Οι συγκλίνουσες ενδείξεις ότι το καθεστώς Ερντογάν ετοιμάζεται να επαναλάβει στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου αυτό που ανεπιτυχώς επιχείρησε προ καιρού στον Έβρο επαναφέρει στο προσκήνιο την κραυγαλέα υποκρισία των λεγόμενων δικαιωματιστών, όσων βλέπουν το δένδρο του ασύλου, παρακάμπτοντας το δάσος του διεθνούς δικαίου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το κείμενο που δημοσιεύθηκε στις 10 Μαρτίου 2020 στην εφημερίδα Le Monde. Το κείμενο έχει τίτλο "Τι αξίζει η Ευρώπη, αν γίνει εχθρός του δικαιώματος ασύλου;" (Que vaut l’ Europe, si elle se fait l’ ennemie du droit d’ asile?). Υπογράφεται από Ευρωπαίους διανοούμενους, μεταξύ των οποίων και έξι Έλληνες. Το κείμενο εστιάζει σε αυτό που χαρακτηρίζει σαν «καταπάτηση του διεθνούς δικαίου» και αφορά στην επί ένα μήνα αναστολή της υποβολής αιτήσεων ασύλου από τις ελληνικές αρχές, η οποία –ας σημειωθεί– έχει ήδη λήξει. Ο λόγος της αναφοράς στο συγκεκριμένο κείμενο δεν είναι η εκκωφαντική σιωπή του για τον ρόλο της Τουρκίας. Περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η (κινούμενη στα όρια του αυτισμού) εμμονή στην απολυτότητα του δικαιώματος στο άσυλο, εντελώς αποκομμένου από το υπόλοιπο διεθνές δίκαιο. Το συγκεκριμένο κείμενο επαναλαμβάνει όσα έχουν ακουσθεί και από φορείς ή οργανώσεις που ασχολούνται με τα δικαιώματα των προσφύγων, όπως επί παραδείγματι την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Είναι γεγονός ότι κάθε κράτος έχει την υποχρέωση να προσφέρει σε άτομα που καταδιώκονται, το δικαίωμα να ζητούν άσυλο. Αυτό αναφέρεται ρητώς στο άρθρο 14 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (1948). Επί τη βάσει αυτού του άρθρου διαμορφώθηκε η Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων. Εκεί στηρίζεται όλο το οικοδόμημα της ΕΕ που αποκαλείται "Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου". Οι αιτήσεις ασύλου εξετάζονται με εξατομικευμένες κρίσεις που εκ των πραγμάτων είναι χρονοβόρες. Στην πραγματικότητα βεβαίως, δεν πρόκειται περί ενός "κοινού συστήματος" ασύλου, αλλά περί κοινών κανόνων και προτύπων, βάσει των οποίων εξετάζεται και απονέμεται το άσυλο με ίδιο τρόπο ανεξαρτήτως της ευρωπαϊκής χώρας στην οποία υποβάλλεται. Εκεί, όμως, τελειώνει ο κοινός χαρακτήρας της αντιμετωπίσεως του ασύλου. Όσοι παίρνουν άσυλο δένονται μόνον με τη χώρα που τους το απένειμε. Δεν έχουν δικαίωμα να εργασθούν σε άλλη χώρα παρά μόνον να την επισκεφθούν ως τουρίστες…
Στο κείμενο των διανοουμένων δεν αναφέρεται ούτε λέξη για τον τρόπο που επέλεξε η ΕΕ, τον Μάρτιο του 2016, να αντιμετωπίσει τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές που προέρχονταν από την Τουρκία. Τουρκία και Ελλάδα αντιμετωπίσθηκαν ως ένας ενιαίος χώρος ανασχέσεως των ροών προς την ΕΕ. Ο ενιαίος χώρος έχει τρεις γραμμές ανασχέσεως: Η πρώτη γραμμή είναι τα τουρκικά παράλια. Η δεύτερη γραμμή είναι τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου και η τρίτη είναι τα ελληνικά σύνορα, φυλασσόμενα, όμως, από τη βόρεια πλευρά τους! Εξαιτίας της ερμηνείας που έδωσε μονομερώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου έχουν "μπουκώσει" από κόσμο και έχει δημιουργηθεί ασφυκτικό κλίμα στις τοπικές κοινωνίες, όπως φάνηκε από τις συγκρούσεις των ΜΑΤ με τους νησιώτες.
