Γκρεκάνικα, τα κατωιταλιώτικα ελληνικά. Τα γκρεκάνικα ή γκρίκο όπως είναι γνωστά τα κατωιταλιώτικα ελληνικά μιλιούνται από τις ελληνόφωνες κοινότητες των Γκρεκάνων στα δύο άκρα της ιταλικής μπότας, στην Απουλία και την Καλαβρία. Προέρχονται είτε από τα δωρικά που μιλιούνταν στις εκεί ελληνικές αποικίες στη Μεγάλη Ελλάδα είτε, σύμφωνα με μια άλλη άποψη, από τη μεσαιωνική ελληνική. Οι Ξεχασμένοι 'Ελληνες. Η Καλαβρία υπήρξε για μια περίπου χιλιετία σημαντικό κέντρο του ελληνισμού. Οι απόγονοι αυτών των πρώτων μεταναστών καταφέρνουν να κρατήσουν ζωντανά τα στοιχεία που συνιστούν την ιδιαίτερη πολιτισμική ταυτότητα των Ελλήνων. Με τις ελληνικές επιγραφές στους δρόμους, με την γκρεκάνικη διάλεκτο, με τα τραγούδια τα οποία περνάνε από γενιά σε γενιά. Ωστόσο, η γλώσσα των αριθμών είναι σκληρή και γεννά ανησυχίες για το μέλλον των ελληνοφώνων της Κάτω Ιταλίας. Ο πληθυσμός στα ελληνόφωνα χωριά μειώνεται συνεχώς, αφού οι νέοι στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τη φτώχεια μετακινούνται προς τον πλούσιο Βορρά. Οι προσπάθειες οι οποίες γίνονται επικεντρώνονται στην αναγκαιότητα της διατήρησης του ελληνικού ιδιώματος της Καλαβρίας. Τα ελληνικά της Καλαβρίας, που είναι μετεξέλιξη της αρχαίας δωρικής, διατηρήθηκαν για αιώνες και δεν πρέπει να χαθούν. Επειδή, όμως, δεν είναι γραπτή γλώσσα, κινδυνεύουν. Το επίσημο ελληνικό κράτος ύστερα από μια μακρά περίοδο αδιαφορίας για τα προβλήματα των ελληνοφώνων της Καλαβρίας μάς ξάφνιασε θετικά με τη δημιουργία του Ινστιτούτου Ελληνόφωνων Σπουδών, σε μια ύστατη προσπάθεια να διασωθεί η ελληνική γλώσσα. 'Ισως οι υπεύθυνοι τελικά αντελήφθησαν ότι η ιστορική παρουσία του ελληνισμού αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της αφομοίωσής της μέσα σε μια όλο και πιο διευρυμένη πολιτισμική χοάνη.
«Είσαι Γκρίκο; Έμπα στο σπίτι μον να μπει ο ήλιος».
Σχετικά με την προέλευση των γκρεκάνικων έχουν διατυπωθεί δύο κύριες θεωρίες: η πρώτη διατυπώθηκε πρώτα από τον Γερμανό γλωσσολόγο Ροντς ο οποίος υποστήριξε ότι τα κατωιταλιώτικα είναι απευθείας απόγονος των δωρικών ελληνικών που μιλιούνταν στη Μεγάλη Ελλάδα, αφού παρουσιάζουν πολλούς δωρισμούς που δεν συναντώνται σε καμία άλλη διάλεκτο της ελληνικής πλην βέβαια της τσακωνικής στην Πελοπόννησο. Η άποψη αυτή γίνεται δεκτή από τους περισσότερους 'Ελληνες γλωσσολόγους. Η δεύτερη άποψη ξεκίνησε και είναι δημοφιλής στην Ιταλία και σύμφωνα με αυτή τα γκρεκάνικα είναι απόγονος της βυζαντινής ελληνικής,από την εποχή μετά την οθωμανική κατάκτηση του ελλαδικού χώρου η οποία είχε σαν επακόλουθο την μετακίνηση ελληνόφωνων ομάδων από την Πελοπόννησο κυρίως στην Κάτω Ιταλία. Η επικρατούσα άποψη στο σύνολο των επιστημόνων είναι ότι τα γκρεκάνικα εξελίχτηκαν από την μεσαιωνική ελληνική αλλά διατηρούν και ένα δωρικό υπόστρωμα. Τα κατωιταλιώτικα δεν ανήκουν σε καμία διαλεκτική ομάδα του Ελλαδικού χώρου,ούτε στις βόρειες αλλά ούτε και στις νότιες διαλέκτους. Παρουσιάζουν δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και μάλιστα έχουν διατηρήσει πολλές δωρικές λέξεις που δεν υπάρχουν στις άλλες νεοελληνικές διαλέκτους. Χωρίζονται σε δύο ομάδες τα γκρεκάνικα της Απουλίας ή γκρεκοσαλεντινίκα και τα γκρεκάνικα της Καλαβρίας.
