Ο παραδοσιακός ορισμός της έννοιας της ασφάλειας θεωρούσε ως το βασικότερο στοιχείο αυτής τον έλεγχο και τη χρήση της στρατιωτικής ισχύος από τα κράτη. Συνδεόταν δε, με την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών. Σήμερα, η τάση είναι η ανάδειξη της σπουδαιότητας, των μη στρατιωτικών πτυχών της ασφάλειας (οργανωμένο έγκλημα, λαθρομετανάστευση, εκτεταμένοι εμπρησμοί, θαλάσσια πειρατεία, κλπ). Έτσι στη σύγχρονη τρομοκρατία πλέον διακρίνουμε μια μεταβατική ή καλύτερα θα λέγαμε μια εξελισσόμενη στρατηγική τα τελευταία χρόνια όπως είναι η εκδήλωση ασύμμετρων απειλών. Είναι ένα όπλο χωρίς τεχνολογική υπόσταση, πολύ χαμηλού κόστους, που εφαρμοζόμενο εναντίον του εχθρού, προσδίδει φοβερή και ασυναγώνιστη δύναμη. Εξ’ άλλου η οργανωμένη βία που διεξάγεται μεταξύ μυστικών υπηρεσιών και παρακρατικών ομάδων δεν απαιτούν στρατιωτικές ικανότητες, καθώς η ενδιαφερόμενη πλευρά βασίζεται σε δόλια μη τεχνολογικά μέσα για να επιτευχθεί η βούλησή της ή και για να κάμψει το ηθικό του αντιπάλου.
Στο σύγχρονο συνεπώς διεθνές περιβάλλον ασφαλείας, οι εξωτερικές απειλές για την ασφάλεια της πατρίδας μας προέρχονται κυρίως από το “γνωστό άγνωστο” ανατολικό γείτονά μας και σύμμαχο μας στο ΝΑΤΟ. Ενώ στόχος πολλών διαμορφωτών της κοινής γνώμης που αυτοαποκαλούνται ειρηνιστές ή οικουμενιστές ή ευρωπαϊστές και έχουν τον δικό τους τρόπο για να παρακάμπτουν τις οδυνηρές πραγματικότητες με την υποτιθέμενη ψύχραιμη στρατηγική τους ανάλυση, που όπως ισχυρίζονται, είναι η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, εφαρμόζοντας μια κατ’ επίφαση εθνική στρατηγική στάση. Από την άλλη πλευρά οι Τούρκοι επιδίδονται στην υπονόμευση του εσωτερικού της πατρίδας μας, που είναι ο φθηνότερος δρόμος για τη νίκη. Πολύ φθηνός, στην πραγματικότητα, σε σύγκριση με το κόστος και τον κίνδυνο μιας κρίσεως ή μάχης. Όμως το κόστος για την πατρίδα μας είναι τεράστιο, αν αναλογιστούμε τις ανθρώπινες απώλειες και την τεράστια οικολογική καταστροφή που προξενούν οι εκτεταμένες πυρκαγιές (που την περασμένη χρονιά με περίσσιο θράσος ομολόγησε ο Μεσούτ Γιλμάζ την μία μέρα για να τα γυρίσει την επόμενη), καθώς και τα είκοσι (20) περίπου δισεκατομμύρια ευρώ που διατίθενται από τις ελληνικές κυβερνήσεις προς τους λαθρομετανάστες με τον ένα ή άλλο τρόπο.
Και δεν είναι μόνο οι πυρκαγιές ή οι λεγεώνες των πεινασμένων και κατατρεγμένων μεταναστών που προωθούνται λάθρα καθημερινά στην ελληνική επικράτεια, αλλά και οι στημένες προβοκάτσιες στο Αιγαίο με την αμφισβήτηση ακόμη και του δικαιώματός μας της έρευνας-διάσωσης. Καθώς διανύουμε μια πολύ κρίσιμη περίοδο παγκοσμίως, η πατρίδα μας βρίσκεται σε ένα σημαντικό σταυροδρόμι όσον αφορά τις Ένοπλες Δυνάμεις. Στη νέα κρίση που έχει δημιουργηθεί στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο με πρωταγωνίστρια τη Συρία, βλέπουμε την κύρια απειλή κατά τις πατρίδος μας, την Τουρκία, να ενισχύει την αμυντική της ισχύ με εξελιγμένα οπλικά συστήματα και να αναπτύσσει ναυτικές μονάδες στην περιοχή, όπου σύντομα θα έχουμε εξελίξεις σχετικά με τις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ). Οι ενέργειες αυτές είναι μερικά σημαντικά γεγονότα τα οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε με σύνεση, επί πλέον οι συνεχιζόμενες προκλήσεις στον χώρο του Αιγαίου, από μέρους των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, εντείνονται ποιοτικά και ποσοτικά.
