06/02/2017

Η έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα - Ντράγκι: Μόνο με βιώσιμο χρέος θα μπει η Ελλάδα στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ

Οι βασικές παραδοχές της έκθεσης του Ταμείου είναι ότι το ελληνικό χρέος παραμένει «εξαιρετικά μη βιώσιμο» και προτείνονται συγκεκριμένα μέτρα για την μείωσή του, όπως ...
- Η σταθεροποίηση των επιτοκίων σε επίπεδο μέχρι 1,5% για 30 χρόνια με παράλληλη επέκταση της ωρίμανσης των ελληνικών ομολόγων μέχρι το 2070.

- Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι οι μέχρι σήμερα μειώσεις των συντάξεων υπολογίζονται στο 1% του ΑΕΠ ενώ τονίζεται ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα έχει έλλειμμα 11% και εμμέσως προτείνει νέο κούρεμα των συντάξεων.

- Θα χρειαστεί «μαξιλαράκι» 10 δισεκατομμυρίων για πιθανή νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών

- Η προσπάθεια των Ευρωπαίων να επιβάλλουν στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για μια 10ετία, δεν μπορεί να βγει στην πράξη και τάσσεται υπέρ της μείωσης των φόρων με παράλληλη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, δηλαδή μείωση του αφορολόγητου ορίου. Η δημοσιονομική πολιτική που στηρίζεται σε υψηλούς φόρους, σε περιορισμένη φορολογική βάση και σε περιορισμό δαπανών που είναι συγκυριακός και επιλεκτικός κι η οποία (σσ η δημοσιονομική πολιτική) δεν στηρίζεται σε μεταρρυθμίσεις δεν μπορεί να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη. Επιπλέον πρόκειται για πολιτική αντιαναπτυξιακή και γι’ αυτό το λόγο θέτει θέματα αξιοπιστίας. Η κύρια σύσταση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι ότι θα πρέπει να υιοθετηθούν πολιτικές ουδέτερες δημοσιονομικά που θα οδηγούν σε μείωση φόρων και διεύρυνση της φορολογικής βάσης, ο εξορθολογισμός της δαπάνης για συντάξεις και αντιθέτως η εστίαση σε δαπάνες που απευθύνονται στις πλέον ευάλωτες ομάδες βελτιώνοντας ταυτόχρονα τις συνθήκες για επενδύσεις και ανάπτυξη.

- Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι μεταρρυθμίσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα δεν είναι επαρκείς για να μειώσουν τα χρέη προς τις τράπεζες και τα χρέη των ιδιωτών προς τις φορολογικές αρχές του δημοσίου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πιέσεις στην ανάπτυξη και στην ανταγωνιστικότητα.

- Εις ό,τι αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL’s) επισημαίνεται ότι δεν έχουν υιοθετηθεί πλήρως οι κατευθύνσεις για μείωση των λεγόμενων κόκκινων δανείων, με αποτέλεσμα αυτό να οδηγήσει σε περιορισμό της πιστωτικής επέκτασης στον υγιή ιδιωτικό τομέα και σε εξασθένηση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών.

Το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής εναι μη βιώσιμο διότι βασίζεται σε συντάξεις που δεν μπορούμε να αντέξουμε κι αυτό διότι στηρίζονται σε υψηλή φορολογία μιας περιορισμένης φορολογικής βάσης. Σύμφωνα με το Ταμείο, περισσότερα από τα μισά μέτρα που νομοθετήθηκαν τα τελευταία έξι χρόνια αφορούν τις δαπάνες. Αλλά από τα μέτρα που νομοθετήθηκαν μόνο το 1/4 αφορούσαν μειώσεις μισθών εργαζομένων στο δημόσιο τομέα και στις συντάξεις. Κατά το ΔΝΤ,η μείωση των μισθών του δημοσίου και των συντάξεω ήταν περιορισμένη σε σχέση με άλλες δημοσιονομικές προσαρμογές.Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται «οι μειώσεις στις συντάξεις ήταν 1% του ΑΕΠ όταν το συνταξιοδοτικό σύστημα έχει έλλειμμα περίπου 11% του ΑΕΠ».Εδώ φαίνεται η προτίμηση του ΔΝΤ για περαιτέρω μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος.