Σημαντική είναι η επιρροή της ιταλικής τόσο στο λεξιλόγιο και τη φωνολογία, όσο και στο συντακτικό και τη μορφολογία. Αυτό ήταν φυσική συνέπεια της απομόνωσης της γλώσσας από τον ελληνικό χώρο η οποία λόγω έλλειψης λογοτεχνίας στα γκρίκο για να εμπλουτιστεί δανείστηκε από την ιταλική διάλεκτο της περιοχής. Η επιβίωσή τους μέχρι σήμερα στην απομόνωση μέσα σε ένα τελείως ξένο περιβάλλον είναι ένα φαινόμενο εκπληκτικό. Ένας από τους λόγους στους οποίους αυτή οφείλεται είναι ότι οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί λόγω των επιδρομών που έκαναν πειρατές στα παράλια είχαν αποτραβηχτεί στα βουνά όπου και συνέχιζαν να ζούν αποκομμένοι μέχρι την εποχή μας. Επιπλέον η κίνηση ανάμεσα στον ελλαδικό χώρο και την Κάτω Ιταλία ουσιαστικά δεν είχε σταματήσει αφού η περιοχή ενισχύθηκε από ελληνόφωνους πληθυσμούς κατά τη βυζαντινή κυριαρχία της περιοχής,αλλά και από πρόσφυγες μετά την τουρκική κατάκτηση της Ελλάδας. Έτσι ενισχύθηκε το ιταλικό ελληνόφωνο στοιχείο με νέο αίμα. Εδώ να πώ ότι μαζί με τους αποκλειστικά ελληνόφωνους εγκαταστάθηκαν στην Κ.Ιταλία και αρβανίτες επίσης από την Πελοπόννησο, οι λεγόμενοι και αρμπερέσοι των οποίων η γλώσσα, τα αρμπερές, επιβιώνει μέχρι τις μέρες στις ίδιες περιοχές που μιλιούνται τα γκρεκάνικα καθώς και τη Σικελία.
Το λεξιλόγιο γενικά είναι επηρρεασμένο κυρίως από το ιταλικά της περιοχής και τα επίσημα,ενώ έχουμε σχεδόν παντελή απουσία σλαβικών λέξεων με ελάχιστες τουρκικές.
Μερικά γνωρίσματα:
-πλήθος ιταλικών λέξεων (πενσέω=σκέφτομαι,μπριατσεφτώ=μεθάω,κ.α.)
- τροπή του κ σε τσ (τσαι αντί και)
- σίγηση του τελικού ς (άντρα αντί για άντρας)
- τροπή του θ σε τ (τέλω αντί για θέλω)
- δωρικές λέξεις (νασίδα=επίχωση δίπλα στο ποτάμι)
- αποβολή του τ στην αρχή των άρθρων (η=της,ο=το)
Ο σύγχρονος γλωσσολόνος ερευνητής Αναστάσιος Καραναστάσης, ο οποίος με εντολή της Ακαδημίας Αθηνών μελετά επί πολλά χρόνια την γκρεκάνικη διάλεκτο, στηρίζει και ισχυροποιεί τη θεωρία του Γ. Χατζιδάκι περί αδιάλλειπτης συνέχειας της γλώσσας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα με μια σειρά παρατηρήσεων:
1. Η ύπαρξη πολλών σπάνιων αρχαίων λέξεων, κυρίως δωρικών, ανύπαρκτων όμως στη βυζαντινή και στη νεοελληνική γλώσσα, π.χ. νασίδα=νησίδα, τράφο=τάφρος, αγιολούπο =αιγίλωψ (άγρια βρώμη) κ.ά.
