22/05/2013

Η ελευθερία έκφρασης στον βωμό ενός υποτιθέμενου «αντί-ρατσισμού»

Κάποιοι θέλουν να εκφραζόμαστε με εκ των προτέρων καθορισμένο τρόπο… Τον τελευταίο χρονικό διάστημα, με την οικονομική κρίση στην κορύφωσή της, ανακινείται, ίσως όχι τυχαία, λαμβάνοντας πολλές φορές εξωπραγματικές διαστάσεις, το θέμα του ρατσισμού. Το συγκεκριμένο θέμα φαίνεται να αποτελεί προσφιλή ενασχόληση κάποιων εκ των κομμάτων και των Μ.Μ.Ε, τα οποία συναγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιο θα επιδείξει μεγαλύτερο ζήλο στην προβολή αντιρατσιστικών «ντιρεκτίβων», προκειμένου να κερδίσουν τα εύσημα της σημερινής παγκόσμιας τάξης πραγμάτων. Το όλο «παζλ» ήρθε να συμπληρώσει ένα σχετικό νομοσχέδιο, η κατάθεση-ψήφιση του οποίου έχει εξελιχθεί σ’ ένα πολιτικό «θρίλερ» με αντικρουόμενες θέσεις και απόψεις μεταξύ των κομμάτων ακόμη και των αντίστοιχων συγκυβερνώντων, με αποτέλεσμα η κοινωνία να βρίσκεται σε σύγχυση, προσπαθώντας να «μαντέψει» την αποτελεσματικότητα του προαναφερθέντος νομοσχεδίου αλλά και τους στόχους του. Το επίμαχο νομοσχέδιο σε συμμόρφωση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις δικαίου, αντικαθιστά παλαιότερο ελληνικό νόμο, τον Ν. 927/1979, διευρύνοντας το πεδίο προστασίας του, επιβάλλοντας αυστηρότερες ποινές στους παραβάτες του καθώς και διοικητικές κυρώσεις σε νομικά πρόσωπα. Επίσης, με το παρόν νομοσχέδιο προβλέπεται η αυτεπάγγελτη διερεύνηση και ποινική δίωξη των εγκλημάτων ρατσισμού και ξενοφοβίας και συνεπώς, δεν εξαρτάται από αναφορές ή καταγγελίες θυμάτων.

Οι επίμαχες διατάξεις που πυροδοτούν σφοδρές αντιδράσεις είναι η παράγραφος 1 και 2 του άρθρου 3 του σχετικού σχεδίου-νόμου:
1. Όποιος από πρόθεση, δημόσια προφορικά ή διά του τύπου ή μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, προκαλεί ή διεγείρει σε βιαιοπραγίες ή εχθροπάθεια κατά ομάδας ή προσώπου, που προσδιορίζονται με βάση την φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, τον γενετήσιο προσανατολισμό, ή κατά πραγμάτων που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από τις παραπάνω ομάδες ή πρόσωπα, κατά τρόπο που μπορεί να εκθέσει σε κίνδυνο την δημόσια τάξη, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών έως τριών (3) ετών και χρηματική ποινή χιλίων έως πέντε χιλιάδων (1.000 – 5.000) ευρώ.
2. Αν η πράξη της προηγούμενης παραγράφου είχε ως άμεσο επακόλουθο την τέλεση εγκλημάτων, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή τριών έως δέκα χιλιάδων (3.000 – 10.000) ευρώ, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
Με μία πρώτη ανάγνωση της προαναφερθείσας διάταξης και κυρίως της πρώτης παραγράφου του άρθρου 3, εύλογα διαπιστώνει κανείς ότι το περιεχόμενό της έρχεται σε αντίθεση με/αντικρούει το ατομικό δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης. Ο υπουργός της Δικαιοσύνης, τόσο μέσω της αιτιολογικής έκθεσης που συνοδεύει τον νόμο όσο και με προσωπικές του δηλώσεις, διαβεβαιώνει ότι δεν τιμωρείται η απλή έκφραση γνώμης – ούτε καν απόψεις που είναι απροκάλυπτα ρατσιστικές ή ξενοφοβικές. Ωστόσο, ο υπουργός δεν είναι ο δικαστής που επιβάλλει τον νόμο και έτσι λοιπόν, ανάλογα με την ερμηνεία που θα δώσει ο εκάστοτε δικαστής, θα εξαρτηθεί και η εφαρμογή του νόμου, ανοίγοντας έναν δρόμο ανασφάλειας για όλους εκείνους που θέλουν να εκφράσουν ελεύθερα μία γνώμη.

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια, προκειμένου να αντιληφθούμε ότι οι συγκεκριμένες διατάξεις αλλά και η «σκόπιμη» ασάφεια ολόκληρου του νομοσχεδίου περιορίζουν, για να μην πούμε εξαλείφουν, το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, της συμμετοχής μας στα δρώμενα που μας αφορούν. Έτσι μας μετατρέπουν σε άβουλα και άνευρα ανθρωπάκια, που θα πρέπει να δέχονται αδιαμαρτύρητα ό,τι τους σερβίρουν οι «σοφοί» αυτού του κόσμου, ευχαριστώντας τον Θεό που υπάρχουν.  Αναφορά στην πατρίδα, στην ηθική και η όποια αντίθετη άποψη από την καθεστηκυία, θα περισκοπείται.

Στόχος όμως του νομοθέτη κανονικά πρέπει να είναι η διευκόλυνση των σχέσεων των ανθρώπων και η απονομή δικαιοσύνης με αυστηρά μεν αλλά αδιαμφισβήτητα κριτήρια. Η ασάφεια κάθε άλλο παρά την δικαιοσύνη και την κοινωνία εξυπηρετεί. Επίσης, έντονος διάλογος έχει επικρατήσει για το εάν το νομοσχέδιο αυτό «φωτογραφίζει» συγκεκριμένο κόμμα που εκπροσωπείται στην Βουλή. Ωστόσο, στόχος φαίνεται πως είναι κάθε πολίτης που αγνά θα τολμάει να εκφράσει την άποψή του πάνω σε θέματα πατρίδας και ελληνικής ιδιοσυγκρασίας. Άλλωστε ήδη μπαίνει προφορικά η «ταμπέλα» του εθνικιστή σε όποιον μιλάει πατριωτικά. Λαμβάνοντας υπόψη τους παραπάνω συλλογισμούς μας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το περιεχόμενο του νομοσχεδίου αφήνει πολλά ανοιχτά «παραθυράκια», τα οποία, όπως έχει αποδειχθεί πολλάκις στην πράξη, δεν εξυπηρετούν τον απώτερο σκοπό του νόμου, όπως είναι εν προκειμένω η καταπολέμηση ιδιαίτερα σοβαρών μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας. Εξάλλου οι ισχύοντες νόμοι του κράτους είναι υπέραρκετοί για να προστατεύσουν τους πολίτες και την κοινωνία. Επομένως το «αντί-ρατσιστικό νομοσχέδιο εξυπηρετεί παγκοσμιοποιητικούς σκοπους, τουτέστιν όλοι θα «υποχρεωθούν» να εκφράζονται με τον ίδιο τρόπο και προς συγκεκριμένη κατεύθυνση υπό τον φόβο της άμεσης τιμωρίας. Περιμένουμε πως θα εξελιχθεί το σχετικό θέμα, σε σχέση με την τροποποίηση ή την απόσυρση του εν λόγω νομοσχεδίου.

ΠΥΓΜΗ.gr

No comments :

Post a Comment