Σε μία προσπάθεια να διασφαλίσει ότι ανεξάρτητα από την δύναμη των στρατηγικών βομβαρδιστικών και των τακτικών μαχητικών της, η οποία μεταφράζεται σε συγκεκριμένη μεταφορική ικανότητα εξαπόλυσης τέτοιων όπλων, θα έχει πάντα τη δυνατότητα προσβολής επίγειων και στόχων στην επιφάνεια της θάλασσας. Κινούμενων και ακίνητων. Σε πολύ μικρό χρόνο από τη στιγμή που αυτό θα γίνει απαιτητό, με μεγάλη ακρίβεια παράλληλα και φυσικά σε μεγάλες αποστάσεις.
Προς την κατεύθυνση αυτή η Αμερικανική Αεροπορία (USAF) εκτέλεσε εντός του 2019 σειρά δοκιμών άφεσης ομοιωμάτων όπλων μακρού πλήγματος από βαρέα μεταφορικά αεροσκάφη C-17 Globemaster III. Ίδιου τύπου δοκιμές επαναλήφθηκαν με ομοιώματα όπλων μακρού πλήγματος ασφαλισμένα σε παλέτες. Η άφεση των τελευταίων έγινε από αεροσκάφη MC-130J Commando II της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων της USAF (Air Force Special Operations Command) στο πεδίο δοκιμών Dugway της Utah τον περασμένο Ιανουάριο, υπό την γενική ευθύνη και επίβλεψη του Air Force Research Laboratory (ARFL). Το MC-130J που συμμετείχε στις δοκιμές, εκτέλεσε άφεση πέντε συνολικά παλετών στις οποίες ήταν προσαρμοσμένα έξι ομοιώματα όπλων μακρού πλήγματος. Πρόκειται για άλλη μία σημαντική εξέλιξη στο χώρο της αξιολόγησης και υλοποίησης νέων τακτικών στις αεροπορικές επιχειρήσεις, δεδομένου ότι τα όπλα μακρού πλήγματος λειτουργούν ώς ημιαυτόνομα μη επανδρωμένα αεροσκάφη από πολλές απόψεις.
Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε παλαιότερα, ακόμα και πλατφόρμες όπως μεταφορικά αεροσκάφη μπορούν μέσω data link να επικοινωνούν με αυτά τα όπλα μετά την άφεσή τους και κατά τη διάρκεια της πτήσης τους προς τους στόχους που έχουν προεπιλεγεί. Μπορεί κατά τον τρόπο αυτό να γίνει αλλαγή των στόχων και τροφοδοσία των συστημάτων καθοδήγησης των όπλων με δεδομένα στοχοποίησης που προέρχονται από οποιοδήποτε άλλο μέσο. Ιπτάμενο και μη. Δεδομένα στοχοποίησης δηλαδή (συντεταγμένες, πορεία, ταχύτητα και ακόμα και μορφή-είδος στόχου!) μπορούν να μεταβιβαστούν μέσω data link στο μεταφορικό αεροπλάνο-φορέα των όπλων και από εκεί στα ίδια τα όπλα… Κατ’ επέκταση μιλάμε για μεγάλο αριθμό όπλων, άρα και μεγάλη ισχύ πυρός εναντίον επιλεγμένων – συγκεκριμένων στόχων, που είναι δύσκολα ανασχέσιμα από την εχθρική αεράμυνα στην οποία φυσικά πέραν όλων των άλλων μπορούν να προκαλέσουν εύκολα κορεσμό.
Σημαντικός παράγοντας στην υιοθέτηση τακτικών μαζικής εξαπόλησης όπλων ακριβείας – μακρού πλήγματος, εναντίον επίγειων ή θαλάσσιων στόχων είναι ο περιορισμός του κόστους ανάπτυξής τους σε πρώτη φάση και κατά συνέπεια και του κόστους παραγωγής τους. Τα συστήματα συνδυασμένης καθοδήγησης GPS/INS για παράδειγμα αν και παραμένουν υψηλού κόστους, δεν αποτελούν την τεχνολογία αιχμής, προσβάσιμη σε λίγους… Από την άλλη πλευρά, ενώ το κόστος ανά μονάδα έχει πέσει πλέον για τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, σημαντικά κάτω από το ψυχολογικό όριο του ενός εκατομμυρίου δολαρίων στις περισσότερες των περιπτώσεων, τα όπλα ακριβείας – μακρού πλήγματος θεωρούνται η ιδανική λύση κόστους – απόδοσης για το παρόν και το μέλλον. Και αυτό γιατί παρέχουν τη δυνατότητα στο χρήστη τους να κατανήμει αποτελεσματικότερα τη δύναμη των διαθέσιμων αεροπλάνων του (βομβαρδιστικών και τακτικών μαχητικών) και φυσικά να τα προστατέψει μαζί με τα πληρώματά τους, από την αντίδραση της εχθρικής αεράμυνας…
Η αποτελεσματικότητα με άλλα λόγια είναι μεγαλύτερη, δεδομένου του κατακόρυφου περιορισμού απωλειών σε έμψυχο και άψυχο υλικό. Έμμεσα επομένως οι χώρες που έχουν οικονομική και τεχνολογική πρόσβαση σε αυτού του είδους τα όπλα και τις τεχνολογίες μετάδοσης πληροφοριών και δεδομένων στοχοποίησης, θα είναι και αυτές που θα επικρατήσουν στο σύγχρονο πεδίο της μάχης, είτε αυτό βρίσκεται στον αέρα, είτε στο έδαφος, είτε στη θάλασσα…
Με την ολοκλήρωση των δοκιμών, η Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων της USAF θα είναι αυτή που θα υλοποιήσει τις αναγκαίες τροποποιήσεις στα αεροσκάφη της για την επιχειρησιακή εκμετάλλευση του συστήματος “Cargo Launch Expendable Air Vehicles with Extended Range” (CLEAVER).