Πρωτίστως, όμως, το κείμενο των διανοουμένων εμφανίζεται να αγνοεί ότι η Τουρκία, το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας κατηύθυνε κεντρικά δεκάδες χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες να παραβιάσουν τα σύνορα και να εισέλθουν σε μαζικούς αριθμούς και με βίαιο τρόπο στην Ελλάδα. Σκοπός της Τουρκίας ήταν να διαλύσει το ήδη εξαιρετικά προβληματικό (λόγω του ανακοινωθέντος ΕΕ-Τουρκίας του Μαρτίου 2016) σύστημα ασύλου της Ελλάδας, με απώτερο στόχο να αποσταθεροποιήσει το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Με την επιλογή της αυτή δημιούργησε ένα νέο έγκλημα στο διεθνές δίκαιο, το οποίο έχει διπλές συνέπειες τόσο για τους ανθρώπους που χρησιμοποιούνται ως μέσο γι' αυτό όσο και για τις χώρες κατά των οποίων κατευθύνεται. Οι ανθρωπιστικοί νόμοι και οι διαδικασίες ασύλου χρησιμοποιήθηκαν με καταχρηστικό τρόπο ως μέσο αποσταθεροποιήσεως μιας χώρας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ίδιος ο Ερντογάν δήλωσε στις 3 Μαρτίου ότι «καλούμε ειδικά την Ελλάδα αλλά και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες να αντιμετωπίσουν με σεβασμό τους πρόσφυγες που ήρθαν στα εδάφη τους, όπως ορίζει η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων». Ο Ερντογάν επικαλέσθηκε την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μόνον διότι το σχέδιό του βασιζόταν ακριβώς στην καταχρηστική εφαρμογή της.
Έως τώρα, ο πιο γνωστός τρόπος παράνομης χρησιμοποιήσεως άμαχου πληθυσμού ήταν η δημιουργία των λεγόμενων "ανθρώπινων ασπίδων". Οι αντιμαχόμενες πλευρές τοποθετούν γύρω από στρατιωτικούς στόχους άμαχους και κατά προτίμηση γυναικόπαιδα, προκειμένου να αποτρέψουν την επίθεση από την αντίπαλη πλευρά. Αυτό θεωρείται έγκλημα πολέμου σύμφωνα και με το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Κατ' απόλυτη αντιστοιχία, το νέο έγκλημα της Τουρκίας κατά το διεθνές δίκαιο μπορεί να προσδιορισθεί ως ακολούθως: Η χρησιμοποίηση μεγάλου αριθμού ατόμων που, με παρότρυνση, οργάνωση, υποστήριξη και καθοδήγηση σε κεντρικό επίπεδο από τις αρχές ενός κράτους, κατευθύνονται εναντίον ενός άλλου κράτους για να παραβιάσουν τα σύνορά του και να χρησιμοποιήσουν καταχρηστικά το ανθρωπιστικό δίκαιο και τις διαδικασίες ασύλου, με στόχο την επίτευξη πολιτικών στόχων εις βάρος του άλλου κράτους.