2. Η διαφορετική προφορά των διπλών συμφώνων, η οποία προέρχεται από τους Δωριείς και δεν απαντάται στη βυζαντινή ούτε στη νεοελληνική, π.χ. ξίφος=σκίφος, ψαλίς=σπαλίς.
3. Η γλώσσα των ελληνοφώνων διατηρεί σπάνια αρχαία σημασιολογικά στοιχεία, διαφορετικά στη νεοελληνική, π.χ. το ρήμα σηκώνω δεν έχει τη σημασία του υψώνω (νεοελληνικά) αλλά την αρχαία, δηλαδή φυλάσσω σε κλειστό χώρο. Η γλώσσα, βέβαια, εμπλουτίσθηκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους με λέξεις του λεξιλογίου της Εκκλησίας, π.χ. Πασκαλία=Πάσχα, Πιφανεία=Επιφάνεια.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η ύπαρξη ιδιόρρυθμων μοναδικών λέξεων, π.χ. αγαπησία=αγάπη, όστρια=έχθρα κ.ά. Το στοιχείο αυτό προέκυψε από την ανάγκη του εμπλουτισμού της γλώσσας κατά τη μακροχρόνια απομόνωση των ελληνόφωνων πληθυσμών, κυρίως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Τα γκρεκάνικα, όμως, εκτός από τις αρχαιοελληνικές ρίζες τους και τον βυζαντινό εμπλουτισμό παρουσιάζουν μια εντελώς ιδιαίτερη μορφή εξαιτίας και των λεξιλογικών δανείων τους από την ιταλική γλώσσα, τα οποία ενσωματώθηκαν αφού ακολούθησαν τους κανόνες της ελληνικής γραμματικής, π.χ. η ιταλική λέξη bicchiere (ποτήρι) έγινε το μπικέρι, του μπικεριού κ.λπ. Έτσι, το ιδίωμα των ελληνοφώνων έχει προσλάβει έναν μελωδικό τόνο, και θυμίζει αμυδρά την κυπριακή ή την κρητική διάλεκτο.
12.000 άνθρωποι μιλούν Ελληνικά.
Το "Ευρωπαϊκό Γραφείο για τις Λιγότερο Χρησιμοποιούμενες Γλώσσες" κυκλοφόρησε τα αποτελέσματα έρευνάς του για τα ελληνικά που μιλιούνται στην Απουλία και την Καλαβρία της Νότιας Ιταλίας. Από την έρευνα προκύπτει ότι περί τις 10 με 12 χιλιάδες άτομα μιλούν Ελληνικά στα ελληνόφωνα χωριά των δύο αυτών περιοχών. Πρόκειται για τις διαλέκτους "γκρίκο" ή "γκρεκάνικο", ένα κράμα ελληνικών και ιταλικών. Μερικοί τοπικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί μεταδίδουν κάπου-κάπου εκπομπές στη διάλεκτο "γκρίκο" ή "γκρεκάνικο", αλλά όχι και οι τοπικοί τηλεοπτικοί σταθμοί. Στην Καλαβρία εκδίδονται δύο εφημερίδες στα Ελληνικά με τη χρηματική βοήθεια της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στην Απουλία διάφορες ιταλικές εφημερίδες δημοσιεύουν ευκαιριακά και άρθρα στην ελληνική γλώσσα. Διαδομένη είναι η ελληνική μουσική, ενώ διάφορα ερασιτεχνικά θεατρικά συγκροτήματα δίνουν παραστάσεις στα ελληνικά.