https://www.defence-point.gr/news/exapolysi-oplon-makroy-pligmatos-apo-metaforika-aeroplana-allazei-to-topio
Προς την κατεύθυνση αυτή η Αμερικανική Αεροπορία (USAF) εκτέλεσε εντός του 2019 σειρά δοκιμών άφεσης ομοιωμάτων όπλων μακρού πλήγματος από βαρέα μεταφορικά αεροσκάφη C-17 Globemaster III. Ίδιου τύπου δοκιμές επαναλήφθηκαν με ομοιώματα όπλων μακρού πλήγματος ασφαλισμένα σε παλέτες. Η άφεση των τελευταίων έγινε από αεροσκάφη MC-130J Commando II της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων της USAF (Air Force Special Operations Command) στο πεδίο δοκιμών Dugway της Utah τον περασμένο Ιανουάριο, υπό την γενική ευθύνη και επίβλεψη του Air Force Research Laboratory (ARFL). Το MC-130J που συμμετείχε στις δοκιμές, εκτέλεσε άφεση πέντε συνολικά παλετών στις οποίες ήταν προσαρμοσμένα έξι ομοιώματα όπλων μακρού πλήγματος. Πρόκειται για άλλη μία σημαντική εξέλιξη στο χώρο της αξιολόγησης και υλοποίησης νέων τακτικών στις αεροπορικές επιχειρήσεις, δεδομένου ότι τα όπλα μακρού πλήγματος λειτουργούν ώς ημιαυτόνομα μη επανδρωμένα αεροσκάφη από πολλές απόψεις.
Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε παλαιότερα, ακόμα και πλατφόρμες όπως μεταφορικά αεροσκάφη μπορούν μέσω data link να επικοινωνούν με αυτά τα όπλα μετά την άφεσή τους και κατά τη διάρκεια της πτήσης τους προς τους στόχους που έχουν προεπιλεγεί. Μπορεί κατά τον τρόπο αυτό να γίνει αλλαγή των στόχων και τροφοδοσία των συστημάτων καθοδήγησης των όπλων με δεδομένα στοχοποίησης που προέρχονται από οποιοδήποτε άλλο μέσο. Ιπτάμενο και μη. Δεδομένα στοχοποίησης δηλαδή (συντεταγμένες, πορεία, ταχύτητα και ακόμα και μορφή-είδος στόχου!) μπορούν να μεταβιβαστούν μέσω data link στο μεταφορικό αεροπλάνο-φορέα των όπλων και από εκεί στα ίδια τα όπλα… Κατ’ επέκταση μιλάμε για μεγάλο αριθμό όπλων, άρα και μεγάλη ισχύ πυρός εναντίον επιλεγμένων – συγκεκριμένων στόχων, που είναι δύσκολα ανασχέσιμα από την εχθρική αεράμυνα στην οποία φυσικά πέραν όλων των άλλων μπορούν να προκαλέσουν εύκολα κορεσμό.
Σημαντικός παράγοντας στην υιοθέτηση τακτικών μαζικής εξαπόλησης όπλων ακριβείας – μακρού πλήγματος, εναντίον επίγειων ή θαλάσσιων στόχων είναι ο περιορισμός του κόστους ανάπτυξής τους σε πρώτη φάση και κατά συνέπεια και του κόστους παραγωγής τους. Τα συστήματα συνδυασμένης καθοδήγησης GPS/INS για παράδειγμα αν και παραμένουν υψηλού κόστους, δεν αποτελούν την τεχνολογία αιχμής, προσβάσιμη σε λίγους… Από την άλλη πλευρά, ενώ το κόστος ανά μονάδα έχει πέσει πλέον για τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, σημαντικά κάτω από το ψυχολογικό όριο του ενός εκατομμυρίου δολαρίων στις περισσότερες των περιπτώσεων, τα όπλα ακριβείας – μακρού πλήγματος θεωρούνται η ιδανική λύση κόστους – απόδοσης για το παρόν και το μέλλον. Και αυτό γιατί παρέχουν τη δυνατότητα στο χρήστη τους να κατανήμει αποτελεσματικότερα τη δύναμη των διαθέσιμων αεροπλάνων του (βομβαρδιστικών και τακτικών μαχητικών) και φυσικά να τα προστατέψει μαζί με τα πληρώματά τους, από την αντίδραση της εχθρικής αεράμυνας…
Η αποτελεσματικότητα με άλλα λόγια είναι μεγαλύτερη, δεδομένου του κατακόρυφου περιορισμού απωλειών σε έμψυχο και άψυχο υλικό. Έμμεσα επομένως οι χώρες που έχουν οικονομική και τεχνολογική πρόσβαση σε αυτού του είδους τα όπλα και τις τεχνολογίες μετάδοσης πληροφοριών και δεδομένων στοχοποίησης, θα είναι και αυτές που θα επικρατήσουν στο σύγχρονο πεδίο της μάχης, είτε αυτό βρίσκεται στον αέρα, είτε στο έδαφος, είτε στη θάλασσα…
Με την ολοκλήρωση των δοκιμών, η Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων της USAF θα είναι αυτή που θα υλοποιήσει τις αναγκαίες τροποποιήσεις στα αεροσκάφη της για την επιχειρησιακή εκμετάλλευση του συστήματος “Cargo Launch Expendable Air Vehicles with Extended Range” (CLEAVER).
https://www.defence-point.gr/news/exapolysi-oplon-makroy-pligmatos-apo-metaforika-aeroplana-allazei-to-topio
No comments :
Post a Comment