Ωστόσο, για λόγους ως επί το πλείστον δημοσιοοικονομικούς, η συζήτηση στη κυβέρνηση είναι κυρίως, σχετική με τον τρόπο για τη μείωση των αμυντικών δαπανών, όμως ευτυχώς με σοβαρότητα και προσοχή σε ότι πρέπει να κάνουμε για να διατηρηθεί η ισχυρότερη δυνατή άμυνα στις καθημερινές προκλήσεις που είναι μπροστά μας. Η χώρα αντιμετωπίζει ένα διογκούμενο έλλειμμα, οι δημόσιες δαπάνες είναι εκτός ελέγχου και οι προσπάθειες από την κυβέρνηση είναι να μειώσει τις δαπάνες, να περικόψει το έλλειμμα, και να εξισορροπήσει τον προϋπολογισμό. Για να πραγματοποιηθεί αυτό απαιτούνται περικοπές. Επιπλέον, σε αυτή τη δύσκολη οικονομική συγκυρία, υπάρχει από τους ταλαιπωρημένους πολίτες, σκεπτικισμός στα θέματα της άμυνας ο οποίος θα αυξήσει την πίεση προς όλες τις κατευθύνσεις για τη μείωση των αμυντικών δαπανών. Συμπερασματικά η οικονομική κρίση, το ογκούμενο δημόσιο χρέος και οι υπερβολικές δεσμεύσεις στους δανειστές μας, προκαλούν σκεπτικισμό για περεταίρω μείωση αμυντικών δαπανών.
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα σοβαρό φροντιστήριο στρατηγικής. Και γρήγορα. Αυτό δε θα προερχόταν ποτέ από την υιοθέτηση των στρατηγικών επιλογών μιας κατευναστικής πολιτικής. Αντ΄ αυτής, καλύτερα να αναζητηθεί μια νέα, με πυλώνες τις αρχές της ρεαλιστικής αντίληψης. Οι σχεδιαστές της εθνικής στρατηγικής και της πολιτικής εθνικής ασφάλειας γνωρίζουν ότι πρέπει να έχουν πάντα υπ’ όψη τους την ασύμμετρη διάσταση της απειλής, η οποία πρέπει να βρει έκφραση σε κάθε επίπεδο, τακτικό, επιχειρησιακό και στρατηγικό. Είναι επίσης υποχρέωση όλων μας να γνωρίζουμε την σημαντικότητα των τρομοκρατικών πράξεων που μπορούν να εφαρμοστούν από τους αντιπάλους μας. Να μην περικοπούν αλλά να αναβαθμιστούν ποιοτικά και ποσοτικά, με ορθολογισμό οι υπηρεσίες πληροφοριών ώστε να μην διαταραχθεί η συνεχής συλλογή πληροφοριών για τον εχθρό και τη νοοτροπία του, και να είναι ανελλιπής η παρακολούθηση όλων των ενεργειών του ώστε να αποτραπούν οι όποιες κακόβουλες ενέργειες. Οι προσπάθειες να το κάνεις αυτό μπορεί να μην είναι πάντα παραγωγικές, αλλά σπανίως πηγαίνουν χαμένες.
Τέλος είναι αξιοθαύμαστο για όλο το φάσμα της πολιτικής ηγεσίας να αναγνωρίσει τη δυνητική σημασία της ασύμμετρης απειλής. Αυτή η αναγνώριση θα βοηθήσει στη δυνατότητα να αντισταθμίζει τον κίνδυνο του αδιάκριτου στρατηγικού αυτισμού, στον οποίο ευτυχώς πολλοί λίγοι είναι επιρρεπής. Προαπαιτούμενο βέβαια για την υλοποίηση μιας τέτοιας στρατηγικής είναι η σύμπλευση της ελληνικής κοινής γνώμης. Η εξασφάλιση δε της αναγκαίας αυτής λαϊκής συναίνεσης είναι καθήκον των πολιτικών ταγών, η οποίοι καλούνται να αντισταθούν στον πειρασμό της δημαγωγίας, θέτοντας το καλώς νοούμενο εθνικό συμφέρον υπεράνω των μικροκομματικών και προσωπικών
Αρχιπλοίαρχος (ε.α.) Δημήτριος Ν. Τσαϊλάς ΠΝ
Γενικός Διευθυντής του Strategy International
No comments :
Post a Comment