Η αυξανόμενη τις τελευταίες δεκαετίες -μέχρι την χρηματοπιστωτική κρίση του 2018- οικονομική ισχύς της Τουρκίας δεν πρέπει να αποδοθεί μόνο στην ανάπτυξη μιας εσωτερικής αγοράς που σήμερα αριθμεί πάνω από 80 εκατ. ανθρώπους. Η Τουρκία είναι μια κατεξοχήν εξωστρεφής χώρα με πολυδιάστατη παραγωγική βάση και διαφοροποιημένους ομίλους επιχειρήσεων (συνήθως εταιρείες συμμετοχών με ταυτόχρονη παρουσία σε πολλούς ξεχωριστούς κλάδους). Η διεθνής παρουσία της είναι ασφαλώς αξιοσημείωτη, όπως ενδεικτικά υποδηλώνει η σταδιακή αύξηση των τουρκικών εξαγωγών αγαθών από περίπου 100 δισ. δολάρια προ δεκαπενταετίας στα σημερινά επίπεδα των 170 δισ. δολαρίων (εκτίμηση 2018). Και ενώ από την άποψη του διμερούς εμπορίου ο κύριος όγκος των τουρκικών εξαγωγών απορροφάται από την ΕΕ και δη τις μεγάλες αγορές αυτής, σε επίπεδο επενδύσεων και υλοποίησης τεχνικών έργων, ένας «φυσικός χώρος» επέκτασης της Τουρκίας -εκτός, βέβαια, από τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, που αποτελούσαν κάποτε μέρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας- είναι η Κεντρική Ασία [1][2][3][4]. Tόσο η Ρωσική Ομοσπονδία (παλιά μητρόπολη και φυσικός ηγέτης της περιοχής, σύμφωνα και με το γεωπολιτικό της δόγμα περί «εγγύς εξωτερικού»), όσο και η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, με τις τεράστιες οικονομικές και δη επενδυτικές προοπτικές της, ερίζουν για την πρωτοκαθεδρία. Ο πακτωλός κινεζικών επενδυτικών κεφαλαίων αποδεικνύεται ασυγκράτητος, ακόμη και στην ίδια την… Σιβηρία, που εξακολουθεί να είναι ρωσικό έδαφος. Ως «σφήνα» ανάμεσα σε αυτούς τους δύο γίγαντες της περιοχής επιχειρεί να παρεμβληθεί η Τουρκία, με αξιοσημείωτα μέχρι στιγμής αποτελέσματα.
Πέντε από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες της περιοχής, ήτοι το αχανές Καζακστάν, το καυκάσιο Αζερμπαϊτζάν, το Ουζμπεκιστάν, το Τουρκμενιστάν και η Κιργισία αποτελούν πεδίο μιας πρωτοφανούς οικονομικής -και όχι μόνο- διείσδυσης εκ μέρους της Τουρκίας, η οποία ομολογήθηκε αμέσως μετά τα γεγονότα του Δεκεμβρίου 1991. Το επιχειρηματικό δαιμόνιο των Τούρκων οικονομικών παραγόντων, σε συνδυασμό με την αμέριστη κρατική υποστήριξη μιας κεντρικής κυβέρνησης η οποία παραδοσιακά διακρινόταν για τον στρατηγικό σχεδιασμό της, απέδωσαν θαύματα. Αρκεί να μελετήσει κανείς το πασίγνωστο πλέον και στην Ελλάδα βιβλίο του ακαδημαϊκού και πολιτικού A.Davutoğlu «Στρατηγικό Βάθος» (Stratejik Derinlik, 2001), το οποίο αναδεικνύει, με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο, τον σημαίνοντα ρόλο που διαδραματίζει για την Υψηλή Στρατηγική (Grand Strategy) της σύγχρονης Τουρκίας όλη αυτή η ευρασιατική ενδοχώρα στα ανατολικά της. 27 χρόνια μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, ολόκληρη η Κεντρική Ασία, εκτεινόμενη από τον Νότιο Καύκασο και την Κασπία Θάλασσα μέχρι την οροσειρά του Αλτάι, σχεδόν τρεισήμισι χιλιάδες χιλιόμετρα ανατολικότερα, αποτελεί «ζωτικό χώρο» συμφερόντων της Τουρκίας. Μάλιστα, η τουρκική στροφή προς την καρδιά της Ευρασίας δεν είναι, κατ’ ανάγκη, αλληλοαποκλειόμενη με την ευρωπαϊκή της πορεία – αντίθετα μάλιστα: «Όσο πιο πολύ τεντώνουμε την χορδή του τόξου προς την Ασία, τόσο πιο μακριά θα μπορέσουμε να ρίξουμε το βέλος προς την Ευρώπη», γράφει ο Davutoğlu στο προαναφερθέν έργο.
Το «αφήγημα» επί του οποίου η Τουρκία στήριξε την οικοδόμηση της συνεργασίας ήταν η τουρκοφωνία, επομένως οι «κοινοί» -σε ποιον τελικά βαθμό, μικρή σημασία έχει- εθνοτικοί, πολιτιστικοί και ιστορικοί δεσμοί μεταξύ όλων αυτών των λαών (ουσιαστικά μια από τις πολλές κατά καιρούς εκδοχές του Παντουρκισμού) [5]. O όρος ο οποίος μέχρι και σήμερα χρησιμοποιούν όλοι σχεδόν οι Τούρκοι ακαδημαϊκοί και αξιωματούχοι για τα κράτη αυτά είναι «Οι τουρκικές δημοκρατίες», ενώ ο πρώην πρόεδρος Gul, όταν υπέγραψε την διακήρυξη του Ναχιτσεβάν το 2009 (βλ. παρακάτω), δήλωσε: «Είμαστε μεν έξι κράτη, αλλά ένα έθνος». Στην βάση του συγκεκριμένου κριτηρίου προσέγγισης, μόνον η ορεινή Δημοκρατία του Τατζικιστάν δεν θα μπορούσε να συμπεριληφθεί, καθώς ειδικά οι Τατζίκοι είναι μη τουρκογενής λαός, με την γλώσσα τους να αποτελεί παραλλαγή της περσικής (φαρσί). Ήδη από το 1992, λοιπόν, επί προεδρίας του Τ. Ozal, δρομολογήθηκαν πολυμερείς Σύνοδοι Κορυφής μεταξύ των συγκεκριμένων χωρών, ενώ παράλληλα, σε διμερές επίπεδο, οι επίσημες επισκέψεις Τούρκων ηγετών στις πρωτεύουσες της περιοχής ήταν πάρα πολύ συχνές [6]. Το 1993, το τουρκικό Υπουργείο Πολιτισμού πρωτοστάτησε στην ίδρυση της διεθνούς οργάνωσης TÜRKSOY (International Organization of Turkic Culture), με στόχο την πολιτιστική καταρχήν συνεργασία [7]. Γενικός Γραμματέας αυτής από το 2008 είναι ο Καζάκος Kasseinov, ενώ με καθεστώς παρατηρητή συμμετέχει και το ψευδοκράτος της Βόρειας Κύπρου [8].
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι μεν ΗΠΑ την εποχή της διακυβέρνησης Clinton συνέδραμαν την Τουρκία στην εν λόγω απόπειρα διείσδυσης, ενώ, αντίθετα, η Ρωσική Ομοσπονδία (επί ημερών του ανίσχυρου από πολλές απόψεις B. Yeltsin) ήταν μεν ενοχλημένη, αλλά δεν μπορούσε να κάνει και πολλά πράγματα. Εντούτοις, αυτήν την αρχική φάση ευφορίας και υπεραισιοδοξίας για την Τουρκία, η οποία διήρκεσε λίγα μόνον έτη μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990, την διαδέχτηκε μια μάλλον ανώμαλη προσγείωση: «Δεν αποσχιστήκαμε από την Ρωσία μόνο και μόνο για να αντικαταστήσουμε τον ένα μεγάλο αδελφό με άλλο», είπε χαρακτηριστικά κάποια στιγμή ο Nazarbayev. Επιπλέον, ειδικά ως προς το Καζακστάν, η ισχυρή ρωσική μειονότητα των 4 εκατ. Ρώσων δεν ήθελε να ακούει παντουρκικά αφηγήματα.
