Οι υπάλληλοι του Πενταγώνου βρίσκονται σε συζητήσεις με στελέχη της τεχνολογικής βιομηχανίας για να βρουν λύση στο πώς θα εξασφαλίσουν μελλοντικές προμήθειες των προηγμένων chip υπολογιστών που απαιτούνται ώστε να διατηρήσουν την στρατιωτική υπεροχή της Αμερικής. Οι εγχώριες γραμμές παραγωγής πολλών chip έχουν μετακινηθεί εδώ και πολλά χρόνια εκτός της χώρας, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με διακοπές στην παραγωγή σε περίπτωση πολιτικών ή στρατιωτικών κρίσεων στο εξωτερικό. Οι φόβοι αυτοί έχουν επιδεινωθεί λόγω της μεγάλης σημασίας συγκεκριμένων εξαρτημάτων – όπως τα προγραμματιζόμενα chip που σχεδιάζονται για το μαχητικό αεροσκάφος F-35, τα οποία έχουν σχεδιαστεί από την εταιρεία Silicon Valley Xilinx και κατασκευάζονται κυρίως στην Ταϊβάν.
Αξιωματούχοι του Πενταγώνου έχουν επίσης πιέσει και για τον έλεγχο των υπαλλήλων, ώστε να προστατέψουν και διατηρήσουν τα ευαίσθητα σχέδια κατασκευής των chip, μια στρατηγική που θα βοηθήσει το Υπουργείο Αμύνης να χρησιμοποιεί πιο προηγμένα εργοστάσια παραγωγής. Ονομάζουν αυτήν την νέα ιδέα «φιλοσοφία μηδενικής εμπιστοσύνης».
Οι συνομιλίες, ορισμένες από τις οποίες προηγούνται της διοίκησης του Trump, πρόσφατα έγιναν συχνότερες, σύμφωνα με τους ανθρώπους που συμμετείχαν ή ενημερώθηκαν για αυτές. Οι αξιωματούχοι του Πενταγώνου ενθάρρυναν τα στελέχη εταιρειών που παρέχουν τα συγκεκριμένα chip να εξετάσουν την δημιουργία νέων σειρών παραγωγής για τους προμηθευτές στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι συζητήσεις καθοδηγούνται από την αυξανόμενη εξάρτηση του Πενταγώνου για τα chips που κατασκευάζονται στο εξωτερικό, ειδικά στην Ταϊβάν, καθώς και από τις πρόσφατες εντάσεις με την Κίνα.
Η Taiwan Semiconductor Manufacturing Company, γνωστή ως TSMC, διαδραματίζει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην παραγωγή εμπορικών chip που έχουν επίσης εφαρμογές σε αεροσκάφη, δορυφόρους και ασύρματες επικοινωνίες. Λόγω των αναταραχών τους τελευταίους μήνες στην ημιαυτόνομη κινεζική επικράτεια του Χονγκ Κονγκ, ορισμένοι αξιωματούχοι του Πενταγώνου και στελέχη των εταιρειών που κατασκευάζουν τα chips, εξέτασαν περιπτώσεις όπου θα μπορούσαν να αναγκάσουν προμηθευτές στην Ταϊβάν να περιορίσουν ή να αποκόψουν τις αποστολές πυριτίου. Ο Mark Liu, πρόεδρος της TSMC, δήλωσε ότι είχε συζητήσει πρόσφατα το ενδεχόμενο για ένα νέο εργοστάσιο στις Ηνωμένες Πολιτείες με το Τμήμα Εμπορίου. Το εμπόδιο ήταν τα χρήματα, καθώς απαιτούνται σημαντικές επιδοτήσεις, όπως είπε, διότι είναι ακριβότερο να λειτουργούν στο έδαφος της Αμερικής παρά στην Ταϊβάν.
Η Skywater Technology, μια υπηρεσία κατασκευής chip στην Minnesota, δήλωσε ότι το Τμήμα Άμυνας θα επενδύσει ως και 170 εκατομμύρια δολάρια για να αυξήσει την παραγωγή του και να ενισχύσει τεχνολογίες, όπως η ικανότητα παραγωγής chip που μπορούν να αντέξουν την ακτινοβολία στο διάστημα.
Η TSMC, η οποία κυριαρχεί στις υπηρεσίες “build-to-order”, πρόσφατα πήρε το προβάδισμα από την Intel στα συρρικνούμενα κυκλώματα chip, για να δώσει περισσότερες δυνατότητες εφαρμογής στα chip. Η παραγωγικότητα της είναι ένας λόγος για τον οποίο η εταιρεία συνέχισε να κερδίζει δουλειές από μεγάλους Αμερικανούς σχεδιαστές chip όπως η Apple, η Qualcomm και η Nvidia, τα chip της οποίας έχουν αποκτήσει όλο και μεγαλύτερη σημασία τόσο για την άμυνα όσο και για τις πολιτικές εφαρμογές.Πολλοί από τους σχεδιαστές –συμπεριλαμβανομένης της Huawei– βασίζονται επίσης στην TSMC .
