Η ικανότητα διεξαγωγής αμφίβιων επιχειρήσεων από πλευράς Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων συνιστά σημαντική πρόκληση για τον ελληνικό αμυντικό σχεδιασμό, καθιστώντας επιβεβλημένη μια επικαιροποιημένη καταγραφή των σχετικών δυνατοτήτων με αφορμή και τη χθεσινή καθέλκυση του πρώτου Πλοίου Απόβασης Αρμάτων (Landing Ship, Tank: LST) κλάσης BAYRAKTAR από τα ναυπηγεία ADİK της Κωνσταντινούπολης. Δεδομένης της πληθώρας των επιχειρησιακών παράμετρων μιας δυνητικής τουρκικής αποβατικής επιχείρησης στο νησιωτικό χώρο του Αιγαίου.
Η ανάλυση θα περιοριστεί στην εξέταση των μέσων της Διοίκησης Αποβατικών Πλοίων (Amfibi Gemiler Komutanlığı) και στην παρουσίαση της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών (Amfibi Deniz Piyade Tugay) του Τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού (Türk Deniz Kuvvetleri: TDK). Αμφότερες υπάγονται στη Διοίκηση Συγκροτήματος Αμφίβιας Αποστολής (Amfibi Görev Grup Komutanlığı) που εδρεύει στο ναύσταθμο Φώκαιας (Foça) βόρεια της Σμύρνης και έχει ως αποστολή τη διεξαγωγή αποβατικών επιχειρήσεων καθώς επίσης και τη συμμετοχή σε επιχειρήσεις εσωτερικής ασφάλειας, παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας και επιχειρήσεις υποστήριξης ειρήνης.
Στo ναύσταθμο Φώκαιας ελλιμενίζεται το σύνολο των 21 Σκαφών Απόβασης Αρμάτων (Landing Craft, Tank: LCT) και 10 Σκαφών Απόβασης Μηχανοκίνητων (Landing Craft, Mechanised: LCM) που βρίσκονται σήμερα σε υπηρεσία με το TDK. Aντίθετα, τα LST ελλιμενίζονται είτε στους ναυστάθμους του Gölcük και του Aksaz, είτε στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Alaybey της Σμύρνης που εξυπηρετεί τη Διοίκηση Νότιας Θαλάσσιας Περιοχής του TDK. Ο κατάπλους των αρματαγωγών στο ναύσταθμο Φώκαιας πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια ασκήσεων. Η γειτνίαση των εγκαταστάσεων ελλιμενισμού της Διοίκησης Αποβατικών Πλοίων με την Ταξιαρχία Πεζοναυτών έχει προφανή επιχειρησιακά (κι όχι μόνο) οφέλη. Στα 4 αρματαγωγά του ΤDK περιλαμβάνεται το παρωχημένο (και κάτα πάσα πιθανότητα μη επιχειρησιακό) ERTUĞRUL (L401) κλάσης Terrebonne Parish, εκτοπίσματος πλήρους φόρτου 5.800 τόνων και ταχύτητας 15 κόμβων. Το εν λόγω αρματαγωγό καθελκύστηκε το 1953, μεταβιβάστηκε από το Αμερικανικό Ναυτικό για εκπαιδευτικούς σκοπούς στις 4 Ιουνίου 1973 και συμμετείχε στην εισβολή στην Κύπρο ένα χρόνο αργότερα. Σημειώνεται ότι το έτερο αρματαγωγό της κλάσης, SERDAR (L402), αποτέλεσε στόχο επιφανείας κατά τη διάρκεια της άσκησης BEYAZ FIRTINA-2014. Ο παροπλισμός του ERTUĞRUL (L401) αναμένεται μέχρι το Φεβρουάριο του 2017, όταν θα έχουν ολοκληρωθεί οι Δοκιμές Αποδοχής εν Πλω (SAT) του BAYRAKTAR (L402) για να ακολουθήσει το δεύτερο SANCAKTAR (L403) τον Οκτώβριο του ίδιου έτους.
H σύμβαση για τη ναυπήγηση των δύο νέων αρματαγωγών, προϋπολογισμού €370 εκατ., υπεγράφη στις 11 Μαίου 2011 ωστόσο η κοπή μετάλλου πραγματοποιήθηκε δύο χρόνια αργότερα λόγω αδυναμίας εξεύρευσης των απαιτούμενων πιστώσεων. Με εκτόπισμα πλήρους φόρτου 7.125 τόνων και ολικό μήκος 138 μέτρων, η σχεδίαση περιλαμβάνει θύρες στην πλώρη και στην πρύμνη, πλευρική ράμπα, δύο γερανούς για καθέλκυση 4 αποβατικών ακάτων (LCVP) από το κατάστρωμα, ελικοδρόμιο, χωρητικότητα φορτίου 1.180 τόνων και ενδιαιτήσεις για 350 πεζοναύτες, πλέον των 129 μελών του πληρώματος. Ο οπλισμός του σκάφους περιλαμβάνει δύο πύργους 40mm/70cal της Oto Melara, δύο συστήματα Εγγύς Άμυνας (CIWS) Mk15 Block 1B Phalanx και δύο τηλεχειριζόμενα Σταθεροποιημένα Βάθρα Πολυβόλου (STAMP) των 12,7mm. Στον ηλεκτρονικό εξοπλισμό περιλάμβανεται 3D ραντάρ αέρος/επιφανείας Smart Mk2, σύστημα αντιμέτρων τορπιλών, δέκτης προειδοποίησης laser, δύο ηλεκτροπτικά συστήματα AselFLIR 300D και τερματικό ζεύξης δεδομένων Link 11/16/22, ολοκληρωμένων σε Σύστημα Διαχείρισης Μάχης (CMS) GENESIS με 5 Κονσόλες Χειριστή. Τα υπόλοιπα αρματαγωγά είναι επίσης εγχώριας σχεδίασης και ναυπήγησης και διατηρούν πρόθεμα ταξινόμησης NL, υποδηλώνοντας πως έχουν ως κύρια αποστολή τη ναρκοθέτηση. Το νεότερο είναι το OSMANGAZİ (NL125), εκτοπίσματος πλήρους φόρτου 3.773 τόνων, μέγιστης ταχύτητας 17 κόμβων με δυνατότητα μεταφοράς έως 900 πεζοναυτών για σύντομες περιόδους, ή 15 αρμάτων μάχης. Το αρματαγωγό υποβλήθηκε το 2011 σε εκσυγχρονισμό, στον οποίο αντικαταστάθηκαν τα δύο δίδυμα πυροβόλα Βofors 40mm L70 στο πρόστεγο από δύο δίδυμα Oerlikon GDM-A των 35mm/90cal, καθώς και το GDM-A στο επίστεγο από CIWS Phalanx, ενώ εγκαταστάθηκε επίσης σύστημα δορυφορικών επικοινωνιών και σύστημα Μέτρων Ηλεκτρονικής Υποστήριξης (ESM) SLQ-32(V)2. Τα δύο παλαιότερα LSΤ κλάσης Bey, SARUCABEY (NL123) και KARAMÜRSELBEY (NL124), εκτοπίσματος πλήρους φόρτου 2.600 τόνων και ταχύτητας 14 κόμβων, μπορούν να μεταφέρουν 11 άρματα, 12 οχήματα ή 600 πεζοναύτες για σύντομες περιόδους. Εναλλακτικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πόντιση έως 135 ναρκών.
Η εγγύτητα των νησιών του Αιγαίου στα μικρασιατικά παράλια εξηγεί την προτίμηση σε LCT και LCM, τα οποία αποτελούν και τον κύριο όγκο του τουρκικού αποβατικού στόλου. Στα 21 διαθέσιμα LCT περιλαμβάνονται 2 τύπου Ç117, 11 ελαφρώς μακρύτερα τύπου Ç140 και 8 ταχέα τύπου Ç151. Με εκτόπισμα πλήρους φόρτου 1.155 τόνων και ολικό μήκος 79,85 μέτρων, το Ç151 είναι ικανό να μεταφέρει φορτίο 200 τόνων, όπως ενδεικτικά τριών αρμάτων μάχης, με πλήρεις επιδόσεις ή μέχρι και 320 τόνους αλλά με μειωμένες επιδόσεις, ενδεικτικά 7 άρματα μάχης ή εναλλακτικά 17 φορτηγά ή 250 πεζοναύτες. Η σχεδίαση μπορεί να επιτύχει μέγιστη ταχύτητα 18 κόμβων με πλήρη φόρτο ή μέγιστη συνεχή 16,5 κόμβων. Για καθήκοντα αυτοάμυνας, το Ç151 διαθέτει δύο STAMP των 12,7mm. Σε υπηρεσία παραμένουν 10 LCM τύπου Ç302, εγχώριας ναυπήγησης μεταξύ 1965-1966, με εκτόπισμα πλήρους φόρτου 113 τόνων και μέγιστη ταχύτητα μόλις 9 κόμβων. Κάθε LCM έχει δυνατότητα μεταφοράς φορτίου βάρους 60 τόνων, ενδεικτικά 150 πεζοναυτών ή 2-3 οχημάτων για μικρές αποστάσεις. Δεδομένης της ηλικίας τους, τα σκάφη αυτά αναμένονται να παροπλιστούν μετά την ένταξη σε υπηρεσία των δύο LST κλάσης BAYRAKTAR, διασφαλίζοντας τη μεταφορά του σύνολου του προσωπικού και των μέσων της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών. Σημειώνεται ότι στη σύμβαση μεταξύ του Υφυπουργείου Αμυντικών Βιομηχανιών της Τουρκίας και των ναυπηγείων Sedef για την ναυπήγηση ενός Αποβατικού Ελικοπτεροφόρου Δεξαμενής (Landing Helicopter Dock: LHD), εκτιμώμενου προϋπολογισμού άνω του $1 δισ. και ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2021, περιλαμβάνεται η απόκτηση τεσσάρων LCM-1E, μέγιστου εκτοπίσματος 110 τόνων και ταχύτητας 20 κόμβων, με απαίτηση πληρώματος μόλις 3 ή 4 ατόμων. Τα LCM-1E αποτελούν σχεδίαση της Navantia, η οποία έχει παραδώσει από 12 σκάφη στο Ισπανικό και Αυστραλιανό Ναυτικό.