Κατάσταση της γλώσσας σήμερα. Από τις δύο ομάδες τα γκρεκάνικα της Καλαβρίας βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση αφού μιλιούνται από περίπου 30 χιλιάδες άτομα και επιβιώνουν παρ'όλο που η περιοχή είναι πεδινή και οι συγκοινωνίες εύκολες. Αντίθετα στην Απουλία μόνο ένας αριθμός 2000 ατόμων συνεχίζουν να μιλούν ελληνικά, ενώ ελάχιστοι από αυτούς είναι κάτω από 35 ετών. Γενικά τα ελληνικά της Κάτω Ιταλίας βρίκονται σε κίνδυνο εξαφάνισης, αφού οι νεότερες γενιές δεν τα μαθαίνουν και τα θεωρούν ως επαρχιακή γλώσσα που μιλούν οι χωρικοί. Στην επιβίωσή τους δεν βοηθάει ούτε το γεγονός ότι το επίσημο ιταλικό κράτος τα έχει αναγνωρίσει ως μειονοτική γλώσσα. Στην Απουλία, τα Ελληνικά δεν χρησιμοποιούνται στα νηπιαγωγεία, παρά το γεγονός ότι οι τοπικοί κανονισμοί επιτρέπουν στους γονείς να ζητούν και σ' αυτά τη χρήση της ελληνικής γλώσσας. Στα δημοτικά σχολεία, η κατάσταση διαφέρει από κοινότητα σε κοινότητα. Σε δύο πόλεις τα Ελληνικά διδάσκονται από το 1978, επισήμως σε πειραματική βάση για 15 ώρες τη βδομάδα, από την πρώτη τάξη και για όλο τον κύκλο του δημοτικού σχολείου. Στην Καλαβρία, τα Ελληνικά χρησιμοποιούνται σποραδικά στα νηπιαγωγεία, συνήθως με πρωτοβουλία των γονιών των παιδιών. Στη δημοτική εκπαίδευση, διδάσκονται τρεις ώρες τη βδομάδα. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ευκαιριακά διδάσκονται σαν ξεχωριστή ύλη. Οργανώνονται επίσης μαθήματα ελληνικής γλώσσας για τους κατοίκους των ελληνόφωνων χωριών που θέλουν να μάθουν τα ελληνικά.
Όμως οι νέοι, έχοντας συνείδηση της καταγωγής τους, δείχνουν αυξανόμενο ενδιάφερον για την εκμάθηση της νέας ελληνικής γλώσσας. Κατά τις επαφές με τους ελληνόφωνους και των δύο περιοχών, είτε πρόκειται για απλούς βοσκούς και αγρότες, είτε για δασκάλους και καθηγητές, όπως ο πρώην υπεύθυνος του Κέντρου Ελληνόφωνων Σπουδών στη Bova Marina, Elio Cotronei, και ο σημερινός διάδοχος του Filippo Vidi, μπορεί κανείς να διακρίνει καθαρά την αγωνία και τον προβληματισμό τους για τη συνεχή συρρίκνωση της γλώσσας τους κατά τις τελευταίες δεκαετίες και την πορεία της στις αρχές του 21ου αιώνα. Οι ενέργειες των Γκρεκάνων περιλαμβάνουν διαβήματα στις αρχές, αδελφοποιήσεις με διάφορους δήμους της Ελλάδας, εκτύπωση της πρώτης γκρεκάνικης γραμματικής, έκδοση μικρών εφημερίδων και περιοδικών, εκκλήσεις σε ξένους οργανισμούς, δημιουργία πολιτιστικών συλλόγων με ελληνικό όνομα, οργάνωση διεθνών συνεδρίων (ώστε να ανταλλαγούν απόψεις από τους ειδικούς επιστήμονες, όπως γλωσσολόγους, λαογράφους, εθνολόγους, ιστορικούς, αρχαιολόγους κ.ά.), ακόμη και την έκδοση μιας πλούσιας ποιητικής συλλογής με περισσότερα από 100 ποιήματα 30 σύγχρονων ποιητών από τις περιοχές αυτές, γεγονός το οποίο αποδεικνύει ότι η σύγχρονη ελληνόφωνη ποίηση της Κάτω Ιταλίας συνεχίζει τη μεγάλη λυρική παράδοση της αρχαιότητας.
