25/01/2012

Το μεταπολιτευτικό Γραικυλιστάν

Η γενική απροθυμία άμεσης και μετωπικής αντιπαράθεσης του σοσιαλφιλεύθερου καθεστωτικού εσμού με τα μεγάλα κεφαλαιώδη ζητήματα του Ελληνισμού αντανακλάται (μεταξύ των άλλων εκφάνσεων του εσμού) και στον ολότελα χυδαίο τρόπο, με τον οποίον ασκείται η δήθεν «εθνική» πολιτική, ουσιαστικά ως μια πολιτική αποσιώπησης και απεμπόλησης αντί διεκδίκησης των «Εθνικών Δικαίων». Η εμμονή του Καθεστώτος να λειτουργεί πάγια κατά πάσης φροντίδας υπέρ του οποιουδήποτε «εθνικού δικαίου» είναι ευθέως ανάλογη προς την εθνική ισχνότητα και την διπλωματική επιπολαιότητα ή ανικανότητα των «κρατούντων».

Σ’ όλη την μεταπολιτευτική περίοδο του συγκαλυμμένου και πρόσφατα απροκάλυπτου πλέον εθνικού ενδοτισμού, καλλιεργήθηκε διάχυτα στις λαϊκές μάζες η απλοϊκή εντύπωση ότι αρκούσε να εμφανισθεί στο διεθνές προσκήνιο η Ελλάδα (κοτζάμ «Ελλάδα» ντε !) και να διαμαρτυρηθεί για τα οποιαδήποτε θιγόμενα πασιφανή δίκαιά της: δια μιας ο «διεθνής παράγων», η «κοινωνία των εθνών» θα λησμονούσαν αυτόματα τις δικές τους πολυδύναμες έγνοιες, αποστασιοποιούμενοι αμέσως από τις φανερές ή συγκαλυμμένες ζυμώσεις τους και σπεύδοντας να ενδιαφερθούν αδελφικά κι ανθρωπιστικά για τα όποια ελληνικά αιτήματα, ενεοί κι εμβρόντητοι από την σίγουρη ηθική λάμψη των ελληνικών δικαίων: Δόλιες εκούσιες διαστρεβλώσεις ή ηλίθιες ακούσιες παραισθήσεις, πλασαρισμένες έντεχνα σε μια βοϊδαγέλη «χρήσιμων ηλίθιων» και ρουσφετολόγων ψηφοφόρων !


Όποιο κράτος επαιτεί μονίμως σαν άθλιος παρίας δάνεια κι επιδοτήσεις για να χρηματοδοτήσει την κοινωνική του ραστώνη, την ρεμούλα των εργολάβων-παραγόντων του, την συλλογική οκνηρία του βολέματος των κρατικοδίαιτων παρασίτων και την οργανωτική του ανεπάρκεια και απραξία, αυτονόητα δεν μπορεί να περιμένει ότι θα πείσει ποτέ κανέναν «συζητητή» για το δίκιο του, με μοναδικό επιχείρημα τις «ανθρώπινες ανάγκες» και τ’ «απαράγραπτα δίκαιά» του. Κατά την εξέλιξη του «παιγνίου ισχύος» στο διεθνές πεδίο των εθνικών ανταγωνισμών οποιοσδήποτε ισχυρισμός και οποιαδήποτε καταγγελία ή διεκδίκηση, ζυγίζουν απλούστατα όσον η κρατική οντότητα πού τους εκπέμπει και η εθνική κοινότητα από την οποία απορρέει αυτή η κρατική οντότητα. Είναι όμως ολοφάνερες οι ποιότητες του σύγχρονου παραλυμένου «ελληνικού» κράτους, που ορθώνεται σαν «μπαλσαμωμένη κουκουβάγια» – κατά την προφητική ρήση του εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά – με μόνη ικανότητα να παραβλάπτει παντοιοτρόπως τους πολίτες του.

