρόλου και πιο πρόσφατα ενός ή και περισσοτέρων ζευγών ενεργών πτερυγίων (Fin stabilizing) στη γάστρα των πλοίων. Αν και η χρήση των stabilizer έχει αποδεδειχθεί πολύ αποτελεσματική στη μείωση των παραγομένων κλίσεων του πλοίου που τα φέρει, αυτά αναπόφευκτα συνοδεύονται από μία σειρά από μειονεκτήματα. Το πρώτο και πλέον σημαντικό από αυτά είναι ότι αυξάνουν την αντίσταση του πλοίου αφού είναι διατάξεις που προεξέχουν εκτός γάστρας. Αυτό σημαίνει χαμηλότερη τελική ταχύτητα για δεδομένη ιπποδύναμη μηχανών πλοίου, μεγαλύτερη κατανάλωση καυσίμων για δεδομένη απόσταση που πρέπει να διανυθεί, ή γενικότερα ότι θέλουμε πιο πολλά καύσιμα για να κινηθούμε απ’ ότι θα θέλαμε χωρίς την ύπαρξη των πτερυγίων.
Το δεύτερο είναι το αυξημένο κόστος που συνεπάγεται η εγκατάστασή τους, αφού προϋποθέτει την προσθήκη δύο επιπλέον τουλάχιστον υδραυλικών συστημάτων υψηλής ταχύτητας και πίεσης για την κίνησή τους. Τέλος μειονέκτημα των fin stabilizer είναι ο αυξημένος υποθαλάσσιος θόρυβος που παράγουν τόσο με την κίνησή τους (κυρίως), όσο και όταν είναι ακίνητα και κλειδωμένα λόγω του σχήματός τους. Το τελευταίο φαινόμενο είναι πολύ σημαντικό και μπορεί να αποβεί καθοριστικό σε ανθυποβρυχιακές επιχειρήσεις. Επιχειρώντας να ξεπεράσουν τα ανωτέρω προβλήματα ολλανδοί επιστήμονες [2] ανέπτυξαν αρχικά το σύστημα καταπολέμησης διατοιχισμού των πλοίων με αποκλειστική χρήση του πηδαλίου, ή αλλιώς Rudder Roll Stabilization. Με αυτό εννοούμε ότι η κίνησή του ή των πηδαλίων που υπάρχουν σε ένα πλοίο χρησιμοποιείται τόσο για να τηρηθεί η επιθυμητή πορεία του πλοίου, όσο και για να αντισταθμίζεται η ύπαρξη του διατοιχισμού. Η αρχή λειτουργίας μιας τέτοιας διάταξης είναι ότι κίνηση του πηδαλίου εκτός από τη στροφή του πλοίου επάγει και μία ροπή που προκαλεί κλίση στο πλοίο, η οποία μάλιστα είναι τόσο μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερη είναι η ταχύτητα του πλοίου [3]. Επιθυμητό είναι αυτή η κλίση να είναι αντίθετη και ίση με την κλίση που προκαλεί ο κυματισμός, ώστε αθροιστικά οι δύο κλίσεις να αλληλοεξουδετερώνονται.
Ένα τέτοιο σύστημα απαιτεί τη χρήση ενός πολύ πιο γρήγορου πηδαλίου σε σχέση με τα παλιά – της τάξης των 15 με 20 μοιρών ανά δευτερόλεπτο (deg/sec). Αυτός είναι και ο λόγος που αν και σαν ιδέα τα συστήματα αυτά υπάρχουν από πολύ παλιά, αφού είναι και αρκετά απλή άλλωστε, τα πρώτα ολοκληρωμένα συστήματα αυτής της κατηγορίας εμφανιστήκαν σε πειραματικό στάδιο μόλις περί το 1985, όταν η πρόοδος της μηχανικής επέτρεψε την κατασκευή γρηγορότερων και ακριβέστερων υδραυλικών μηχανισμών [4]. Φυσικά είναι απαραίτητη και η χρήση ενός υπολογιστή που θα λαμβάνει υπόψη την επιθυμητή πορεία, την ταχύτητα του πλοίου και την επαγόμενη από τον κυματισμό κλίση και θα αναλαμβάνει να κινεί το πηδάλιο. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα αυτής της διάταξης είναι το κόστος. Αν και ένα τέτοιο πηδάλιο είναι πολύ ακριβότερο σε σχέση με τα παραδοσιακά πηδάλια των πολεμικών πλοίων, εντούτοις σήμερα στοιχίζει περί το 1/3 του κόστους των stabilizer και φυσικά επιτυγχάνει και σημαντική οικονομία στα καύσιμα που καταναλώνονται κατά την κίνηση του πλοίου χωρίς να υποβαθμίζονται οι επιδόσεις στη μείωση του διατοιχισμού που είναι και το βασικό ζητούμενο.
Για αυτούς τους λόγους συστήματα Rudder Roll Stabilization (RRS) έχουν ήδη τοποθετηθεί σε μία σειρά από νεότευκτα κυρίως πλοία. Ενδεικτικά αναφέρονται οι ευρέως παραδεκτές ως ικανότατες ολλανδικές φρεγάτες τύπου “Μ” (τα πρώτα πολεμικά πλοία παγκοσμίως στα οποία τοποθετήθηκε ένα τέτοιο σύστημα) και “LCF”, τα νοτιοκορεάτικα αντιτορπιλικά τύπου “KDX-II”, τα αμερικάνικα αντιτορπιλικά τύπου “Arleigh Burke” (σε μέρος των όποιων έχουν τοποθετηθεί εκ των υστέρων συστήματα RRS προκειμένου αυτά να δοκιμασθούν εκτενώς από το ναυτικό των ΗΠΑ, πριν υιοθετηθούν σε νεότερες σχεδιάσεις τους) και τέλος τις γερμανικές κορβέτες τύπου “Κ-130” και φρεγάτες τύπου “F-124”. Ειδικά για τις τελευταίες πρέπει να σημειωθεί ότι η προηγουμένη γενιά γερμανικών φρεγατών (F-123) και η νυν (F-124) μοιράζονται την ιδία σχεδόν γάστρα για λόγους περιορισμού του κόστους και του χρόνου στην ανάπτυξη των τελευταίων. Όμως ενώ η προηγουμένη γενιά έφερε σύστημα για τον περιορισμό του διατοιχισμού με πτερύγια (fin stabilization) η νέα φέρει πλέον σύστημα rudder roll. Το γεγονός αυτό δείχνει την πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρονιά στα συστήματα RRS, που τους επιτρέπει πλέον να σπάσουν το μονοπώλιο, που τα συστήματα των ενεργών πτερυγίων μέχρι τώρα απολάμβαναν.
Αν και θεωρητικά η τοποθέτηση εκ των υστέρων σε μία κλάση πλοίων ενός τέτοιου συστήματος πηδαλίου, όπως έκαναν οι αμερικανοί, είναι απολύτως εφικτή, για λόγους κόστους είναι προφανές ότι ελάχιστα ναυτικά στον κόσμο μπορούν να το επιχειρήσουν. Και αυτό διότι η τοποθέτηση ενός συστήματος RRS περιλαμβάνει και την ακριβή μοντελοποίηση του πλοίου προκειμένου να προβλεφθεί με ακρίβεια η επίδραση του κυματισμού και της κίνησης του πηδαλίου σε αυτό. Μία τέτοια μοντελοποίηση απαιτεί σειρά μετρήσεων σε μοντέλα υπό κλίμακα εντός δοκιμαστικών δεξαμενών και συνήθως πραγματοποιούνται σε στενή συνεργασία με κάποιο πανεπιστήμιο. Εν γένει μπορεί να ειπωθεί ότι την τεχνολογία τύπου RRS ακολουθούν οι ολλανδοί, οι γερμανοί και εν μέρει και οι αμερικάνοι, ενώ αντίθετα άγγλοι, γάλλοι, νορβηγοί και ιταλοί εμπιστεύονται ακόμα συστήματα με stabilizer για την μείωση του διατοιχισμού.
Τα συστήματα τύπου RRS έχουν δοκιμαστεί και ωριμάσει πλέον αρκετά και θα μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν και από το Πολεμικό Ναυτικό προκειμένου να μειωθεί το λειτουργικό κόστος των πλοίων του. Άλλωστε η φρεγάτα τύπου “Μ” αποτέλεσε μία από τις βασικές υποψηφιότητες για προμήθεια από το ΠΝ, σε παλαιότερο διαγωνισμό που τελικά οδήγησε στις αντίστοιχες τύπου ΜΕΚΟ-200. Μέχρι στιγμής το ΠΝ προτιμά συστήματα με ενεργά stabilizer, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την τοποθέτησή τους στα νέα ταχέα σκάφη που προμηθεύεται τύπου Super-Vita, παρά την μικρή μείωση που αυτά επιφέρουν στην τελική τους ταχύτητα. Σε τυχόν μελλοντικούς διαγωνισμούς του ΠΝ η ύπαρξη ενός συστήματος RRS είναι πολύ πιθανό να εισαχθεί και στο ΠΝ, ειδικά στην περίπτωση που υιοθετηθεί σχέδιο από την Ολλανδία ή την Γερμανία. Σε κάθε περίπτωση η ύπαρξη ενός τέτοιου συστήματος μόνο ως πλεονέκτημα μπορεί πλέον να θεωρηθεί.