Η φορολογική διίκηση είναι αναποτελεσματική, τα φορολογικά χρέη είναι διαρκώς αυξανόμενα ενώ η φορολογική συμπεριφορά των πολιτών θεωρείται προβληματική. Επισημαίνεται ότι περίπου το 50% του πληθυσμού είναι σε καθυστέρηση εις ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις του έναντι του δημοσίου. Συνολικά, τα χρέη των ιδιωτών προς το δημόσιο φτάνουν το 70% του ΑΕΠ της Ελλάδας!

Αδύναμοι ισολογισμοί τραπεζών και προβλήματα στη διοίκησή τους. Υπογραμμίζεται ότι η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο επίπεδοκόκκινων δανείων στην Ευρώπη και τονίζεται ότι παρά τις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, η ποιότητα των κεφαλαίων είναι χαμηλή και γι’ αυτό συνεχίζουν να τίθενται ερωτήματα για τη βιωσιμότητα του τραπεζικού συστήματος. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι τράπεζες θα χρειαστούν περίπου 10 δισ.ευρώ (περίπου το 5,5% του ΑΕΠ της χώρας το έτος 2016) για πιθανή πρόσθετη ανακεφαλαιοποίηση από το 2018. Κι αυτό, όπως γράφει η ομάδα Βελκουλέσκου, παρά το γεγονός ότι πό το 2010 έχουν διατεθεί άλλα 43 δισ.ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Στο πεδίο της έκθεσης που αφορά τον τραπεζικό τομέα σημειώνεται ότι η αλλοπρόσαλλη πολιτική της περιόδου 2015-2016 έχει οδηγήσει αφενός στη μείωση της συμμετοχής του δημοσίου στις τράπεζες στο 20%, από ποσοστό 60% που κατείχε το δημόσιο στις τράπεζες πριν την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση. Ως αποτέλεσμα, γράφει η έκθεση του ΔΝΤ, δεν θα πρέπει να αναμένονται σημαντικά έσοδα για το κράτος από την ιδιωτικοποίηση των τραπεζών.

Ευρύτατες διαρθρωτικές δυσλειτουργίες που αποτρέπουν την χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Παρατηρούνται προβλήματα στις αγορές προϊόντων, όπως στον τομέα της ενέργειας που θεωρείται παραδοσιακά η αχίλλειος πτέρνα της ελληνικής οικονομίας.

Η ανάκαμψη θεωρείται ασθενής και με κινδύνους. Η πρόβλεψη του ΔΝΤ είναι ότι η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί στο 0,4% το 2016 και θα φτάσει το 2,7% για το 2017, αλλά με συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Σύμφωνα με το Ταμείο, η ανάπτυξη για το 2017 θα είναι 2,7% εφόσον: Η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί εγκαίρως, το πρόγραμμα θα εφαρμοστεί πλήρως, η Ελλάδα θα ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και θα αρθούν τα capital controls.Παρ’όλα αυτά, μεσοπρόθεσμα το ΔΝΤ θεωρεί ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα κυμαίνεται γύρω στο 1%. Ενώ μέχρι το 2020 προβλέπονται ρυθμοί ανάπτυξης άνω του 2%, σε μακροπρόθεσμη βάση το Ταμείο προβλέπει ότι η επέκταση του ΑΕΠ της Ελλάδας δεν θα ξεπερνά το 1%. Σύμφωνα με την έκθεση, το αναπτυξιακό μοντέλο της Ελλάδας θα πρέπει να προσανατολιστεί περισσότερο στις εξαγωγές, υπό την προϋπόθεση όμως ότι οι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι θα προσανατολιστούν στην ανάπτυξη εμπορεύσιμων κλάδων της ελληνικής οικονομίας (σσ, είτε εξαγωγές προϊόντων, είτε υπηρεσίες και προϊόντα σχετιζόμενα με τον τουρισμό).

Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι 1% του ΑΕΠ το 2016 και θα φτάσει το 1,5% του ΑΕΠ το 2018. Στην έκθεση για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το Ταμείο αξιολογεί και τοποθετείται επί των απόψεων των Ευρωπαίων για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Όπως σημειώνεται, βασική υπόθεση των Ευρωπαίων είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διατηρηθεί στο 3,5% για μια δεκαετία, μειούμενο σε ποσοστό3,2% το2030 και σταδιακά στο 1,5% το 2040. Αυτά είναι πρωτοφανή πρωτογενή πλεονάσματα στην παγκόσμια δημοσιονομική πρακτική και προφανώς το Ταμείο τα θεωρεί μη βιώσιμα. Μάλιστα, στην έκθεση αναφέρεται ότι ακόμη και η εκτίμηση του ΔΝΤ για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 1% για πολλές δεκαετίες είαι αισιόδοξες με βάση τιςμετρήσεις.