Ένα τέτοιο κράτος-ακράτεια δεν μπορεί βέβαια να περιμένει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν από τα υπόλοιπα κράτη μέσα στο αμείλικτο διεθνές πολιτικό παιγνίδι ισχύος, αν δεν έχει πράγματι κατανοήσει και ακολούθως δεν συμπεριφέρεται έχοντας πράγματι κατανοήσει, πως πέραν από τις ποικίλες ευχάριστες αλλά βεβαίως μη δεσμευτικές «διακηρύξεις αρχών» ή τις γλυκερές αόριστες φιλοφρονήσεις, από την χαραυγή της Ιστορίας έως τις ημέρες μας, τις φιλίες ή τις έχθρες τις δημιουργεί, τις εγκαθιστά, τις παγιώνει και τις επαληθεύει με ωμότητα, πρωτίστως η σύγκλιση, η σύμπτωση ή η απόκλιση και η αντίθεση των συμφερόντων. Και βέβαια είναι τουλάχιστον ηλίθιος κάποιος που επιμένει να σκέφτεται ότι τα ελληνικά συμφέροντα συγκλίνουν με τη σχεδίαση των Πλουτοκρατών Επικυριάρχων. Η αξία οποιασδήποτε συμμαχίας ή ενός συμμετοχικού υπερεθνικού μορφώματος για ένα συγκεκριμένο κράτος, καθορίζεται κυρίαρχα από το ειδικό βάρος του κράτους αυτού μέσα στο εν λόγω συμμαχικό ή υπερεθνικό πλαίσιο. Και οι πλέον ισχυροί σύμμαχοι ή εταίροι είναι ολότελα άχρηστοι σ’ όποιο κράτος δεν διαθέτει δικό του αξιοσέβαστο ειδικό βάρος, εφ’ όσον το ενδιαφέρον των ισχυρών μετασχηματίζεται ανάλογα μ’ αυτό το μοναδικό «εθνικό ειδικό βάρος».

Όποιος θεωρεί «αδίστακτα», «απάνθρωπα» και λυπηρά αυτά τα δεδομένα και διανοηθεί να ασκήσει εθνική πολιτική αγνοώντας ή περιφρονώντας τα, αργά ή γρήγορα την υποκριτικά υψηλόφρονα θλίψη και περιφρόνηση του για την δήθεν ηθική κατάπτωση και απάνθρωπη σκληρότητα των άλλων-εκείνων δηλαδή που ακολουθούν με κυνισμό την «αρχή της ισχύος» στις διεθνείς σχέσεις – θα την διαδεχθεί άφατη λύπη και σπαρακτικός θρήνος για τις δικές του συμφορές. Προφανώς, μ’ αυτό το ρεαλιστικό υπόβαθρο, μπορεί να κινηθεί ένα κράτος μόνον όταν διαθέτει τις εμπράγματες, υλικές δυνατότητες να παρέξει στους συμμάχους ή φίλους του τουλάχιστον τόσα, όσα εκείνο ζητά ως δικαιολογημένο αντάλλαγμα. Όμως το μεταπολιτευτικό Γραικυλιστάν τι μπορεί να προσφέρει πέρα από τα υπερτιμημένα τοκοχρεολύσια στους δανειστές – «νταβατζήδες» του ;

Αναζητώντας τις ελάχιστες αναγκαίες προϋποθέσεις και τις απαραίτητες συστατικές παραμέτρους μιας «Ελληνικής Εθνικής Πολιτικής» μέσα στη σημερινή πλανητική συγκυρία, οφείλουμε να ανασκοπήσουμε ενδελεχώς την ολέθρια πορεία πού οδήγησε στη σημερινή κρίση, στην απομείωση κι επαπειλούμενη εξαφάνιση της ελληνικής εθνικής οντότητας. Παραμένοντας για λόγους οικονομίας και συντομίας του κειμένου στα ουσιωδέστερα σημεία, δηλώνουμε ότι κατά την εκτίμησή μας, αυτή η τροχιά κλιμακωτού αφανισμού περιλαμβάνει την συνεχή, επιτεινόμενη (και κατά τα «νυν έχοντα» εμφανιζόμενη ως αμετάκλητη) γεωπολιτική συρρίκνωση του ελληνισμού μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Μια κυριολεκτικά δραματική συρρίκνωση, την οποία μόνον ελάχιστα και φευγαλέα ανέστειλε κατά τι η ένωση των Δωδεκανήσων με την Μητέρα Πατρίδα.