Η GlobalFoundries, ανήκει στους επενδυτές στο Αμπού Ντάμπι και έχει δαπανήσει περίπου 12 δισεκατομμύρια δολάρια σε ένα εργοστάσιο στη Μάλτα. Ανακοίνωσε πέρυσι ότι θα σταματήσει να προσπαθεί να δημιουργήσει μικρότερα κυκλώματα από ότι στις υφιστάμενες παραγωγικές διαδικασίες. Η εταιρεία, που επίσης ανακοίνωσε σχέδια για εργοστάσιο αξίας 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Κίνα το 2017, επανεξετάζει τώρα το έργο αυτό καθώς η υποσχόμενη ζήτηση από πελάτες εκεί φαίνεται αβέβαιη, δήλωσε ο Thomas Caufield, διευθύνων σύμβουλος της GlobalFoundries.
Η επιρροή στη βιομηχανία chip ήταν πιο εύκολη όταν το Τμήμα Άμυνας της Αμερικής αντιπροσώπευε σημαντικό τμήμα των πωλήσεων chip. Τώρα οι εφαρμογές άμυνας υποβαθμίζονται από πολιτικές χρήσεις, όπως τα smartphones και οι προσωπικοί υπολογιστές. Μεγάλο τμήμα του προϋπολογισμού του Πενταγώνου τώρα πηγαίνει σε chips των οποίων τα σχέδια διαμορφώνονται από τις εμπορικές ανάγκες.
Το ερευνητικό σκέλος του Πενταγώνου – DARPA, για την Υπηρεσία Προηγμένων Ερευνητικών Προγραμμάτων Αμυνας – προσπαθεί από το 2017 να προωθήσει τις καινοτομίες των chip σε μια πρωτοβουλία για την εξέλιξη ηλεκτρονικών συσκευών ύψους 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι στόχοι του περιλαμβάνουν την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων για το πυρίτιο για την κατασκευή και τη συσκευασία μικρών «chiplets» αντί για τη δημιουργία μεγάλων μονολιθικών τσιπ. «Έχουμε τρωτά σημεία που πρέπει πραγματικά να αντιμετωπίσουμε, αλλά εξακολουθούμε να είμαστε ο κυρίαρχος παραγωγός ηλεκτρονικών στον κόσμο», δήλωσε ο Mark Rosker, διευθυντής του γραφείου τεχνολογίας των μικροσυστημάτων της DARPA.
https://www.secnews.gr/202439/usa-pushes-tech-industry-to-retain-military-edge/
Αξιωματούχοι του Πενταγώνου έχουν επίσης πιέσει και για τον έλεγχο των υπαλλήλων, ώστε να προστατέψουν και διατηρήσουν τα ευαίσθητα σχέδια κατασκευής των chip, μια στρατηγική που θα βοηθήσει το Υπουργείο Αμύνης να χρησιμοποιεί πιο προηγμένα εργοστάσια παραγωγής. Ονομάζουν αυτήν την νέα ιδέα «φιλοσοφία μηδενικής εμπιστοσύνης».
Οι συνομιλίες, ορισμένες από τις οποίες προηγούνται της διοίκησης του Trump, πρόσφατα έγιναν συχνότερες, σύμφωνα με τους ανθρώπους που συμμετείχαν ή ενημερώθηκαν για αυτές. Οι αξιωματούχοι του Πενταγώνου ενθάρρυναν τα στελέχη εταιρειών που παρέχουν τα συγκεκριμένα chip να εξετάσουν την δημιουργία νέων σειρών παραγωγής για τους προμηθευτές στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι συζητήσεις καθοδηγούνται από την αυξανόμενη εξάρτηση του Πενταγώνου για τα chips που κατασκευάζονται στο εξωτερικό, ειδικά στην Ταϊβάν, καθώς και από τις πρόσφατες εντάσεις με την Κίνα.