Η Ταξιαρχία Πεζοναυτών (Amfibi Deniz Piyade Tugay) του Τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού (Türk Deniz Kuvvetleri: TDK), έχει ως αποστολή τη διεξαγωγή αποβατικών επιχειρήσεων, καθώς επίσης τη συμμετοχή σε επιχειρήσεις εσωτερικής ασφάλειας, ανθρωπιστικής βοήθειας και επιχειρήσεις υποστήριξης της ειρήνης. Η ιστορία των τουρκικών αμφίβιων δυνάμεων ξεκινά στις 15 Σεπτεμβρίου 1966 με τη συγκρότηση του 1ου Αμφίβιου Τάγματος Πεζικού κατόπιν πρωτοβουλίας του Υποναυάρχου Kemal Kayacan, ο οποίος διετέλεσε Αρχηγός του ΤDK την περίοδο 30 Αυγούστου 1972 – 23 Αυγούστου 1974. Το 1ο Αμφίβιο Τάγμα Πεζικού συγκροτήθηκε αρχικά στο Ναύσταθμο Gölcük της Κωνσταντινούπολης, ωστόσο τον Απρίλιο του 1971 επελέγη ως έδρα η Μερσίνα. Με τη συγκρότηση του 2ου Αμφίβιου Τάγματος Πεζικού το 1973, οι τουρκικές αμφίβιες δυνάμεις αναδιοργανώθηκαν και συγκρότησαν στις 18 Απριλίου 1974 το Αμφίβιο Σύνταγμα Πεζικού. Οι βάσεις για τη δημιουργία αξιόλογου αποβατικού στόλου τέθηκαν με την αγορά των αρματαγωγών BAYRAKTAR (L403) και SANCAKTAR (L404) από το Γερμανικό Ναυτικό στις 12-13 Δεκεμβρίου 1972 και την απόκτηση του ERTUĞRUL (L401) κλάσης Terrebonne Parish στις 4 Ιουνίου 1973 που μεταβιβάστηκε από το Αμερικανικό Ναυτικό για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Στις 17 Ιουλίου 1974 συγκροτήθηκε το Τακτικό Συγκρότημα Αποβατικού Συντάγματος με την κωδική ονομασία «∆ύναμη Ειδικής Αποστολής Çakmak» (Çakmak Özel Görev Kuvveti) από Μονάδες και Υπομονάδες του 50ου Συντάγματος Πεζικού και του Αμφίβιου Συντάγματος Πεζικού, το οποίο τελούσε υπό τη διοίκηση του Αντιπλοιάρχου Neşet İkiz, ενισχυμένων με μία Ίλη Αρμάτων Μάχης και μία Μοίρα Πυροβολικού. Ο απόπλους των πολεμικών πλοίων του TDK ξεκίνησε από τη Μερσίνα στις 12:55 και ολοκληρώθηκε στις 14:00 της της 19ης Ιουλίου 1974, με νηοπομπή αποτελούμενη από τα αντιτορπιλικά M. F. ÇAKMAK (D351), ADATEPE (D353), KOCATEPE (D354), TINAZTEPE (D355), İÇEL (D344), το αντιτορπιλικό συνοδείας BERK (D358), τα περιπολικά DEMIRHISAR (P112) και ΑKHISAR (P114), τα προαναφερθέντα αρματαγωγά BAYRAKTAR (L403), SANCAKTAR (L404) και ERTUĞRUL (L401) μαζί με 12 LCM, 11 LCU και 12 LCT. [1] Όπως αναφέρει στα απομνημονεύματά του ο διοικητής του 1ου Αμφίβιου Τάγματος Πεζικού, Πλωτάρχης İlhan Aloğlu, μετά τον απόπλου είχαν 16 ώρες στη διάθεσή τους για να σχεδιάσουν τις ενέργειες στις οποίες θα προέβαιναν. Το Αμφίβιο Σύνταγμα Πεζικού εκτός από τη συμμετοχή του στο πρώτο κύμα απόβασης στην Κερύνεια, ενεπλάκη στη μάχη του Καραβά –Λαπήθου καθώς και στις επιχειρήσεις του «Αττίλα 2».
Σχετικά με την ικανότητα διεξαγωγής αποβατικών επιχειρήσεων από πλευράς των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, ο τότε Διοικητής της 39ης Μεραρχίας Πεζικού, Υποστράτηγος Bedrettin Demirel, περιγράφει τα ακόλουθα: «Η 39η Μ.Π. τον Οκτώβριο του 1969 πραγματοποίησε αποβατική άσκηση. Παρά την ευαρέσκεια των ανωτάτων αξιωματικών που την παρακολούθησαν, διαπιστώθηκαν πολλές ατέλειες. Οι ακτές της άσκησης στην περιοχή Αλεξανδρέττας έμοιαζαν πολύ με αυτές της Κύπρου. Οι Μονάδες όμως είχαν αποβιβάσει τους στρατιώτες πολύ πρόχειρα, αγνοώντας όταν ο εχθρός θα τους έβαλε με πυρά σε πραγματικά γεγονότα. H απόκρυψη και η παραλλαγή δεν ήσαν οι προβλεπόμενες. Άλλη άσκηση έγινε στις 30 Αυγούστου 1972 και έλαβε μέρος το 50ο Σ.Π. με το Συνταγματάρχη [Halil İbrahim] Karaoğlanoğlu και τον Ταξίαρχο [Hakkı] Borataş. H άσκηση έγινε στην ακτή Alata, 30km δυτικά της Μερσίνας και 22km νότια της Αλεξανδρέττας. H άσκηση είχε ως πρότυπο την απόβαση της Νορμανδίας. H ακτή είχε πλάτος μόνο 300 μέτρων και επέτρεπε την ταυτόχρονη προσέγγιση 4-6 αποβατικών ακάτων. Όλοι πιστεύαμε ότι ήταν πολύ στενή για την ανάπτυξη ολόκληρου Συντάγματος ΠΖ. Οι Μονάδες αποβιβάζονταν στην ακτή αργά, χωρίς να υπολογίζουν δυνητικά εχθρικά πυρά. Έπρεπε η απόβαση και η επίτευξη του πρώτου χρόνου να γίνει πιο γρήγορα. Οι Μονάδες του πρώτου κύματος έπρεπε να έχουν τεθωρακισμένα, όμως λαμβάνοντας υπόψη τα διαθέσιμα αποβατικά, τότε δεν μπορούσαμε να μεταφέρουμε τεθωρακισμένα στο πρώτο και δεύτερο κύμα. Μόνο με την «ειρηνευτική επιχείρηση» στην Κύπρο διαπιστώσαμε ότι αυτό ήταν λανθασμένη εντύπωση. Το 1973, η ετήσια αποβατική άσκηση ακυρώθηκε λόγω του Αραβοϊσραηλινού Πολέμου του Yom Kippur. Από το Φεβρουάριο του 1974 οι συναγερμοί και οι εντατικές προετοιμασίες της 39ης Μ.Π. για την εισβολή εντατικοποιήθηκαν». [2]
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την 56σέλιδη άκρως απόρρητη πληροφοριακή μελέτη του Ελληνικού Αρχηγείου Ναυτικού/2ο ΕΓ με ημερομηνία 21 Οκτωβρίου 1974, «από την 1η μέχρι την 7η Ιουνίου με πρόσχημα την Αμερικανοτουρκική άσκηση DOUBLE EFFECT τμήμα του τουρκικού στόλου πραγματοποίησε ασκήσεις στην Ν. Τουρκία» ενώ γίνεται αναφορά σε «σοβαρές ενδείξεις ότι ειδικό τμήμα από 300 περίπου τούρκους, που ομιλούσαν άπταιστα ελληνικά, βρισκόταν στην Κύπρο πριν από την απόβαση με σκοπό την προετοιμασία της εισβολής, την υποδοχή και την καθοδήγηση των στρατευμάτων τα οποία θα πραγματοποιούσαν την απόβαση». [3] Μετά από 9 μήνες παραμονής στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, το Αμφίβιο Σύνταγμα Πεζικού επέστρεψε στις 14 Απριλίου του 1975 στo Εγγλεζονήσι στον κόλπο της Σμύρνης, όπου παρέμεινε για τα επόμενα δύο χρόνια μέχρι την ολοκλήρωση της κατασκευής των νέων εγκαταστάσεων στη Φώκαια (Foça). Aκολούθησε το 1979 η συγκρότηση του Αμφίβιου Τάγματος Υποστηρίξεως και του 3ου Αμφίβιου Τάγματος Πεζικού, το οποίο με το πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980 θα αναπτυχθεί στη Μερσίνα, αναλαμβάνοντας αποστολές εσωτερικής ασφάλειας για τα επόμενα πέντε έτη. Λόγω επιδείνωσης της κατάστασης ασφαλείας στις περιφέρειες της νοτιοανατολικής Τουρκίας που είχαν τεθεί υπό Καθεστώς Έκτακτης Ανάγκης (Olağanüstü Hal Bölge Valiliği), στις 20 Δεκεμβρίου 1993 συγκροτήθηκε το «Ειδικό Αμφίβιο Τάγμα Πεζικού» προκειμένου να συνδράμει στις αντι-αντάρτικες επιχειρήσεις στην περιοχή του Şırnak/Maden, υπαγόμενο στο 111ο Τακτικό Σύνταγμα Καταδρομών. Η εν Μονάδα υπέστη αμέσως απώλειες καθώς σε συμπλοκή με αντάρτες του ΡΚΚ στις 8 Ιανουαρίου 1994 σκοτώθηκαν 9 πεζοναύτες (κελευστής Serhat Gencer, δόκιμος Fatih Kemal Yarar και 7 κληρωτοί) ενώ συνολικά καταγράφηκαν 40 απώλειες μέχρι τη διάλυσή της στις 20 Αυγούστου 2001. [4] Η Ταξιαρχία Πεζοναυτών θα αποτελέσει τα επόμενα χρόνια δεξαμενή στελεχών για τη συμμετοχή σε ειρηνευτικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό με σημαντικότερους σταθμούς την Αλβανία (21 Απριλίου 1997 – 3 Αυγούστου 1997), το Αφγανιστάν/ISAF (6 Απριλίου – 6 Δεκεμβρίου 2007) και το Κόσοβο/KFOR (Μάιος 2007 – Μάιος 2008).