H Άγκυρα δεν άργησε να αντιληφθεί ότι το όλο «αφήγημα» των τουρκογενών λαών δεν επαρκεί για να της προσδώσει προνομιακή σχέση με την περιοχή. Το άκρως αποκαλυπτικό άρθρο του Davutoğlu «Προς ένα κοινό μέλλον», που δημοσιεύτηκε στην δεξαμενή σκέψης SAM όταν ακόμη ήταν Υπουργός Εξωτερικών (Ιανουάριος 2013), αναγνωρίζει την ανάγκη μετάβασης από τον πρότερο συναισθηματισμό προς τον ορθολογισμό, στην βάση του σεβασμού των επί μέρους εθνικών ταυτοτήτων [9]. Αλληλεγγύη και αλληλοκατανόηση αποτελούν τις αρχές της νέας σχέσης, σύμφωνα με την οπτική του Davutoğlu. Ήδη λοιπόν από τη δεκαετία του 2000 και μολονότι το «αφήγημα» του ωμού Παντουρκισμού δεν εγκαταλείφθηκε, ακολούθησε η φάση του πραγματιστικού επαναπροσδιορισμού της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, με έμφαση στην οικονομική διπλωματία: Επιφανείς Τούρκοι επιχειρηματίες ενθαρρύνθηκαν από την Άγκυρα να στραφούν άμεσα στην Ανατολή με πολύτιμη αρωγή εκ μέρους της αρμόδιας υπηρεσίας εξωστρέφειας (ΤΙΚΑ), ενώ η -επίσης κρατική- τράπεζα ΕΧΙΜΒΑΝΚ χορήγησε πιστώσεις στα μετασοβιετικά κράτη, καίτοι με μάλλον υψηλά επιτόκια. Ο τίτλος μιας ανάλυσης του πρακτορείου Reuters το 2010 ήταν αποκαλυπτικός: «Οι τίγρεις της Ανατολίας πηγαίνουν εκεί που τις οδηγεί η διπλωματία της Τουρκίας» [10].
Επί ημερών Erdogan, τα τελευταία 15 έτη, η de facto οικονομική σχέση της Τουρκίας με το Αζερμπαϊτζάν και τις χώρες της Κεντρικής Ασίας απέκτησε και θεσμικό ή διακρατικό μανδύα. Αποκορύφωμα όλων αυτών των ενεργειών αποτέλεσε η σύσταση, τον Οκτώβριο του 2009, του Συμβουλίου Συνεργασίας Τουρκόφωνων Κρατών (Cooperation Council of Turkic Speaking States ή πιο επιγραμματικά Turkic Council), ενός διεθνούς οργανισμού ελάχιστα γνωστού στην Ελλάδα. Η σχετική απόφαση, μάλιστα, ελήφθη στις 3/10/2009 κατά την 9η Σύνοδο Κορυφής των τουρκόφωνων κρατών στο ορεινό Ναχιτσεβάν, περίκλειστο θύλακα του Αζερμπαϊτζάν μεταξύ Ιράν και Αρμενίας και ιστορική κοιτίδα της δυναστείας Aliyev [11]. Η σπουδαιότητα της σχετικής απόφασης έγκειται στο γεγονός ότι οι συμβαλλόμενες χώρες βλέπουν την σταθερότητά τους και τα οικονομικά-πολιτιστικά τους συμφέροντα να είναι αλληλένδετα, άρα θα εφαρμόσουν τον απαραίτητο σχεδιασμό επί της συγκεκριμένης «πλατφόρμας» διακρατικής συνεργασίας, παρατηρεί λίγα χρόνια μετά ο Davutoğlu [12].
Ιδρυτικά κράτη-μέλη του Συμβουλίου Συνεργασίας είναι τέσσερα: Η Τουρκία, το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν και η Κιργισία. Το Ουζμπεκιστάν είναι αρκετά πιθανόν να προσχωρήσει και αυτό στο άμεσο μέλλον, σύμφωνα με δήλωση του προέδρου του, Shavkat Mirziyoyev προς τον Τύπο στις 30/4/2018, ενώ το Τουρκμενιστάν δύσκολα θα το πράξει, λόγω της παραδοσιακής του πολιτικής περί ουδετερότητας. Πάντως, και οι δύο αυτές χώρες διατηρούν σήμερα καθεστώς παρατηρητή (observer status), όπως άλλωστε, από τις αρχές του 2018, και η κεντροευρωπαϊκή… Ουγγαρία, που είναι επίσης πλήρες μέλος της Ε.Ε. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του τουρκικού ΥΠΕΞ, εκπεφρασμένος στόχος (mission statement) του εν λόγω Οργανισμού είναι: «Επωφελούμενος από τις ιστορικές και πολιτισμικές συσσωματώσεις του Τουρκικού κόσμου, να αναπτύξει την πολυμερή συνεργασία μεταξύ των τουρκόφωνων Κρατών» [13]. Η Γραμματεία του Οργανισμού ξεκίνησε τη λειτουργία της τον Νοέμβριο του 2010 με έδρα την Κωνσταντινούπολη και επικεφαλής τον Τούρκο πρέσβυ κ. Akinci. Τον Σεπτέμβριο του 2014, ο Akinci αντικαταστάθηκε από τον -ηλικίας μόλις 36 ετών τότε- Αζέρο κ. Hasanov. Αυτός παρέμεινε Γραμματέας μέχρι το Σεπτέμβριο του 2018, οπότε τον διαδέχτηκε ο Καζάκος διπλωμάτης (πρώην πρέσβυς σε Ριάντ, Άγκυρα και Τεχεράνη) κ. Amreyev, ο οποίος είχε ξεκινήσει την καριέρα του στο… σοβιετικό ΥΠΕΞ το 1980.
Αθροιστικά, τα τέσσερα πλήρη μέλη του Συμβουλίου Συνεργασίας καλύπτουν έκταση 3,8 εκατ. τετρ. χιλιόμετρα ή ίση με 29 φορές την επικράτεια της Ελλάδας, έχουν πληθυσμό σχεδόν 115 εκατ. κατοίκους και ονομαστικό ΑΕΠ σχεδόν 1,3 τρισ. δολάρια (εκτίμηση 2017). Ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το 2017 πρώτη ήταν η Τουρκία (10.400 $/κάτοικο), δεύτερο το πλούσιο σε υδρογονάνθρακες Καζακστάν (8.600 $), το οποίο αναμένεται να την φτάσει στις αρχές της δεκαετίας του 2020, αρκετά πιο πίσω βρισκόταν το Αζερμπαϊτζάν (4.000 $) και, τέλος, στην «τρίτη ταχύτητα» η φτωχή Κιργισία (156η πλουσιότερη χώρα στον κόσμο σήμερα με μόλις 1.140 δολάρια/κάτοικο). Προς την Κιργισία, σημειωτέον, η Τουρκία έχει χορηγήσει κρατική αναπτυξιακή βοήθεια (ODA) ύψους σχεδόν 1 δισ. δολαρίων. Μέχρι σήμερα, έξι Σύνοδοι Κορυφής του Συμβουλίου Συνεργασίας έχουν λάβει χώρα, με την τελευταία το Σεπτέμβριο του 2018 στην πόλη Cholpon-Ata της Κιργισίας.
Από τα επί μέρους θεσμικά μορφώματα τα οποία εμπίπτουν στην «ομπρέλα» του εν λόγω Οργανισμού, ξεχωρίζουν, κατά την εκτίμησή μας, τα ακόλουθα:
Ακολουθεί μια σύντομη παρουσίαση της τουρκικής παρουσίας στις τρεις εκείνες χώρες όπου έχει καταγραφεί η μεγαλύτερη παρουσία της, ήτοι, κατά σειρά σπουδαιότητας, σε Αζερμπαϊτζάν, σε Τουρκμενιστάν και σε Καζακστάν.
ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΑΖΕΡΜΠΑΪΤΖΑΝ
Λόγω εγγύτητας, η σχέση των δύο είναι πάρα πολύ στενή: Σχεδόν 4.000 τουρκικές επιχειρήσεις συνεργάζονται με το Αζερμπαϊτζάν, με πολλές εξ αυτών να έχουν και φυσική παρουσία στην χώρα (από τις 25.000 αλλοδαπούς εργαζόμενους στο Αζερμπαϊτζάν, 12.000 ή σχεδόν 50% είναι Τούρκοι υπήκοοι), ενώ, από την άλλη, 1.600 αζερικές επιχειρήσεις συνεργάζονται με την Τουρκία. Σε θεσμικό επίπεδο, φορείς όπως το διμερές Επιχειρηματικό Συμβούλιο, Turkey-Azerbaijan Business Council,και ο Επιχειρηματικός Σύνδεσμος, Azerbaijan-Turkey Business Association [17], επιδεικνύουν ιδιαίτερη δραστηριότητα στη σύσφιξη των οικονομικών σχέσεων. Η Τουρκία είναι ο ένας εκ των δύο μεγαλύτερων εξαγωγέων προς το Αζερμπαϊτζάν, μαζί με την Ρωσία, με την οποία παραδοσιακά εναλλάσσεται στην πρώτη θέση: Το «μερίδιο αγοράς» της στο Αζερμπαϊτζάν είναι σταθερά γύρω στο 15% τα τελευταία έτη. Από την άλλη, οι εξαγωγές του Αζερμπαϊτζάν προς Τουρκία υπολείπονται σημαντικά εκείνων προς άλλες χώρες, τόσο στο πετρέλαιο [18], όπου κύρια αγορά είναι η Ιταλία, όσο και στα αγροτικά προϊόντα, που απορροφώνται από την Ρωσία. Ο όγκος εμπορίου (εισαγωγές και εξαγωγές αθροιστικά) μεταξύ των δύο χωρών ανήλθε σε 2,65 δισ. δολάρια το 2017, αυξημένος κατά 14,8% σε σχέση με το 2016.