Είναι εντυπωσιακό ότι αυτοί που κόπτονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δυνατότητα να λειτουργεί το σύστημα ασύλου, δεν είδαν την προσπάθεια της Τουρκίας να χρησιμοποιήσει καταχρηστικά αυτόν τον θεσμό, καθιστώντας τις προβλέψεις περί ασύλου ανενεργές. Κατά το διεθνές δίκαιο, η άσκηση όλων των δικαιωμάτων υπόκειται στον έλεγχο της καταχρηστικής τους εφαρμογής. Επιπλέον, η επίκληση του ασύλου δεν μπορεί να γίνεται όταν παραβιάζονται άλλες διατάξεις του διεθνούς δικαίου, όπως η επέμβαση στα εσωτερικά ενός άλλου κράτους με σκοπό την αποσταθεροποίησή του. Η Ελλάδα, με τη στάση της, προστάτευσε αφενός την εδαφική της επικράτεια από ασύμμετρη επίθεση, αφετέρου τον εξευτελισμό του θεσμού του ασύλου από την καταχρηστική εφαρμογή του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το κείμενο που δημοσιεύθηκε στις 10 Μαρτίου 2020 στην εφημερίδα Le Monde. Το κείμενο έχει τίτλο "Τι αξίζει η Ευρώπη, αν γίνει εχθρός του δικαιώματος ασύλου;" (Que vaut l’ Europe, si elle se fait l’ ennemie du droit d’ asile?). Υπογράφεται από Ευρωπαίους διανοούμενους, μεταξύ των οποίων και έξι Έλληνες. Το κείμενο εστιάζει σε αυτό που χαρακτηρίζει σαν «καταπάτηση του διεθνούς δικαίου» και αφορά στην επί ένα μήνα αναστολή της υποβολής αιτήσεων ασύλου από τις ελληνικές αρχές, η οποία –ας σημειωθεί– έχει ήδη λήξει. Ο λόγος της αναφοράς στο συγκεκριμένο κείμενο δεν είναι η εκκωφαντική σιωπή του για τον ρόλο της Τουρκίας. Περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η (κινούμενη στα όρια του αυτισμού) εμμονή στην απολυτότητα του δικαιώματος στο άσυλο, εντελώς αποκομμένου από το υπόλοιπο διεθνές δίκαιο. Το συγκεκριμένο κείμενο επαναλαμβάνει όσα έχουν ακουσθεί και από φορείς ή οργανώσεις που ασχολούνται με τα δικαιώματα των προσφύγων, όπως επί παραδείγματι την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Είναι γεγονός ότι κάθε κράτος έχει την υποχρέωση να προσφέρει σε άτομα που καταδιώκονται, το δικαίωμα να ζητούν άσυλο. Αυτό αναφέρεται ρητώς στο άρθρο 14 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (1948). Επί τη βάσει αυτού του άρθρου διαμορφώθηκε η Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων. Εκεί στηρίζεται όλο το οικοδόμημα της ΕΕ που αποκαλείται "Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου". Οι αιτήσεις ασύλου εξετάζονται με εξατομικευμένες κρίσεις που εκ των πραγμάτων είναι χρονοβόρες. Στην πραγματικότητα βεβαίως, δεν πρόκειται περί ενός "κοινού συστήματος" ασύλου, αλλά περί κοινών κανόνων και προτύπων, βάσει των οποίων εξετάζεται και απονέμεται το άσυλο με ίδιο τρόπο ανεξαρτήτως της ευρωπαϊκής χώρας στην οποία υποβάλλεται. Εκεί, όμως, τελειώνει ο κοινός χαρακτήρας της αντιμετωπίσεως του ασύλου. Όσοι παίρνουν άσυλο δένονται μόνον με τη χώρα που τους το απένειμε. Δεν έχουν δικαίωμα να εργασθούν σε άλλη χώρα παρά μόνον να την επισκεφθούν ως τουρίστες…
Στο κείμενο των διανοουμένων δεν αναφέρεται ούτε λέξη για τον τρόπο που επέλεξε η ΕΕ, τον Μάρτιο του 2016, να αντιμετωπίσει τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές που προέρχονταν από την Τουρκία. Τουρκία και Ελλάδα αντιμετωπίσθηκαν ως ένας ενιαίος χώρος ανασχέσεως των ροών προς την ΕΕ. Ο ενιαίος χώρος έχει τρεις γραμμές ανασχέσεως: Η πρώτη γραμμή είναι τα τουρκικά παράλια. Η δεύτερη γραμμή είναι τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου και η τρίτη είναι τα ελληνικά σύνορα, φυλασσόμενα, όμως, από τη βόρεια πλευρά τους! Εξαιτίας της ερμηνείας που έδωσε μονομερώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου έχουν "μπουκώσει" από κόσμο και έχει δημιουργηθεί ασφυκτικό κλίμα στις τοπικές κοινωνίες, όπως φάνηκε από τις συγκρούσεις των ΜΑΤ με τους νησιώτες.
