Μία κραυγή πολέμου και μία επιθετικότητα που όλο και κλιμακώνεται. Ιδιαίτερα όταν το θέμα αφορά την Ελλάδα, εκτός από μικρές εξαιρέσεις, αντικρίζουμε ακραία εθνικιστικά αντανακλαστικά σε όλη την κοινωνία της Τουρκίας. Το καθεστώς στην Άγκυρα ακολουθεί σε Μεσόγειο και Αιγαίο μία επεκτατική, ρεβιζιονιστική και ενάντια στο status quo πολιτική. Αδιαφορεί για τα σύνορα και τις συμβάσεις. Προκαλεί τον κόσμο. Παραβιάζει διεθνείς συνθήκες και το γραπτό διεθνές & εθιμικό δίκαιο στο οποίο είναι και συμβαλλόμενο μέρος. Προσπαθεί με την απειλή χρήσης σκληρής βίας να κάνει την Ελλάδα να κάτσει στο τραπέζι και να υποχωρήσει. Θέλει λοιπόν πόλεμο; Καταρχήν είναι βέβαιο πως λόγω του ότι οι τουρκικές θέσεις νομικά είναι ασθενείς, η Τουρκία εμφανίζεται όχι ως αδικημένος αλλά ως κάποιος που δεν είναι ευχαριστημένος από την παρούσα κατάσταση και προσπαθεί να διευρύνει την κυριαρχία του με επιθετικό τρόπο. Για να αντιληφθούμε σήμερα το τι συμβαίνει ιδιαίτερα το που κάποιος έχει δίκιο και πού άδικο χρειάζονται όχι συναισθήματα αλλά γνώσεις.
Τα σύνορα της Τουρκίας χαράχτηκαν με τη συνθήκη της Λωζάνης του 1923. Το άρθρο 12 της συνθήκης έδωσε όλα τα νησιά στα ανοιχτά της ακτογραμμής της Ανατολίας στην Ελλάδα, εκτός από τα νησιά Ίμβρος, Τένεδος και Πριγκηπονήσια, τα οποία έχουν στρατηγική σημασία για την άμυνα των Δαρδανελλίων. Έναντι αυτού όλα τα νησιά και βραχονησίδες που είναι σε απόσταση λιγότερη από 3 μίλια προς την ακτή της Ανατολίας αφέθηκαν στην Τουρκία. Η Τουρκία σύμφωνα με το άρθρο 15 στη συνθήκη της Λωζάνης παραιτήθηκε από τα δικαιώματα και τις εγγυήσεις που είχε στα Δωδεκάνησα τα οποία τα είχε χάσει από την οθωμανική εποχή και βρισκόταν στον έλεγχο της Ιταλίας. Το άρθρο 16 της συνθήκης της Λωζάννης, αναφέρει πως η Τουρκία παραιτείται από όλα τα εδάφη (ηπειρωτική χώρα και νησιά) τα οποία δεν αναφέρονται στη συνθήκη αυτή. Πλέον μετά τη Λωζάνη τα εδάφη τα οποία έχουν αφεθεί εκτός των συνόρων της Λωζάνης δεν είναι πια έδαφος της Τουρκίας. Αυτά είναι τα γεγονότα. Αν δεν τεμπελιάζετε μπορείτε με μία μικρή αναζήτηση στο google να βρείτε και να διαβάσετε το κείμενο της συνθήκης στα τουρκικά.
Αν η διπλωματία διεξάγεται με αρχές που δεν έχουν σχέση με το διεθνές δίκαιο, ο πόλεμος και η καταστροφή είναι αναπόφευκτα. Αν και οι πόλεμοι είναι συχνοί, στις διεθνείς σχέσεις μία μέθοδος η οποία απορρίπτει τους διπλωματικούς κανόνες, τα έθιμα και το διεθνές δίκαιο, τιμωρείται από τη διεθνή κοινότητα. Ακόμα και οι υπερδυνάμεις πριν από τη στρατιωτική τους δράση, προσπαθούν να βρουν νόμιμες δικαιολογίες. Το να καταλάβουμε και να προστατεύσουμε το έδαφος μιας άλλης χώρας, όπως έκανε η Ρωσία, σημαίνει ότι διακινδυνεύουμε να πληρώσουμε σημαντικό κόστος. Ας έρθουμε στο Διεθνές δίκαιο.