Στο φυσικό αέριο, ήδη από το 2007 εξάγεται προς Τουρκία η παραγωγή του κύριου αζερικού κοιτάσματος, του «Σαχ Ντενίζ φάση 1», διά μέσου του αγωγού ΒΤΕ (Baku-Tbilisi-Erzerum). Το 2018 ξεκίνησε η εξαγωγή φυσικού αερίου προς Τουρκία και από το «Σαχ Ντενίζ φάση 2», με τον νέο αγωγό αερίου ΤΑΝΑΡ (Trans-Anatolian), που επί του παρόντος φτάνει μέχρι το Εσκί Σεχίρ. Η εξαγόμενη προς Τουρκία ποσότητα θα φτάσει προοδευτικά τα 6 δισ. κ.μ. ετησίως, έναντι περίπου 5 δισ. κ.μ. ετησίως από το Σαχ Ντενίζ φάση 1. Από το 2020 ο ίδιος ακριβώς αγωγός (ΤΑΝΑΡ) θα τροφοδοτεί με αζερικό φυσικό αέριο και την Ελλάδα, συνδεόμενος στον Έβρο με τον αγωγό ΤΑΡ (Trans-Adriatic). Ποσοστό 58% του συνολικού κόστους κατασκευής του ΤΑΝΑΡ επί τουρκικού εδάφους, δηλαδή περίπου 5 δισ. δολάρια, το επωμίστηκε το Αζερμπαϊτζάν και δη η κρατική εταιρεία SOCAR.
Οι ξένες άμεσες επενδύσεις (FDI), καίτοι αμφίδρομες, είναι υψηλότερες στην κατεύθυνση από Αζερμπαϊτζάν προς Τουρκία: Το επενδυμένο κεφάλαιο στην Τουρκία (FDI stock) που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «αζερικών συμφερόντων» είναι 19 δισ. $, από 5-6 δισ. $ που ήταν το 2013. Πλην των αγωγών, το 2008 η SOCAR απέκτησε τον έλεγχο της τουρκικής ΡΕΤΚΙΜ, πραγματοποιώντας τη μεγαλύτερη, έως τότε, εξαγορά στην ιστορία της. Στην Σμύρνη, η SOCAR υλοποίησε ένα κολοσσιαίο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 9 δισ. δολαρίων, με «αιχμή του δόρατος» το διυλιστήριο Star και έναν μεγάλο λιμένα εμπορευματοκιβωτίων. H κατασκευή του Star έλαβε χώρα την περίοδο 2011-2018 και εγκαινιάστηκε από τους δύο προέδρους τον περασμένο Οκτώβριο.
Η μεγαλύτερη ναυτιλιακή εταιρεία της Τουρκίας είναι η Palmali του Αζέρου M. Mansimov. Ο ίδιος έχει κατασκευάσει, στην Αλικαρνασσό, το υπερπολυτελές θέρετρο Palmarina. Γενικά, οι μεγάλες επενδύσεις των Αζέρων στην Τουρκία εκφράζουν την στόχευση -πάρα πολύ έξυπνη, κατά την προσωπική μου αντίληψη- της ανώτατης ηγεσίας τους όπως δημιουργηθεί, στο βαθμό του δυνατού, μια σχέση δομικής αλληλεξάρτησης με τον «Μεγάλο Αδελφό», ούτως ώστε ο τελευταίος να τους υπολογίζει περισσότερο. Από την άλλη, το τουρκικών συμφερόντων επενδυμένο κεφάλαιο στο Αζερμπαϊτζάν εκτιμάται σε 6 - 7 δισ. $, με σημαντική εξέλιξη το 2015 την αύξηση της συμμετοχής της κρατικής εταιρείας ΤΡΑΟ επί της διεθνούς κοινοπραξίας Σαχ Ντενίζ από το 9% στο 19% -μέσω της εξαγοράς αντίστοιχου μεριδίου της γαλλικής TOTAL- η οποία κόστισε περί το 1,5 δισ. δολάρια. Η ΤΡΑΟ, σημειωτέον, κατέχει ποσοστό 6,75% και επί της διεθνούς κοινοπραξίας του γιγαντιαίου κοιτάσματος πετρελαίου Azeri–Chirag–Guneshli, που από το 1997 έχει παράξει πάνω από 3,5 δισ. βαρέλια.
Στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, στο Αζερμπαϊτζάν δραστηριοποιούνται τουρκικές τράπεζες όπως η Yapi Kredi Bank, η Azer-Turk Commercial Bank και η Ziraat Bank Azerbaijan. Το 2010, συστάθηκε στο Μπακού η AZER-INTELTEK, θυγατρική εταιρεία της τουρκικής INTELTEK, που με την σειρά της ανήκει κατά 50% στην ΙΝΤΡΑΛΟΤ Α.Ε. και κατά 50% στην Turkcell. Μέχρι σήμερα, η AZER-INTELTEK κατέχει πλειοψηφικό μερίδιο επί του αζερικού µονοπωλίου στο αθλητικό παίγνιο-στοίχηµα, γνωστού µε την εμπορική επωνυμία ΤΟΡΑΖ και ο ετήσιος τζίρος της πλησιάζει τα 200 εκατ. ευρώ. Ομοίως η δεύτερη σε μέγεθος εταιρεία κινητής τηλεφωνίας του Αζερμπαϊτζάν, Bakcell, είναι θυγατρική της Turkcell. Πολλά είναι τα τουρκικών συμφερόντων εστιατόρια και σουπερμάρκετ, ιδίως στο Μπακού, ενώ στον τουρισμό η αλυσίδα ξενοδοχείων Rixos (βλ. παρακάτω) διαχειρίζεται δύο μονάδες, αζερικής όμως ιδιοκτησίας.
Στον τομέα των κατασκευών δημόσιων και ιδιωτικών έργων, οι τουρκικές εταιρείες κυριαρχούν στο Αζερμπαϊτζάν, αναλαμβάνοντας ό,τι δεν μπορούν να κατασκευάσουν οι ίδιοι οι Αζέροι. Αναφέρουμε ενδεικτικά τον γιγαντιαίο τερματικό σταθμό πετρελαίου και αερίου Σανγκατσάλ, το Ολυμπιακό στάδιο του Μπακού που φιλοξένησε τους Ευρωπαϊκούς Αγώνες του 2015, τον νέο ουρανοξύστη της SOCAR και το εσωτερικό δίκτυο ενέργειας. Ο πιο δυνατός Τούρκος «παίκτης» στο Αζερμπαϊτζάν, ο οποίος έχει κατασκευάσει τα παραπάνω παραδείγματα, είναι η τεχνική εταιρεία TEKFEN, είτε δρώντας αυτοτελώς είτε μέσω της ιδρυθείσας, το 1996, AZFEN, στην οποία συμμετέχει και η SOCAR.
Στο τέλος του 2017, δρομολογήθηκε η ταχεία σιδηροδρομική σύνδεση Baku-Tbilisi-Kars (BTK) μετά από μια ολόκληρη δεκαετία υλοποίησης. Με μήκος 826 χιλιόμετρα, αποτελεί πλέον βασικό συστατικό στοιχείο του «Νέου Δρόμου του Μεταξιού» (New Silk Road) και φέρνει ακόμη πιο κοντά τις δύο χώρες. Σε πρώτη φάση, εξυπηρετεί μόνον εμπορευματικές μεταφορές, αλλά το 2019 αναμένεται να ακολουθήσουν και κλινάμαξες. Αυτή η νέα γραμμή θα αυξήσει σημαντικά την κίνηση αγαθών, αλλά και προσώπων, από την Ασία προς την Ευρώπη: Ο όγκος μεταφοράς εμπορευμάτων διά μέσου του ΒΤΚ προβλέπεται να ανέλθει σταδιακά σε 17 εκατ. τόνους ετησίως και σε 3 εκατ. επιβάτες ετησίως. Τέλος, χάρη και στους εθνικούς αερομεταφορείς THY και AZAL, και δευτερευόντως στις «low cost» αεροπορικές εταιρείες Pegasus και Buta Airways, αντίστοιχα, η Τουρκία αποτελεί σταθερά τον αγαπημένο τουριστικό προορισμό των Αζέρων για αεροπορικά ταξίδια στο εξωτερικό, ακόμη και σε υποκατηγορίες όπως ο ιατρικός τουρισμός. Ποσοστό 11,5% επί των 2,7 εκατ. αλλοδαπών αφίξεων στο Αζερμπαϊτζάν το 2017 αντιστοιχούσε σε Τούρκους υπηκόους, γεγονός που φέρνει την Τουρκία στην τέταρτη θέση μεταξύ των επισκεπτών της Καυκάσιας χώρας, μετά από Ρωσία, Γεωργία και Ιράν. Στην ουσία, όμως, η Τουρκία είναι πρώτη, καθώς από τις άλλες τρεις-όμορες- χώρες πρόκειται, ιδίως, για Αζέρους της διασποράς.
ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΜΕΝΙΣΤΑΝ
Όπως είχαμε γράψει παλαιότερα [19], αυτή η σχεδόν άγνωστη στην Δύση χώρα διαθέτει τα τέταρτα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου στον κόσμο (17,5 τρισ. κυβικά μέτρα), πίσω μόνο από το Ιράν, την Ρωσία και το Κατάρ. Η σημασία της, επομένως, είναι βαρύνουσα, ειδικά στα διεθνή ενεργειακά δρώμενα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, φυσικά, το γεγονός ότι Τουρκία υπήρξε η πρώτη χώρα παγκοσμίως η οποία αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Τουρκμενιστάν -ήδη δύο μήνες πριν από την τυπική διάλυση της ΕΣΣΔ, στις 27/10/1991- και, επίσης, η πρώτη χώρα που άνοιξε πρεσβεία στο Ασγκαμπάτ.
Μολονότι οι τουρκικές εξαγωγές προς Τουρκμενιστάν υποχώρησαν το 2017 στα επίπεδα του 1,04 δισ. δολαρίων, δηλαδή πολύ πιο κάτω από το ιστορικό υψηλό των 2,23 δισ. δολάρια (2014), παραμένουν αξιόλογες σε μια αγορά 5 εκατ. κατοίκων και σχετικά χαμηλού εισοδήματος. Στις κατασκευές, όμως, η Τουρκία κυριολεκτικά διαπρέπει: Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή εάν ισχυριζόταν κανείς ότι το μισό από το σύγχρονο -μετά το 1991- Τουρκμενιστάν το έχουν κτίσει Τούρκοι. Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του τουρκικού ΥΠΕΞ, οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες έχουν ήδη υλοποιήσει μέχρι σήμερα πάνω από 1.400 τεχνικά έργα παντός είδους, συνολικής αξίας 48 δισ.. $ Η τουρκική παροικία στο Τουρκμενιστάν (μια χώρα εξαιρετικά «κλειστή» στον έξω κόσμο, που εκδίδει ετησίως μόλις 1.000–1.500 θεωρήσεις σε αλλοδαπούς) αριθμεί περίπου 10.000 άτομα [20]. Οι ετησίως 200.000 Τουρκμένοι επισκέπτες στην Τουρκία την καθιστούν έναν εξαιρετικά δημοφιλή τουριστικό προορισμό, με τη βοήθεια, βεβαίως, και των Τουρκικών Αερογραμμών (THY) [21].
Ο επιχειρηματίας εκείνος που «άνοιξε» την τουρκμένικη αγορά ήταν ο μεγιστάνας της κλωστοϋφαντουργίας Ahmet Çalık, ιδιοκτήτης της Çalık Holding (στην οποία, σημειωτέον, εργαζόταν από το 1999 έως το 2013 ο γαμπρός του Τούρκου προέδρου κ. Erdoğan και νυν κορυφαίος υπουργός, κ. Berat Albayrak). Πρόκειται για αξιοσημείωτο εταιρικό όμιλο με διεθνή παρουσία σε 22 χώρες σήμερα και 37.000 εργαζόμενους, ο οποίος προοδευτικά επεκτάθηκε και σε άλλους κλάδους, όπως οι τράπεζες και η ενέργεια. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, λοιπόν, ο κ. Çalık μετέβη στο Τουρκμενιστάν προκειμένου να επενδύσει σε ένα εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας και κατέστη προσωπικός φίλος του ιστορικού ηγέτη της χώρας, του περίφημου Saparmurat Niyazov (1940-2006). Ο τελευταίος, μάλιστα, τον έχρισε τελικά… υπουργό της κυβέρνησής του, μια τιμή ασφαλώς πρωτοφανής για ξένο υπήκοο. Έκτοτε, η Çalık Holding υλοποίησε πάνω από 120 σημαντικά έργα σε ολόκληρη την χώρα, συμπεριλαμβανομένων οκτώ μεγάλων θερμοηλεκτρικών σταθμών. «Οι τουρκικές εταιρείες διαδραμάτισαν μεγάλο και θετικό ρόλο σε αυτές τις χώρες, οι οποίες επιτέλεσαν έκτοτε σημαντική πρόοδο – Ευχαριστούμε τις κυβερνήσεις τους για την εμπιστοσύνη που μας έδειξαν», δήλωσε το 2010 ο κ. Çalık στο πρακτορείο Reuters [22].
Ο μεγαλύτερος -ουσιαστικά ο μοναδικός- λιμένας του Τουρκμενιστάν σε ολόκληρη την Κασπία είναι το Τουρκμενμπάσι, το οποίο έλαβε την σημερινή ονομασία του το 1993 από τον προαναφερθέντα πρόεδρο Niyazov και σημαίνει «Ηγέτης όλων των Τουρκμένων» (αυτός ήταν ο τίτλος τον οποίο είχε προσδώσει στον εαυτό του). Σε συνδυασμό με τον νέο λιμένα του Μπακού στο Αλάτ, μόλις 180 ναυτικά μίλια δυτικότερα, το Τουρκμενμπάσι φιλοδοξεί να διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο διαμετακόμισης αγαθών στον «Νέο Δρόμο του Μεταξιού». Η αναβάθμιση του εν λόγω λιμένα, ένα κολοσσιαίο έργο ύψους δύο δισ. δολαρίων, έλαβε χώρα την περίοδο 2013-2018 με βασικό ανάδοχο την κατασκευαστική εταιρεία GAP του ομίλου Çalık. Ο εν λόγω λιμένας θεωρείται στρατηγικής σημασίας και για το Αφγανιστάν, που προσπαθεί πλέον να επικοινωνήσει με τη Δύση μέσω ενός μεταφορικού διαδρόμου υπό την ονομασία «Lapis Lazuli» (Τουρκμενιστάν-Κασπία-Τουρκία). Το 2014, η χώρα ενεργοποίησε εκ νέου τη συμμετοχή της στη σύμβαση διεθνών μεταφορών TIR/Transport International Routier και, το Δεκέμβριο του 2018, έστειλε πιλοτικά τα πρώτα εννέα φορτηγά αυτοκίνητα στην Τουρκία [23].
To 2014, το Τουρκμενιστάν δρομολόγησε την κατασκευή ενός από τα μεγαλύτερα εργοστάσια GTL (gas to liquids) στον κόσμο, κόστους 1,7 δισ. δολαρίων, που ολοκληρώθηκε τελικά στο τέλος του 2018. Από την επεξεργασία 1,8 δισ. κυβ. μέτρων φυσικού αερίου ετησίως, θα παράγει 600.000 τόνους βενζίνη των 92 οκτανίων. Οι τρεις κύριοι επενδυτές πίσω από το πρότζεκτ ήταν η TurkmenGas, η ιαπωνική Kawasaki Heavy Industries και η τουρκική Rönesans Türkmen. Η μητρική εταιρεία της τελευταίας, Rönesans Holding, ιδρύθηκε το 1993 και ανήκει στον 50χρονο σήμερα μεγιστάνα Erman Ilicak [24]. Σε λιγότερο από 25 χρόνια ύπαρξης, η τουρκική «Αναγέννηση» κατάφερε να εξελιχθεί σε μια από τις πιο εξωστρεφείς κατασκευαστικές εταιρείες της Τουρκίας –και όχι μόνο: Είναι σήμερα η 38η μεγαλύτερη στον κόσμο και η 10η στην Ευρώπη μεταξύ των κατασκευαστικών, με ίδια κεφάλαια 6,5 δισ. $, ετήσιο κύκλο εργασιών 3,5 δισ. $ και 67.000 εργαζόμενους. Δραστηριοποιείται ήδη δυναμικά σε 20 χώρες παγκοσμίως εκτός Τουρκίας, με έμφαση στην ΚΑΚ (μόλις έχει κατασκευάσει και τα δύο ψηλότερα κτίρια ολόκληρης της Ευρώπης, σε Μόσχα και Αγία Πετρούπολη).
