26/01/2019

Σχολές για θέσεις που δεν υπάρχουν

ΚΟΥΡΗΤΗΣ: ΠΕΡΑΝ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΗ ΜΙΑ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ. Η ΕΜΜΟΝΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗ ΠΑΡΟΧΗ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΚΑΛΟΥΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΚΕΝΟ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΟΙ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΙ-ΦΥΣΙΚΟΙ ΠΟΥ ΕΞ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΕΝΙΣΧΥΣΟΥΝ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ/ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΗ/ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΤΡΕΦΟΝΤΑΙ ΣΕ ΚΑΘΗΓΗΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ. ΔΕΝ ΔΥΝΑΤΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΤΕΤΟΙΕΣ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΙΣ.

Σε πάνω από 150.000 υπολογίζονται οι πτυχιούχοι νηπιαγωγοί, δάσκαλοι, φιλόλογοι, μαθηματικοί, φυσικοί, χημικοί, γυμναστές, καθηγητές ξένων γλωσσών, θεολόγοι, κοινωνιολόγοι, που επί χρόνια περιμένουν μια θέση εργασίας στον ήλιο της εκπαίδευσης. Την ίδια στιγμή, οι περισσότεροι ψάχνουν για ιδιαίτερα μαθήματα των 10 ευρώ ή ετεροαπασχολούνται. Και δεν είναι μόνο οι παραδοσιακές ειδικότητες της γενικής παιδείας. Σε αυτές πρέπει να προστεθούν οι ειδικότητες επαγγελματικής εκπαίδευσης, ενώ πάμπολλα πανεπιστημιακά τμήματα δηλώνουν ότι οι απόφοιτοί τους μπορούν να εργαστούν σε διάφορες θέσεις στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, και στο τέλος –ως το επί δεκαετίες σίγουρο αποκούμπι για δουλειά– προσθέτουν τη... δημόσια εκπαίδευση!

Σαν να μην αρκούσαν όλα τούτα, και παρά τη δημογραφική συρρίκνωση του πληθυσμού της Ελλάδας και άρα και των μαθητών, το υπουργείο Παιδείας δημιουργεί νέα τμήματα «καθηγητικών» σχολών, άκριτα, χωρίς ακαδημαϊκή λογική, αλλά και χωρίς πρακτική αξία. Ηδη η Ελλάδα διαθέτει περί τα εκατό τμήματα, οι απόφοιτοι των οποίων έχουν ως βασική επαγγελματική διέξοδο την εκπαίδευση. Κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος τα τμήματα αυτά δέχθηκαν 17.320 πρωτοετείς. Δηλαδή, περισσότερους ακόμη και από τις 15.000 θέσεις διορισμών που υποσχέθηκε πρόσφατα ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου για την προσεχή τριετία. Φυσικά, το μέγεθος της συσσώρευσης πτυχιούχων καταδεικνύεται εάν αναλογιστούμε ότι επί μία δεκαετία δεν έχουν γίνει διορισμοί στην εκπαίδευση, ενώ ο αριθμός των εισακτέων ετησίως στα παιδαγωγικά και στις «καθηγητικές» σχολές παραμένει στα επίπεδα των 17.000. Με αυτούς τους ρυθμούς διορισμών, σε πολλές ειδικότητες εκπαιδευτικών η αναμονή για διορισμό στη δημόσια εκπαίδευση θα ξεπεράσει και τα είκοσι χρόνια.