Το διεθνές εθιμικό και γραπτό δίκαιο (Ηνωμένα Έθνη-1982 για το δίκαιο της θάλασσας- UNCLOS) αναγνωρίζει ότι τα νησιά όπως και η ηπειρωτική χώρα διαθέτουν υφαλοκρηπίδα. Η βάση της διαμάχης του Αιγαίου, πηγάζει από την τουρκική θέση πως τα ελληνικά νησιά στο ανατολικό Αιγαίο, αποτελούν φυσικές προεκτάσεις της υφαλοκρηπίδας της Ανατολίας. Η Τουρκία με αυτή τη θέση αντιτίθεται σαφώς στους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Το βασικό πρόβλημα της Τουρκίας είναι το εξής: Οι Τούρκοι που είναι υπεύθυνοι για τη λήψη των αποφάσεων δεν αποδέχονται την παρούσα κατάσταση για το ανατολικό Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο που στηρίζεται σε διεθνείς συνθήκες και δεν δέχονται τα παρόντα σύνορα. Ακολουθούν μία ρεβιζιονιστική πολιτική. Η Τουρκία πιστεύει πως η παρούσα κατάσταση διασφαλίζει μία πολύ πιο πλεονεκτική θέση για την Ελλάδα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ενοχλείται από τα σύνορα που χαράχτηκαν με τη συνθήκη της Λωζάνης, στο Αιγαίο και στην Μεσόγειο. Κινείται με μία νοσταλγική εθνικιστική αντίληψη περί “χαμένων εδαφών και νησιών” .
Καταρχήν μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης υπάρχουν τα μεγάλα ελληνικά νησιά Κρήτη και Ρόδος. Η ΑΟΖ της Τουρκίας δεν υπολογίζει τα ελληνικά νησιά που βρίσκονται στην περιοχή. Η προσέγγιση αυτή όμως δεν είναι σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο. Η Τουρκία εσκεμμένα αγνοεί το γεγονός ότι η Κρήτη η Ρόδος και τα άλλα ελληνικά νησιά έχουν την δική τους υφαλοκρηπίδα, χωρικά ύδατα και ΑΟΖ. Η Τουρκία με την μέχρι τώρα στάση της ακολουθεί πολιτική ισχύος (προβολή στρατιωτικής δύναμης). Απέναντί της στην Ανατολική Μεσόγειο, έχει τις χώρες που κινούνται με βάση τις διμερείς και διεθνείς συνθήκες (Ελλάδα-Κύπρος Αίγυπτος, Ισραήλ) αλλά και την διεθνή κοινότητα.
Η Τουρκική Δημοκρατία από την ίδρυσή της το 1923 ως το 1950, δεν αντιτάχθηκε στο στάτους κβο σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο. Ούτε ενοχλήθηκε από το στάτους κβο που απορρέει από τις διεθνείς συμφωνίες. Δεν αμφισβήτησε σύνορα και χωρικά ύδατα. Μετά το κυπριακό το οποίο έφτασε σταδιακά στην ημερήσια διάταξη κατά τη δεκαετία του 1950, η Τουρκία εμφανίστηκε στην Κύπρο και στη συνέχεια άρχισε να θέτει και προβλήματα στο Αιγαίο. Άρχισε να θέτει στην επικαιρότητα θέματα όπως τα χωρικά ύδατα και υφαλοκρηπίδα, η γραμμή FIR και νησιά του Αιγαίου αμφισβητούμενης ιδιοκτησίας, λες και όλα αυτά δεν είχαν λυθεί άμεσα ή έμμεσα με τη συνθήκη της Λωζάνης. Πριν και μετά την εισβολή της Κύπρου το 1974 απείλησε επανειλημμένα την Ελλάδα με στρατιωτική σύγκρουση. Από την άλλη πλευρά η Ελλάδα στην περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών, ανταποκρίθηκε σε αυτό καθώς υποστήριξε την υπερεθνικιστική ΕΟΚΑ στην Κύπρο, με τις παράλογες και εθνικιστικές πολιτικές της. Ο βασικός παράγων που έφερε ένταση στις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας ήταν η Κύπρος.