Το ΔΝΤ θεωρεί ότι θα πρέπει να μειωθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας πριν βγει στις αγορές και συμπληρώνει ότι οι χρηματοδοτικές αυτές ανάγκες θα πρέπει να παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα και σίγουρα σε ποσοστό 15-20% του ΑΕΠ. Η προβολή του χρέους θα πρέπει να τεθεί σε μια σταθερή καθοδική πορεία. Με άλλα λόγια οι λύσεις που παρέχουν μόνο συγκυριακές ελαφρύνσεις αλλά δεν οδηγούν σε σταθερά μειούμενη πορεία του χρέους δεν οδηγούν σε βιώσιμα αποτελέσματα. Το Ταμείο προτείνει για το χρέος:
– Να παραταθεί η περίοδος χάριτος μέχρι το 2040
– Να αποφασιστεί επέκταση της ωρίμανσης μέχρι το 2070
– Να γίνει μεταφορά των πληρωμών τόκων που πρέπει να γίνουν μέχρι το 2040,οι οποίοι προτείνεται να κεφαλαιοποιηθούν και η αποπληρωμή τους να επιμηκυνθεί μέχρι το 2070
– Να σταθεροποιηθούν τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα για 30 χρόνια και να μην ξεπερνούν το 1,5%.

Σύμφωνα με την έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, οι βασικοί κίνδυνοι που δύναται να υποσκάψουν το πρόγραμμα και την ανάκαμψη της χώρας είναι δύο:
1. Η μεταρρυθμιστική κόπωση
2. Η αναιμική ανάκαμψη της εσωτερικής ζήτησης λόγω των υπερβολικών φόρων και της υπερφορολόγησης.

Μόνο με το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, αλλά και την διαπίστωση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους μπορεί να υπάρχει οποιαδήποτε συζήτηση για την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το λεγόμενο Quantitative Easying, ή αλλιώς, QE, ξεκαθάρισε ο πρόεδρος Μάριο Ντράγκι. Ο κεντρικός τραπεζίτης μιλώντας στην Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και απαντώντας σε ερώτηση του Ευρωβουλευτή Νότη Μαριά σχετικά με το PSI, τους μικρομολογιούχους και την ένταξη της Ελλάδας στο QE, τόνισε πως επιπλέον προϋπόθεση για την ένταξη της Ελλάδος στο QE είναι να εξεταστεί και να διαπιστωθεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Αυτό προϋποθέτει την εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων και έπειτα την αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων ελάφρυνσης του. Συνεπώς είναι εκ των ων ουκ άνευ να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση, έτσι ώστε το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ να προχωρήσει σε μια ανεξάρτητη αξιολόγηση της βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Ο Ιταλός πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συμπληρώνει πως «ενδέχεται να είμαστε κοντά στο στόχο αυτό αν ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση σύντομα» και η ΕΚΤ θα μπορεί να αγοράζει ελληνικό χρέος, όμως από την άλλη, θα χρειαστεί επιπλέον χρόνος στην περίπτωση που δεν τελειώσει αρκετά γρήγορα η αξιολόγηση.

Επιπλέον αξιοσημείωτο των δηλώσεων του Μάριο Ντράγκι είναι πως με την απαίτηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους για ένταξη στο QE, πράγμα που προδιαθέτει την σύνταξη ενός ελέγχου βιωσιμότητας του χρέους από την ίδια την Κεντρική Τράπεζα, ο Μάριο Ντράγκι ουσιαστικά ασκεί πίεση στην ευρωζώνη για ταχύτερη και αναλυτικότερη αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης χρέους. Η πλευρά της Ευρωζώνης υποστηρίζει πως τα μεσοπρόθεσμα θα αποσαφηνιστούν και θα εφαρμοστούν στο τέλος του ελληνικού προγράμματος το 2018. Με τη δήλωση Ντράγκι για σύνταξη ελέγχου βιωσιμότητας ως προαπαιτούμενο για ένταξη στο QE, πετάει τη μπάλα στην ελληνική κυβέρνηση για την άμεση ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

http://www.protothema.gr/

No comments :

Post a Comment