Στο πάγιο ενδιαφέρον της Τουρκίας υπέρ του προτεινόμενου «Διακασπιακού Αγωγού» μεταφοράς φυσικού αερίου (Trans-Caspian Pipeline) από το Τουρκμενιστάν προς την Δύση έχουμε αναφερθεί και στο παρελθόν. Υπενθυμίζουμε ότι ήδη από το 1998 έχει υπογραφεί Διακρατική Συμφωνία Τουρκίας-Τουρκμενιστάν για την κατασκευή του, ενώ το 2015 η Διακήρυξη του Ασγκαμπάτ συνέστησε τετραμερή Ομάδα Εργασίας (Τουρκία, Αζερμπαϊτζάν, Τουρκμενιστάν, ΕΕ) σε επίπεδο υφυπουργών για την προώθησή του [25]. Μολονότι οι δυσκολίες -τεχνικές, οικονομικές και γεωπολιτικές- παραμένουν, η πρόσφατη υπογραφή, τον Αύγουστο του 2018, της διεθνούς Σύμβασης για το Νομικό Καθεστώς της Κασπίας στο Ακτάου, αυξάνει κάπως τις πιθανότητες να υλοποιηθεί. Σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι ο μεγαλύτερος ξένος «παίκτης» στον ενεργειακό κλάδο του Τουρκμενιστάν είναι η China National Petroleum Corporation, η οποία ελέγχει σε μεγάλο βαθμό και την παραγωγή (upstream) και τις εξαγωγικές οδεύσεις αγωγών (midstream).
ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΚΑΖΑΚΣΤΑΝ
Τουλάχιστον 600 τουρκικών συμφερόντων εταιρείες δραστηριοποιούνται σήμερα στο Καζακστάν σε όλους τους κλάδους, από τον χρηματοπιστωτικό μέχρι την εστίαση. Οι κατασκευές, πάντως, αποτελούν τον κατεξοχήν προνομιακό κλάδο δραστηριοποίησης της Τουρκίας και στο Καζακστάν εδώ και 25 περίπου χρόνια, αν και τα τεχνικά έργα που έχει υλοποιήσει μέχρι σήμερα -αξίας περίπου 21 δισ. δολαρίων σύμφωνα με το τουρκικό ΥΠΕΞ- παραμένουν λιγότερα από εκείνα που υλοποιήθηκαν στο Τουρκμενιστάν. Ο H.Ayan ήταν ένας από τους πρώτους Τούρκους επιχειρηματίες που αφίχθη στην -τότε- καζακική πρωτεύουσα Αλμάτυ (γνωστής ως Άλμα-Ατά επί σοβιετικής περιόδου), ήδη από το 1992, ακριβώς μια δεκαετία αφότου είχε ιδρύσει την Ahsel Group. Ξεκινώντας από την ανέγερση του Intercontinental Hotel Almaty, που ολοκληρώθηκε το 1996, ο εν λόγω κατασκευαστικός όμιλος επρόκειτο να μεγαλουργήσει τα επόμενα χρόνια, ιδίως, δε, σε σχέση με την οικοδόμηση της νέας πρωτεύουσας Αστάνα όπου μεταφέρθηκε η κυβέρνηση το 1998. Μεταξύ των πάρα πολλών πρότζεκτ που υλοποίησε ξεχωρίζουν το Κοινοβούλιο, η Εθνική Βιβλιοθήκη, το 22 ορόφων Επιχειρηματικό Κέντρο, ο Πύργος Τηλεπικοινωνιών και, πίσω στην Αλμάτυ, το μεγαλύτερο συγκρότημα δημόσιων κατοικιών σε ολόκληρη την χώρα (Ahsel KENT) με συνολικά 6.844 διαμερίσματα. Κάποια εποχή, λέγεται ότι ο όμιλος Ahsel απασχολούσε μόνο στο Καζακστάν 6.000 άτομα.
Όμως όλα τα παραπάνω επιτεύγματα της Ahsel ωχριούν μπροστά σε εκείνα ενός άλλου, ακόμη μεγαλύτερου τιτάνα, της Sembol Construction, ιδιοκτησίας του κ. Fettah Tamince. Αυτός ο πανέξυπνος μεν, αμφιλεγόμενος δε επιχειρηματίας, που ξεκίνησε γκιουλενιστής και εξελίχθηκε αργότερα σε ακραιφνή ερντογανικό («τον έβλεπα κάθε βράδυ 3-4 φορές στον ύπνο μου», έχει δηλώσει σε μια περίφημη συνέντευξη το 2014), ήταν μόλις 28 ετών το 2000, όταν ίδρυσε και την Sembol και την αλυσίδα πολυτελών ξενοδοχείων Rixos, που ήδη αριθμεί 27 μονάδες και θα φτάσει τις 40 στο τέλος του 2020. Το πρώτο εξάστερο Rixos στην Αστανά άνοιξε σε χρόνο-ρεκόρ το 2005 μετά από προσωπική παρέμβαση του ίδιου του Καζάκου προέδρου Nazarbayev, ο οποίος έκανε τα πάντα για να επισπευσθούν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες: Αυτός ήταν, άλλωστε, ο όρος που του είχε θέσει ο Tamince για να προχωρήσει. Δικαιολογημένα, επομένως, το ξενοδοχείο αυτό ονομάστηκε Rixos President Astana και το ακολούθησαν άλλα τρία στην χώρα, ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο στο σχήμα «γιούρτας» (η παραδοσιακή σκηνή των Καζάκων νομάδων), το υπερσύγχρονο Πανεπιστήμιο Nazarbayev, το Εθνικό Στάδιο, η Εθνική Όπερα, μεγαλοπρεπή τζαμιά και πολλά ακόμη έργα. Ο ετήσιος κύκλος εργασιών της Sembol, περί το 1,5 δισ. δολάρια, περιλαμβάνει σημαντικότατο χαρτοφυλάκιο στο Καζακστάν, όπου ακόμη έχει να παραδώσει ανολοκλήρωτα έργα αξίας πάνω από 2 δισ. δολάρια.
Προσφάτως, τουρκικοί όμιλοι επιδεικνύουν ζωηρό ενδιαφέρον και για τον πρωτογενή τομέα του Καζακστάν, ο οποίος χρήζει όντως εκσυγχρονισμού από τα παλαιά σοβιετικά πρότυπα. Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ την DAL Investments Holding (κραταιό μηχανολογικό όμιλο που ιδρύθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1985), η οποία πολύ πρόσφατα ανέλαβε να κατασκευάσει ένα υπερσύγχρονο θερμοκήπιο κόστους 500 εκατ. $ στη νότια καζακική επαρχία Τουρκεστάν, καθώς και αποθήκες-ψυγεία. Η σχετική συμφωνία οριστικοποιήθηκε κατά το τελευταίο Διμερές Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας Τουρκίας-Καζακστάν (Άγκυρα, 13/9/2018) στο οποίο συμπροέδρευσαν οι ηγέτες των δύο χωρών. Στα μακροπρόθεσμα σχέδια της DAL στο Καζακστάν συμπεριλαμβάνεται και η κατασκευή ενός τεράστιου εργοστασίου τσιμέντου, παραγωγικής ικανότητας άνω των 1,5 εκ. τόνων ετησίως, αντίστοιχου με τα δύο τα οποία έχει ήδη κατασκευάσει κατά την τελευταία πενταετία στο Ουζμπεκιστάν και, ειδικότερα, σε Jizzakh (2012-2014) και Surkhandaraya (2016-2018) [26]. Τέλος, επίσης στο Καζακστάν η τουρκική ZORLU Holding προχωρεί στην υλοποίηση ηλιακού πάρκου με φωτοβολταϊκά πάνελ κόστους 120 εκατ. δολαρίων.
Μια τόσο μεγάλη σε έκταση χώρα πρέπει να αναπτύξει τις μεταφορικές οδούς της, καθώς ακόμη τα 87.000 χιλιόμετρα ασφαλτοστρωμένων οδών και τα 16.000 χιλιόμετρα σιδηροδρόμων είναι λίγα. Σε επίπεδο συνδυασμένων μεταφορών, λοιπόν, το Καζακστάν προωθεί την σύνδεση «TITR» (Trans Caspian International Transport Route), η οποία διέρχεται από τον -επίσης αναβαθμισμένο- λιμένα του Ακτάου και καταλήγει, μέσω Αζερμπαϊτζάν και Γεωργίας, στην Τουρκία. Ήδη από τις 29/11/2015, μια διετία πριν την ολοκλήρωση της γραμμής ΒΤΚ, το πρώτο φορτίο αναχώρησε από την Κίνα (Lianyungang) και σε 15 μέρες κατέληξε στην Κωνσταντινούπολη, με προτελευταίο σταθμό τον λιμένα Πότι στη Μαύρη Θάλασσα. Σήμερα και χάρη στην γραμμή ΒΤΚ, το ίδιο ταξίδι δεν υπερβαίνει τις 12 μέρες, ενώ στόχος είναι να μειωθεί στο μέλλον σε 10 το πολύ ημέρες.