Για την επίλυση της ελληνοτουρκικής διαφωνίας είναι ανάγκη καταρχήν η Τουρκία να αποδεχθεί άνευ όρων τα κυριαρχικά δικαιώματα που έχει η Ελλάδα από τη συνθήκη της Λωζάνης στα νησιά του Αιγαίου και στο Καστελόριζο. Ακολούθως η Τουρκία πρέπει να εγκαταλείψει τη θέση της περί νήσων “αμφισβητούμενης κυριαρχίας”. Η Λωζάνη όπως περιέγραψα παραπάνω, άφησε όλα τα νησιά και τις βραχονησίδες που είναι πέραν των τριών ναυτικών μιλίων στην Ελλάδα. Για αυτό το λόγο στο Αιγαίο δεν υπάρχουν νησιά αμφισβητούμενης κυριαρχίας. Στο Αιγαίο τα νησιά τα οποία είναι σε απόσταση λιγότερη των τριών ναυτικών μιλίων από την Ανατολία είναι της Τουρκίας, ενώ τα πέραν αυτών νησιά του Αιγαίου είναι ελληνικό έδαφος. Το να αμφισβητείς κάτι τέτοιο είναι μία επεκτατική και πολεμική στάση.
Σήμερα υπάρχει ένα παράλογο κι αμόρφωτο καθεστώς το οποίο υπονομεύει την ίδια του την ιδρυτική συμφωνία του Τουρκικού κράτους που είναι η Λωζάνη. Αυτό το καθεστώς προσπαθεί να καλύψει τις δικές του οικονομικές και πολιτικές αποτυχίες, τροφοδοτώντας την κοινή γνώμη με εθνικισμό και παιχνίδια πολέμου. Κόμματα όπως τα CHP/IYI τα οποία δεν αντιτίθενται γενναία σε αυτήν την ρεβιζιονιστική και επεκτατική πολιτική, ουσιαστικά μεταφέρουν νερό στο μύλο του καθεστώτος. Το πιο σωστό θέλοντας ειρήνη, είναι να εφαρμόσουμε την αρχή της ¨ειρήνης στον κόσμο¨ και να ακολουθήσουμε μία εξωτερική πολιτική προσανατολισμένη στη συνεργασία. Η Τουρκία το συντομότερο δυνατό πρέπει να σταματήσει αυτή την περιπετειώδη εξωτερική πολιτική που μοιάζει με αυτήν της περιόδου “Ένωση και Πρόοδος”. Το κόστος ενός πολέμου για την Τουρκία και ειδικά για τους εκπροσώπους αυτού του καθεστώτος θα είναι πολύ βαρύ.
https://tourkikanea.gr/ellinotourkikes-sheseis/mehmetcaman/
Τα σύνορα της Τουρκίας χαράχτηκαν με τη συνθήκη της Λωζάνης του 1923. Το άρθρο 12 της συνθήκης έδωσε όλα τα νησιά στα ανοιχτά της ακτογραμμής της Ανατολίας στην Ελλάδα, εκτός από τα νησιά Ίμβρος, Τένεδος και Πριγκηπονήσια, τα οποία έχουν στρατηγική σημασία για την άμυνα των Δαρδανελλίων. Έναντι αυτού όλα τα νησιά και βραχονησίδες που είναι σε απόσταση λιγότερη από 3 μίλια προς την ακτή της Ανατολίας αφέθηκαν στην Τουρκία. Η Τουρκία σύμφωνα με το άρθρο 15 στη συνθήκη της Λωζάνης παραιτήθηκε από τα δικαιώματα και τις εγγυήσεις που είχε στα Δωδεκάνησα τα οποία τα είχε χάσει από την οθωμανική εποχή και βρισκόταν στον έλεγχο της Ιταλίας. Το άρθρο 16 της συνθήκης της Λωζάννης, αναφέρει πως η Τουρκία παραιτείται από όλα τα εδάφη (ηπειρωτική χώρα και νησιά) τα οποία δεν αναφέρονται στη συνθήκη αυτή. Πλέον μετά τη Λωζάνη τα εδάφη τα οποία έχουν αφεθεί εκτός των συνόρων της Λωζάνης δεν είναι πια έδαφος της Τουρκίας. Αυτά είναι τα γεγονότα. Αν δεν τεμπελιάζετε μπορείτε με μία μικρή αναζήτηση στο google να βρείτε και να διαβάσετε το κείμενο της συνθήκης στα τουρκικά.