β. Εξελίξεις στη ναυπηγική
Μία πρώτη ματιά στις ναυπηγήσεις των σύγχρονων πολεμικών πλοίων θα έδειχνε την όλο και μεγαλύτερη ενσωμάτωση χαρακτηριστικών χαμηλής παρατηρησιμότητας (stealth) στα σχήμα των νεότευκτων πολεμικών πλοίων. Οι πολύ καθαρές γραμμές, δίχως εξάρσεις και απότομες γωνίες των εξάλων, που ορισμένες φορές μοιάζουν με φουτουριστικό σχέδιο, τείνουν να εμφανίζονται όλο και πιο πολύ στα σχέδια των προτάσεων των διαφόρων ναυπηγεί- ων ανά τον κόσμο. Ωστόσο εκεί που τα τελευταία χρόνια πραγματικά τείνει να συντελεστεί μία επαναστατική αλλαγή δεν είναι το σχέδιο των εξάλων, αλλά αντίθετα το σχέδιο της γάστρας. Το πολύ γνωστό σχήμα της μακρόστενης μονής καρίνας γάστρας των πλοίων όλων των κατηγοριών διαμορφώθηκε μέσα από αιώνες εμπειρίας και δοκιμών ως το πλέον κατάλληλο για να προσδώσει στα πλοία μία σειρά από επιθυμητά χαρακτηριστικά, με κυριότερα την επαρκή αντοχή απέναντι στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και την ικανότητα για ακριβείς χειρισμούς. Πέρα όμως από τα προφανή πλεονεκτήματα αυτής της διαμόρφωσης, η σχεδίαση αυτή έχει και δυο πολύ σοβαρά μειονεκτήματα.
Το πρώτο από αυτά είναι ότι ένα σημαντικό μέρος της γάστρας, ανάλογο του εκτοπίσματος του εκάστοτε πλοίου, βρίσκεται από την ίσαλο και κάτω. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την μεγάλη αύξηση της αντίστασης που προβάλλει το νερό στην κίνηση του πλοίου, με αποτέλεσμα να απαιτείται η ανάπτυξη σημαντικής ισχύος για την κίνηση του πλοίου με ικανοποιητική ταχύτητα. Μάλιστα είναι ευρέως γνωστό ότι για να κινηθεί ένα συμβατικό πλοίο με διπλασία ταχύτητα απαιτείται περίπου η ανάπτυξη οκταπλάσιας ισχύος. Δεδομένου ότι η ισχύς που μπορούν να αποδώσουν οι προωστήριες εγκαταστάσεις των πλοίων είναι συγκεκριμένη, αυτό περιορίζει την μεγίστη ταχύτητα των πλοίων στα σημερινά επίπεδα. Από την άλλη το στενόμακρο σχήμα των πλοίων σημαίνει ότι το πλάτος τους είναι περιορισμένο. Αυτό στα σύγχρονα πολεμικά πλοία είναι ιδιαίτερα ανεπιθύμητο. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι από τα σύγχρονα πολεμικά πλοία επιχειρούν ελικόπτερα, αναπτύσσονται συρόμενες διατάξεις sonar, ενδεχομένως ξεκινούν άνδρες των ειδικών δυνάμεων και πολύ σύντομα θα αποτελούν και τη βάση για μία σειρά από μη επανδρωμένα οχήματα επιφανείας και αέρος. Όλα τα ανωτέρω απαιτούν σημαντικό πλάτος, ιδιαίτερα στην πρύμνη, που το σημερινό συμβατικό σχήμα των πολεμικών πλοίων δεν προσφέρει. Έχοντας όλα αυτά υπόψη, πολλές φορές στο παρελθόν τα διάφορα ναυπηγεία προσπάθησαν να δώσουν σχέδια πλοίων που θα ικανοποιούσαν ταυτόχρονα τις απαιτήσεις για αυξημένη ταχύτητα με δεδομένη παραγόμενη ισχύ, ικανοποιητικό χώρο για τα απαιτούμενα συστήματα και βέβαια μεγάλη αντοχή στις καιρικές συνθήκες. Ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτών των προσπαθειών να ήταν τα αερόστρωμνα που εμφανίστηκαν τις περασμένες δεκαετίες και που παρά τις πολλές καινοτομίες που εισήγαγαν δεν κατόρθωσαν τελικά να δώσουν σχεδιάσεις με καλή αντοχή απέναντι στις άσχημες καιρικές συνθήκες.
Τον Αύγουστο του 2000 το Βρετανικό Ναυτικό εισήγαγε σε υπηρεσία το πειραματικό σκάφος trimaran, με το όνομα Triton. Πρόκειται για ένα πλοίο με τρεις παράλληλες καρίνες.
Ωστόσο οι πειραματισμοί συνεχίστηκαν με εντατικό ρυθμό από όλα τα ναυτικά που είχαν την οικονομική άνεση να σηκώσουν το βάρος των ερευνών. Τον Αύγουστο του 2000 το βρετανικό ναυτικό εισήγαγε σε υπηρεσία ένα πειραματικό σκάφος trimaran, με το όνομα Triton. Το μήκους 90 m Triton είναι ένα πλοίο με τρεις παράλληλες καρίνες, από τις οποίες η κεντρική διατρέχει όλο το μήκος του πλοίου, ενώ οι δυο ακριανές περίπου το μισό. Σκοπός βέβαια αυτής της σχεδίασης, η οποία παρέμεινε σε υπηρεσία μόνο για 5 χρόνια πριν δοθεί σε ιδιωτική ερευνητική εταιρεία, ήταν να διερευνηθεί αν το ιδιότυπο αυτό σχήμα πλοίου απέδιδε στην πράξη τα πλεονεκτήματα που εμφάνιζε στα μοντέλα προσομοίωσης, όπως πολύ καλή αντοχή στον κυματισμό, χαμηλότερη αντίσταση στην κίνηση μέσα στο νερό, μειωμένη υπογραφή στα radar, χαμηλότερο λειτουργικό κόστος σε σχέση με ένα συμβατικό πλοίο και φυσικά επιπλέον χώρο στα άνω καταστρώματα για εγκατάσταση ποικίλου εξοπλισμού. Τα επιτυχή αποτελέσματα αυτού του πειράματος και η περαιτέρω πρόοδος της ναυπηγικής έπεισε και το συντηρητικά σκεπτόμενο ναυτικό των ΗΠΑ να αρχίσει να εξετάζει σοβαρά τα πλοία που δεν είχαν το κλασικό σχήμα γάστρας. Οι πιεστικές ανάγκες για γρήγορη μεταφορά στρατευμάτων στην περιοχή του περσικού πριν και μετά τον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου, οδήγησαν το ναυτικό των ΗΠΑ στο να αγοράσει εσπευσμένα από την Αυστραλία ένα catamaran που απέδιδε εξαιρετικά ως ferry σε μία γραμμή του Ειρηνικού. Το πλοία αυτό ήταν το HSV-X1 Joint Venture και το οποίο πολύ γρήγορα ανέλαβε εντατικά καθήκοντα ταχέων μεταφορών ανάμεσα στις βάσεις των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο [5].
Τα πολύ καλά χαρακτηριστικά πλεύσης του σκάφους και η ικανότητά του να μεταφέρει 320 άνδρες και 400 τόνους φορτιού σε αποστάσεις έως και 3000 ναυτικά μίλια με ταχύτητα 40 κόμβων, άλλαξαν καθοριστικά τις αντιλήψεις του αμερικανικού ναυτικού για το μελλοντικό σχήμα των πλοίων του. Ήδη ένα δεύτερο, ίδιο σε σχήμα, αλλά ακόμα ταχύτερο πλοίο έχει αγοραστεί, ενώ ένα παρόμοιο πλοίο έχει νοικιάσει και το ναυτικό της Αυστραλίας για υποστήριξη των δυνάμεών της που συμμετέχουν στις απανταχού ειρηνευτικές αποστολές. Οι εξελίξεις όμως στο ναυτικό των ΗΠΑ συνεχίζονται. Το 2005 έθεσε σε υπηρεσία το Sea Fighter, ένα πειραματικό σκάφος τύπου SWATH (από τα αρχικά των λέξεων Small Waterplane Area Twin Hull). Για συντομία αναφέρεται απλά πως πρόκειται για ένα σχέδιο γάστρας που μοιάζει παρά πολύ με τα catamaran αλλά που υπόσχεται ακόμα καλύτερη συμπεριφορά απέναντι στον κυματισμό. Ο στόχος του ναυτικού είναι το πλοίο αυτό να αναλάβει μία σειρά από ποικίλες αποστολές τόσο σε ανοικτή θάλασσα, όσο και σε παράκτια ύδατα και να δοκιμαστεί όχι πλέον σε ρόλο μεταφοράς φορτίου, αλλά σε ολόκληρο το φάσμα του σύγχρονου ναυτικού πολέμου. Συγκεκριμένα αναμένεται να δοκιμαστεί σε επιχειρήσεις ναρκοπολέμου, ανθυποβρυχιακές αποστολές, υποστήριξης αμφιβίων επιχειρήσεων, πόλεμο εναντίον σκαφών επιφανείας, περιπολία και υποστήριξης διοικητικής μερίμνης [6]. Το μήκους 80 m και 1100 τόνων σκάφος έχει για προωστήριο σκεύος δύο μηχανές diesel και δύο αεριοστρόβιλους (σε διάταξη CODOG) που του επιτρέπουν να αναπτύσσει ταχύτητες που ξεπερνούν τους 50 κόμβους. Στο ελικοδρόμιο του σκάφους μπορούν να προσχωθούν ελικόπτερα μεγέθους Η-60 και άλλα μη επανδρωμένα συστήματα (UAV), ενώ από τη πρύμνη του σκάφους μπορεί να εξαπολυθεί μία λέμβος έως και 11 m μήκος.