Η γεωγραφική σύμπτωση του ξεκληρισμένου Έθνους και του υποπλαστικού κράτους, όπως υφίσταται έως σήμερα, σχηματοποιήθηκε όταν μετά τον μαρτυρικό ελληνισμό της Μικρασίας (μετά τον Α’ Μεγάλο Πόλεμο), αφανίσθηκε και ο ελληνισμός της σοβιετικής Ρωσίας, των κομμουνιστικών Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής (μετά τον Β’ Μεγάλο Πόλεμο). Η πιο πρόσφατη πράξη αυτής της συνεχιζόμενης με αυξομειώσεις τραγωδίας διαδραματίσθηκε στην ελληνική μεγαλόνησο Κύπρο, όπου (πολύ πριν από το αποτυχημένο πραξικόπημα του 1974), η διάτρητη με ξενόδουλους χαφιέδες και ανάπηρη ελληνική διπλωματία έδειξε πως είναι ολότελα ανίκανη να εφαρμόσει συνεκτική και μακρόπνοη Εθνική Πολιτική. Δηλαδή Υψηλή Πολιτική, εμπνεόμενη όχι από υποκριτικούς αβαθείς συναισθηματισμούς και φασαριόζικες ρητορείες, αλλά από ψύχραιμη γεωπολιτική γνώση και φρόνιμη υπολογιστική στάθμιση των διεθνών παραγόντων.

Με τα τρέχοντα δεδομένα, ουδείς εχέφρων πρέπει να ξεγελιέται σχετικά με το ζήτημα της ιστορικής ευθύνης και αποστολής του Ελληνισμού, είτε από τυποποιημένες αβαθείς ψευδοπατριωτικές κορώνες, είτε από ανόρεχτες οπισθοχωρητικές μάχες οπισθοφυλακών στα σαλόνια, όπως αυτές πού δήθεν διεξάγονται για το Μακεδονικό και το Κυπριακό (Θυμηθείτε απλά την αφασία της Δεξιάς και την έμμεση αλλά σαφή απαρέσκεια της Αριστεράς απέναντι στην άξια στάση του αειμνήστου Έλληνα Προέδρου Παπαδόπουλου και παρατηρείστε λεπτομερειακά την άθλια στάση του έρποντος αμερικανοκομμουνιστή «προέδρου» Χριστόφια). Ουδείς επίσης πρέπει να εκλαμβάνει ως υψιπετή στόχο κάποιας «ευλογημένης» Εθνικής Πολιτικής την πολυδιαφημισμένη μεταπολιτευτική «ένταξη στην Ευρώπη» («καραμανλική» αρχικά και «σημιτική» καταληκτικά). Προς αυτήν εξώθησαν τα παρασιτικά συμφέροντα της πλουτοκρατικής ντόπιας ολιγαρχίας και μια παρακμιακή μαζική επιθυμία παθιασμένης καταναλωτικής ευζωίας, η οποία, προκειμένου να πραγματοποιηθεί, μετέτρεψε αρχικά την ένταξη σε ταπεινωτική εθνική εκποίηση και στη συνέχεια την ευτέλισε με συνέπεια έως την πρόσφατη εθνική εκπόρνευση των μνημονιακών καταργήσεων της υπολειμματικής «εθνικής κυριαρχίας»…”

Γ. ΛΥΚΟΣ
http://xryshaygh.wordpress.com/2012/01/24/

No comments :

Post a Comment