Oργάνωση – Εξοπλισμός – Εκπαίδευση
To Aμφίβιο Σύνταγμα Πεζικού αναδιοργανώθηκε σε Ταξιαρχία Πεζοναυτών στις 26 Οκτωβρίου 1994, επί ηγεσίας του Στρατηγού İsmail Hakkı Karadayi, οπότε και απέκτησε τη σημερινή της οργανωτική δομή. Συγκεκριμένα διαθέτει: Λόχο Στρατηγείου, τρία Τάγµατα Κρούσεως με Λόχο Διοικήσεως και τρεις Λόχους Κρούσεως. έκαστοΤάγμα Υποστηρίξεως αποτελούμενο από Λόχο Υποστηρίξεως Τάγματος, Λόχο Εφοδιασμού Μεταφορών, Λόχο Μηχανικού και Λόχο συνδέσμου αεροπορικών και ναυτικών πυρών. Ίλη Μέσων Αρμάτων. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο ναύσταθμο Φώκαιας, εκτός της Διοίκησης Συγκοτήματος Αμφίβιας Αποστολής, εδρεύει Μονάδα Υποβρυχίων Καταστροφών με Ομάδες Υποβρύχιας Άμυνας (Sualtı Savunma: SAS) και Υποβρύχιας Kρούσης (Sualtı Taarruz: SAT), οι οποίες επιχειρησιακά υπάγονται στη Διεύθυνση Επιχειρήσεων του TDK. Σε αντίθεση με τις SAS/SAT που επανδρώνονται αποκλειστικά από επαγγελματικό προσωπικό, στην Ταξιαρχία Πεζοναυτών υπηρετούν και οπλίτες θητείας με εκτιμώμενη δύναμη 4.500 ανδρών σε πλήρη κινητοποίηση. Με τα διαθέσιμα 4 LST, τα 21 LCT και 10 LCU, η Διοίκηση Αποβατικών Πλοίων μπορεί να μεταφέρει σε μια διαδρομή το σύνολο του προσωπικού και των μέσων της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών. Πάνω, οι εγκαταστάσεις του ναυστάθμου Φώκαιας, έδρα της Διοίκησης Συγκροτήματος Αμφίβιας Αποστολής του ΤDK. Κάτω, το μόνιμο πεδίο βολής-ασκήσεων στον κόλπο Doğanbey της επαρχίας Seferihisar, το οποίο έχει οριοθετηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να προσομοιάζει σε νησί.
Ο βασικός εξοπλισμός της Ταξιαρχίας περιλαμβάνει τυφέκια G-3 (7,62mm) και ΗΚ-33 (5,56mm), πολυβόλα MG-3 (7,62mm) και Minimi (5,56mm), υποπολυβόλα MP-5A3, τυφέκια ελεύθερου σκοπευτή SVD Dragunov και JNG-90, πολυβομβιδοβόλα 40mm, όλμους 60mm και 81mm, αντιαρματικούς εκτοξευτές RPG-7 και Μ72 LAW, αντιαρματικά συστήματα MILAN και φορητούς A/A εκτοξευτές Stinger. Σε ό,τι αφορά τα μηχανοκίνητα μέσα, η Ταξιαρχία διαθέτει άρματα μάχης Μ48Α5Τ2 και περισυλλογής M48T5 TAMAY, τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού Μ113Α1/Α2 και ACV-300 (τα οχήματα διοίκησης είναι εξοπλισμένα με τρεις σταθμούς ασυρμάτου PRC/VRC-9661), συστήματα διάνοιξης ναρκοπεδίου AKSAR επί Μ113A1, συστήματα ακτοδρόμων HGMS επί οχημάτων Iveco Trakker 8×8, φορτηγά γενικής χρήσης BMC, οχήματα Land Rover και πολύ μεγάλο αριθμό εξωλέμβιων ελαστικών λέμβων εφόδου. Κατά ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες διατίθεται αριθμός ρυμουλκούμενων οβιδοβόλων M114 διαμετρήματος 155mm και πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων T-107 Anadolu των 107mm σε οργανική Πυροβολαρχία. Τελευταία σημαντική προσθήκη αποτελεί το mini-UAV Şimşek που έχει αξιοποιηθεί εκτεταμένα σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στη νοτιοανατολική Τουρκία. Όλα τα τεθωρακισμένα και μηχανοκίνητα μέσα της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών φέρουν αρχικό τριψήφιο αριθμό πλαισίου 553 και την ειδική σήμανση με αυτοκόλλητα στα κράνη της Ομάδας Πεζοναυτών. Η Διοίκηση Αποβατικών Πλοίων μπορεί να μεταφέρει το σύνολο του προσωπικού και των μέσων της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών σε μια διαδρομή.
Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις αξιολόγησαν τα προβλήματα διακλαδικής συνεργασίας που προέκυψαν κατά την εισβολή στην Κύπρο με αποτέλεσμα να διεξάγουν σειρά αποβατικών ασκήσεων προκειμένου να μπορέσουν να φτάσουν στο επίπεδο ξένων δυνάμεων, ενδεικτικά τις GEDİZ-76, DISPLAY DETERMINATION-79 υπό ΝΑΤΟϊκή ομπρέλα και με αποβατική ενέργεια στην Ανατολική Θράκη, İLK HEDEF, ŞAFAK, TOROS, ÖREN, DOĞANBEY, İMBAT και EFES. Η τελευταία διεξάγεται πλέον ως Διακλαδική Άσκηση Πραγματικών Πυρών (Müşterek Fiili Atışlı Tatbikatı) σε ετήσια βάση το μήνα Μάιο στον κόλπο Doğanbey του νομού Seferihisar της επαρχίας Σμύρνης, όπου έχει διαμορφωθεί μόνιμο πεδίο βολής-ασκήσεων, το οποίο έχει οριοθετηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να προσομοιάζει σε νησί. Ο τρόπος διεξαγωγής των αποβατικών ασκήσεων κάθε χρόνο παρουσιάζει καινοτομίες δεδομένου ότι το τουρκικό Γενικό Επιτελείο προσαρμόζει το σχεδιασμό του στις νέες εξελίξεις τόσο του επιχειρησιακού σχεδιασμού όσο και των νέων οπλικών συστημάτων. Το γενικό δόγμα των ασκήσεων ΕFES αφορά στην εφαρμογή όλων των αρχών μιας αποβατικής επιχείρησης η οποία αποτελεί μία από τις πιο δύσκολες και επικίνδυνες του είδους και συγκεκριμένα: Ναυτικό και αεροπορικό αποκλεισμό της νήσου-στόχου για απαγόρευση μεταφοράς των εχθρικών ενισχύσεων. Στη συνέχεια, εκτέλεση αποβατικής ενέργειας, αεροκίνητης ενέργειας και επιχειρήσεων ανορθοδόξου πολέμου για κατάληψη των ακτών αποβάσεως, καταστροφή των εχθρικών δυνάμεων και έλεγχο της νήσου. [5] Γι΄αυτό τα σενάρια των ασκήσεων EFES περιλαμβάνουν την «εφαρμογή υπαρχόντων επιχειρησιακών σχεδίων, ως επακόλουθο μιας περιόδου κλιμακούμενης κρίσεως μεταξύ των κρατών που δεν μπόρεσαν να επιλύσουν τις διαφορές τους μέσω της ειρηνικής οδού». Ως κωδικές ονομασίες για τα αντίπαλα κράτη χρησιμοποιούνται οι λέξεις «Safir» για την Τουρκία και «Mercan» για την εχθρική χώρα, η ερμηνεία της οποία παραπέμπει σε σύμπλεγμα κοραλλιογενών νησιών με αξιόλογη οικονομική αξία. Ο χαρακτηρισμός των δύο εμπλεκόμενων χωρών δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας για τις πραγματικές διαθέσεις της Τουρκίας. Η εμμονή και επιμονή των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων να διεξάγουν στα δυτικά παράλια, απέναντι από τα νησιά του Αιγαίου, διακλαδικές επιχειρήσεις με μεγάλο αριθμό χερσαίων, ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων, μονάδων καταδρομών της στρατοχωροφυλακής και σκαφών της ακτοφυλακής θα πρέπει να προβληματίζει τους Έλληνες επιτελείς.