Η Taiwan Semiconductor Manufacturing Company, γνωστή ως TSMC, διαδραματίζει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην παραγωγή εμπορικών chip που έχουν επίσης εφαρμογές σε αεροσκάφη, δορυφόρους και ασύρματες επικοινωνίες. Λόγω των αναταραχών τους τελευταίους μήνες στην ημιαυτόνομη κινεζική επικράτεια του Χονγκ Κονγκ, ορισμένοι αξιωματούχοι του Πενταγώνου και στελέχη των εταιρειών που κατασκευάζουν τα chips, εξέτασαν περιπτώσεις όπου θα μπορούσαν να αναγκάσουν προμηθευτές στην Ταϊβάν να περιορίσουν ή να αποκόψουν τις αποστολές πυριτίου. Ο Mark Liu, πρόεδρος της TSMC, δήλωσε ότι είχε συζητήσει πρόσφατα το ενδεχόμενο για ένα νέο εργοστάσιο στις Ηνωμένες Πολιτείες με το Τμήμα Εμπορίου. Το εμπόδιο ήταν τα χρήματα, καθώς απαιτούνται σημαντικές επιδοτήσεις, όπως είπε, διότι είναι ακριβότερο να λειτουργούν στο έδαφος της Αμερικής παρά στην Ταϊβάν.
Η Skywater Technology, μια υπηρεσία κατασκευής chip στην Minnesota, δήλωσε ότι το Τμήμα Άμυνας θα επενδύσει ως και 170 εκατομμύρια δολάρια για να αυξήσει την παραγωγή του και να ενισχύσει τεχνολογίες, όπως η ικανότητα παραγωγής chip που μπορούν να αντέξουν την ακτινοβολία στο διάστημα.
Η TSMC, η οποία κυριαρχεί στις υπηρεσίες “build-to-order”, πρόσφατα πήρε το προβάδισμα από την Intel στα συρρικνούμενα κυκλώματα chip, για να δώσει περισσότερες δυνατότητες εφαρμογής στα chip. Η παραγωγικότητα της είναι ένας λόγος για τον οποίο η εταιρεία συνέχισε να κερδίζει δουλειές από μεγάλους Αμερικανούς σχεδιαστές chip όπως η Apple, η Qualcomm και η Nvidia, τα chip της οποίας έχουν αποκτήσει όλο και μεγαλύτερη σημασία τόσο για την άμυνα όσο και για τις πολιτικές εφαρμογές.Πολλοί από τους σχεδιαστές –συμπεριλαμβανομένης της Huawei– βασίζονται επίσης στην TSMC .
Η GlobalFoundries, ανήκει στους επενδυτές στο Αμπού Ντάμπι και έχει δαπανήσει περίπου 12 δισεκατομμύρια δολάρια σε ένα εργοστάσιο στη Μάλτα. Ανακοίνωσε πέρυσι ότι θα σταματήσει να προσπαθεί να δημιουργήσει μικρότερα κυκλώματα από ότι στις υφιστάμενες παραγωγικές διαδικασίες. Η εταιρεία, που επίσης ανακοίνωσε σχέδια για εργοστάσιο αξίας 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Κίνα το 2017, επανεξετάζει τώρα το έργο αυτό καθώς η υποσχόμενη ζήτηση από πελάτες εκεί φαίνεται αβέβαιη, δήλωσε ο Thomas Caufield, διευθύνων σύμβουλος της GlobalFoundries.
Η επιρροή στη βιομηχανία chip ήταν πιο εύκολη όταν το Τμήμα Άμυνας της Αμερικής αντιπροσώπευε σημαντικό τμήμα των πωλήσεων chip. Τώρα οι εφαρμογές άμυνας υποβαθμίζονται από πολιτικές χρήσεις, όπως τα smartphones και οι προσωπικοί υπολογιστές. Μεγάλο τμήμα του προϋπολογισμού του Πενταγώνου τώρα πηγαίνει σε chips των οποίων τα σχέδια διαμορφώνονται από τις εμπορικές ανάγκες.
Το ερευνητικό σκέλος του Πενταγώνου – DARPA, για την Υπηρεσία Προηγμένων Ερευνητικών Προγραμμάτων Αμυνας – προσπαθεί από το 2017 να προωθήσει τις καινοτομίες των chip σε μια πρωτοβουλία για την εξέλιξη ηλεκτρονικών συσκευών ύψους 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι στόχοι του περιλαμβάνουν την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων για το πυρίτιο για την κατασκευή και τη συσκευασία μικρών «chiplets» αντί για τη δημιουργία μεγάλων μονολιθικών τσιπ. «Έχουμε τρωτά σημεία που πρέπει πραγματικά να αντιμετωπίσουμε, αλλά εξακολουθούμε να είμαστε ο κυρίαρχος παραγωγός ηλεκτρονικών στον κόσμο», δήλωσε ο Mark Rosker, διευθυντής του γραφείου τεχνολογίας των μικροσυστημάτων της DARPA.
https://www.secnews.gr/202439/usa-pushes-tech-industry-to-retain-military-edge/
No comments :
Post a Comment