Η υπερπληθώρα τμημάτων έχει επίπτωση τόσο στην ποιότητα των σπουδών όσο και στις συνεχώς υποβαθμιζόμενες εργασιακές συνθήκες των αποφοίτων τους. Οπως αναφέρει στην «Κ» η πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Φιλολόγων Τασούλα Καραγεωργίου, πρόκειται για «προλεταριοποίηση» των νέων εκπαιδευτικών. Ειδικότερα, το υπουργείο Παιδείας έχει αποφασίσει την ίδρυση ενός τμήματος Μαθηματικών και ενός Φυσικής στη Λαμία, ενώ εξετάζεται η ίδρυση μαθηματικού τμήματος στην Κοζάνη και Φυσικής στην Καβάλα. Τα νέα τμήματα θετικών επιστημών θα αποτελέσουν τη μετεξέλιξη του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και του Τμήματος Μηχανικών Πληροφορικής, και τα δύο στη Λαμία. Παρότι στη Στερεά Ελλάδα τα δύο νέα τμήματα Φυσικής και Μαθηματικών θα ενταχθούν στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, αφού το ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδος στο οποίο ανήκουν θα καταργηθεί. Το ερώτημα είναι, όπως ανέφερε στην «Κ» ο Γιώργος Τόμπρας, πρόεδρος στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φυσικής για την Επιστήμη και την Εκπαίδευση, εάν το δυναμικό των τμημάτων ΤΕΙ (τα οποία μάλιστα κινήθηκαν έως τώρα σε αναζήτηση ταυτότητας στον χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης) μπορεί να υποστηρίξει τις ακαδημαϊκές ανάγκες ενός τμήματος Φυσικής!

Επίσης, και τα άλλα δύο τμήματα Μαθηματικών και Φυσικής θα έχουν βάση κάποιο τμήμα ΤΕΙ, το οποίο θα «πανεπιστημιοποιηθεί». Το ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας στην Κοζάνη θα συνενωθεί με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, ενώ το τμήμα Φυσικής στην Καβάλα θα προέλθει από τον «γάμο» –και την παράλληλη αναβάθμισή τους σε πανεπιστήμιο– των ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, Κεντρικής Μακεδονίας και Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης. «Με έκπληξη και έντονο προβληματισμό παρακολουθούμε αυτές τις μέρες μια περίπου “αυτόματη” διαδικασία τοκετού νέων πανεπιστημιακών τμημάτων, ανάμεσα στα οποία δεν θα μπορούσαν να λείπουν βεβαίως και τμήματα Φυσικής όπως αυτά με έδρα τη Λαμία και την Καβάλα. Ειδικότερα για αυτά, με τον ίδιο προβληματισμό και ενδιαφέρον θα αναζητήσουμε και τις εκθέσεις σκοπιμότητας και επιστημονικής τεκμηρίωσης που υποθέτουμε ότι πείθουν για την αναγκαιότητα ίδρυσής τους», αναφέρει η Ελληνική Εταιρεία Φυσικής για την Επιστήμη και την Εκπαίδευση. Ο πρόεδρός της Γιώργος Τόμπρας στηλίτευσε, μιλώντας στην «Κ», την ίδρυση νέων τμημάτων στο αντικείμενο της Φυσικής, καθώς η χώρα διαθέτει ήδη πέντε σχετικά τμήματα, τα οποία δέχονται περί τους χίλιους εισακτέους ετησίως. Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα σήμερα υπάρχουν έξι τμήματα Μαθηματικών τα όποια κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος δέχθηκαν συνολικά 1.421 εισακτέους. «Απαιτείται σχεδιασμός για την τριτοβάθμια εκπαίδευση που χρειάζεται η χώρα. Εκτιμώ ότι η δημιουργία νέων τμημάτων χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση εξυπηρετεί κατά κύριο λόγο τα ίδια τα ΑΕΙ, καθώς θα δημιουργηθούν νέες θέσεις διδασκόντων», ανέφερε στην «Κ» ο γενικός γραμματέας της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας Γιάννης Τυρλής.