Επιχειρησιακός σχεδιασμός
Υπενθυμίζεται ότι η Στρατιά Αιγαίου του Τουρκικού Στρατού έχει συγκροτήσει από τον καιρό της ειρήνης τη Διοίκηση Συγκροτήματος Ειδικής Αποστολής Αιγαίου (Εge Müşterek Özel Görev Kuvveti: ΕMÖGK) με κύρια αποστολή το σχεδιασμό αποβατικών επιχειρήσεων στην περιοχή του Αιγαίου Πελάγους. Με βάση τον υφιστάμενο επιχειρησιακό σχεδιασμό προβλέπεται σε 1η Φάση η κατάληψη των ακτών αποβάσεως από την Ταξιαρχία Καταδρομών σε συνδυασμό με αεροκίνητη ενέργεια από Τάγμα Καταδρομών και σε 2η Φάση η ολοκλήρωση της κατάληψης της νήσου από μια Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία και ένα Τάγμα Καταδρομών. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα εξέλιξης της αποβατικής ενέργειας που δοκιμάζονται στις ετήσεις ασκήσεις μεγάλης κλίμακας EFES, η πλήρης κατάληψη της συγκεκριμένης νήσου απαιτεί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 5 ημερών από την ημέρα D (ημέρα έναρξης των πυρών υποστηρίξεως από χερσαία, ναυτικά και αεροπορικά μέσα), ενώ από την έναρξη των μετακινήσεων των μονάδων μέχρι τη διεξαγωγή της απόβασης μεσολαβεί χρονικό διάστημα εννέα ημερών.
1 Ολοκλήρωση των προετοιμασιών των στρατιωτικών τμημάτων. Ολοκλήρωση των προετοιμασιών της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (MİT) στο εχθρικό έδαφος
2 Διείσδυση στη νήσο και διεξαγωγή αναγνωρίσεων από Μονάδα της Διοίκησης Ειδικών Δυνάμεων του τουρκικού Γενικού Επιτελείου (Özel Kuvvetler Komutanlığı: ÖΚΚ)
3 Eπίθεση με αεροπορικά και ναυτικά πυρά
4 Επιχείρηση Προκεχωρημένης Δύναμης (SAS/SΑΤ)
5 Φόρτωση στα αποβατικά πλοία
6 Απόπλους του αποβατικού στόλου
7 Προπαρασκευαστικά πυρά στις ακτές αποβάσεως
8 Αποβατική ενέργεια της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών
9 Αεροκίνητη ενέργιεα του Τάγματος Καταδρομών
10 Κατάληψη του 1ου και 2ου προγεφυρώματος (κατάληψη ΑΝΣΚ 1 και 2)
11 Υπέρβαση της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών από την Μ/Κ Ταξιαρχία και έναρξη της 2ης Φάσεως
12 Ακολουθούσα επιχείρησης από Τάγμα Καταδρομών και έναρξη της 2ης Φάσης
13 Κατάληψη του τελικού προγεφυρώματος και της νήσου (κατάληψη ΑΝΣΚ 3 και 4)
14 Έλεγχος της νήσου
Σημειώνεται ότι το 2009, οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις κατά το σχεδιασμό της ασκήσεως EFES αποφάσισαν την ενοποίηση της αμφίβιας επιχείρησης με νυκτερινές επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα στις 25 Μαίου 2010 από την 20:00 έως την 23:00 ώρα να διεξαγάγουν για πρώτη φορά, στο πλαίσιο επιχείρησης προκεχωρημένης δύναμης (Ön Kuvvet Harekati), συνδυασμένη νυκτερινή αποβατική και αεροκίνητη επιχείρηση παρουσία μόνο Τούρκων δημοσιογράφων και χωρίς να έχουν προσκαλέσει ξένους παρατηρητές, όπως έκαναν κάθε χρόνο. Σύμφωνα με το σενάριο, αλεξιπτωτιστές της ÖΚΚ πραγματοποίησαν νυκτερινή ρίψη με ελεύθερη πτώση από ύψος 10.000 ποδών προκειμένου να προσβάλλουν στόχους στο εσωτερικό της αμυντικής τοποθεσίας του εχθρού. Οι σχετικές επιχειρησιακές δυνατότητες επιδείχθηκαν ξανά κατά την Τελική Φάση της ΕFES τις απογευματικές-νυκτερικές ώρες της 28ης Μαΐου 2014, συγκεκριμένα:
- Ρίψη αλεξιπτωτιστών της ÖΚΚ με ελεύθερη πτώση από μεταγωγικό CN-235M, συνοδευόμενο από ζεύγος μαχητικών F-16 της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας.
- Αμφίβια ενέργεια με ελαστικές λέμβους από ομάδες βατραχανθρώπων SAS/SAT με αποστολή την αναγνώριση της ακτής αποβάσεως και εκκαθάριση των κωλυμάτων/ναρκοπεδίων.
- Αποβατική ενέργεια με χρήση ενός LCT νέου τύπου που μετέφερε 4 αρμάτα μάχης και 4 ΤΟΜΠ με αριθμό πεζοναυτών για τη δημιουργία προγεφυρώματος.
- Αεροκίνητη ενέργεια 5 ελικοπτέρων AS532UL Cougar και 10 UH-1H, εκ των οποίων τα πρώτα μετέφεραν εξωτερικά όλμους και τα δεύτερα το προσωπικό τους, με ζεύγος επιθετικών ελικοπτέρων AH-1 Cobra να παρέχει αεροπορική υποστήριξη, εκτελώντας βολές πυροβόλου και ρουκετών. [5]
- Παράλληλα με την εκτέλεση των παραπάνω ενεργειών, πραγματοποιήθηκαν προσβολές χερσαίων στόχων από αεροσκάφη F-16 και F-4E/2020 με βόμβες γενικής χρήσεως.
- Αναγνωριστικές πτήσεις mini-UAV και διαβίβαση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο στο Επιχειρησιακό Στρατηγείο.
Σημειώσεις:
[1] Στη νηοπομπή συμμετείχε επίσης αριθμός πλοίων γενικής υποστήριξης και δύο σκάφη που μετέφεραν ομάδες βατραχανθρώπων (SAS/SAT). Είχε προηγηθεί μία εβδομάδα νωρίτερα η ανάπτυξη των υποβρυχίων CERBE (S341) και 1. İNÖNÜ (S346) ανατολικά και δυτικά της Κύπρου, τα οποία παρέμειναν συνολικά 21 ημέρες εν καταδύσει. http://www.dho.edu.tr/sayfalar/00_Anasayfa/11_Pusula/72/kibris.html
[2] Απόσπασμα από «Το Ημερολόγιο του Στρατηγού Bedrettin Demirel» όπως δημοσιεύθηκε στον ελληνοκυπριακό Τύπο.
[3] Κοινοβουλευτική Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρο, Προσχέδιο του Πορίσματος. Στην κατάθεσή‐του στην Επιτροπή (22.11.10) ο τότε Λοχαγός του Ελληνικού Στρατού Αλέξανδρος Σημαιοφορίδης, ο οποίος ήταν επικεφαλής του κλιμακίου της ΚΥΠ/Ε στην Κερύνεια την περίοδο 1969‐74, ανέφερε ότι:
«Από τον Απρίλιο του 1974 το κλιμάκιο της ΚΥΠ/Ε στην Κερύνεια, ενημέρωνε αρμοδίως όλες τις προϊστάμενες υπηρεσίες (ΓΕΕΦ, Ελληνική Πρεσβεία, ΑΕΔ, ΚΥΠ/Ε στην Αθήνα), για ασυνήθιστες δραστηριότητες του τουρκικού στρατού στα παράλια απέναντι από την Κύπρο. Οι δραστηριότητες περιλάμβαναν αποβατικές ασκήσεις όλων των συνταγμάτων της 39ης Μεραρχίας, μετακίνηση δυνάμεων στην περιοχή Μερσίνας, απαγόρευση μετακίνησης των αξιωματικών χωρίς έγκριση, εφοδιασμό των μονάδων με υλικά εκστρατείας κ.ά. Όμως κανένας δεν ανησυχούσε και κανένας δεν ζήτησε περαιτέρω διερεύνηση».
[4] Στις 9 Αυγούστου 2012 περί ώρα 08:00 σημειώθηκε βομβιστική επίθεση εναντίον υπηρεσιακού λεωφορείου (με αριθμό πλαισίου 552134) που μετέφερε στρατιωτικό προσωπικό στη ναυτική βάση Φώκαιας, σε απόσταση 600 μέτρων από τη βόρεια πύλη. Από την πυροδότηση του τηλεχειριζόμενου εκρηκτικού μηχανισμού με C4 σκοτώθηκε ο ναύτης Özkan Ateş και τραυματίστηκαν 11 ακόμη, εκ των οποίων οι 6 μεταφέρθηκαν με αεροδιακομιδή στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Σμύρνης. Περί τα 8 λεπτά μετά την αρχική έκρηξη, σημειώθηκε και δεύτερη πυροδότηση εκρηκτικού μηχανισμού εναντίον πυροσβεστικού οχήματος που κατευθυνόταν στο σημείο του συμβάντος, χωρίς όμως να τραυματιστούν οι επιβαίνοντες.
[5] Bλ. Χρήστος Μηνάγιας, Ο επιχειρησιακός σχεδιασμός και η διεξαγωγή των τουρκικών αποβατικών ασκήσεων στο Αιγαίο, geostrategy.gr, 16 Aυγούστου 2010.
[6] Η Στρατιά Αιγαίου υποστηρίζεται από το 3ο Σύνταγμα Αεροπορίας Στρατού με έδρα το Ιμέριον Σμύρνης (Gaziemir).