Τσερεζόλε Ελένη
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΑΡΘΡΟ ΚΑΙ ΔΕΙΤΕ ΚΙ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΕΔΩ: http://www.epirus-ellas.gr/2013/01/grecanica-magna-grecia.html
ΣΧΟΛΙΟ "ΙΣΧΥΣ": ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΝΣΤΑΣΙΣ. ΤΑ "ΓΚΡΕΚΑΝΙΚΑ" ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΛΩΣΣΑ. ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΙΝΤΙΑΚΑ, ΚΥΠΡΙΑΚΑ, ΚΡΗΤΙΚΑ. ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΟΛΟΙ ΟΠΟΥ ΚΙ ΑΝ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΜΙΛΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΓΟΜΕΝΕΣ "ΝΤΟΠΙΟΛΑΛΙΕΣ" ΔΗΛΑΔΗ ΠΡΟΣΜΙΞΕΙΣ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΠΟΥ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝ. ΟΤΙ ΚΙ ΑΝ ΛΕΝΕ ΟΙ ΠΕΡΙΣΠΟΥΔΑΣΤΟΙ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΟΙ, ΕΡΕΥΝΗΤΕΣ Κ.Λ.Π
«Είσαι Γκρίκο; Έμπα στο σπίτι μον να μπει ο ήλιος».
Σχετικά με την προέλευση των γκρεκάνικων έχουν διατυπωθεί δύο κύριες θεωρίες: η πρώτη διατυπώθηκε πρώτα από τον Γερμανό γλωσσολόγο Ροντς ο οποίος υποστήριξε ότι τα κατωιταλιώτικα είναι απευθείας απόγονος των δωρικών ελληνικών που μιλιούνταν στη Μεγάλη Ελλάδα, αφού παρουσιάζουν πολλούς δωρισμούς που δεν συναντώνται σε καμία άλλη διάλεκτο της ελληνικής πλην βέβαια της τσακωνικής στην Πελοπόννησο. Η άποψη αυτή γίνεται δεκτή από τους περισσότερους 'Ελληνες γλωσσολόγους. Η δεύτερη άποψη ξεκίνησε και είναι δημοφιλής στην Ιταλία και σύμφωνα με αυτή τα γκρεκάνικα είναι απόγονος της βυζαντινής ελληνικής,από την εποχή μετά την οθωμανική κατάκτηση του ελλαδικού χώρου η οποία είχε σαν επακόλουθο την μετακίνηση ελληνόφωνων ομάδων από την Πελοπόννησο κυρίως στην Κάτω Ιταλία. Η επικρατούσα άποψη στο σύνολο των επιστημόνων είναι ότι τα γκρεκάνικα εξελίχτηκαν από την μεσαιωνική ελληνική αλλά διατηρούν και ένα δωρικό υπόστρωμα. Τα κατωιταλιώτικα δεν ανήκουν σε καμία διαλεκτική ομάδα του Ελλαδικού χώρου,ούτε στις βόρειες αλλά ούτε και στις νότιες διαλέκτους. Παρουσιάζουν δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και μάλιστα έχουν διατηρήσει πολλές δωρικές λέξεις που δεν υπάρχουν στις άλλες νεοελληνικές διαλέκτους. Χωρίζονται σε δύο ομάδες τα γκρεκάνικα της Απουλίας ή γκρεκοσαλεντινίκα και τα γκρεκάνικα της Καλαβρίας.