Στην ίδια δεινή θέση βρίσκονται και οι απόφοιτοι ανθρωπιστικών επιστημών όπως τα τμήματα Φιλολογίας, Ιστορίας-Αρχαιολογίας και Φιλοσοφίας. Μαζί με τα τμήματα Θεολογίας, στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση υπάρχουν σήμερα 22 τμήματα με 4.637 νέες θέσεις το 2018-2019, οι απόφοιτοι των οποίων έχουν κύρια επαγγελματική διέξοδο την εκπαίδευση. «Χιλιάδες εκπαιδευτικοί, πολλοί με εξαιρετικά προσόντα (με μεταπτυχιακές σπουδές και διδακτορικά, με πιστοποιητικά άριστης γνώσης των ξένων γλωσσών), μένουν ως παρίες στο περιθώριο της εκπαιδευτικής ζωής βιώνοντας –στην καλύτερη περίπτωση– το διαδοχικά επαναλαμβανόμενο μαρτύριο της ετήσιας απόλυσης και της επαναπρόσληψής τους, εάν είναι αναπληρωτές, και –στη χειρότερη, συνηθέστερη μάλιστα, περίπτωση– την αναζήτηση πενιχρά αμειβομένων ιδιαιτέρων μαθημάτων, το άγχος της ανεργίας, την ευκαιριακή υποαπασχόληση, την ταπείνωση της ανασφάλιστης ή “μαύρης” εργασίας», αναφέρει η κ. Καραγεωργίου. Και συνεχίζει: «Πρόκειται για προλεταριοποιημένους πλέον νέους συναδέλφους μας (τα ίδια μας τα παιδιά) που μόχθησαν να αποκτήσουν πλήθος τυπικών και ουσιαστικών προσόντων (πολλές φορές με τις αιματηρές οικονομικές θυσίες των οικογενειών τους) και σήμερα, με ακυρωμένες τις προσδοκίες τους, νιώθουν εξαπατημένοι από μια πολιτεία που στάθηκε ανίκανη να αξιοποιήσει το ζωντανό αυτό δυναμικό, γνώσεων και δυνατοτήτων»...

Ερώτημα αποτελεί εάν η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας αποφάσισε να εξαγγείλει εσπευσμένα για την επόμενη τριετία συνολικά 15.000 διορισμούς εκπαιδευτικών στις δύο βαθμίδες μόνο για προεκλογικούς λόγους ή εάν έχει λάβει υπόψη της και τις δημογραφικές έρευνες που μιλούν για γήρανση του πληθυσμού. Σύμφωνα με έρευνα του ΙΟΒΕ, από το 2022 και μετά θα αρχίσει να γίνεται αισθητή η μετά το 2010 μείωση των γεννήσεων. Σωρευτικά, έως το 2035, ο αριθμός μαθητών στα σχολεία υπολογίζεται ότι θα έχει μειωθεί κατά 423.000. Το 2035, ο συνολικός αριθμός μαθητών στα σχολεία θα έχει μειωθεί σε 1.050.000, έναντι 1.480.000 που ήταν το 2008, με βάση την Εθνική Στατιστική Αρχή. Η ποσοστιαία μείωση θα είναι 29,2%. Ετσι, σύμφωνα με το ινστιτούτο, το 2035 θα χρειάζονται 70.000 έως 100.000 λιγότεροι εκπαιδευτικοί σε σύγκριση με το 2009.

Πενηντάρηδες είναι οι περισσότεροι καθηγητές στα δημόσια σχολεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία του αιρετού στο Κεντρικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΚΥΣΔΕ) Νεκτάριου Κορδή, οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί στα γυμνάσια και στα λύκεια έχουν μέσον όρο ηλικίας τα 48,8 χρόνια, ενώ ο μέσος όρος πέφτει στα 48 χρόνια εάν προστεθούν οι αναπληρωτές με προϋπηρεσία. Από τις βασικές ειδικότητες, οι πιο «γερασμένοι» είναι οι μαθηματικοί. Ο μέσος όρος ηλικίας των μονίμων μαθηματικών είναι τα 52 έτη, ενώ η αντίστοιχη τιμή των αναπληρωτών με προϋπηρεσία είναι τα 39,3 έτη. Ως προς τους φιλολόγους, οι αντίστοιχοι μέσοι όροι είναι 47,7 έτη και 38,3 έτη και των φυσικών 51,2 και 40,6 έτη.