Ευχαριστώ θερμά τον κ. Χρήστο Μηνάγια για την ευγενική παραχώρηση των σχεδιαγραμμάτων που προέρχονται από πρωτογενές πληροφοριακό υλικό τουρκικών πηγών και παρουσιάστηκαν κατ΄αποκλειστικότητα στο βιβλίο «Απόρρητος Φάκελος Τουρκία: Η Εθνική Στρατηγική της Τουρκίας».
http://e-amyna.com
Η ανάλυση θα περιοριστεί στην εξέταση των μέσων της Διοίκησης Αποβατικών Πλοίων (Amfibi Gemiler Komutanlığı) και στην παρουσίαση της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών (Amfibi Deniz Piyade Tugay) του Τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού (Türk Deniz Kuvvetleri: TDK). Αμφότερες υπάγονται στη Διοίκηση Συγκροτήματος Αμφίβιας Αποστολής (Amfibi Görev Grup Komutanlığı) που εδρεύει στο ναύσταθμο Φώκαιας (Foça) βόρεια της Σμύρνης και έχει ως αποστολή τη διεξαγωγή αποβατικών επιχειρήσεων καθώς επίσης και τη συμμετοχή σε επιχειρήσεις εσωτερικής ασφάλειας, παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας και επιχειρήσεις υποστήριξης ειρήνης.
Στo ναύσταθμο Φώκαιας ελλιμενίζεται το σύνολο των 21 Σκαφών Απόβασης Αρμάτων (Landing Craft, Tank: LCT) και 10 Σκαφών Απόβασης Μηχανοκίνητων (Landing Craft, Mechanised: LCM) που βρίσκονται σήμερα σε υπηρεσία με το TDK. Aντίθετα, τα LST ελλιμενίζονται είτε στους ναυστάθμους του Gölcük και του Aksaz, είτε στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Alaybey της Σμύρνης που εξυπηρετεί τη Διοίκηση Νότιας Θαλάσσιας Περιοχής του TDK. Ο κατάπλους των αρματαγωγών στο ναύσταθμο Φώκαιας πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια ασκήσεων. Η γειτνίαση των εγκαταστάσεων ελλιμενισμού της Διοίκησης Αποβατικών Πλοίων με την Ταξιαρχία Πεζοναυτών έχει προφανή επιχειρησιακά (κι όχι μόνο) οφέλη. Στα 4 αρματαγωγά του ΤDK περιλαμβάνεται το παρωχημένο (και κάτα πάσα πιθανότητα μη επιχειρησιακό) ERTUĞRUL (L401) κλάσης Terrebonne Parish, εκτοπίσματος πλήρους φόρτου 5.800 τόνων και ταχύτητας 15 κόμβων. Το εν λόγω αρματαγωγό καθελκύστηκε το 1953, μεταβιβάστηκε από το Αμερικανικό Ναυτικό για εκπαιδευτικούς σκοπούς στις 4 Ιουνίου 1973 και συμμετείχε στην εισβολή στην Κύπρο ένα χρόνο αργότερα. Σημειώνεται ότι το έτερο αρματαγωγό της κλάσης, SERDAR (L402), αποτέλεσε στόχο επιφανείας κατά τη διάρκεια της άσκησης BEYAZ FIRTINA-2014. Ο παροπλισμός του ERTUĞRUL (L401) αναμένεται μέχρι το Φεβρουάριο του 2017, όταν θα έχουν ολοκληρωθεί οι Δοκιμές Αποδοχής εν Πλω (SAT) του BAYRAKTAR (L402) για να ακολουθήσει το δεύτερο SANCAKTAR (L403) τον Οκτώβριο του ίδιου έτους.
H σύμβαση για τη ναυπήγηση των δύο νέων αρματαγωγών, προϋπολογισμού €370 εκατ., υπεγράφη στις 11 Μαίου 2011 ωστόσο η κοπή μετάλλου πραγματοποιήθηκε δύο χρόνια αργότερα λόγω αδυναμίας εξεύρευσης των απαιτούμενων πιστώσεων. Με εκτόπισμα πλήρους φόρτου 7.125 τόνων και ολικό μήκος 138 μέτρων, η σχεδίαση περιλαμβάνει θύρες στην πλώρη και στην πρύμνη, πλευρική ράμπα, δύο γερανούς για καθέλκυση 4 αποβατικών ακάτων (LCVP) από το κατάστρωμα, ελικοδρόμιο, χωρητικότητα φορτίου 1.180 τόνων και ενδιαιτήσεις για 350 πεζοναύτες, πλέον των 129 μελών του πληρώματος. Ο οπλισμός του σκάφους περιλαμβάνει δύο πύργους 40mm/70cal της Oto Melara, δύο συστήματα Εγγύς Άμυνας (CIWS) Mk15 Block 1B Phalanx και δύο τηλεχειριζόμενα Σταθεροποιημένα Βάθρα Πολυβόλου (STAMP) των 12,7mm. Στον ηλεκτρονικό εξοπλισμό περιλάμβανεται 3D ραντάρ αέρος/επιφανείας Smart Mk2, σύστημα αντιμέτρων τορπιλών, δέκτης προειδοποίησης laser, δύο ηλεκτροπτικά συστήματα AselFLIR 300D και τερματικό ζεύξης δεδομένων Link 11/16/22, ολοκληρωμένων σε Σύστημα Διαχείρισης Μάχης (CMS) GENESIS με 5 Κονσόλες Χειριστή. Τα υπόλοιπα αρματαγωγά είναι επίσης εγχώριας σχεδίασης και ναυπήγησης και διατηρούν πρόθεμα ταξινόμησης NL, υποδηλώνοντας πως έχουν ως κύρια αποστολή τη ναρκοθέτηση. Το νεότερο είναι το OSMANGAZİ (NL125), εκτοπίσματος πλήρους φόρτου 3.773 τόνων, μέγιστης ταχύτητας 17 κόμβων με δυνατότητα μεταφοράς έως 900 πεζοναυτών για σύντομες περιόδους, ή 15 αρμάτων μάχης. Το αρματαγωγό υποβλήθηκε το 2011 σε εκσυγχρονισμό, στον οποίο αντικαταστάθηκαν τα δύο δίδυμα πυροβόλα Βofors 40mm L70 στο πρόστεγο από δύο δίδυμα Oerlikon GDM-A των 35mm/90cal, καθώς και το GDM-A στο επίστεγο από CIWS Phalanx, ενώ εγκαταστάθηκε επίσης σύστημα δορυφορικών επικοινωνιών και σύστημα Μέτρων Ηλεκτρονικής Υποστήριξης (ESM) SLQ-32(V)2. Τα δύο παλαιότερα LSΤ κλάσης Bey, SARUCABEY (NL123) και KARAMÜRSELBEY (NL124), εκτοπίσματος πλήρους φόρτου 2.600 τόνων και ταχύτητας 14 κόμβων, μπορούν να μεταφέρουν 11 άρματα, 12 οχήματα ή 600 πεζοναύτες για σύντομες περιόδους. Εναλλακτικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πόντιση έως 135 ναρκών.
Η εγγύτητα των νησιών του Αιγαίου στα μικρασιατικά παράλια εξηγεί την προτίμηση σε LCT και LCM, τα οποία αποτελούν και τον κύριο όγκο του τουρκικού αποβατικού στόλου. Στα 21 διαθέσιμα LCT περιλαμβάνονται 2 τύπου Ç117, 11 ελαφρώς μακρύτερα τύπου Ç140 και 8 ταχέα τύπου Ç151. Με εκτόπισμα πλήρους φόρτου 1.155 τόνων και ολικό μήκος 79,85 μέτρων, το Ç151 είναι ικανό να μεταφέρει φορτίο 200 τόνων, όπως ενδεικτικά τριών αρμάτων μάχης, με πλήρεις επιδόσεις ή μέχρι και 320 τόνους αλλά με μειωμένες επιδόσεις, ενδεικτικά 7 άρματα μάχης ή εναλλακτικά 17 φορτηγά ή 250 πεζοναύτες. Η σχεδίαση μπορεί να επιτύχει μέγιστη ταχύτητα 18 κόμβων με πλήρη φόρτο ή μέγιστη συνεχή 16,5 κόμβων. Για καθήκοντα αυτοάμυνας, το Ç151 διαθέτει δύο STAMP των 12,7mm. Σε υπηρεσία παραμένουν 10 LCM τύπου Ç302, εγχώριας ναυπήγησης μεταξύ 1965-1966, με εκτόπισμα πλήρους φόρτου 113 τόνων και μέγιστη ταχύτητα μόλις 9 κόμβων. Κάθε LCM έχει δυνατότητα μεταφοράς φορτίου βάρους 60 τόνων, ενδεικτικά 150 πεζοναυτών ή 2-3 οχημάτων για μικρές αποστάσεις. Δεδομένης της ηλικίας τους, τα σκάφη αυτά αναμένονται να παροπλιστούν μετά την ένταξη σε υπηρεσία των δύο LST κλάσης BAYRAKTAR, διασφαλίζοντας τη μεταφορά του σύνολου του προσωπικού και των μέσων της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών. Σημειώνεται ότι στη σύμβαση μεταξύ του Υφυπουργείου Αμυντικών Βιομηχανιών της Τουρκίας και των ναυπηγείων Sedef για την ναυπήγηση ενός Αποβατικού Ελικοπτεροφόρου Δεξαμενής (Landing Helicopter Dock: LHD), εκτιμώμενου προϋπολογισμού άνω του $1 δισ. και ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2021, περιλαμβάνεται η απόκτηση τεσσάρων LCM-1E, μέγιστου εκτοπίσματος 110 τόνων και ταχύτητας 20 κόμβων, με απαίτηση πληρώματος μόλις 3 ή 4 ατόμων. Τα LCM-1E αποτελούν σχεδίαση της Navantia, η οποία έχει παραδώσει από 12 σκάφη στο Ισπανικό και Αυστραλιανό Ναυτικό.
