Η πρόσφατη παρουσίαση των δύο βιβλίων του Μάνου Ηλιάδη στην Κύπρο, με τους τίτλους: «Οι Τουρκικές Μυστικές Υπηρεσίες και η ΜΙΤ» και «Η Μυστική Δράση των Τούρκων στην Ελλάδα και η ΜΙΤ» από το Κυπριακό Κέντρο Μελετών, έδωσαν την ευκαιρία ενημέρωσης του κοινού για μία σκοτεινή πτυχή των ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά και για την κουλτούρα που διέπει τη δράση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών.
Το ιστορικό πλαίσιο ανάδυσης του Τουρκικού κράτους, με τον αυταρχικό τρόπο επιβολής του και τον στρατό να αποτελεί το μόνιμο θεματοφύλακά του, μετατρέπει τις μυστικές του υπηρεσίες σε ένα ισχυρό μηχανισμό του συστήματος για τη νομή και διατήρηση της εξουσίας από αυτούς που θέλουν να την μονοπωλούν. Στην Τουρκία, οι μυστικές υπηρεσίες αποτελέσαν, επί μακρόν, συστατικό στοιχείο της στρατιωτικής ισχύος στο πολιτικό σύστημα της Τουρκίας. Σήμερα αποτελούν το μακρύ χέρι της ηγετικής ισλαμικής ομάδας που κυβερνά την Τουρκία, όπου, παρά τις αλλαγές προσώπων και ιδεολογικών προσανατολισμών, οι πρακτικές αυθαιρεσίας παραμένουν οι ίδιες όπως και στο παρελθόν.
Το ιστορικό πλαίσιο ανάδυσης του Τουρκικού κράτους, με τον αυταρχικό τρόπο επιβολής του και τον στρατό να αποτελεί το μόνιμο θεματοφύλακά του, μετατρέπει τις μυστικές του υπηρεσίες σε ένα ισχυρό μηχανισμό του συστήματος για τη νομή και διατήρηση της εξουσίας από αυτούς που θέλουν να την μονοπωλούν. Στην Τουρκία, οι μυστικές υπηρεσίες αποτελέσαν, επί μακρόν, συστατικό στοιχείο της στρατιωτικής ισχύος στο πολιτικό σύστημα της Τουρκίας. Σήμερα αποτελούν το μακρύ χέρι της ηγετικής ισλαμικής ομάδας που κυβερνά την Τουρκία, όπου, παρά τις αλλαγές προσώπων και ιδεολογικών προσανατολισμών, οι πρακτικές αυθαιρεσίας παραμένουν οι ίδιες όπως και στο παρελθόν.
Η στενή σχέση και συνάφεια της ΜΙΤ με τις δομές εξουσίας δεν απεκόμισε μόνο οφέλη για την ίδια την εξουσία αλλά και για την ΜΙΤ που δεν παρέλειψε ποτέ να αποκομίζει ανταλλάγματα κάθε μορφής για τις υπηρεσίες της, με μόνιμο στις περισσότερες περιπτώσεις το στοιχείο της ενίσχυσης του απορρήτου χαρακτήρα της δράσης της από το οποίο αντλούν κατά κύριο λόγο τη δύναμή τους. Το στοιχείο αυτό δεν εμπόδισε την ΜΙΤ να εμπλακεί αποδεδειγμένα σε δολοφονίες και εμπόριο ναρκωτικών.
Καθοριστικό ρόλο για τη μορφή και το χαρακτήρα της ΜΙΤ έπαιξαν οι επιλογές της Τουρκίας στο Ψυχρό Πόλεμο. Η είσοδος της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το 1952 αύξησε τις ανάγκες των Αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών για επαρκή μέτρα ασφαλείας στο εσωτερικό της χώρας. Η παρουσία Αμερικανικών βάσεων στην Τουρκία, η χορήγηση υψηλής τεχνολογίας αμερικανικών όπλων, η ένταξη των τουρκικών δυνάμεων στον αμυντικό σχεδιασμό του ΝΑΤΟ, η ανταλλαγή πληροφοριών καθώς και η χρήση κοινών κωδίκων και συσκευών ασφαλούς επικοινωνίας έθεταν ουσιαστικά προβλήματα ασφαλείας για ολόκληρη τη βορειοατλαντική συμμαχία. Επιπλέον, η στρατηγική επιλογή της Τουρκίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ κατέστησε, όπως ήταν φυσικό, ακόμη πιο έντονο το σοβιετικό ενδιαφέρον για τη χώρα αυτή, η οποία έγινε στόχος αυξημένων δραστηριοτήτων εκ μέρους των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών.