Αν η διπλωματία διεξάγεται με αρχές που δεν έχουν σχέση με το διεθνές δίκαιο, ο πόλεμος και η καταστροφή είναι αναπόφευκτα. Αν και οι πόλεμοι είναι συχνοί, στις διεθνείς σχέσεις μία μέθοδος η οποία απορρίπτει τους διπλωματικούς κανόνες, τα έθιμα και το διεθνές δίκαιο, τιμωρείται από τη διεθνή κοινότητα. Ακόμα και οι υπερδυνάμεις πριν από τη στρατιωτική τους δράση, προσπαθούν να βρουν νόμιμες δικαιολογίες. Το να καταλάβουμε και να προστατεύσουμε το έδαφος μιας άλλης χώρας, όπως έκανε η Ρωσία, σημαίνει ότι διακινδυνεύουμε να πληρώσουμε σημαντικό κόστος. Ας έρθουμε στο Διεθνές δίκαιο.
Το διεθνές εθιμικό και γραπτό δίκαιο (Ηνωμένα Έθνη-1982 για το δίκαιο της θάλασσας- UNCLOS) αναγνωρίζει ότι τα νησιά όπως και η ηπειρωτική χώρα διαθέτουν υφαλοκρηπίδα. Η βάση της διαμάχης του Αιγαίου, πηγάζει από την τουρκική θέση πως τα ελληνικά νησιά στο ανατολικό Αιγαίο, αποτελούν φυσικές προεκτάσεις της υφαλοκρηπίδας της Ανατολίας. Η Τουρκία με αυτή τη θέση αντιτίθεται σαφώς στους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Το βασικό πρόβλημα της Τουρκίας είναι το εξής: Οι Τούρκοι που είναι υπεύθυνοι για τη λήψη των αποφάσεων δεν αποδέχονται την παρούσα κατάσταση για το ανατολικό Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο που στηρίζεται σε διεθνείς συνθήκες και δεν δέχονται τα παρόντα σύνορα. Ακολουθούν μία ρεβιζιονιστική πολιτική. Η Τουρκία πιστεύει πως η παρούσα κατάσταση διασφαλίζει μία πολύ πιο πλεονεκτική θέση για την Ελλάδα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ενοχλείται από τα σύνορα που χαράχτηκαν με τη συνθήκη της Λωζάνης, στο Αιγαίο και στην Μεσόγειο. Κινείται με μία νοσταλγική εθνικιστική αντίληψη περί “χαμένων εδαφών και νησιών” .
Καταρχήν μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης υπάρχουν τα μεγάλα ελληνικά νησιά Κρήτη και Ρόδος. Η ΑΟΖ της Τουρκίας δεν υπολογίζει τα ελληνικά νησιά που βρίσκονται στην περιοχή. Η προσέγγιση αυτή όμως δεν είναι σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο. Η Τουρκία εσκεμμένα αγνοεί το γεγονός ότι η Κρήτη η Ρόδος και τα άλλα ελληνικά νησιά έχουν την δική τους υφαλοκρηπίδα, χωρικά ύδατα και ΑΟΖ. Η Τουρκία με την μέχρι τώρα στάση της ακολουθεί πολιτική ισχύος (προβολή στρατιωτικής δύναμης). Απέναντί της στην Ανατολική Μεσόγειο, έχει τις χώρες που κινούνται με βάση τις διμερείς και διεθνείς συνθήκες (Ελλάδα-Κύπρος Αίγυπτος, Ισραήλ) αλλά και την διεθνή κοινότητα.