Η Ταξιαρχία Πεζοναυτών (Amfibi Deniz Piyade Tugay) του Τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού (Türk Deniz Kuvvetleri: TDK), έχει ως αποστολή τη διεξαγωγή αποβατικών επιχειρήσεων, καθώς επίσης τη συμμετοχή σε επιχειρήσεις εσωτερικής ασφάλειας, ανθρωπιστικής βοήθειας και επιχειρήσεις υποστήριξης της ειρήνης. Η ιστορία των τουρκικών αμφίβιων δυνάμεων ξεκινά στις 15 Σεπτεμβρίου 1966 με τη συγκρότηση του 1ου Αμφίβιου Τάγματος Πεζικού κατόπιν πρωτοβουλίας του Υποναυάρχου Kemal Kayacan, ο οποίος διετέλεσε Αρχηγός του ΤDK την περίοδο 30 Αυγούστου 1972 – 23 Αυγούστου 1974. Το 1ο Αμφίβιο Τάγμα Πεζικού συγκροτήθηκε αρχικά στο Ναύσταθμο Gölcük της Κωνσταντινούπολης, ωστόσο τον Απρίλιο του 1971 επελέγη ως έδρα η Μερσίνα. Με τη συγκρότηση του 2ου Αμφίβιου Τάγματος Πεζικού το 1973, οι τουρκικές αμφίβιες δυνάμεις αναδιοργανώθηκαν και συγκρότησαν στις 18 Απριλίου 1974 το Αμφίβιο Σύνταγμα Πεζικού. Οι βάσεις για τη δημιουργία αξιόλογου αποβατικού στόλου τέθηκαν με την αγορά των αρματαγωγών BAYRAKTAR (L403) και SANCAKTAR (L404) από το Γερμανικό Ναυτικό στις 12-13 Δεκεμβρίου 1972 και την απόκτηση του ERTUĞRUL (L401) κλάσης Terrebonne Parish στις 4 Ιουνίου 1973 που μεταβιβάστηκε από το Αμερικανικό Ναυτικό για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Στις 17 Ιουλίου 1974 συγκροτήθηκε το Τακτικό Συγκρότημα Αποβατικού Συντάγματος με την κωδική ονομασία «∆ύναμη Ειδικής Αποστολής Çakmak» (Çakmak Özel Görev Kuvveti) από Μονάδες και Υπομονάδες του 50ου Συντάγματος Πεζικού και του Αμφίβιου Συντάγματος Πεζικού, το οποίο τελούσε υπό τη διοίκηση του Αντιπλοιάρχου Neşet İkiz, ενισχυμένων με μία Ίλη Αρμάτων Μάχης και μία Μοίρα Πυροβολικού. Ο απόπλους των πολεμικών πλοίων του TDK ξεκίνησε από τη Μερσίνα στις 12:55 και ολοκληρώθηκε στις 14:00 της της 19ης Ιουλίου 1974, με νηοπομπή αποτελούμενη από τα αντιτορπιλικά M. F. ÇAKMAK (D351), ADATEPE (D353), KOCATEPE (D354), TINAZTEPE (D355), İÇEL (D344), το αντιτορπιλικό συνοδείας BERK (D358), τα περιπολικά DEMIRHISAR (P112) και ΑKHISAR (P114), τα προαναφερθέντα αρματαγωγά BAYRAKTAR (L403), SANCAKTAR (L404) και ERTUĞRUL (L401) μαζί με 12 LCM, 11 LCU και 12 LCT. [1] Όπως αναφέρει στα απομνημονεύματά του ο διοικητής του 1ου Αμφίβιου Τάγματος Πεζικού, Πλωτάρχης İlhan Aloğlu, μετά τον απόπλου είχαν 16 ώρες στη διάθεσή τους για να σχεδιάσουν τις ενέργειες στις οποίες θα προέβαιναν. Το Αμφίβιο Σύνταγμα Πεζικού εκτός από τη συμμετοχή του στο πρώτο κύμα απόβασης στην Κερύνεια, ενεπλάκη στη μάχη του Καραβά –Λαπήθου καθώς και στις επιχειρήσεις του «Αττίλα 2».
Σχετικά με την ικανότητα διεξαγωγής αποβατικών επιχειρήσεων από πλευράς των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, ο τότε Διοικητής της 39ης Μεραρχίας Πεζικού, Υποστράτηγος Bedrettin Demirel, περιγράφει τα ακόλουθα: «Η 39η Μ.Π. τον Οκτώβριο του 1969 πραγματοποίησε αποβατική άσκηση. Παρά την ευαρέσκεια των ανωτάτων αξιωματικών που την παρακολούθησαν, διαπιστώθηκαν πολλές ατέλειες. Οι ακτές της άσκησης στην περιοχή Αλεξανδρέττας έμοιαζαν πολύ με αυτές της Κύπρου. Οι Μονάδες όμως είχαν αποβιβάσει τους στρατιώτες πολύ πρόχειρα, αγνοώντας όταν ο εχθρός θα τους έβαλε με πυρά σε πραγματικά γεγονότα. H απόκρυψη και η παραλλαγή δεν ήσαν οι προβλεπόμενες. Άλλη άσκηση έγινε στις 30 Αυγούστου 1972 και έλαβε μέρος το 50ο Σ.Π. με το Συνταγματάρχη [Halil İbrahim] Karaoğlanoğlu και τον Ταξίαρχο [Hakkı] Borataş. H άσκηση έγινε στην ακτή Alata, 30km δυτικά της Μερσίνας και 22km νότια της Αλεξανδρέττας. H άσκηση είχε ως πρότυπο την απόβαση της Νορμανδίας. H ακτή είχε πλάτος μόνο 300 μέτρων και επέτρεπε την ταυτόχρονη προσέγγιση 4-6 αποβατικών ακάτων. Όλοι πιστεύαμε ότι ήταν πολύ στενή για την ανάπτυξη ολόκληρου Συντάγματος ΠΖ. Οι Μονάδες αποβιβάζονταν στην ακτή αργά, χωρίς να υπολογίζουν δυνητικά εχθρικά πυρά. Έπρεπε η απόβαση και η επίτευξη του πρώτου χρόνου να γίνει πιο γρήγορα. Οι Μονάδες του πρώτου κύματος έπρεπε να έχουν τεθωρακισμένα, όμως λαμβάνοντας υπόψη τα διαθέσιμα αποβατικά, τότε δεν μπορούσαμε να μεταφέρουμε τεθωρακισμένα στο πρώτο και δεύτερο κύμα. Μόνο με την «ειρηνευτική επιχείρηση» στην Κύπρο διαπιστώσαμε ότι αυτό ήταν λανθασμένη εντύπωση. Το 1973, η ετήσια αποβατική άσκηση ακυρώθηκε λόγω του Αραβοϊσραηλινού Πολέμου του Yom Kippur. Από το Φεβρουάριο του 1974 οι συναγερμοί και οι εντατικές προετοιμασίες της 39ης Μ.Π. για την εισβολή εντατικοποιήθηκαν». [2]
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την 56σέλιδη άκρως απόρρητη πληροφοριακή μελέτη του Ελληνικού Αρχηγείου Ναυτικού/2ο ΕΓ με ημερομηνία 21 Οκτωβρίου 1974, «από την 1η μέχρι την 7η Ιουνίου με πρόσχημα την Αμερικανοτουρκική άσκηση DOUBLE EFFECT τμήμα του τουρκικού στόλου πραγματοποίησε ασκήσεις στην Ν. Τουρκία» ενώ γίνεται αναφορά σε «σοβαρές ενδείξεις ότι ειδικό τμήμα από 300 περίπου τούρκους, που ομιλούσαν άπταιστα ελληνικά, βρισκόταν στην Κύπρο πριν από την απόβαση με σκοπό την προετοιμασία της εισβολής, την υποδοχή και την καθοδήγηση των στρατευμάτων τα οποία θα πραγματοποιούσαν την απόβαση». [3] Μετά από 9 μήνες παραμονής στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, το Αμφίβιο Σύνταγμα Πεζικού επέστρεψε στις 14 Απριλίου του 1975 στo Εγγλεζονήσι στον κόλπο της Σμύρνης, όπου παρέμεινε για τα επόμενα δύο χρόνια μέχρι την ολοκλήρωση της κατασκευής των νέων εγκαταστάσεων στη Φώκαια (Foça). Aκολούθησε το 1979 η συγκρότηση του Αμφίβιου Τάγματος Υποστηρίξεως και του 3ου Αμφίβιου Τάγματος Πεζικού, το οποίο με το πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980 θα αναπτυχθεί στη Μερσίνα, αναλαμβάνοντας αποστολές εσωτερικής ασφάλειας για τα επόμενα πέντε έτη. Λόγω επιδείνωσης της κατάστασης ασφαλείας στις περιφέρειες της νοτιοανατολικής Τουρκίας που είχαν τεθεί υπό Καθεστώς Έκτακτης Ανάγκης (Olağanüstü Hal Bölge Valiliği), στις 20 Δεκεμβρίου 1993 συγκροτήθηκε το «Ειδικό Αμφίβιο Τάγμα Πεζικού» προκειμένου να συνδράμει στις αντι-αντάρτικες επιχειρήσεις στην περιοχή του Şırnak/Maden, υπαγόμενο στο 111ο Τακτικό Σύνταγμα Καταδρομών. Η εν Μονάδα υπέστη αμέσως απώλειες καθώς σε συμπλοκή με αντάρτες του ΡΚΚ στις 8 Ιανουαρίου 1994 σκοτώθηκαν 9 πεζοναύτες (κελευστής Serhat Gencer, δόκιμος Fatih Kemal Yarar και 7 κληρωτοί) ενώ συνολικά καταγράφηκαν 40 απώλειες μέχρι τη διάλυσή της στις 20 Αυγούστου 2001. [4] Η Ταξιαρχία Πεζοναυτών θα αποτελέσει τα επόμενα χρόνια δεξαμενή στελεχών για τη συμμετοχή σε ειρηνευτικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό με σημαντικότερους σταθμούς την Αλβανία (21 Απριλίου 1997 – 3 Αυγούστου 1997), το Αφγανιστάν/ISAF (6 Απριλίου – 6 Δεκεμβρίου 2007) και το Κόσοβο/KFOR (Μάιος 2007 – Μάιος 2008).