Η «ΓΕΦΥΡΑ»
Ένας συνδυασμός στρατηγικών συμφερόντων, εθνικής ταυτότητας και, πάνω από όλα ίσως, εύκολης οικονομικής κερδοφορίας ώθησε την Τουρκία προς Ανατολάς [27]. Η κρατική υποστήριξη των Τούρκων επιχειρηματιών μέχρι το ανώτατο δυνατό πολιτικό επίπεδο ήταν αμέριστη και εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την επιτυχία τους, ειδικά σε χώρες όπου οι προσωπικές σχέσεις και διασυνδέσεις (και όχι πάντα τα αμιγώς οικονομικά κριτήρια) παίζουν τον πρώτο ρόλο. Με τον τρόπο αυτό, βέβαια, και η ίδια η τουρκική ηγεσία μπόρεσε να εκκολάψει μια νέα επιχειρηματική ελίτ, η οποία έκτοτε της επέδειξε την δέουσα αφοσίωση… Και πάλι, όμως, η Άγκυρα ουδέποτε κατέστη (αλλά ούτε και πλησίασε καν) αυτό που ήταν μέχρι το 1991 η Μόσχα. Η δομική αλληλεξάρτηση, σε οικονομικό επίπεδο, των νεοπαγών κρατών με το παλιό «κέντρο», μια κληρονομιά της σοβιετικής εποχής που συνεχίστηκε και επί Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να υποκατασταθεί από κάτι εντελώς διαφορετικό, δεδομένης, μάλιστα, της γεωγραφικής απόστασής τους -πλην του Αζερμπαϊτζάν- με την Τουρκία. Ομοίως, η ρωσική γλώσσα αποτελεί ακόμη την lingua franca μιας αχανούς περιοχής από την Βαλτική μέχρι το Βλαδιβοστόκ, και σταθερό σημείο αναφοράς του μετασοβιετικού κόσμου σε επίπεδο ελίτ, ασχέτως της τουρκοφωνίας της πλειοψηφίας.
Για την ακρίβεια, υπάρχουν ακόμη και τουρκογενείς πληθυσμοί, όπως λ.χ. οι Καζάκοι της Αλμάτυ -του σημαντικότερου οικονομικού κέντρου σε ολόκληρη την Κεντρική Ασία- οι οποίοι στην καθημερινή τους ζωή ομιλούν την ρωσική και όχι την τουρκική γλώσσα. Τέλος, ο ίδιος ο περίκλειστος χαρακτήρας όλων των υπό εξέταση χωρών και οι υποτυπώδεις, μέχρι πρότινος, μεταφορικές υποδομές ξηράς, δρουν ανασχετικά στο διεθνές εμπόριο από οποιαδήποτε κατεύθυνση. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η οικονομική επέκταση της Τουρκίας, καίτοι αξιόλογη, είχε εγγενείς περιορισμούς. Με σύνολο εξαγωγών περίπου 4,25 δισ. $ το 2017 στην υπό εξέταση περιοχή (βλ. Πίνακα), συμπεριλαμβανομένου του μη τουρκόφωνου Τατζικιστάν, η Τουρκία είναι μεν ένας μείζων εμπορικός εταίρος, όχι όμως και κυρίαρχος. Διαφορετική είναι η κατάσταση μόνο στις κατασκευές, όπου καμία άλλη χώρα δεν έχτισε ό,τι έχτισε η Τουρκία τα τελευταία 20 έτη, με ύψος συμβολαίων κοντά στα 100 δισ. $.
Υπάρχουν σίγουρα περιθώρια ακόμη μεγαλύτερης ανάπτυξης των σχέσεων στην δεκαετία του 2020 και εφεξής, στο πλαίσιο της προαναφερθείσας πρωτοβουλίας υπό την επωνυμία «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος» και με την βοήθεια πολυμερών χρηματοδοτικών θεσμών όπως λ.χ. η Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων σε Υποδομές (Asian Infrastructure Investment Bank). Αυτή ξεκίνησε να λειτουργεί τον Ιανουάριο του 2016 και συμμετέχουν όλες οι τουρκόφωνες χώρες. Μολονότι αμφότερες οι ανωτέρω πρωτοβουλίες αποσκοπούν στην προώθηση των κινεζικών συμφερόντων, από την αναβάθμιση των υποδομών της Κεντρικής Ασίας θα επωφεληθούν και άλλες χώρες της περιοχής. Μια εξαιρετική μελέτη αζερικής δεξαμενής σκέψης για τις μεταφορές-logistics εντός του Συμβουλίου Συνεργασίας που δημοσιεύτηκε στο τέλος του 2017 [28] καταλήγει ακριβώς σε αυτό το συμπέρασμα. Το μεγάλο «στοίχημα», που απλώς ξεκίνησε με την ολοκλήρωση της σιδηροδρομικής γραμμής ΒΤΚ (2017) και την αναβάθμιση των κασπιακών λιμένων Μπακού, Ακτάου και Τουρκμενμπάσι και συνεχίζεται είναι το εξής: Να μπορέσει να κερδίσει ο διάδρομος Κασπίας-Καυκάσου-Τουρκίας αξιόλογο «μερίδιο αγοράς» έναντι, πρώτον, του Υπερσιβηρικού -που είναι αργός μεν, αλλά οικονομικός- και, δεύτερον, της παράλληλης σιδηροδρομικής γραμμής Δυτική Κίνα-Αστάνα-Εκατερίνενμπουργκ-Μόσχα-Βερολίνο, η οποία παρακάμπτει μεν τη Σιβηρία, όχι όμως και την ευρωπαϊκή Ρωσία. Εφόσον η Τουρκία καταφέρει να τοποθετηθεί ως η κύρια «γέφυρα» χερσαίων μεταφορών ανάμεσα στην Κίνα-Κεντρική Ασία και την Ευρώπη, τότε μοιραία και οι δικές της εμπορικές συναλλαγές με τις τουρκόφωνες δημοκρατίες θα πολλαπλασιαστούν.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
https://www.foreignaffairs.gr/articles/72296/basilis-sitaras/i-toyrkia-kai-oi-xores-tis-kentrikis-asias?page=show
Πέντε από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες της περιοχής, ήτοι το αχανές Καζακστάν, το καυκάσιο Αζερμπαϊτζάν, το Ουζμπεκιστάν, το Τουρκμενιστάν και η Κιργισία αποτελούν πεδίο μιας πρωτοφανούς οικονομικής -και όχι μόνο- διείσδυσης εκ μέρους της Τουρκίας, η οποία ομολογήθηκε αμέσως μετά τα γεγονότα του Δεκεμβρίου 1991. Το επιχειρηματικό δαιμόνιο των Τούρκων οικονομικών παραγόντων, σε συνδυασμό με την αμέριστη κρατική υποστήριξη μιας κεντρικής κυβέρνησης η οποία παραδοσιακά διακρινόταν για τον στρατηγικό σχεδιασμό της, απέδωσαν θαύματα. Αρκεί να μελετήσει κανείς το πασίγνωστο πλέον και στην Ελλάδα βιβλίο του ακαδημαϊκού και πολιτικού A.Davutoğlu «Στρατηγικό Βάθος» (Stratejik Derinlik, 2001), το οποίο αναδεικνύει, με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο, τον σημαίνοντα ρόλο που διαδραματίζει για την Υψηλή Στρατηγική (Grand Strategy) της σύγχρονης Τουρκίας όλη αυτή η ευρασιατική ενδοχώρα στα ανατολικά της. 27 χρόνια μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, ολόκληρη η Κεντρική Ασία, εκτεινόμενη από τον Νότιο Καύκασο και την Κασπία Θάλασσα μέχρι την οροσειρά του Αλτάι, σχεδόν τρεισήμισι χιλιάδες χιλιόμετρα ανατολικότερα, αποτελεί «ζωτικό χώρο» συμφερόντων της Τουρκίας. Μάλιστα, η τουρκική στροφή προς την καρδιά της Ευρασίας δεν είναι, κατ’ ανάγκη, αλληλοαποκλειόμενη με την ευρωπαϊκή της πορεία – αντίθετα μάλιστα: «Όσο πιο πολύ τεντώνουμε την χορδή του τόξου προς την Ασία, τόσο πιο μακριά θα μπορέσουμε να ρίξουμε το βέλος προς την Ευρώπη», γράφει ο Davutoğlu στο προαναφερθέν έργο.