Η Τουρκική Δημοκρατία από την ίδρυσή της το 1923 ως το 1950, δεν αντιτάχθηκε στο στάτους κβο σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο. Ούτε ενοχλήθηκε από το στάτους κβο που απορρέει από τις διεθνείς συμφωνίες. Δεν αμφισβήτησε σύνορα και χωρικά ύδατα. Μετά το κυπριακό το οποίο έφτασε σταδιακά στην ημερήσια διάταξη κατά τη δεκαετία του 1950, η Τουρκία εμφανίστηκε στην Κύπρο και στη συνέχεια άρχισε να θέτει και προβλήματα στο Αιγαίο. Άρχισε να θέτει στην επικαιρότητα θέματα όπως τα χωρικά ύδατα και υφαλοκρηπίδα, η γραμμή FIR και νησιά του Αιγαίου αμφισβητούμενης ιδιοκτησίας, λες και όλα αυτά δεν είχαν λυθεί άμεσα ή έμμεσα με τη συνθήκη της Λωζάνης. Πριν και μετά την εισβολή της Κύπρου το 1974 απείλησε επανειλημμένα την Ελλάδα με στρατιωτική σύγκρουση. Από την άλλη πλευρά η Ελλάδα στην περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών, ανταποκρίθηκε σε αυτό καθώς υποστήριξε την υπερεθνικιστική ΕΟΚΑ στην Κύπρο, με τις παράλογες και εθνικιστικές πολιτικές της. Ο βασικός παράγων που έφερε ένταση στις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας ήταν η Κύπρος.
Για την επίλυση της ελληνοτουρκικής διαφωνίας είναι ανάγκη καταρχήν η Τουρκία να αποδεχθεί άνευ όρων τα κυριαρχικά δικαιώματα που έχει η Ελλάδα από τη συνθήκη της Λωζάνης στα νησιά του Αιγαίου και στο Καστελόριζο. Ακολούθως η Τουρκία πρέπει να εγκαταλείψει τη θέση της περί νήσων “αμφισβητούμενης κυριαρχίας”. Η Λωζάνη όπως περιέγραψα παραπάνω, άφησε όλα τα νησιά και τις βραχονησίδες που είναι πέραν των τριών ναυτικών μιλίων στην Ελλάδα. Για αυτό το λόγο στο Αιγαίο δεν υπάρχουν νησιά αμφισβητούμενης κυριαρχίας. Στο Αιγαίο τα νησιά τα οποία είναι σε απόσταση λιγότερη των τριών ναυτικών μιλίων από την Ανατολία είναι της Τουρκίας, ενώ τα πέραν αυτών νησιά του Αιγαίου είναι ελληνικό έδαφος. Το να αμφισβητείς κάτι τέτοιο είναι μία επεκτατική και πολεμική στάση.
Σήμερα υπάρχει ένα παράλογο κι αμόρφωτο καθεστώς το οποίο υπονομεύει την ίδια του την ιδρυτική συμφωνία του Τουρκικού κράτους που είναι η Λωζάνη. Αυτό το καθεστώς προσπαθεί να καλύψει τις δικές του οικονομικές και πολιτικές αποτυχίες, τροφοδοτώντας την κοινή γνώμη με εθνικισμό και παιχνίδια πολέμου. Κόμματα όπως τα CHP/IYI τα οποία δεν αντιτίθενται γενναία σε αυτήν την ρεβιζιονιστική και επεκτατική πολιτική, ουσιαστικά μεταφέρουν νερό στο μύλο του καθεστώτος. Το πιο σωστό θέλοντας ειρήνη, είναι να εφαρμόσουμε την αρχή της ¨ειρήνης στον κόσμο¨ και να ακολουθήσουμε μία εξωτερική πολιτική προσανατολισμένη στη συνεργασία. Η Τουρκία το συντομότερο δυνατό πρέπει να σταματήσει αυτή την περιπετειώδη εξωτερική πολιτική που μοιάζει με αυτήν της περιόδου “Ένωση και Πρόοδος”. Το κόστος ενός πολέμου για την Τουρκία και ειδικά για τους εκπροσώπους αυτού του καθεστώτος θα είναι πολύ βαρύ.
https://tourkikanea.gr/ellinotourkikes-sheseis/mehmetcaman/
No comments :
Post a Comment