Oργάνωση – Εξοπλισμός – Εκπαίδευση
To Aμφίβιο Σύνταγμα Πεζικού αναδιοργανώθηκε σε Ταξιαρχία Πεζοναυτών στις 26 Οκτωβρίου 1994, επί ηγεσίας του Στρατηγού İsmail Hakkı Karadayi, οπότε και απέκτησε τη σημερινή της οργανωτική δομή. Συγκεκριμένα διαθέτει: Λόχο Στρατηγείου, τρία Τάγµατα Κρούσεως με Λόχο Διοικήσεως και τρεις Λόχους Κρούσεως. έκαστοΤάγμα Υποστηρίξεως αποτελούμενο από Λόχο Υποστηρίξεως Τάγματος, Λόχο Εφοδιασμού Μεταφορών, Λόχο Μηχανικού και Λόχο συνδέσμου αεροπορικών και ναυτικών πυρών. Ίλη Μέσων Αρμάτων. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο ναύσταθμο Φώκαιας, εκτός της Διοίκησης Συγκοτήματος Αμφίβιας Αποστολής, εδρεύει Μονάδα Υποβρυχίων Καταστροφών με Ομάδες Υποβρύχιας Άμυνας (Sualtı Savunma: SAS) και Υποβρύχιας Kρούσης (Sualtı Taarruz: SAT), οι οποίες επιχειρησιακά υπάγονται στη Διεύθυνση Επιχειρήσεων του TDK. Σε αντίθεση με τις SAS/SAT που επανδρώνονται αποκλειστικά από επαγγελματικό προσωπικό, στην Ταξιαρχία Πεζοναυτών υπηρετούν και οπλίτες θητείας με εκτιμώμενη δύναμη 4.500 ανδρών σε πλήρη κινητοποίηση. Με τα διαθέσιμα 4 LST, τα 21 LCT και 10 LCU, η Διοίκηση Αποβατικών Πλοίων μπορεί να μεταφέρει σε μια διαδρομή το σύνολο του προσωπικού και των μέσων της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών. Πάνω, οι εγκαταστάσεις του ναυστάθμου Φώκαιας, έδρα της Διοίκησης Συγκροτήματος Αμφίβιας Αποστολής του ΤDK. Κάτω, το μόνιμο πεδίο βολής-ασκήσεων στον κόλπο Doğanbey της επαρχίας Seferihisar, το οποίο έχει οριοθετηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να προσομοιάζει σε νησί.
Ο βασικός εξοπλισμός της Ταξιαρχίας περιλαμβάνει τυφέκια G-3 (7,62mm) και ΗΚ-33 (5,56mm), πολυβόλα MG-3 (7,62mm) και Minimi (5,56mm), υποπολυβόλα MP-5A3, τυφέκια ελεύθερου σκοπευτή SVD Dragunov και JNG-90, πολυβομβιδοβόλα 40mm, όλμους 60mm και 81mm, αντιαρματικούς εκτοξευτές RPG-7 και Μ72 LAW, αντιαρματικά συστήματα MILAN και φορητούς A/A εκτοξευτές Stinger. Σε ό,τι αφορά τα μηχανοκίνητα μέσα, η Ταξιαρχία διαθέτει άρματα μάχης Μ48Α5Τ2 και περισυλλογής M48T5 TAMAY, τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού Μ113Α1/Α2 και ACV-300 (τα οχήματα διοίκησης είναι εξοπλισμένα με τρεις σταθμούς ασυρμάτου PRC/VRC-9661), συστήματα διάνοιξης ναρκοπεδίου AKSAR επί Μ113A1, συστήματα ακτοδρόμων HGMS επί οχημάτων Iveco Trakker 8×8, φορτηγά γενικής χρήσης BMC, οχήματα Land Rover και πολύ μεγάλο αριθμό εξωλέμβιων ελαστικών λέμβων εφόδου. Κατά ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες διατίθεται αριθμός ρυμουλκούμενων οβιδοβόλων M114 διαμετρήματος 155mm και πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων T-107 Anadolu των 107mm σε οργανική Πυροβολαρχία. Τελευταία σημαντική προσθήκη αποτελεί το mini-UAV Şimşek που έχει αξιοποιηθεί εκτεταμένα σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στη νοτιοανατολική Τουρκία. Όλα τα τεθωρακισμένα και μηχανοκίνητα μέσα της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών φέρουν αρχικό τριψήφιο αριθμό πλαισίου 553 και την ειδική σήμανση με αυτοκόλλητα στα κράνη της Ομάδας Πεζοναυτών. Η Διοίκηση Αποβατικών Πλοίων μπορεί να μεταφέρει το σύνολο του προσωπικού και των μέσων της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών σε μια διαδρομή.
Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις αξιολόγησαν τα προβλήματα διακλαδικής συνεργασίας που προέκυψαν κατά την εισβολή στην Κύπρο με αποτέλεσμα να διεξάγουν σειρά αποβατικών ασκήσεων προκειμένου να μπορέσουν να φτάσουν στο επίπεδο ξένων δυνάμεων, ενδεικτικά τις GEDİZ-76, DISPLAY DETERMINATION-79 υπό ΝΑΤΟϊκή ομπρέλα και με αποβατική ενέργεια στην Ανατολική Θράκη, İLK HEDEF, ŞAFAK, TOROS, ÖREN, DOĞANBEY, İMBAT και EFES. Η τελευταία διεξάγεται πλέον ως Διακλαδική Άσκηση Πραγματικών Πυρών (Müşterek Fiili Atışlı Tatbikatı) σε ετήσια βάση το μήνα Μάιο στον κόλπο Doğanbey του νομού Seferihisar της επαρχίας Σμύρνης, όπου έχει διαμορφωθεί μόνιμο πεδίο βολής-ασκήσεων, το οποίο έχει οριοθετηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να προσομοιάζει σε νησί. Ο τρόπος διεξαγωγής των αποβατικών ασκήσεων κάθε χρόνο παρουσιάζει καινοτομίες δεδομένου ότι το τουρκικό Γενικό Επιτελείο προσαρμόζει το σχεδιασμό του στις νέες εξελίξεις τόσο του επιχειρησιακού σχεδιασμού όσο και των νέων οπλικών συστημάτων. Το γενικό δόγμα των ασκήσεων ΕFES αφορά στην εφαρμογή όλων των αρχών μιας αποβατικής επιχείρησης η οποία αποτελεί μία από τις πιο δύσκολες και επικίνδυνες του είδους και συγκεκριμένα: Ναυτικό και αεροπορικό αποκλεισμό της νήσου-στόχου για απαγόρευση μεταφοράς των εχθρικών ενισχύσεων. Στη συνέχεια, εκτέλεση αποβατικής ενέργειας, αεροκίνητης ενέργειας και επιχειρήσεων ανορθοδόξου πολέμου για κατάληψη των ακτών αποβάσεως, καταστροφή των εχθρικών δυνάμεων και έλεγχο της νήσου. [5] Γι΄αυτό τα σενάρια των ασκήσεων EFES περιλαμβάνουν την «εφαρμογή υπαρχόντων επιχειρησιακών σχεδίων, ως επακόλουθο μιας περιόδου κλιμακούμενης κρίσεως μεταξύ των κρατών που δεν μπόρεσαν να επιλύσουν τις διαφορές τους μέσω της ειρηνικής οδού». Ως κωδικές ονομασίες για τα αντίπαλα κράτη χρησιμοποιούνται οι λέξεις «Safir» για την Τουρκία και «Mercan» για την εχθρική χώρα, η ερμηνεία της οποία παραπέμπει σε σύμπλεγμα κοραλλιογενών νησιών με αξιόλογη οικονομική αξία. Ο χαρακτηρισμός των δύο εμπλεκόμενων χωρών δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας για τις πραγματικές διαθέσεις της Τουρκίας. Η εμμονή και επιμονή των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων να διεξάγουν στα δυτικά παράλια, απέναντι από τα νησιά του Αιγαίου, διακλαδικές επιχειρήσεις με μεγάλο αριθμό χερσαίων, ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων, μονάδων καταδρομών της στρατοχωροφυλακής και σκαφών της ακτοφυλακής θα πρέπει να προβληματίζει τους Έλληνες επιτελείς.