Πριν ακόμα εξαχθούν τα οριστικά συμπεράσματα από την αξιοποίηση του προαναφερθέντος σκάφους η διοίκηση ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ έθεσε σε υπηρεσία ένα ακόμα πιο πρωτοποριακό σκάφος με σκοπό την γρήγορη, συγκαλυμμένη και ξεκούραστη ανάπτυξη των βατραχανθρώπων της, το M-80 Stiletto [7]. Η γάστρα του σκάφους αυτού έχει σχήμα διπλού Μ. Προωθείται από τέσσερις μηχανές diesel που του δίνουν τελική ταχύτητα 51 κόμβων και οικονομική περίπου 40. Το Stiletto έχει πολύ μικρό βύθισμα, κάτω από 1 m, το οποίο μάλιστα μειώνεται ακόμα πιο πολύ όταν η ταχύτητα του πλοίου αυξάνει. Παρά το μικρό βύθισμα που δίνει και πολύ μεγάλη ευελιξία, το σκάφος ανταποκρίνεται πολύ καλά στον κυματισμό. Ένα ακόμα ιδιαίτερα χρήσιμο χαρακτηριστικό, για σκάφος που ανήκει στις ειδικές δυνάμεις, είναι ότι ακόμα και όταν ταξιδεύει με μεγάλη ταχύτητα ο κυματισμός που παράγει είναι πολύ μικρός, αφού το σχήμα της καρίνας διοχετεύει τον κυματισμό κάτω από το σκάφος προκαλώντας έτσι και την ανύψωσή του και την περαιτέρω μείωση της αντίστασης του σκάφους [8]. Το μήκους 27 m Stiletto μπορεί να υποστηρίξει εύκολα μία πλήρη (δωδεκαμελή) ομάδα βατραχανθρώπων, να εξαπολύσει μία βάρκα 11 m, ενώ έχει ήδη χρησιμοποιηθεί ως βάση για μη επανδρωμένα οχήματα αέρος, επιφανείας και υποβρύχια. Όπως μαρτυρά και το ιδιόμορφο σχήμα της γάστρας, το πλοίο παρουσιάζει εξαιρετικά χαρακτηριστικά stealth. Το Stiletto στην διαμόρφωση που έχει αγοραστεί από τις ειδικές δυνάμεις των ΗΠΑ, δεν είναι φθηνό, κοστίζει σχεδόν 10 εκατομμύρια δολάρια. Όμως το μεγαλύτερο μέρος του κόστους αφορά δορυφορικά και άλλα επικοινωνιακά συστήματα καθώς και κάθε είδους ηλεκτρονικά που έχουν τοποθετηθεί. Αντίθετα, αν το σκάφος αγοραστεί σε μία πιο κλασσική διαμόρφωση έχει μία πολύ πιο λογική τιμή. Χωρίς βέβαια να αποτελεί την υψηλότερη προτεραιότητα στις ανάγκες του ΠΝ, το Stiletto αλλά και τα υπόλοιπα σκάφη αυτής της κατηγορίας αξίζουν να προσεχθούν ιδιαίτερα για μελλοντική αξιοποίηση.
Δεν είναι όμως μόνο το ναυτικό των ΗΠΑ που επενδύει στα πλεονεκτήματα των σκαφών με μη συμβατικό σχήμα γάστρας, ήδη τα ναυτικά δυο άλλων χωρών, Νορβηγίας και Κίνας, έχουν αναπτύξει και θέσει σε υπηρεσία πυραυλακάτους που κάνουν χρήση διαφόρων παραλόγων της τεχνολογίας των catamaran. Από τα δύο πιο μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κινεζικό σχέδιο. Καθώς η Κίνα δεν είχε την απαραίτητη τεχνολογία για να κατασκευάσει ένα σκάφος αυτού του τύπου, αγόρασε έναντι μεγάλης αμοιβής τα σχεδία από μία αυστραλιανή εταιρεία που ναυπηγούσε σκάφη τύπου SWATH για την πολιτική αγορά και σε εντυπωσιακά μικρό χρόνο, τα αναπροσάρμοσε προκειμένου να παρουσιάσει τη νέα γενιά πυραυλακάτων της. Μάλιστα πέρα από το περίεργο σχήμα της γάστρας ολόκληρη η σχεδίαση παρουσιάζει και πάρα πολύ καλά χαρακτηριστικά χαμηλής αναγκαστικής επιφάνειας και θερμικής υπογραφής (stealth). Τα πλοία αυτά, έχουν την κωδική ονομασία τύπος 22 και μήκος περίπου 40 m. Η τεχνολογία SWATH που έχει χρησιμοποιηθεί επιτρέπει στα σκάφη να έχουν μικρό βύθισμα (περίπου 1.5 μέτρα) και ως εκ τούτου και μικρό εκτόπισμα, περί τους 220 τόνους [9]. Το ιδιαίτερο σχήμα τους, προσφέρει επαρκή χώρο για να φιλοξενηθούν 8 πύραυλοι εναντίον σκαφών επιφανείας μεγάλου βεληνεκούς καθώς και όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό που ένα σύγχρονο πολεμικό πλοίο της κατηγορίας πρέπει να φέρει. Ήδη έχουν κατασκευαστεί σαράντα σκάφη της κατηγορίας, καθώς ο τύπος 22 αντικαθιστά μαζικά παλαιότερες σχεδιάσεις που οι κινέζοι ορθά κρίνουν πως παρουσιάζουν μικρή επιχειρησιακή αξία στο σύγχρονο πεδίο του ναυτικού πολέμου, ενώ ακόμα περισσότερα αναμένονται στο εγγύς μέλλον. Για κίνηση χρησιμοποιούν μόνο δύο μηχανές diesel που σε συνδυασμό με προωθητές water-jet δίνουν στα πλοία τελική ταχύτητα μεγαλύτερη των 35 κόμβων.
Το Αμερικανικό Ναυτικό σχεδιάζει να αντικαταστήσει τις φρεγάτες τύπου Perry και τα πλοία ναρκοπολέμου τύπου Osprey και Avenger που διαθέτει, με 55 νέα πλοία μιας νέας κλάσης η οποία κωδικοποιείται ως Littoral Combat Ship (LCS). Στην φωτογραφία το LCS-2 “Independence”.
Οι πυραυλάκατοι τύπου 22 αποτελούν ένα καταρχήν εξαιρετικό σχέδιο και έναν πολύ δύσκολο και συνάμα επικίνδυνο αντίπαλο σε όποιον αμφισβητήσει την κυριαρχία της Κίνας στον θαλάσσιο χώρο στα στενά της Ταϊβάν. Είναι πολύ πιθανό, τα επόμενα χρόνια οι εν λόγω πυραυλάκατοι να αρχίσουν να εξάγονται και σε άλλες χώρες, ειδικά αν στην αρχική τους σχεδίαση ενσωματωθούν ακόμα πιο πολλά δυτικά ηλεκτρονικά. Άλλωστε είναι γνωστοί οι πολύ χαλαροί (και μερικές φορές ανύπαρκτοι) περιορισμοί που επιβάλλει η Κίνα στην εξαγωγή των οπλικών της συστημάτων. Σε κάθε περίπτωση αποτελούν ένα σχέδιο, που ταιριάζει πάρα πολύ στο προφίλ του παράκτιου πολέμου και σίγουρα θα αποτελούσε μία πολύ χρήσιμη προσθήκη στο οπλοστάσιο και των δύο χωρών εκατέρων του Αιγαίου.
γ. Πλοία εναλλασσομένων αποστολών
Αν και η έννοια της οικονομίας στους στρατιωτικούς όλου του κόσμου έχει αρνητική σημασία, καθώς συνδέεται με περικοπές σε εξοπλισμό, στελέχωση, εκπαίδευση, ή και σε όλα τα προαναφερθέντα είναι σαφές ότι κανένα κράτος του κόσμου δεν μπορεί να δαπανά αλόγιστα τους πόρους του για να ικανοποιήσει τις αμυντικές του ανάγκες. Στα πλαίσια της οικονομίας, της καλύτερης υποστήριξης του υλικού και της καλύτερης εκπαίδευσης του προσωπικού από πολύ παλιά εμφανίστηκαν διάφορες συγγενικές κλάσεις πλοίων. Όταν λέμε συγγενικές κλάσεις, εννοούμε συνήθως πλοία που είχαν κοινό ή έστω πολύ συγγενικό σχήμα γάστρας, προωστήριο σκεύος, βοηθητικά μηχανήματα και ενδεχομένως και κάποια από τα ηλεκτρονικά τους, αλλά διέθεταν στον κύριο οπλισμό που διέθεταν και στα ηλεκτρονικά που απαιτούνταν για να υποστηρίξουν τον οπλισμό αυτό. Παραδείγματα από τον χώρο των πολεμικών ναυτικών όλου του κόσμου υπάρχουν εκατοντάδες. Ενδεικτικά εδώ αναφέρονται οι συγγενικές κλάσεις πυραυλακάτων τύπου Combattante και S-148 με τις οποίες είναι εξοπλισμένο το ΠΝ, καθώς και οι ολλανδικής κατασκευής φρεγάτες τύπου L που αποτελούν την αντιαεροπορική έκδοση των φρεγατών τύπου S με τις οποίες επίσης είναι εξοπλισμένο το ΠΝ. Η συγγένεια αυτή δεν σημαίνει όμως ότι δύο πλοία που ανήκουν σε συγγενικές κλάσεις είναι και εναλλάξιμα μεταξύ τους καθόσον το κάθε ένα ειδικεύεται σε ένα είδος πολέμου που κυρίως καθορίζεται από τον ιδιαίτερο εξοπλισμό που φέρει. Τα τελευταία χρόνια όμως έχουν ναυπηγηθεί ορισμένες κλάσεις πλοίων που υπηρετούν την φιλοσοφία της εναλλαξιμότητας των αποστολών τους.
Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 το δανέζικο ναυτικό παρέλαβε 14 συνολικά σκάφη τύπου Standard Flex 300 (SF-300), τα οποία επισήμως χαρακτηρίζονταν ως σκάφη πολλαπλών αποστολών. Συγκεκριμένα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν είτε ως περιπολικά, είτε ως πυραυλάκατοι, είτε ως ναρκαλιευτικά, είτε ως ναρκοθετικά, είτε ως ανθυποβρυχιακά, ενώ μπορούσαν να εκτελέσουν και καθαρισμό της θάλασσας από πετρελαιοκηλίδα, αν οι ανάγκες το απαιτούσαν. Φυσικά, αυτά τα κάτω των 1000 τόνων πλοία δεν μπορούσαν να εκτελέσουν όλες αυτές τις αποστολές ταυτόχρονα. Το μυστικό τους βρίσκονταν στον τρόπο κατασκευής τους. Όλα τα σκάφη είχαν καταρχήν ένα βασικό επίπεδο εξοπλισμού που περιλάμβανε εκτός από τις μηχανές και τα βοηθητικά μηχανήματα, κοινό radar και sonar. Από εκεί και περά το επιπλέον επίπεδο εξοπλισμού μπήκε σε τυποποιημένων διαστάσεων container, τα οποία πολύ γρήγορα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε όποιο πλοίο υπήρχε ανάγκη μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Δεν είναι λίγες οι φορές που ένα πλοίο από τα παραπάνω κατέπλεε στο λιμάνι την μια μέρα ως περιπολικό για παράδειγμα και την επόμενη μέρα έφευγε για νέα αποστολή ως ναρκαλιευτικό.
Την ίδια ακριβώς φιλοσοφία ακολούθησαν πριν από λίγα χρόνια οι Καναδοί παραλαμβάνοντας τα 12 συνολικά πλοία τύπου Kingston. Ανάλογα με τον εξοπλισμό που τους τοποθετούν, τα ίδια πλοία μπορούν μέσα σε ελάχιστο χρόνο να μετατραπούν σε περιπολικά, ή ναρκαλιευτικά, ή ελαφρά εκπαιδευτικά. Αν και τα πλεονεκτήματα, ιδιαίτερα τα οικονομικά αυτών των πλοίων είναι προφανή, δεν λείπουν και οι αντιδράσεις. Οι επικριτές του σχεδίου αναφέρουν πως με μεγίστη ταχύτητα 12 μόνο κόμβων είναι πολύ αργά για να είναι καλά περιπολικά, ενώ και στον τομέα του ναρκοπολέμου παρουσιάζουν μειονεκτήματα, αφού δεν είναι κατασκευασμένα από ειδικό αντιμαγνητικό υλικό, όπως τα αντίστοιχα πλοία σε άλλα ναυτικά [10]. Επηρεασμένο από την πολύ θετική εμπειρία που είχε το ναυτικό της Δανίας από τη χρήση και την οικονομία των σκαφών τύπου SF-300, το ναυτικό των ΗΠΑ σχεδίασε την νέα γενιά των κύριων σκαφών του επιφανείας με την ίδια φιλοσοφία κατασκευής. Το ναυτικό των ΗΠΑ σχεδιάζει να αντικαταστήσει τις φρεγάτες τύπου Perry και τα πλοία ναρκοπολέμου τύπου Osprey και Avenger που διαθέτει με 55 νέα πλοία που σχεδιάζονται κάτω από την ονομασία Littoral Combat Ship (LCS). Τα LCS προβλέπονται να αναλάβουν ρόλο καταδίωξης υποβρυχίων και σκαφών επιφανείας σε παράκτια ύδατα, να υποστηρίζουν ομάδες ειδικών δυνάμεων, να εκτελούν αποστολές αναγνώρισης και συλλογής πληροφοριών του αντιπάλου καθώς και να αποτελέσουν μελλοντικά τα κύρια πλοία ναρκοπολέμου του ναυτικού των ΗΠΑ [11].
Το HSV-X1 Joint Venture.
Προκειμένου να ανταπεξέλθουν επιτυχώς στις ποικίλες αποστολές τους, προβλέπεται να έχουν ποικίλο εξοπλισμό που θα περιλαμβάνει σταθερά στοιχεία, όπως radar, ένα πυροβόλο των 57mm και έναν εκτοξευτή πυραύλων RAM και εναλλασσόμενα όπως ελικόπτερα τύπου H-60, πυραύλους τύπου NLOS-LS, UAV τύπου RQ-8Β, αλλά και μία σειρά από άλλα μη επανδρωμένα ρομποτικά υποβρύχια σκάφη (Unmanned Underwater Vessels / UUV και Unmanned Surface Vessels / USV), τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται στα τελευταία στάδια της ανάπτυξης. Τα πλοία τύπου LCS είναι τα μεγαλύτερα και πιο ικανά πλοία εναλλασσόμενων αποστολών που έχουν ποτέ κατασκευαστεί. Εξαρχής ναυπηγούνται και εξοπλίζονται με γνώμονα την ικανότητά τους να μπορούν να συμμετάσχουν σε έναν δικτυοκεντρικό πόλεμο. Με εκτόπισμα περί τις 3000 τόνους και μήκος κοντά στα 130 μέτρα, τα πλοία αυτά θα ονομάζονταν φρεγάτες σε οποιοδήποτε άλλο ναυτικό. Όπως είναι φυσικό όλα τα ναυπηγεία των ΗΠΑ επιδίωξαν να κερδίσουν το τεράστιο συμβόλαιο, αφού πρόκειται για ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα που μπορεί να δώσει έως και 55 μονάδες συνολικής αξίας πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια, χωρίς να υπολογίζονται οι τυχόν εξαγωγές σε τρίτες χώρες. Τελικά το ναυτικό των ΗΠΑ κατέληξε σε δύο σχέδια για περαιτέρω αξιολόγηση. Κάθε σχέδιο βέβαια έχει υποβληθεί από ομάδες εταιρειών, που περιλαμβάνουν ναυπηγεία, εταιρείες ηλεκτρονικών και μία σειρά από εξειδικευμένους υποκατασκευαστές.
Στην πρώτη ομάδα ηγείται η εταιρεία Lockheed Martin και έχει παρουσιάσει ένα σχέδιο, που εικονίζεται στην αμέσως προηγούμενη φωτογραφία και που μοιάζει παρά πολύ με τα σχέδια των σύγχρονων φρεγατών που ναυπηγούνται αυτό τον καιρό παγκοσμίως. Αντίθετα η δεύτερη ομάδα, στην οποία ηγείται η General Dynamics και συμμετέχουν και τα αυστραλιανά ναυπηγία Austal, προτείνουν ένα πολύ πιο επαναστατικό σχέδιο πλοίου, που αφορά ένα εξελιγμένο trimaran. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της δεύτερης ομάδας η σχεδίασή τους πλεονεκτεί διότι παρέχει μία πολύ πιο σταθερή και ευρύχωρη πλατφόρμα για εγκατάσταση του οποιοδήποτε επιθυμητού εξοπλισμού [12]. Το ναυτικό των ΗΠΑ καταρχήν έχει αγοράσει ένα σκάφος και από τα δύο σχέδια. Τη στιγμή που γράφεται το κείμενο έχει ολοκληρωθεί πλέον η καθέλκυση και των δυο πλοίων (που ονομάζονται LCS-1 και LCS-2 αντίστοιχα) και τοποθετείται επάνω τους ο απαραίτητος επιχειρησιακός και δοκιμαστικός εξοπλισμός. Κατόπιν θα ακολουθήσει η δοκιμή τους σε όλα τα σενάρια που θέλει το ναυτικό των ΗΠΑ να τα υποβάλλει και θα καταγραφεί με λεπτομέρεια η απόδοση και το λειτουργικό κόστος του καθενός, προκειμένου να επιδεχθεί τελικά το σχέδιο που θα αγοραστεί σε πολύ μεγαλύτερους αριθμούς.
Το σχέδιο των LCS από ορισμένους κύκλους, κυρίως αμερικανικών συμφερόντων, έχει ακουστεί και ως η πλέον σύγχρονη και κατάλληλη πρόταση για να καλυφθούν οι ανάγκες του ΠΝ για νέες φρεγάτες. Χωρίς κανένας να αμφιβάλλει ότι πρόκειται για ένα πολύ σύγχρονο σχέδιο που ειδικεύεται στον παράκτιο πόλεμο και που υπόσχεται οικονομία στη χρήση του, εκτιμάται ότι αυτή την περίοδο τουλάχιστον, η επιλογή του από το ΠΝ θα ήταν παρακινδυνευμένη.