Πρωτίστως, όμως, το κείμενο των διανοουμένων εμφανίζεται να αγνοεί ότι η Τουρκία, το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας κατηύθυνε κεντρικά δεκάδες χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες να παραβιάσουν τα σύνορα και να εισέλθουν σε μαζικούς αριθμούς και με βίαιο τρόπο στην Ελλάδα. Σκοπός της Τουρκίας ήταν να διαλύσει το ήδη εξαιρετικά προβληματικό (λόγω του ανακοινωθέντος ΕΕ-Τουρκίας του Μαρτίου 2016) σύστημα ασύλου της Ελλάδας, με απώτερο στόχο να αποσταθεροποιήσει το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Με την επιλογή της αυτή δημιούργησε ένα νέο έγκλημα στο διεθνές δίκαιο, το οποίο έχει διπλές συνέπειες τόσο για τους ανθρώπους που χρησιμοποιούνται ως μέσο γι' αυτό όσο και για τις χώρες κατά των οποίων κατευθύνεται. Οι ανθρωπιστικοί νόμοι και οι διαδικασίες ασύλου χρησιμοποιήθηκαν με καταχρηστικό τρόπο ως μέσο αποσταθεροποιήσεως μιας χώρας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ίδιος ο Ερντογάν δήλωσε στις 3 Μαρτίου ότι «καλούμε ειδικά την Ελλάδα αλλά και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες να αντιμετωπίσουν με σεβασμό τους πρόσφυγες που ήρθαν στα εδάφη τους, όπως ορίζει η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων». Ο Ερντογάν επικαλέσθηκε την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μόνον διότι το σχέδιό του βασιζόταν ακριβώς στην καταχρηστική εφαρμογή της.
Έως τώρα, ο πιο γνωστός τρόπος παράνομης χρησιμοποιήσεως άμαχου πληθυσμού ήταν η δημιουργία των λεγόμενων "ανθρώπινων ασπίδων". Οι αντιμαχόμενες πλευρές τοποθετούν γύρω από στρατιωτικούς στόχους άμαχους και κατά προτίμηση γυναικόπαιδα, προκειμένου να αποτρέψουν την επίθεση από την αντίπαλη πλευρά. Αυτό θεωρείται έγκλημα πολέμου σύμφωνα και με το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Κατ' απόλυτη αντιστοιχία, το νέο έγκλημα της Τουρκίας κατά το διεθνές δίκαιο μπορεί να προσδιορισθεί ως ακολούθως: Η χρησιμοποίηση μεγάλου αριθμού ατόμων που, με παρότρυνση, οργάνωση, υποστήριξη και καθοδήγηση σε κεντρικό επίπεδο από τις αρχές ενός κράτους, κατευθύνονται εναντίον ενός άλλου κράτους για να παραβιάσουν τα σύνορά του και να χρησιμοποιήσουν καταχρηστικά το ανθρωπιστικό δίκαιο και τις διαδικασίες ασύλου, με στόχο την επίτευξη πολιτικών στόχων εις βάρος του άλλου κράτους.
Είναι εντυπωσιακό ότι αυτοί που κόπτονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δυνατότητα να λειτουργεί το σύστημα ασύλου, δεν είδαν την προσπάθεια της Τουρκίας να χρησιμοποιήσει καταχρηστικά αυτόν τον θεσμό, καθιστώντας τις προβλέψεις περί ασύλου ανενεργές. Κατά το διεθνές δίκαιο, η άσκηση όλων των δικαιωμάτων υπόκειται στον έλεγχο της καταχρηστικής τους εφαρμογής. Επιπλέον, η επίκληση του ασύλου δεν μπορεί να γίνεται όταν παραβιάζονται άλλες διατάξεις του διεθνούς δικαίου, όπως η επέμβαση στα εσωτερικά ενός άλλου κράτους με σκοπό την αποσταθεροποίησή του. Η Ελλάδα, με τη στάση της, προστάτευσε αφενός την εδαφική της επικράτεια από ασύμμετρη επίθεση, αφετέρου τον εξευτελισμό του θεσμού του ασύλου από την καταχρηστική εφαρμογή του.
No comments :
Post a Comment