Σημαντική είναι η επιρροή της ιταλικής τόσο στο λεξιλόγιο και τη φωνολογία, όσο και στο συντακτικό και τη μορφολογία. Αυτό ήταν φυσική συνέπεια της απομόνωσης της γλώσσας από τον ελληνικό χώρο η οποία λόγω έλλειψης λογοτεχνίας στα γκρίκο για να εμπλουτιστεί δανείστηκε από την ιταλική διάλεκτο της περιοχής. Η επιβίωσή τους μέχρι σήμερα στην απομόνωση μέσα σε ένα τελείως ξένο περιβάλλον είναι ένα φαινόμενο εκπληκτικό. Ένας από τους λόγους στους οποίους αυτή οφείλεται είναι ότι οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί λόγω των επιδρομών που έκαναν πειρατές στα παράλια είχαν αποτραβηχτεί στα βουνά όπου και συνέχιζαν να ζούν αποκομμένοι μέχρι την εποχή μας. Επιπλέον η κίνηση ανάμεσα στον ελλαδικό χώρο και την Κάτω Ιταλία ουσιαστικά δεν είχε σταματήσει αφού η περιοχή ενισχύθηκε από ελληνόφωνους πληθυσμούς κατά τη βυζαντινή κυριαρχία της περιοχής,αλλά και από πρόσφυγες μετά την τουρκική κατάκτηση της Ελλάδας. Έτσι ενισχύθηκε το ιταλικό ελληνόφωνο στοιχείο με νέο αίμα. Εδώ να πώ ότι μαζί με τους αποκλειστικά ελληνόφωνους εγκαταστάθηκαν στην Κ.Ιταλία και αρβανίτες επίσης από την Πελοπόννησο, οι λεγόμενοι και αρμπερέσοι των οποίων η γλώσσα, τα αρμπερές, επιβιώνει μέχρι τις μέρες στις ίδιες περιοχές που μιλιούνται τα γκρεκάνικα καθώς και τη Σικελία.
Το λεξιλόγιο γενικά είναι επηρρεασμένο κυρίως από το ιταλικά της περιοχής και τα επίσημα,ενώ έχουμε σχεδόν παντελή απουσία σλαβικών λέξεων με ελάχιστες τουρκικές.
Μερικά γνωρίσματα:
-πλήθος ιταλικών λέξεων (πενσέω=σκέφτομαι,μπριατσεφτώ=μεθάω,κ.α.)
- τροπή του κ σε τσ (τσαι αντί και)
- σίγηση του τελικού ς (άντρα αντί για άντρας)
- τροπή του θ σε τ (τέλω αντί για θέλω)
- δωρικές λέξεις (νασίδα=επίχωση δίπλα στο ποτάμι)
- αποβολή του τ στην αρχή των άρθρων (η=της,ο=το)
Ο σύγχρονος γλωσσολόνος ερευνητής Αναστάσιος Καραναστάσης, ο οποίος με εντολή της Ακαδημίας Αθηνών μελετά επί πολλά χρόνια την γκρεκάνικη διάλεκτο, στηρίζει και ισχυροποιεί τη θεωρία του Γ. Χατζιδάκι περί αδιάλλειπτης συνέχειας της γλώσσας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα με μια σειρά παρατηρήσεων:
1. Η ύπαρξη πολλών σπάνιων αρχαίων λέξεων, κυρίως δωρικών, ανύπαρκτων όμως στη βυζαντινή και στη νεοελληνική γλώσσα, π.χ. νασίδα=νησίδα, τράφο=τάφρος, αγιολούπο =αιγίλωψ (άγρια βρώμη) κ.ά.
2. Η διαφορετική προφορά των διπλών συμφώνων, η οποία προέρχεται από τους Δωριείς και δεν απαντάται στη βυζαντινή ούτε στη νεοελληνική, π.χ. ξίφος=σκίφος, ψαλίς=σπαλίς.