Ακόμα το ναυτικό των ΗΠΑ δεν έχει επιλέξει το οριστικό σχέδιο που θα αγοράσει, ούτε έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξη όλων των όπλων και των αισθητήρων που θα απαιτηθούν για να εκπληρωθεί το σύνολο των αποστολών των πλοίων αυτών. Και είναι αμφίβολο κατά πόσο οι ΗΠΑ στο εγγύς μέλλον θα αποδεσμεύσουν για εξαγωγή το σύνολο του εξοπλισμού που θα αναπτυχτεί με γνώμονα τις δικές του ιδιαίτερες ανάγκες. Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω, είναι σχεδόν βέβαιο πως η τάση ναυπήγησης πλοίων που θα ανήκουν σε οικογένειες και που θα μπορούν πολύ γρήγορα να αναλάβουν ποικιλία ρόλων είναι κάτι που θα ενισχυθεί στο μέλλον. Αυτό υπαγορεύεται από την αδήριτη ανάγκη για περιορισμό του λειτουργικού κόστους των ενόπλων δυνάμεων που υπάρχει στα κράτη όλου του κόσμου. Άλλωστε όπως υποστηρίζει και το ναυτικό της Δανίας, και υιοθετεί και το ναυτικό των ΗΠΑ, αν τα πλοία δεν είχαν την δυνατότητα αλλαγής ρόλων θα έπρεπε τελικά να ναυπηγηθεί μεγαλύτερος αριθμός πλοίων, προκειμένου να υπάρχει η ίδια συνολική αποτελεσματικότητα [13].
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Όλα όσα αναφέρθησαν στις προηγούμενες σελίδες αποτελούν αναμφίβολα σημαντικές τεχνολογικές εξελίξεις σε πολλούς από τους τομείς του σύγχρονου ναυτικού πολέμου. Φυσικά δεν καλύπτονται όλοι. Πως θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο άλλωστε. Πολλές από τις εξελίξεις που σημειώνονται σήμερα σε μία σειρά από όπλα και συστήματα, λόγω του ότι αποτελούν ευαίσθητη στρατιωτική τεχνολογία, καλύπτονται από τον μανδύα του απόρρητου. Και ως εκ τούτου σε ανοικτές τουλάχιστον πηγές πληροφόρησης, δεν υφίσταται επαρκής αριθμός πληροφοριών (καμιά φορά βέβαια δεν υφίστανται καθόλου). Και προκειμένου να αρθεί αυτός ο μανδύας θα πρέπει να συμβαίνει μία από τις ακόλουθες δύο προϋποθέσεις. Πρώτον η τεχνολογία αυτή μέσω της σταδιακής έρευνας και ανάπτυξης να τείνει να γίνει κτήμα αρκετών χωρών, οπότε δεν έχει πλέον νόημα η προσπάθεια απόκρυψής της. Δεύτερον η κατασκευάστρια χώρα κρίνει ότι πλέον δεν απειλείται από αυτή και για οικονομικούς λόγους επιδιώκει να πουλήσει τα προηγμένα και φυσικά ακριβά συστήματα που η νέα τεχνολογία δίνει και σε τρίτες χώρες. Συνήθως συμβαίνει ένας συνδυασμός και από τα δύο.
Από την άλλη υπάρχουν και τομείς της σύγχρονης ναυτικής τεχνολογίας που εκτιμάται ότι δεν ενδιαφέρουν το ΠΝ και για αυτό παρά την ύπαρξη ορισμένων σημαντικών εξελίξεων, αυτές δεν αναφέρθηκαν καθόλου στο παρόν δοκίμιο. Για παράδειγμα αναπτύσσεται μία νέα γενιά πυρηνικών αντιδραστήρων για κίνηση ναυτικών μονάδων, πολλά υποσχόμενη στους τομείς της απόδοσης, της οικονομίας και της ασφάλειας. Ωστόσο θεωρείται δεδομένη η θέληση του ΠΝ, ότι τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα θα αποκτά πλοία που θα έχουν αποκλειστικά συμβατικό σχήμα πρόωσης. Όπως επίσης θεωρείται δεδομένο ότι οι εξελίξεις στους τομείς των υποβρυχίων βαλλιστικών πύραυλων βρίσκονται και θα βρίσκονται για πολλά χρόνια έξω από τη σφαίρα ενδιαφέροντος του ΠΝ. Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω οι εξελίξεις στη τεχνολογία που αυτή τη στιγμή τρέχουν και προσφέρονται για αξιοποίηση από τις ναυτικές δυνάμεις παγκοσμίως, μέσα στις οποίες είναι και το ΠΝ, είναι και πολλές και σημαντικές. Προκειμένου βέβαια αυτές να αξιοποιηθούν, απαιτείται διάθεση για πειραματισμό, τόλμη και φυσικά η καταβολή σημαντικών οικονομικών πόρων.
Στο παρελθόν το ΠΝ έχει επιδείξει αρκετά μεγάλη τόλμη στο να εκμεταλλευτεί τις πρωτοποριακές τότε εξελίξεις της τεχνολογίας. Ας μην ξεχνάμε ότι ήταν το πρώτο ναυτικό παγκοσμίως που παρέλαβε τα υποβρύχια τύπου 209, που αργότερα έγιναν best-seller παγκοσμίως, καθώς και ήταν επίσης από τα πρώτα ναυτικά που ενέταξε σε υπηρεσία πυραυλακάτους αντιλαμβανόμενο άμεσα τα πρωτοποριακά πλεονεκτήματα που αυτές προσέφεραν. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια η τόλμη αυτή, κυρίως λόγω της όλο και μεγαλύτερης περικοπής των αμυντικών δαπανών, έχει καμφθεί. Δεν έχει όμως εκλείψει. Η θέληση και η τεχνογνωσία των στελεχών του στο να αξιολογήσουν τα πλέον κατάλληλα για το ΠΝ συστήματα, ευτυχώς εξακολουθεί να υφίσταται. Ευχή του γράφοντος είναι μέσα στα επόμενα χρόνια το ΠΝ να εκμεταλλεύεται και να αξιοποιεί με όλο και πιο γρήγορο ρυθμό τις εξελίξεις στη σύγχρονη ναυτική τεχνολογία, ώστε να ανέβει όχι μόνο στο επίπεδο που η ένδοξη ιστορία του επιβάλλει, αλλά και ακόμα παραπάνω.
Τα πολύ καλά χαρακτηριστικά πλεύσης του σκάφους και η ικανότητά του να μεταφέρει 320 άνδρες και 400 τόνους φορτιού σε αποστάσεις έως και 3000 ναυτικά μίλια με ταχύτητα 40 κόμβων, άλλαξαν καθοριστικά τις αντιλήψεις του αμερικανικού ναυτικού για το μελλοντικό σχήμα των πλοίων του. Ήδη ένα δεύτερο, ίδιο σε σχήμα, αλλά ακόμα ταχύτερο πλοίο έχει αγοραστεί, ενώ ένα παρόμοιο πλοίο έχει νοικιάσει και το ναυτικό της Αυστραλίας για υποστήριξη των δυνάμεών της που συμμετέχουν στις απανταχού ειρηνευτικές αποστολές. Οι εξελίξεις όμως στο ναυτικό των ΗΠΑ συνεχίζονται. Το 2005 έθεσε σε υπηρεσία το Sea Fighter, ένα πειραματικό σκάφος τύπου SWATH (από τα αρχικά των λέξεων Small Waterplane Area Twin Hull). Για συντομία αναφέρεται απλά πως πρόκειται για ένα σχέδιο γάστρας που μοιάζει παρά πολύ με τα catamaran αλλά που υπόσχεται ακόμα καλύτερη συμπεριφορά απέναντι στον κυματισμό. Ο στόχος του ναυτικού είναι το πλοίο αυτό να αναλάβει μία σειρά από ποικίλες αποστολές τόσο σε ανοικτή θάλασσα, όσο και σε παράκτια ύδατα και να δοκιμαστεί όχι πλέον σε ρόλο μεταφοράς φορτίου, αλλά σε ολόκληρο το φάσμα του σύγχρονου ναυτικού πολέμου. Συγκεκριμένα αναμένεται να δοκιμαστεί σε επιχειρήσεις ναρκοπολέμου, ανθυποβρυχιακές αποστολές, υποστήριξης αμφιβίων επιχειρήσεων, πόλεμο εναντίον σκαφών επιφανείας, περιπολία και υποστήριξης διοικητικής μερίμνης [6]. Το μήκους 80 m και 1100 τόνων σκάφος έχει για προωστήριο σκεύος δύο μηχανές diesel και δύο αεριοστρόβιλους (σε διάταξη CODOG) που του επιτρέπουν να αναπτύσσει ταχύτητες που ξεπερνούν τους 50 κόμβους. Στο ελικοδρόμιο του σκάφους μπορούν να προσχωθούν ελικόπτερα μεγέθους Η-60 και άλλα μη επανδρωμένα συστήματα (UAV), ενώ από τη πρύμνη του σκάφους μπορεί να εξαπολυθεί μία λέμβος έως και 11 m μήκος.