Αντίστοιχη είναι η κατάσταση στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Και οι αριθμοί θα μεγαλώσουν ακόμη περισσότερο, καθώς, όπως τονίζει στην «Κ» ο Βασίλης Παληγιάννης, εκπρόσωπος των εκπαιδευτικών στο Κεντρικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΚΥΣΠΕ) του υπουργείου Παιδείας, με βάση τις προβλέψεις του νέου ασφαλιστικού συστήματος από το 2022 δεν θα ισχύουν οι μεταβατικές διατάξεις για τη θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης και όλοι οι εκπαιδευτικοί θα συνταξιοδοτούνται πλέον σε ηλικία 67 ετών ή με τη συμπλήρωση 40 ετών ασφάλισης και του 62ου έτους της ηλικίας τους. Επίσης, στη μείωση των συνταξιοδοτήσεων των εκπαιδευτικών συμβάλλει και η μείωση των συντάξεων, οι οποίες είναι σημαντικά χαμηλότερες από τις απολαβές των εν ενεργεία εκπαιδευτικών.

Παράλληλα, το νέο σύστημα διορισμών που ψηφίστηκε πρόσφατα στη Βουλή και βάσει του οποίου θα γίνουν οι διορισμοί από το 2019-2020, πριμοδοτεί τους μεγαλύτερους σε ηλικία εκπαιδευτικούς, που έχουν κατοχυρώσει προϋπηρεσία. Συγκεκριμένα, στο σύστημα διορισμών η ισορροπία των μονάδων μεταξύ της προϋπηρεσίας και των πτυχίων δεν άλλαξε σε σχέση με την αρχική πρόταση του υπουργείου Παιδείας: το ανώτατο που μπορεί να συγκεντρώσει ένας υποψήφιος είναι 120 μονάδες από κάθε κατηγορία κριτηρίων. Ωστόσο, στον νόμο που ψηφίστηκε, αυξήθηκε η μοριοδότηση εκείνων των κριτηρίων, τα οποία είναι πιο πιθανό να πληρούν οι εκπαιδευτικοί με μεγάλη προϋπηρεσία, ενώ περιορίστηκε η μοριοδότηση των ακαδημαϊκών προσόντων που είναι πιο πιθανό να έχουν αποκτήσει οι νεότεροι εκπαιδευτικοί. Για παράδειγμα, το δεύτερο πτυχίο –που συνήθως έχουν χρόνο να αποκτήσουν οι νεότεροι εκπαιδευτικοί– μοριοδοτείται με 7 μονάδες από 16 που ήταν στο αρχικό σχέδιο. Επίσης, αυξήθηκε (από 2 σε 3 μονάδες) η μοριοδότηση κάθε παιδιού, που επίσης είναι πιθανόν να έχουν αποκτήσει εκπαιδευτικοί μεγαλύτερης ηλικίας (σε σχέση με τους νεότερους) που έχουν και προϋπηρεσία ως αναπληρωτές.

Σύμφωνα με έρευνα του κ. Παληγιάννη και του κ. Κορδή, καθώς ο αριθμός των μόνιμων εκπαιδευτικών και στις δύο εκπαιδευτικές βαθμίδες είναι 160.000, τότε, και με δεδομένο ότι οι προσλήψεις αναπληρωτών είναι περίπου 22.000 ετησίως, το 14% του συνόλου των εκπαιδευτικών στα δημόσια σχολεία είναι σήμερα αναπληρωτές. Πρόκειται για εκπαιδευτικούς που καλούνται να καλύψουν τις ελλείψεις, διδάσκοντας πολλές φορές σε τρία και τέσσερα σχολεία, και βέβαια με χαμηλές απολαβές.

http://www.kathimerini.gr/1005662/article/epikairothta/ellada/sxoles-gia-8eseis-poy-den-yparxoyn?platform=hootsuite

No comments :

Post a Comment