3. Η γλώσσα των ελληνοφώνων διατηρεί σπάνια αρχαία σημασιολογικά στοιχεία, διαφορετικά στη νεοελληνική, π.χ. το ρήμα σηκώνω δεν έχει τη σημασία του υψώνω (νεοελληνικά) αλλά την αρχαία, δηλαδή φυλάσσω σε κλειστό χώρο. Η γλώσσα, βέβαια, εμπλουτίσθηκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους με λέξεις του λεξιλογίου της Εκκλησίας, π.χ. Πασκαλία=Πάσχα, Πιφανεία=Επιφάνεια.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η ύπαρξη ιδιόρρυθμων μοναδικών λέξεων, π.χ. αγαπησία=αγάπη, όστρια=έχθρα κ.ά. Το στοιχείο αυτό προέκυψε από την ανάγκη του εμπλουτισμού της γλώσσας κατά τη μακροχρόνια απομόνωση των ελληνόφωνων πληθυσμών, κυρίως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Τα γκρεκάνικα, όμως, εκτός από τις αρχαιοελληνικές ρίζες τους και τον βυζαντινό εμπλουτισμό παρουσιάζουν μια εντελώς ιδιαίτερη μορφή εξαιτίας και των λεξιλογικών δανείων τους από την ιταλική γλώσσα, τα οποία ενσωματώθηκαν αφού ακολούθησαν τους κανόνες της ελληνικής γραμματικής, π.χ. η ιταλική λέξη bicchiere (ποτήρι) έγινε το μπικέρι, του μπικεριού κ.λπ. Έτσι, το ιδίωμα των ελληνοφώνων έχει προσλάβει έναν μελωδικό τόνο, και θυμίζει αμυδρά την κυπριακή ή την κρητική διάλεκτο.
12.000 άνθρωποι μιλούν Ελληνικά.
Το "Ευρωπαϊκό Γραφείο για τις Λιγότερο Χρησιμοποιούμενες Γλώσσες" κυκλοφόρησε τα αποτελέσματα έρευνάς του για τα ελληνικά που μιλιούνται στην Απουλία και την Καλαβρία της Νότιας Ιταλίας. Από την έρευνα προκύπτει ότι περί τις 10 με 12 χιλιάδες άτομα μιλούν Ελληνικά στα ελληνόφωνα χωριά των δύο αυτών περιοχών. Πρόκειται για τις διαλέκτους "γκρίκο" ή "γκρεκάνικο", ένα κράμα ελληνικών και ιταλικών. Μερικοί τοπικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί μεταδίδουν κάπου-κάπου εκπομπές στη διάλεκτο "γκρίκο" ή "γκρεκάνικο", αλλά όχι και οι τοπικοί τηλεοπτικοί σταθμοί. Στην Καλαβρία εκδίδονται δύο εφημερίδες στα Ελληνικά με τη χρηματική βοήθεια της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στην Απουλία διάφορες ιταλικές εφημερίδες δημοσιεύουν ευκαιριακά και άρθρα στην ελληνική γλώσσα. Διαδομένη είναι η ελληνική μουσική, ενώ διάφορα ερασιτεχνικά θεατρικά συγκροτήματα δίνουν παραστάσεις στα ελληνικά.
Κατάσταση της γλώσσας σήμερα. Από τις δύο ομάδες τα γκρεκάνικα της Καλαβρίας βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση αφού μιλιούνται από περίπου 30 χιλιάδες άτομα και επιβιώνουν παρ'όλο που η περιοχή είναι πεδινή και οι συγκοινωνίες εύκολες. Αντίθετα στην Απουλία μόνο ένας αριθμός 2000 ατόμων συνεχίζουν να μιλούν ελληνικά, ενώ ελάχιστοι από αυτούς είναι κάτω από 35 ετών. Γενικά τα ελληνικά της Κάτω Ιταλίας βρίκονται σε κίνδυνο εξαφάνισης, αφού οι νεότερες γενιές δεν τα μαθαίνουν και τα θεωρούν ως επαρχιακή γλώσσα που μιλούν οι χωρικοί. Στην επιβίωσή τους δεν βοηθάει ούτε το γεγονός ότι το επίσημο ιταλικό κράτος τα έχει αναγνωρίσει ως μειονοτική γλώσσα. Στην Απουλία, τα Ελληνικά δεν χρησιμοποιούνται στα νηπιαγωγεία, παρά το γεγονός ότι οι τοπικοί κανονισμοί επιτρέπουν στους γονείς να ζητούν και σ' αυτά τη χρήση της ελληνικής γλώσσας. Στα δημοτικά σχολεία, η κατάσταση διαφέρει από κοινότητα σε κοινότητα. Σε δύο πόλεις τα Ελληνικά διδάσκονται από το 1978, επισήμως σε πειραματική βάση για 15 ώρες τη βδομάδα, από την πρώτη τάξη και για όλο τον κύκλο του δημοτικού σχολείου. Στην Καλαβρία, τα Ελληνικά χρησιμοποιούνται σποραδικά στα νηπιαγωγεία, συνήθως με πρωτοβουλία των γονιών των παιδιών. Στη δημοτική εκπαίδευση, διδάσκονται τρεις ώρες τη βδομάδα. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ευκαιριακά διδάσκονται σαν ξεχωριστή ύλη. Οργανώνονται επίσης μαθήματα ελληνικής γλώσσας για τους κατοίκους των ελληνόφωνων χωριών που θέλουν να μάθουν τα ελληνικά.