Έτσι από το 1952 αρχίζει μία μεταβατική περίοδος αναζήτησης μίας μορφής για τις Τουρκικές μυστικές υπηρεσίες που να ευθυγραμμίζεται με τις ανάγκες ασφαλείας του ΝΑΤΟ. Η περίοδος αυτή θα διαρκέσει μέχρι το 1965 που ιδρύεται με το νόμο 644 η ΜΙΤ. Η ΜΙΤ θα τεθεί ευθύς εξαρχής υπό τον έλεγχο των στρατιωτικών. Μέσα σε αυτό το μεσοδιάστημα οι Αμερικανοί ανέλαβαν το έργο του εκσυγχρονισμού και εκπαίδευσης των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών. Το χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι παρά τον εκσυγχρονισμό που υπέστησαν οι Τουρκικές μυστικές υπηρεσίες εντούτοις ο έλεγχος τους παρέμεινε αποκλειστικά στα χέρια των στρατιωτικών.
Από το 1965 η ΜΙΤ υπέστη δύο σημαντικές αλλαγές, η πρώτη το 1983 όπου με το νόμο 2937 παίρνει τη μορφή που έχει μέχρι σήμερα (τότε υπήχθη στον πρωθυπουργό) και η δεύτερη, την περίοδο 1992-1998 όταν στην ηγεσία της διορίζεται ο Σονμέζ Κιοκσάλ, ο πρώτος μη-στρατιωτικός αρχηγός της υπηρεσίας (διπλωμάτης), οποίος θα επιχειρήσει μία δύσκολη προσπάθεια μείωσης του ρόλου και του αριθμού των στρατιωτικών στην ΜΙΤ. Ο διορισμός, από τον Ερντογάν, του Χακάν Φιντάν το 2010 στην ηγεσία της ΜΙΤ σηματοδοτεί την κατάληψη ενός ισχυρού κάστρου των Κεμλικών από τους Ισλαμιστές.
Για την περίπτωση της Ελλάδος και της Κύπρου, η δράση των Τουρκικών μυστικών υπηρεσιών αποτελεί το αντικείμενο αυτονόητου ενδιαφέροντος. Ο Μάνος Ηλιάδης, μέσα από τα δύο βιβλία, αναδεικνύει την έκταση της απειλής που θέτει η πολυσχιδής κατασκοπευτική και υπονομευτική δραστηριότητα σε Κύπρο και Ελλάδα. Όπως πολύ εύστοχα ο συγγραφέας αναφέρει «τρόπος που μία χώρα αντιμετωπίζει μία ξένη μυστική υπηρεσία, η οποία δρα εναντίον της, είναι χαρακτηριστικός όχι μόνο της εν γένει πολιτικής της, αλλά και της ίδιας της βουλήσεως της να αντιπαραθέσει ουσιαστική αντίσταση στην σκοτεινή αυτή περιοχή των διακρατικών σχέσεων. Στην περιοχή αυτή ισχύει ό,τι και στα σύγχρονα δόγματα πολέμου, όπου οι σχέσεις δύο χωρών θεωρείται ότι εξελίσσονται μέσα σε ένα «επιχειρησιακό συνεχές» (operational continuum), στο οποίο οι σχέσεις τους κινούνται αενάως από την κατάσταση σε καιρό ειρήνης και την αντίθεση συμφερόντων, στην ένταση, στην κρίση και στον πόλεμο, με την μετάβαση από το ένα στάδιο στο άλλο να είναι συχνά δυσδιάκριτη.»
Συνεπώς, η αντιπαλότητα στο πεδίο των μυστικών υπηρεσιών συντελείται κάτω από τους κανόνες της στρατηγικής του πολέμου, όπου η μία πλευρά επιδιώκει να επιβληθεί επί της άλλης. Από τη στιγμή που η μία πλευρά αδυνατεί να κατανοήσει ή να αποτρέψει τις υπονομευτικές δραστηριότητες της άλλης τότε αποδυναμώνει την αμυντικής ισχύ και κατ’ επέκταση παρέχει έδαφος στον αντίπαλο να γίνεται πιο θρασύς και πιο απαιτητικός στις διεκδικήσεις. Τα πολλά παραδείγματα που αναφέρονται στα βιβλία για τη δράση της ΜΙΤ, από τη Δυτική Θράκη μέχρι την Κύπρο, θα πρέπει να προβληματίσουν πως θα μπορούσαν οι Τούρκοι να κερδίσουν ένα πόλεμο χωρίς να ρίξουν μία σφαίρα.
Χρήστος Ιακώβου - Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Πολύ καλά τα λέει ο κύριος Ιακώβου
ReplyDelete