Το «αφήγημα» επί του οποίου η Τουρκία στήριξε την οικοδόμηση της συνεργασίας ήταν η τουρκοφωνία, επομένως οι «κοινοί» -σε ποιον τελικά βαθμό, μικρή σημασία έχει- εθνοτικοί, πολιτιστικοί και ιστορικοί δεσμοί μεταξύ όλων αυτών των λαών (ουσιαστικά μια από τις πολλές κατά καιρούς εκδοχές του Παντουρκισμού) [5]. O όρος ο οποίος μέχρι και σήμερα χρησιμοποιούν όλοι σχεδόν οι Τούρκοι ακαδημαϊκοί και αξιωματούχοι για τα κράτη αυτά είναι «Οι τουρκικές δημοκρατίες», ενώ ο πρώην πρόεδρος Gul, όταν υπέγραψε την διακήρυξη του Ναχιτσεβάν το 2009 (βλ. παρακάτω), δήλωσε: «Είμαστε μεν έξι κράτη, αλλά ένα έθνος». Στην βάση του συγκεκριμένου κριτηρίου προσέγγισης, μόνον η ορεινή Δημοκρατία του Τατζικιστάν δεν θα μπορούσε να συμπεριληφθεί, καθώς ειδικά οι Τατζίκοι είναι μη τουρκογενής λαός, με την γλώσσα τους να αποτελεί παραλλαγή της περσικής (φαρσί). Ήδη από το 1992, λοιπόν, επί προεδρίας του Τ. Ozal, δρομολογήθηκαν πολυμερείς Σύνοδοι Κορυφής μεταξύ των συγκεκριμένων χωρών, ενώ παράλληλα, σε διμερές επίπεδο, οι επίσημες επισκέψεις Τούρκων ηγετών στις πρωτεύουσες της περιοχής ήταν πάρα πολύ συχνές [6]. Το 1993, το τουρκικό Υπουργείο Πολιτισμού πρωτοστάτησε στην ίδρυση της διεθνούς οργάνωσης TÜRKSOY (International Organization of Turkic Culture), με στόχο την πολιτιστική καταρχήν συνεργασία [7]. Γενικός Γραμματέας αυτής από το 2008 είναι ο Καζάκος Kasseinov, ενώ με καθεστώς παρατηρητή συμμετέχει και το ψευδοκράτος της Βόρειας Κύπρου [8].
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι μεν ΗΠΑ την εποχή της διακυβέρνησης Clinton συνέδραμαν την Τουρκία στην εν λόγω απόπειρα διείσδυσης, ενώ, αντίθετα, η Ρωσική Ομοσπονδία (επί ημερών του ανίσχυρου από πολλές απόψεις B. Yeltsin) ήταν μεν ενοχλημένη, αλλά δεν μπορούσε να κάνει και πολλά πράγματα. Εντούτοις, αυτήν την αρχική φάση ευφορίας και υπεραισιοδοξίας για την Τουρκία, η οποία διήρκεσε λίγα μόνον έτη μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990, την διαδέχτηκε μια μάλλον ανώμαλη προσγείωση: «Δεν αποσχιστήκαμε από την Ρωσία μόνο και μόνο για να αντικαταστήσουμε τον ένα μεγάλο αδελφό με άλλο», είπε χαρακτηριστικά κάποια στιγμή ο Nazarbayev. Επιπλέον, ειδικά ως προς το Καζακστάν, η ισχυρή ρωσική μειονότητα των 4 εκατ. Ρώσων δεν ήθελε να ακούει παντουρκικά αφηγήματα.
H Άγκυρα δεν άργησε να αντιληφθεί ότι το όλο «αφήγημα» των τουρκογενών λαών δεν επαρκεί για να της προσδώσει προνομιακή σχέση με την περιοχή. Το άκρως αποκαλυπτικό άρθρο του Davutoğlu «Προς ένα κοινό μέλλον», που δημοσιεύτηκε στην δεξαμενή σκέψης SAM όταν ακόμη ήταν Υπουργός Εξωτερικών (Ιανουάριος 2013), αναγνωρίζει την ανάγκη μετάβασης από τον πρότερο συναισθηματισμό προς τον ορθολογισμό, στην βάση του σεβασμού των επί μέρους εθνικών ταυτοτήτων [9]. Αλληλεγγύη και αλληλοκατανόηση αποτελούν τις αρχές της νέας σχέσης, σύμφωνα με την οπτική του Davutoğlu. Ήδη λοιπόν από τη δεκαετία του 2000 και μολονότι το «αφήγημα» του ωμού Παντουρκισμού δεν εγκαταλείφθηκε, ακολούθησε η φάση του πραγματιστικού επαναπροσδιορισμού της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, με έμφαση στην οικονομική διπλωματία: Επιφανείς Τούρκοι επιχειρηματίες ενθαρρύνθηκαν από την Άγκυρα να στραφούν άμεσα στην Ανατολή με πολύτιμη αρωγή εκ μέρους της αρμόδιας υπηρεσίας εξωστρέφειας (ΤΙΚΑ), ενώ η -επίσης κρατική- τράπεζα ΕΧΙΜΒΑΝΚ χορήγησε πιστώσεις στα μετασοβιετικά κράτη, καίτοι με μάλλον υψηλά επιτόκια. Ο τίτλος μιας ανάλυσης του πρακτορείου Reuters το 2010 ήταν αποκαλυπτικός: «Οι τίγρεις της Ανατολίας πηγαίνουν εκεί που τις οδηγεί η διπλωματία της Τουρκίας» [10].
Επί ημερών Erdogan, τα τελευταία 15 έτη, η de facto οικονομική σχέση της Τουρκίας με το Αζερμπαϊτζάν και τις χώρες της Κεντρικής Ασίας απέκτησε και θεσμικό ή διακρατικό μανδύα. Αποκορύφωμα όλων αυτών των ενεργειών αποτέλεσε η σύσταση, τον Οκτώβριο του 2009, του Συμβουλίου Συνεργασίας Τουρκόφωνων Κρατών (Cooperation Council of Turkic Speaking States ή πιο επιγραμματικά Turkic Council), ενός διεθνούς οργανισμού ελάχιστα γνωστού στην Ελλάδα. Η σχετική απόφαση, μάλιστα, ελήφθη στις 3/10/2009 κατά την 9η Σύνοδο Κορυφής των τουρκόφωνων κρατών στο ορεινό Ναχιτσεβάν, περίκλειστο θύλακα του Αζερμπαϊτζάν μεταξύ Ιράν και Αρμενίας και ιστορική κοιτίδα της δυναστείας Aliyev [11]. Η σπουδαιότητα της σχετικής απόφασης έγκειται στο γεγονός ότι οι συμβαλλόμενες χώρες βλέπουν την σταθερότητά τους και τα οικονομικά-πολιτιστικά τους συμφέροντα να είναι αλληλένδετα, άρα θα εφαρμόσουν τον απαραίτητο σχεδιασμό επί της συγκεκριμένης «πλατφόρμας» διακρατικής συνεργασίας, παρατηρεί λίγα χρόνια μετά ο Davutoğlu [12].
Ιδρυτικά κράτη-μέλη του Συμβουλίου Συνεργασίας είναι τέσσερα: Η Τουρκία, το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν και η Κιργισία. Το Ουζμπεκιστάν είναι αρκετά πιθανόν να προσχωρήσει και αυτό στο άμεσο μέλλον, σύμφωνα με δήλωση του προέδρου του, Shavkat Mirziyoyev προς τον Τύπο στις 30/4/2018, ενώ το Τουρκμενιστάν δύσκολα θα το πράξει, λόγω της παραδοσιακής του πολιτικής περί ουδετερότητας. Πάντως, και οι δύο αυτές χώρες διατηρούν σήμερα καθεστώς παρατηρητή (observer status), όπως άλλωστε, από τις αρχές του 2018, και η κεντροευρωπαϊκή… Ουγγαρία, που είναι επίσης πλήρες μέλος της Ε.Ε. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του τουρκικού ΥΠΕΞ, εκπεφρασμένος στόχος (mission statement) του εν λόγω Οργανισμού είναι: «Επωφελούμενος από τις ιστορικές και πολιτισμικές συσσωματώσεις του Τουρκικού κόσμου, να αναπτύξει την πολυμερή συνεργασία μεταξύ των τουρκόφωνων Κρατών» [13]. Η Γραμματεία του Οργανισμού ξεκίνησε τη λειτουργία της τον Νοέμβριο του 2010 με έδρα την Κωνσταντινούπολη και επικεφαλής τον Τούρκο πρέσβυ κ. Akinci. Τον Σεπτέμβριο του 2014, ο Akinci αντικαταστάθηκε από τον -ηλικίας μόλις 36 ετών τότε- Αζέρο κ. Hasanov. Αυτός παρέμεινε Γραμματέας μέχρι το Σεπτέμβριο του 2018, οπότε τον διαδέχτηκε ο Καζάκος διπλωμάτης (πρώην πρέσβυς σε Ριάντ, Άγκυρα και Τεχεράνη) κ. Amreyev, ο οποίος είχε ξεκινήσει την καριέρα του στο… σοβιετικό ΥΠΕΞ το 1980.