Πριν ακόμα εξαχθούν τα οριστικά συμπεράσματα από την αξιοποίηση του προαναφερθέντος σκάφους η διοίκηση ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ έθεσε σε υπηρεσία ένα ακόμα πιο πρωτοποριακό σκάφος με σκοπό την γρήγορη, συγκαλυμμένη και ξεκούραστη ανάπτυξη των βατραχανθρώπων της, το M-80 Stiletto [7]. Η γάστρα του σκάφους αυτού έχει σχήμα διπλού Μ. Προωθείται από τέσσερις μηχανές diesel που του δίνουν τελική ταχύτητα 51 κόμβων και οικονομική περίπου 40. Το Stiletto έχει πολύ μικρό βύθισμα, κάτω από 1 m, το οποίο μάλιστα μειώνεται ακόμα πιο πολύ όταν η ταχύτητα του πλοίου αυξάνει. Παρά το μικρό βύθισμα που δίνει και πολύ μεγάλη ευελιξία, το σκάφος ανταποκρίνεται πολύ καλά στον κυματισμό. Ένα ακόμα ιδιαίτερα χρήσιμο χαρακτηριστικό, για σκάφος που ανήκει στις ειδικές δυνάμεις, είναι ότι ακόμα και όταν ταξιδεύει με μεγάλη ταχύτητα ο κυματισμός που παράγει είναι πολύ μικρός, αφού το σχήμα της καρίνας διοχετεύει τον κυματισμό κάτω από το σκάφος προκαλώντας έτσι και την ανύψωσή του και την περαιτέρω μείωση της αντίστασης του σκάφους [8]. Το μήκους 27 m Stiletto μπορεί να υποστηρίξει εύκολα μία πλήρη (δωδεκαμελή) ομάδα βατραχανθρώπων, να εξαπολύσει μία βάρκα 11 m, ενώ έχει ήδη χρησιμοποιηθεί ως βάση για μη επανδρωμένα οχήματα αέρος, επιφανείας και υποβρύχια. Όπως μαρτυρά και το ιδιόμορφο σχήμα της γάστρας, το πλοίο παρουσιάζει εξαιρετικά χαρακτηριστικά stealth. Το Stiletto στην διαμόρφωση που έχει αγοραστεί από τις ειδικές δυνάμεις των ΗΠΑ, δεν είναι φθηνό, κοστίζει σχεδόν 10 εκατομμύρια δολάρια. Όμως το μεγαλύτερο μέρος του κόστους αφορά δορυφορικά και άλλα επικοινωνιακά συστήματα καθώς και κάθε είδους ηλεκτρονικά που έχουν τοποθετηθεί. Αντίθετα, αν το σκάφος αγοραστεί σε μία πιο κλασσική διαμόρφωση έχει μία πολύ πιο λογική τιμή. Χωρίς βέβαια να αποτελεί την υψηλότερη προτεραιότητα στις ανάγκες του ΠΝ, το Stiletto αλλά και τα υπόλοιπα σκάφη αυτής της κατηγορίας αξίζουν να προσεχθούν ιδιαίτερα για μελλοντική αξιοποίηση.
Δεν είναι όμως μόνο το ναυτικό των ΗΠΑ που επενδύει στα πλεονεκτήματα των σκαφών με μη συμβατικό σχήμα γάστρας, ήδη τα ναυτικά δυο άλλων χωρών, Νορβηγίας και Κίνας, έχουν αναπτύξει και θέσει σε υπηρεσία πυραυλακάτους που κάνουν χρήση διαφόρων παραλόγων της τεχνολογίας των catamaran. Από τα δύο πιο μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κινεζικό σχέδιο. Καθώς η Κίνα δεν είχε την απαραίτητη τεχνολογία για να κατασκευάσει ένα σκάφος αυτού του τύπου, αγόρασε έναντι μεγάλης αμοιβής τα σχεδία από μία αυστραλιανή εταιρεία που ναυπηγούσε σκάφη τύπου SWATH για την πολιτική αγορά και σε εντυπωσιακά μικρό χρόνο, τα αναπροσάρμοσε προκειμένου να παρουσιάσει τη νέα γενιά πυραυλακάτων της. Μάλιστα πέρα από το περίεργο σχήμα της γάστρας ολόκληρη η σχεδίαση παρουσιάζει και πάρα πολύ καλά χαρακτηριστικά χαμηλής αναγκαστικής επιφάνειας και θερμικής υπογραφής (stealth). Τα πλοία αυτά, έχουν την κωδική ονομασία τύπος 22 και μήκος περίπου 40 m. Η τεχνολογία SWATH που έχει χρησιμοποιηθεί επιτρέπει στα σκάφη να έχουν μικρό βύθισμα (περίπου 1.5 μέτρα) και ως εκ τούτου και μικρό εκτόπισμα, περί τους 220 τόνους [9]. Το ιδιαίτερο σχήμα τους, προσφέρει επαρκή χώρο για να φιλοξενηθούν 8 πύραυλοι εναντίον σκαφών επιφανείας μεγάλου βεληνεκούς καθώς και όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό που ένα σύγχρονο πολεμικό πλοίο της κατηγορίας πρέπει να φέρει. Ήδη έχουν κατασκευαστεί σαράντα σκάφη της κατηγορίας, καθώς ο τύπος 22 αντικαθιστά μαζικά παλαιότερες σχεδιάσεις που οι κινέζοι ορθά κρίνουν πως παρουσιάζουν μικρή επιχειρησιακή αξία στο σύγχρονο πεδίο του ναυτικού πολέμου, ενώ ακόμα περισσότερα αναμένονται στο εγγύς μέλλον. Για κίνηση χρησιμοποιούν μόνο δύο μηχανές diesel που σε συνδυασμό με προωθητές water-jet δίνουν στα πλοία τελική ταχύτητα μεγαλύτερη των 35 κόμβων.
Το Αμερικανικό Ναυτικό σχεδιάζει να αντικαταστήσει τις φρεγάτες τύπου Perry και τα πλοία ναρκοπολέμου τύπου Osprey και Avenger που διαθέτει, με 55 νέα πλοία μιας νέας κλάσης η οποία κωδικοποιείται ως Littoral Combat Ship (LCS). Στην φωτογραφία το LCS-2 “Independence”.
Οι πυραυλάκατοι τύπου 22 αποτελούν ένα καταρχήν εξαιρετικό σχέδιο και έναν πολύ δύσκολο και συνάμα επικίνδυνο αντίπαλο σε όποιον αμφισβητήσει την κυριαρχία της Κίνας στον θαλάσσιο χώρο στα στενά της Ταϊβάν. Είναι πολύ πιθανό, τα επόμενα χρόνια οι εν λόγω πυραυλάκατοι να αρχίσουν να εξάγονται και σε άλλες χώρες, ειδικά αν στην αρχική τους σχεδίαση ενσωματωθούν ακόμα πιο πολλά δυτικά ηλεκτρονικά. Άλλωστε είναι γνωστοί οι πολύ χαλαροί (και μερικές φορές ανύπαρκτοι) περιορισμοί που επιβάλλει η Κίνα στην εξαγωγή των οπλικών της συστημάτων. Σε κάθε περίπτωση αποτελούν ένα σχέδιο, που ταιριάζει πάρα πολύ στο προφίλ του παράκτιου πολέμου και σίγουρα θα αποτελούσε μία πολύ χρήσιμη προσθήκη στο οπλοστάσιο και των δύο χωρών εκατέρων του Αιγαίου.
γ. Πλοία εναλλασσομένων αποστολών
Αν και η έννοια της οικονομίας στους στρατιωτικούς όλου του κόσμου έχει αρνητική σημασία, καθώς συνδέεται με περικοπές σε εξοπλισμό, στελέχωση, εκπαίδευση, ή και σε όλα τα προαναφερθέντα είναι σαφές ότι κανένα κράτος του κόσμου δεν μπορεί να δαπανά αλόγιστα τους πόρους του για να ικανοποιήσει τις αμυντικές του ανάγκες. Στα πλαίσια της οικονομίας, της καλύτερης υποστήριξης του υλικού και της καλύτερης εκπαίδευσης του προσωπικού από πολύ παλιά εμφανίστηκαν διάφορες συγγενικές κλάσεις πλοίων. Όταν λέμε συγγενικές κλάσεις, εννοούμε συνήθως πλοία που είχαν κοινό ή έστω πολύ συγγενικό σχήμα γάστρας, προωστήριο σκεύος, βοηθητικά μηχανήματα και ενδεχομένως και κάποια από τα ηλεκτρονικά τους, αλλά διέθεταν στον κύριο οπλισμό που διέθεταν και στα ηλεκτρονικά που απαιτούνταν για να υποστηρίξουν τον οπλισμό αυτό. Παραδείγματα από τον χώρο των πολεμικών ναυτικών όλου του κόσμου υπάρχουν εκατοντάδες. Ενδεικτικά εδώ αναφέρονται οι συγγενικές κλάσεις πυραυλακάτων τύπου Combattante και S-148 με τις οποίες είναι εξοπλισμένο το ΠΝ, καθώς και οι ολλανδικής κατασκευής φρεγάτες τύπου L που αποτελούν την αντιαεροπορική έκδοση των φρεγατών τύπου S με τις οποίες επίσης είναι εξοπλισμένο το ΠΝ. Η συγγένεια αυτή δεν σημαίνει όμως ότι δύο πλοία που ανήκουν σε συγγενικές κλάσεις είναι και εναλλάξιμα μεταξύ τους καθόσον το κάθε ένα ειδικεύεται σε ένα είδος πολέμου που κυρίως καθορίζεται από τον ιδιαίτερο εξοπλισμό που φέρει. Τα τελευταία χρόνια όμως έχουν ναυπηγηθεί ορισμένες κλάσεις πλοίων που υπηρετούν την φιλοσοφία της εναλλαξιμότητας των αποστολών τους.
Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 το δανέζικο ναυτικό παρέλαβε 14 συνολικά σκάφη τύπου Standard Flex 300 (SF-300), τα οποία επισήμως χαρακτηρίζονταν ως σκάφη πολλαπλών αποστολών. Συγκεκριμένα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν είτε ως περιπολικά, είτε ως πυραυλάκατοι, είτε ως ναρκαλιευτικά, είτε ως ναρκοθετικά, είτε ως ανθυποβρυχιακά, ενώ μπορούσαν να εκτελέσουν και καθαρισμό της θάλασσας από πετρελαιοκηλίδα, αν οι ανάγκες το απαιτούσαν. Φυσικά, αυτά τα κάτω των 1000 τόνων πλοία δεν μπορούσαν να εκτελέσουν όλες αυτές τις αποστολές ταυτόχρονα. Το μυστικό τους βρίσκονταν στον τρόπο κατασκευής τους. Όλα τα σκάφη είχαν καταρχήν ένα βασικό επίπεδο εξοπλισμού που περιλάμβανε εκτός από τις μηχανές και τα βοηθητικά μηχανήματα, κοινό radar και sonar. Από εκεί και περά το επιπλέον επίπεδο εξοπλισμού μπήκε σε τυποποιημένων διαστάσεων container, τα οποία πολύ γρήγορα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε όποιο πλοίο υπήρχε ανάγκη μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Δεν είναι λίγες οι φορές που ένα πλοίο από τα παραπάνω κατέπλεε στο λιμάνι την μια μέρα ως περιπολικό για παράδειγμα και την επόμενη μέρα έφευγε για νέα αποστολή ως ναρκαλιευτικό.
Την ίδια ακριβώς φιλοσοφία ακολούθησαν πριν από λίγα χρόνια οι Καναδοί παραλαμβάνοντας τα 12 συνολικά πλοία τύπου Kingston. Ανάλογα με τον εξοπλισμό που τους τοποθετούν, τα ίδια πλοία μπορούν μέσα σε ελάχιστο χρόνο να μετατραπούν σε περιπολικά, ή ναρκαλιευτικά, ή ελαφρά εκπαιδευτικά. Αν και τα πλεονεκτήματα, ιδιαίτερα τα οικονομικά αυτών των πλοίων είναι προφανή, δεν λείπουν και οι αντιδράσεις. Οι επικριτές του σχεδίου αναφέρουν πως με μεγίστη ταχύτητα 12 μόνο κόμβων είναι πολύ αργά για να είναι καλά περιπολικά, ενώ και στον τομέα του ναρκοπολέμου παρουσιάζουν μειονεκτήματα, αφού δεν είναι κατασκευασμένα από ειδικό αντιμαγνητικό υλικό, όπως τα αντίστοιχα πλοία σε άλλα ναυτικά [10]. Επηρεασμένο από την πολύ θετική εμπειρία που είχε το ναυτικό της Δανίας από τη χρήση και την οικονομία των σκαφών τύπου SF-300, το ναυτικό των ΗΠΑ σχεδίασε την νέα γενιά των κύριων σκαφών του επιφανείας με την ίδια φιλοσοφία κατασκευής. Το ναυτικό των ΗΠΑ σχεδιάζει να αντικαταστήσει τις φρεγάτες τύπου Perry και τα πλοία ναρκοπολέμου τύπου Osprey και Avenger που διαθέτει με 55 νέα πλοία που σχεδιάζονται κάτω από την ονομασία Littoral Combat Ship (LCS). Τα LCS προβλέπονται να αναλάβουν ρόλο καταδίωξης υποβρυχίων και σκαφών επιφανείας σε παράκτια ύδατα, να υποστηρίζουν ομάδες ειδικών δυνάμεων, να εκτελούν αποστολές αναγνώρισης και συλλογής πληροφοριών του αντιπάλου καθώς και να αποτελέσουν μελλοντικά τα κύρια πλοία ναρκοπολέμου του ναυτικού των ΗΠΑ [11].
Το HSV-X1 Joint Venture.
Προκειμένου να ανταπεξέλθουν επιτυχώς στις ποικίλες αποστολές τους, προβλέπεται να έχουν ποικίλο εξοπλισμό που θα περιλαμβάνει σταθερά στοιχεία, όπως radar, ένα πυροβόλο των 57mm και έναν εκτοξευτή πυραύλων RAM και εναλλασσόμενα όπως ελικόπτερα τύπου H-60, πυραύλους τύπου NLOS-LS, UAV τύπου RQ-8Β, αλλά και μία σειρά από άλλα μη επανδρωμένα ρομποτικά υποβρύχια σκάφη (Unmanned Underwater Vessels / UUV και Unmanned Surface Vessels / USV), τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται στα τελευταία στάδια της ανάπτυξης. Τα πλοία τύπου LCS είναι τα μεγαλύτερα και πιο ικανά πλοία εναλλασσόμενων αποστολών που έχουν ποτέ κατασκευαστεί. Εξαρχής ναυπηγούνται και εξοπλίζονται με γνώμονα την ικανότητά τους να μπορούν να συμμετάσχουν σε έναν δικτυοκεντρικό πόλεμο. Με εκτόπισμα περί τις 3000 τόνους και μήκος κοντά στα 130 μέτρα, τα πλοία αυτά θα ονομάζονταν φρεγάτες σε οποιοδήποτε άλλο ναυτικό. Όπως είναι φυσικό όλα τα ναυπηγεία των ΗΠΑ επιδίωξαν να κερδίσουν το τεράστιο συμβόλαιο, αφού πρόκειται για ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα που μπορεί να δώσει έως και 55 μονάδες συνολικής αξίας πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια, χωρίς να υπολογίζονται οι τυχόν εξαγωγές σε τρίτες χώρες. Τελικά το ναυτικό των ΗΠΑ κατέληξε σε δύο σχέδια για περαιτέρω αξιολόγηση. Κάθε σχέδιο βέβαια έχει υποβληθεί από ομάδες εταιρειών, που περιλαμβάνουν ναυπηγεία, εταιρείες ηλεκτρονικών και μία σειρά από εξειδικευμένους υποκατασκευαστές.
Στην πρώτη ομάδα ηγείται η εταιρεία Lockheed Martin και έχει παρουσιάσει ένα σχέδιο, που εικονίζεται στην αμέσως προηγούμενη φωτογραφία και που μοιάζει παρά πολύ με τα σχέδια των σύγχρονων φρεγατών που ναυπηγούνται αυτό τον καιρό παγκοσμίως. Αντίθετα η δεύτερη ομάδα, στην οποία ηγείται η General Dynamics και συμμετέχουν και τα αυστραλιανά ναυπηγία Austal, προτείνουν ένα πολύ πιο επαναστατικό σχέδιο πλοίου, που αφορά ένα εξελιγμένο trimaran. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της δεύτερης ομάδας η σχεδίασή τους πλεονεκτεί διότι παρέχει μία πολύ πιο σταθερή και ευρύχωρη πλατφόρμα για εγκατάσταση του οποιοδήποτε επιθυμητού εξοπλισμού [12]. Το ναυτικό των ΗΠΑ καταρχήν έχει αγοράσει ένα σκάφος και από τα δύο σχέδια. Τη στιγμή που γράφεται το κείμενο έχει ολοκληρωθεί πλέον η καθέλκυση και των δυο πλοίων (που ονομάζονται LCS-1 και LCS-2 αντίστοιχα) και τοποθετείται επάνω τους ο απαραίτητος επιχειρησιακός και δοκιμαστικός εξοπλισμός. Κατόπιν θα ακολουθήσει η δοκιμή τους σε όλα τα σενάρια που θέλει το ναυτικό των ΗΠΑ να τα υποβάλλει και θα καταγραφεί με λεπτομέρεια η απόδοση και το λειτουργικό κόστος του καθενός, προκειμένου να επιδεχθεί τελικά το σχέδιο που θα αγοραστεί σε πολύ μεγαλύτερους αριθμούς.
Το σχέδιο των LCS από ορισμένους κύκλους, κυρίως αμερικανικών συμφερόντων, έχει ακουστεί και ως η πλέον σύγχρονη και κατάλληλη πρόταση για να καλυφθούν οι ανάγκες του ΠΝ για νέες φρεγάτες. Χωρίς κανένας να αμφιβάλλει ότι πρόκειται για ένα πολύ σύγχρονο σχέδιο που ειδικεύεται στον παράκτιο πόλεμο και που υπόσχεται οικονομία στη χρήση του, εκτιμάται ότι αυτή την περίοδο τουλάχιστον, η επιλογή του από το ΠΝ θα ήταν παρακινδυνευμένη.