Επιχειρησιακός σχεδιασμός
Υπενθυμίζεται ότι η Στρατιά Αιγαίου του Τουρκικού Στρατού έχει συγκροτήσει από τον καιρό της ειρήνης τη Διοίκηση Συγκροτήματος Ειδικής Αποστολής Αιγαίου (Εge Müşterek Özel Görev Kuvveti: ΕMÖGK) με κύρια αποστολή το σχεδιασμό αποβατικών επιχειρήσεων στην περιοχή του Αιγαίου Πελάγους. Με βάση τον υφιστάμενο επιχειρησιακό σχεδιασμό προβλέπεται σε 1η Φάση η κατάληψη των ακτών αποβάσεως από την Ταξιαρχία Καταδρομών σε συνδυασμό με αεροκίνητη ενέργεια από Τάγμα Καταδρομών και σε 2η Φάση η ολοκλήρωση της κατάληψης της νήσου από μια Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία και ένα Τάγμα Καταδρομών. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα εξέλιξης της αποβατικής ενέργειας που δοκιμάζονται στις ετήσεις ασκήσεις μεγάλης κλίμακας EFES, η πλήρης κατάληψη της συγκεκριμένης νήσου απαιτεί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 5 ημερών από την ημέρα D (ημέρα έναρξης των πυρών υποστηρίξεως από χερσαία, ναυτικά και αεροπορικά μέσα), ενώ από την έναρξη των μετακινήσεων των μονάδων μέχρι τη διεξαγωγή της απόβασης μεσολαβεί χρονικό διάστημα εννέα ημερών.
1 Ολοκλήρωση των προετοιμασιών των στρατιωτικών τμημάτων. Ολοκλήρωση των προετοιμασιών της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (MİT) στο εχθρικό έδαφος
2 Διείσδυση στη νήσο και διεξαγωγή αναγνωρίσεων από Μονάδα της Διοίκησης Ειδικών Δυνάμεων του τουρκικού Γενικού Επιτελείου (Özel Kuvvetler Komutanlığı: ÖΚΚ)
3 Eπίθεση με αεροπορικά και ναυτικά πυρά
4 Επιχείρηση Προκεχωρημένης Δύναμης (SAS/SΑΤ)
5 Φόρτωση στα αποβατικά πλοία
6 Απόπλους του αποβατικού στόλου
7 Προπαρασκευαστικά πυρά στις ακτές αποβάσεως
8 Αποβατική ενέργεια της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών
9 Αεροκίνητη ενέργιεα του Τάγματος Καταδρομών
10 Κατάληψη του 1ου και 2ου προγεφυρώματος (κατάληψη ΑΝΣΚ 1 και 2)
11 Υπέρβαση της Ταξιαρχίας Πεζοναυτών από την Μ/Κ Ταξιαρχία και έναρξη της 2ης Φάσεως
12 Ακολουθούσα επιχείρησης από Τάγμα Καταδρομών και έναρξη της 2ης Φάσης
13 Κατάληψη του τελικού προγεφυρώματος και της νήσου (κατάληψη ΑΝΣΚ 3 και 4)
14 Έλεγχος της νήσου
Σημειώνεται ότι το 2009, οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις κατά το σχεδιασμό της ασκήσεως EFES αποφάσισαν την ενοποίηση της αμφίβιας επιχείρησης με νυκτερινές επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα στις 25 Μαίου 2010 από την 20:00 έως την 23:00 ώρα να διεξαγάγουν για πρώτη φορά, στο πλαίσιο επιχείρησης προκεχωρημένης δύναμης (Ön Kuvvet Harekati), συνδυασμένη νυκτερινή αποβατική και αεροκίνητη επιχείρηση παρουσία μόνο Τούρκων δημοσιογράφων και χωρίς να έχουν προσκαλέσει ξένους παρατηρητές, όπως έκαναν κάθε χρόνο. Σύμφωνα με το σενάριο, αλεξιπτωτιστές της ÖΚΚ πραγματοποίησαν νυκτερινή ρίψη με ελεύθερη πτώση από ύψος 10.000 ποδών προκειμένου να προσβάλλουν στόχους στο εσωτερικό της αμυντικής τοποθεσίας του εχθρού. Οι σχετικές επιχειρησιακές δυνατότητες επιδείχθηκαν ξανά κατά την Τελική Φάση της ΕFES τις απογευματικές-νυκτερικές ώρες της 28ης Μαΐου 2014, συγκεκριμένα:
- Ρίψη αλεξιπτωτιστών της ÖΚΚ με ελεύθερη πτώση από μεταγωγικό CN-235M, συνοδευόμενο από ζεύγος μαχητικών F-16 της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας.
- Αμφίβια ενέργεια με ελαστικές λέμβους από ομάδες βατραχανθρώπων SAS/SAT με αποστολή την αναγνώριση της ακτής αποβάσεως και εκκαθάριση των κωλυμάτων/ναρκοπεδίων.
- Αποβατική ενέργεια με χρήση ενός LCT νέου τύπου που μετέφερε 4 αρμάτα μάχης και 4 ΤΟΜΠ με αριθμό πεζοναυτών για τη δημιουργία προγεφυρώματος.
- Αεροκίνητη ενέργεια 5 ελικοπτέρων AS532UL Cougar και 10 UH-1H, εκ των οποίων τα πρώτα μετέφεραν εξωτερικά όλμους και τα δεύτερα το προσωπικό τους, με ζεύγος επιθετικών ελικοπτέρων AH-1 Cobra να παρέχει αεροπορική υποστήριξη, εκτελώντας βολές πυροβόλου και ρουκετών. [5]
- Παράλληλα με την εκτέλεση των παραπάνω ενεργειών, πραγματοποιήθηκαν προσβολές χερσαίων στόχων από αεροσκάφη F-16 και F-4E/2020 με βόμβες γενικής χρήσεως.
- Αναγνωριστικές πτήσεις mini-UAV και διαβίβαση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο στο Επιχειρησιακό Στρατηγείο.
Σημειώσεις:
[1] Στη νηοπομπή συμμετείχε επίσης αριθμός πλοίων γενικής υποστήριξης και δύο σκάφη που μετέφεραν ομάδες βατραχανθρώπων (SAS/SAT). Είχε προηγηθεί μία εβδομάδα νωρίτερα η ανάπτυξη των υποβρυχίων CERBE (S341) και 1. İNÖNÜ (S346) ανατολικά και δυτικά της Κύπρου, τα οποία παρέμειναν συνολικά 21 ημέρες εν καταδύσει. http://www.dho.edu.tr/sayfalar/00_Anasayfa/11_Pusula/72/kibris.html
[2] Απόσπασμα από «Το Ημερολόγιο του Στρατηγού Bedrettin Demirel» όπως δημοσιεύθηκε στον ελληνοκυπριακό Τύπο.
[3] Κοινοβουλευτική Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρο, Προσχέδιο του Πορίσματος. Στην κατάθεσή‐του στην Επιτροπή (22.11.10) ο τότε Λοχαγός του Ελληνικού Στρατού Αλέξανδρος Σημαιοφορίδης, ο οποίος ήταν επικεφαλής του κλιμακίου της ΚΥΠ/Ε στην Κερύνεια την περίοδο 1969‐74, ανέφερε ότι:
«Από τον Απρίλιο του 1974 το κλιμάκιο της ΚΥΠ/Ε στην Κερύνεια, ενημέρωνε αρμοδίως όλες τις προϊστάμενες υπηρεσίες (ΓΕΕΦ, Ελληνική Πρεσβεία, ΑΕΔ, ΚΥΠ/Ε στην Αθήνα), για ασυνήθιστες δραστηριότητες του τουρκικού στρατού στα παράλια απέναντι από την Κύπρο. Οι δραστηριότητες περιλάμβαναν αποβατικές ασκήσεις όλων των συνταγμάτων της 39ης Μεραρχίας, μετακίνηση δυνάμεων στην περιοχή Μερσίνας, απαγόρευση μετακίνησης των αξιωματικών χωρίς έγκριση, εφοδιασμό των μονάδων με υλικά εκστρατείας κ.ά. Όμως κανένας δεν ανησυχούσε και κανένας δεν ζήτησε περαιτέρω διερεύνηση».
[4] Στις 9 Αυγούστου 2012 περί ώρα 08:00 σημειώθηκε βομβιστική επίθεση εναντίον υπηρεσιακού λεωφορείου (με αριθμό πλαισίου 552134) που μετέφερε στρατιωτικό προσωπικό στη ναυτική βάση Φώκαιας, σε απόσταση 600 μέτρων από τη βόρεια πύλη. Από την πυροδότηση του τηλεχειριζόμενου εκρηκτικού μηχανισμού με C4 σκοτώθηκε ο ναύτης Özkan Ateş και τραυματίστηκαν 11 ακόμη, εκ των οποίων οι 6 μεταφέρθηκαν με αεροδιακομιδή στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Σμύρνης. Περί τα 8 λεπτά μετά την αρχική έκρηξη, σημειώθηκε και δεύτερη πυροδότηση εκρηκτικού μηχανισμού εναντίον πυροσβεστικού οχήματος που κατευθυνόταν στο σημείο του συμβάντος, χωρίς όμως να τραυματιστούν οι επιβαίνοντες.
[5] Bλ. Χρήστος Μηνάγιας, Ο επιχειρησιακός σχεδιασμός και η διεξαγωγή των τουρκικών αποβατικών ασκήσεων στο Αιγαίο, geostrategy.gr, 16 Aυγούστου 2010.
[6] Η Στρατιά Αιγαίου υποστηρίζεται από το 3ο Σύνταγμα Αεροπορίας Στρατού με έδρα το Ιμέριον Σμύρνης (Gaziemir).
Ευχαριστώ θερμά τον κ. Χρήστο Μηνάγια για την ευγενική παραχώρηση των σχεδιαγραμμάτων που προέρχονται από πρωτογενές πληροφοριακό υλικό τουρκικών πηγών και παρουσιάστηκαν κατ΄αποκλειστικότητα στο βιβλίο «Απόρρητος Φάκελος Τουρκία: Η Εθνική Στρατηγική της Τουρκίας».
http://e-amyna.com
No comments :
Post a Comment