Όμως οι νέοι, έχοντας συνείδηση της καταγωγής τους, δείχνουν αυξανόμενο ενδιάφερον για την εκμάθηση της νέας ελληνικής γλώσσας. Κατά τις επαφές με τους ελληνόφωνους και των δύο περιοχών, είτε πρόκειται για απλούς βοσκούς και αγρότες, είτε για δασκάλους και καθηγητές, όπως ο πρώην υπεύθυνος του Κέντρου Ελληνόφωνων Σπουδών στη Bova Marina, Elio Cotronei, και ο σημερινός διάδοχος του Filippo Vidi, μπορεί κανείς να διακρίνει καθαρά την αγωνία και τον προβληματισμό τους για τη συνεχή συρρίκνωση της γλώσσας τους κατά τις τελευταίες δεκαετίες και την πορεία της στις αρχές του 21ου αιώνα. Οι ενέργειες των Γκρεκάνων περιλαμβάνουν διαβήματα στις αρχές, αδελφοποιήσεις με διάφορους δήμους της Ελλάδας, εκτύπωση της πρώτης γκρεκάνικης γραμματικής, έκδοση μικρών εφημερίδων και περιοδικών, εκκλήσεις σε ξένους οργανισμούς, δημιουργία πολιτιστικών συλλόγων με ελληνικό όνομα, οργάνωση διεθνών συνεδρίων (ώστε να ανταλλαγούν απόψεις από τους ειδικούς επιστήμονες, όπως γλωσσολόγους, λαογράφους, εθνολόγους, ιστορικούς, αρχαιολόγους κ.ά.), ακόμη και την έκδοση μιας πλούσιας ποιητικής συλλογής με περισσότερα από 100 ποιήματα 30 σύγχρονων ποιητών από τις περιοχές αυτές, γεγονός το οποίο αποδεικνύει ότι η σύγχρονη ελληνόφωνη ποίηση της Κάτω Ιταλίας συνεχίζει τη μεγάλη λυρική παράδοση της αρχαιότητας.
Τσερεζόλε Ελένη
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΑΡΘΡΟ ΚΑΙ ΔΕΙΤΕ ΚΙ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΕΔΩ: http://www.epirus-ellas.gr/2013/01/grecanica-magna-grecia.html
ΣΧΟΛΙΟ "ΙΣΧΥΣ": ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΝΣΤΑΣΙΣ. ΤΑ "ΓΚΡΕΚΑΝΙΚΑ" ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΛΩΣΣΑ. ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΙΝΤΙΑΚΑ, ΚΥΠΡΙΑΚΑ, ΚΡΗΤΙΚΑ. ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΟΛΟΙ ΟΠΟΥ ΚΙ ΑΝ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΜΙΛΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΓΟΜΕΝΕΣ "ΝΤΟΠΙΟΛΑΛΙΕΣ" ΔΗΛΑΔΗ ΠΡΟΣΜΙΞΕΙΣ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΠΟΥ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝ. ΟΤΙ ΚΙ ΑΝ ΛΕΝΕ ΟΙ ΠΕΡΙΣΠΟΥΔΑΣΤΟΙ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΟΙ, ΕΡΕΥΝΗΤΕΣ Κ.Λ.Π
No comments :
Post a Comment