Ακόμα το ναυτικό των ΗΠΑ δεν έχει επιλέξει το οριστικό σχέδιο που θα αγοράσει, ούτε έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξη όλων των όπλων και των αισθητήρων που θα απαιτηθούν για να εκπληρωθεί το σύνολο των αποστολών των πλοίων αυτών. Και είναι αμφίβολο κατά πόσο οι ΗΠΑ στο εγγύς μέλλον θα αποδεσμεύσουν για εξαγωγή το σύνολο του εξοπλισμού που θα αναπτυχτεί με γνώμονα τις δικές του ιδιαίτερες ανάγκες. Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω, είναι σχεδόν βέβαιο πως η τάση ναυπήγησης πλοίων που θα ανήκουν σε οικογένειες και που θα μπορούν πολύ γρήγορα να αναλάβουν ποικιλία ρόλων είναι κάτι που θα ενισχυθεί στο μέλλον. Αυτό υπαγορεύεται από την αδήριτη ανάγκη για περιορισμό του λειτουργικού κόστους των ενόπλων δυνάμεων που υπάρχει στα κράτη όλου του κόσμου. Άλλωστε όπως υποστηρίζει και το ναυτικό της Δανίας, και υιοθετεί και το ναυτικό των ΗΠΑ, αν τα πλοία δεν είχαν την δυνατότητα αλλαγής ρόλων θα έπρεπε τελικά να ναυπηγηθεί μεγαλύτερος αριθμός πλοίων, προκειμένου να υπάρχει η ίδια συνολική αποτελεσματικότητα [13].
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Όλα όσα αναφέρθησαν στις προηγούμενες σελίδες αποτελούν αναμφίβολα σημαντικές τεχνολογικές εξελίξεις σε πολλούς από τους τομείς του σύγχρονου ναυτικού πολέμου. Φυσικά δεν καλύπτονται όλοι. Πως θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο άλλωστε. Πολλές από τις εξελίξεις που σημειώνονται σήμερα σε μία σειρά από όπλα και συστήματα, λόγω του ότι αποτελούν ευαίσθητη στρατιωτική τεχνολογία, καλύπτονται από τον μανδύα του απόρρητου. Και ως εκ τούτου σε ανοικτές τουλάχιστον πηγές πληροφόρησης, δεν υφίσταται επαρκής αριθμός πληροφοριών (καμιά φορά βέβαια δεν υφίστανται καθόλου). Και προκειμένου να αρθεί αυτός ο μανδύας θα πρέπει να συμβαίνει μία από τις ακόλουθες δύο προϋποθέσεις. Πρώτον η τεχνολογία αυτή μέσω της σταδιακής έρευνας και ανάπτυξης να τείνει να γίνει κτήμα αρκετών χωρών, οπότε δεν έχει πλέον νόημα η προσπάθεια απόκρυψής της. Δεύτερον η κατασκευάστρια χώρα κρίνει ότι πλέον δεν απειλείται από αυτή και για οικονομικούς λόγους επιδιώκει να πουλήσει τα προηγμένα και φυσικά ακριβά συστήματα που η νέα τεχνολογία δίνει και σε τρίτες χώρες. Συνήθως συμβαίνει ένας συνδυασμός και από τα δύο.
Από την άλλη υπάρχουν και τομείς της σύγχρονης ναυτικής τεχνολογίας που εκτιμάται ότι δεν ενδιαφέρουν το ΠΝ και για αυτό παρά την ύπαρξη ορισμένων σημαντικών εξελίξεων, αυτές δεν αναφέρθηκαν καθόλου στο παρόν δοκίμιο. Για παράδειγμα αναπτύσσεται μία νέα γενιά πυρηνικών αντιδραστήρων για κίνηση ναυτικών μονάδων, πολλά υποσχόμενη στους τομείς της απόδοσης, της οικονομίας και της ασφάλειας. Ωστόσο θεωρείται δεδομένη η θέληση του ΠΝ, ότι τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα θα αποκτά πλοία που θα έχουν αποκλειστικά συμβατικό σχήμα πρόωσης. Όπως επίσης θεωρείται δεδομένο ότι οι εξελίξεις στους τομείς των υποβρυχίων βαλλιστικών πύραυλων βρίσκονται και θα βρίσκονται για πολλά χρόνια έξω από τη σφαίρα ενδιαφέροντος του ΠΝ. Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω οι εξελίξεις στη τεχνολογία που αυτή τη στιγμή τρέχουν και προσφέρονται για αξιοποίηση από τις ναυτικές δυνάμεις παγκοσμίως, μέσα στις οποίες είναι και το ΠΝ, είναι και πολλές και σημαντικές. Προκειμένου βέβαια αυτές να αξιοποιηθούν, απαιτείται διάθεση για πειραματισμό, τόλμη και φυσικά η καταβολή σημαντικών οικονομικών πόρων.
Στο παρελθόν το ΠΝ έχει επιδείξει αρκετά μεγάλη τόλμη στο να εκμεταλλευτεί τις πρωτοποριακές τότε εξελίξεις της τεχνολογίας. Ας μην ξεχνάμε ότι ήταν το πρώτο ναυτικό παγκοσμίως που παρέλαβε τα υποβρύχια τύπου 209, που αργότερα έγιναν best-seller παγκοσμίως, καθώς και ήταν επίσης από τα πρώτα ναυτικά που ενέταξε σε υπηρεσία πυραυλακάτους αντιλαμβανόμενο άμεσα τα πρωτοποριακά πλεονεκτήματα που αυτές προσέφεραν. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια η τόλμη αυτή, κυρίως λόγω της όλο και μεγαλύτερης περικοπής των αμυντικών δαπανών, έχει καμφθεί. Δεν έχει όμως εκλείψει. Η θέληση και η τεχνογνωσία των στελεχών του στο να αξιολογήσουν τα πλέον κατάλληλα για το ΠΝ συστήματα, ευτυχώς εξακολουθεί να υφίσταται. Ευχή του γράφοντος είναι μέσα στα επόμενα χρόνια το ΠΝ να εκμεταλλεύεται και να αξιοποιεί με όλο και πιο γρήγορο ρυθμό τις εξελίξεις στη σύγχρονη ναυτική τεχνολογία, ώστε να ανέβει όχι μόνο στο επίπεδο που η ένδοξη ιστορία του επιβάλλει, αλλά και ακόμα παραπάνω.
Του Υποπλοιάρχου (Μ) Κ. Αναστασoπούλου ΠΝ. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ναυτική Επιθεώρηση», τ.568, σ.63. Έκδοση ΥΙΝ / ΓΕΝ, ΜΑΡ – ΜΑΪ 2009.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1 «Αθανασούλης Γ. Α. και Γρηγορόπουλος Γ. Ι. (1998) Δυναμική Συμπεριφορά Πλοίων σε Κυματισμούς (Μέρος Α): Θεωρητική Ανάλυση»
2 «Van der Klught, P. G. M. (1987) Rudder Roll Stabilization. PhD thesis. Delft University of Technology, The Netherlands»
3 «Bennett, S. (1991) Ships Stabilization: History in M. Papagrigoriou, Concise Encyclopedia of Traffic and Transportation Systems, Pergamon Press »
4 «Baitis, A.E. (1980) The Development and Evaluation of a Rudder Roll Stabilization System for the WHEC Hamiltonian Class. Technical Report DTNSRDC. Naval Ship Research and Development Center. Bethesda, Md»
5 «http://www.globalsecurity.org/military/agency/army/hsv-x1.htm»
6 «http://en.wikipedia.org/wiki/Sea_Fighter»
7 « Καταδρομή, τεύχος 2 (Καλοκαίρι 2008) »
8 «http://www.mshipco.com»
9 «http://www.sinodefence.com/navy/littoral/type022»
10 «http://www.sfu.ca/casr/id-mcdv-midlife.htm. »
11 «http://www.defenseindustrydaily.com/the-usas-new-littoral-combat-ships-update»
12 «http://www.austal.com/go/product-information/defence-products/lcs»
13 «http://www.globalsecurity.org/military/systems/ship/lcs.htm»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ
ΒΙΒΛΙΑ
• Αθανασούλης Γ. Α. και Γρηγορόπουλος Γ. Ι. (1998) Δυναμική Συμπεριφορά Πλοίων σε Κυματισμούς: Θεωρητική Ανάλυση
• Bennett, S. (1991) Ships Stabilization: History in M. Papagrigoriou, Concise
Encyclopedia of Traffic and Transportation Systems
• Baitis, A.E. (1980) The Development and Evaluation of a Rudder Roll Stabilization
System for the WHEC Hamiltonian Class ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ
• Περιοδικό “Αμυντική Επιθεώρηση”
• Περιοδικό “Πτήση & Διάστημα”
• Περιοδικό “Ελληνική Άμυνα & Ασφάλεια”
• Περιοδικό “Καταδρομή”
ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
• http://www.globalsecurity.org
• http://www.military.com
• http://science.howstuffworks.com
• http://www.popularmechanics.com
• http://www.deagel.com
• http://www.defensetech.org
• http://strategy-geopolitics.blogspot.com
• http://www.designation-systems.net
• http://www.kongsberg.com
• http://www.ultra-scs.com
• http://bbs.chinadaily.com.cn
• http://www.eads.com
• http://www.austal.com
• http://www.defenseindustrydaily.com
• http://www.sfu.ca
• http://www.sinodefence.com
• http://www.mshipco.com
• http://en.wikipedia.org
ΠΗΓΗ "ΠΕΡΙ ΑΛΟΣ" Α+Β ΜΕΡΟΣ
No comments :
Post a Comment