Αθροιστικά, τα τέσσερα πλήρη μέλη του Συμβουλίου Συνεργασίας καλύπτουν έκταση 3,8 εκατ. τετρ. χιλιόμετρα ή ίση με 29 φορές την επικράτεια της Ελλάδας, έχουν πληθυσμό σχεδόν 115 εκατ. κατοίκους και ονομαστικό ΑΕΠ σχεδόν 1,3 τρισ. δολάρια (εκτίμηση 2017). Ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το 2017 πρώτη ήταν η Τουρκία (10.400 $/κάτοικο), δεύτερο το πλούσιο σε υδρογονάνθρακες Καζακστάν (8.600 $), το οποίο αναμένεται να την φτάσει στις αρχές της δεκαετίας του 2020, αρκετά πιο πίσω βρισκόταν το Αζερμπαϊτζάν (4.000 $) και, τέλος, στην «τρίτη ταχύτητα» η φτωχή Κιργισία (156η πλουσιότερη χώρα στον κόσμο σήμερα με μόλις 1.140 δολάρια/κάτοικο). Προς την Κιργισία, σημειωτέον, η Τουρκία έχει χορηγήσει κρατική αναπτυξιακή βοήθεια (ODA) ύψους σχεδόν 1 δισ. δολαρίων. Μέχρι σήμερα, έξι Σύνοδοι Κορυφής του Συμβουλίου Συνεργασίας έχουν λάβει χώρα, με την τελευταία το Σεπτέμβριο του 2018 στην πόλη Cholpon-Ata της Κιργισίας.
Από τα επί μέρους θεσμικά μορφώματα τα οποία εμπίπτουν στην «ομπρέλα» του εν λόγω Οργανισμού, ξεχωρίζουν, κατά την εκτίμησή μας, τα ακόλουθα:
- Πρώτον, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση ή TURKPA (Parliamentary Assembly of Turkic Speaking Countries), με έδρα το Μπακού του Αζερμπαϊτζάν και σύσταση ήδη από το 2008. O μετέπειτα Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου, Hasanov, είχε διατελέσει, από το 2009 ως το 2013, Γραμματέας της TURKPA.
- Δεύτερον, το Τουρκικό Επιχειρηματικό Συμβούλιο (Turkish Business Council), η δημιουργία του οποίου αποφασίστηκε στην Σύνοδο Κορυφής της Αλμάτυ στο τέλος του 2011.
- Τρίτον, η επιστημονικού και ερευνητικού χαρακτήρα Διεθνής Τουρκική Ακαδημία (International Turkic Academy) με έδρα την Αστανά του Καζακστάν. Αυτή ιδρύθηκε το 2010 ως αμιγώς καζακική ιδέα, αλλά, τον Αύγουστο του 2012, στην Σύνοδο Κορυφής των Τουρκόφωνων στο Μπίσεκ, αποφασίστηκε όπως υπαχθεί στο Συμβούλιο Συνεργασίας και έκτοτε κατέστη διεθνής θεσμός [14].
Ακολουθεί μια σύντομη παρουσίαση της τουρκικής παρουσίας στις τρεις εκείνες χώρες όπου έχει καταγραφεί η μεγαλύτερη παρουσία της, ήτοι, κατά σειρά σπουδαιότητας, σε Αζερμπαϊτζάν, σε Τουρκμενιστάν και σε Καζακστάν.
ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΑΖΕΡΜΠΑΪΤΖΑΝ
Λόγω εγγύτητας, η σχέση των δύο είναι πάρα πολύ στενή: Σχεδόν 4.000 τουρκικές επιχειρήσεις συνεργάζονται με το Αζερμπαϊτζάν, με πολλές εξ αυτών να έχουν και φυσική παρουσία στην χώρα (από τις 25.000 αλλοδαπούς εργαζόμενους στο Αζερμπαϊτζάν, 12.000 ή σχεδόν 50% είναι Τούρκοι υπήκοοι), ενώ, από την άλλη, 1.600 αζερικές επιχειρήσεις συνεργάζονται με την Τουρκία. Σε θεσμικό επίπεδο, φορείς όπως το διμερές Επιχειρηματικό Συμβούλιο, Turkey-Azerbaijan Business Council,και ο Επιχειρηματικός Σύνδεσμος, Azerbaijan-Turkey Business Association [17], επιδεικνύουν ιδιαίτερη δραστηριότητα στη σύσφιξη των οικονομικών σχέσεων. Η Τουρκία είναι ο ένας εκ των δύο μεγαλύτερων εξαγωγέων προς το Αζερμπαϊτζάν, μαζί με την Ρωσία, με την οποία παραδοσιακά εναλλάσσεται στην πρώτη θέση: Το «μερίδιο αγοράς» της στο Αζερμπαϊτζάν είναι σταθερά γύρω στο 15% τα τελευταία έτη. Από την άλλη, οι εξαγωγές του Αζερμπαϊτζάν προς Τουρκία υπολείπονται σημαντικά εκείνων προς άλλες χώρες, τόσο στο πετρέλαιο [18], όπου κύρια αγορά είναι η Ιταλία, όσο και στα αγροτικά προϊόντα, που απορροφώνται από την Ρωσία. Ο όγκος εμπορίου (εισαγωγές και εξαγωγές αθροιστικά) μεταξύ των δύο χωρών ανήλθε σε 2,65 δισ. δολάρια το 2017, αυξημένος κατά 14,8% σε σχέση με το 2016.
Στο φυσικό αέριο, ήδη από το 2007 εξάγεται προς Τουρκία η παραγωγή του κύριου αζερικού κοιτάσματος, του «Σαχ Ντενίζ φάση 1», διά μέσου του αγωγού ΒΤΕ (Baku-Tbilisi-Erzerum). Το 2018 ξεκίνησε η εξαγωγή φυσικού αερίου προς Τουρκία και από το «Σαχ Ντενίζ φάση 2», με τον νέο αγωγό αερίου ΤΑΝΑΡ (Trans-Anatolian), που επί του παρόντος φτάνει μέχρι το Εσκί Σεχίρ. Η εξαγόμενη προς Τουρκία ποσότητα θα φτάσει προοδευτικά τα 6 δισ. κ.μ. ετησίως, έναντι περίπου 5 δισ. κ.μ. ετησίως από το Σαχ Ντενίζ φάση 1. Από το 2020 ο ίδιος ακριβώς αγωγός (ΤΑΝΑΡ) θα τροφοδοτεί με αζερικό φυσικό αέριο και την Ελλάδα, συνδεόμενος στον Έβρο με τον αγωγό ΤΑΡ (Trans-Adriatic). Ποσοστό 58% του συνολικού κόστους κατασκευής του ΤΑΝΑΡ επί τουρκικού εδάφους, δηλαδή περίπου 5 δισ. δολάρια, το επωμίστηκε το Αζερμπαϊτζάν και δη η κρατική εταιρεία SOCAR.
Οι ξένες άμεσες επενδύσεις (FDI), καίτοι αμφίδρομες, είναι υψηλότερες στην κατεύθυνση από Αζερμπαϊτζάν προς Τουρκία: Το επενδυμένο κεφάλαιο στην Τουρκία (FDI stock) που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «αζερικών συμφερόντων» είναι 19 δισ. $, από 5-6 δισ. $ που ήταν το 2013. Πλην των αγωγών, το 2008 η SOCAR απέκτησε τον έλεγχο της τουρκικής ΡΕΤΚΙΜ, πραγματοποιώντας τη μεγαλύτερη, έως τότε, εξαγορά στην ιστορία της. Στην Σμύρνη, η SOCAR υλοποίησε ένα κολοσσιαίο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 9 δισ. δολαρίων, με «αιχμή του δόρατος» το διυλιστήριο Star και έναν μεγάλο λιμένα εμπορευματοκιβωτίων. H κατασκευή του Star έλαβε χώρα την περίοδο 2011-2018 και εγκαινιάστηκε από τους δύο προέδρους τον περασμένο Οκτώβριο.
Η μεγαλύτερη ναυτιλιακή εταιρεία της Τουρκίας είναι η Palmali του Αζέρου M. Mansimov. Ο ίδιος έχει κατασκευάσει, στην Αλικαρνασσό, το υπερπολυτελές θέρετρο Palmarina. Γενικά, οι μεγάλες επενδύσεις των Αζέρων στην Τουρκία εκφράζουν την στόχευση -πάρα πολύ έξυπνη, κατά την προσωπική μου αντίληψη- της ανώτατης ηγεσίας τους όπως δημιουργηθεί, στο βαθμό του δυνατού, μια σχέση δομικής αλληλεξάρτησης με τον «Μεγάλο Αδελφό», ούτως ώστε ο τελευταίος να τους υπολογίζει περισσότερο. Από την άλλη, το τουρκικών συμφερόντων επενδυμένο κεφάλαιο στο Αζερμπαϊτζάν εκτιμάται σε 6 - 7 δισ. $, με σημαντική εξέλιξη το 2015 την αύξηση της συμμετοχής της κρατικής εταιρείας ΤΡΑΟ επί της διεθνούς κοινοπραξίας Σαχ Ντενίζ από το 9% στο 19% -μέσω της εξαγοράς αντίστοιχου μεριδίου της γαλλικής TOTAL- η οποία κόστισε περί το 1,5 δισ. δολάρια. Η ΤΡΑΟ, σημειωτέον, κατέχει ποσοστό 6,75% και επί της διεθνούς κοινοπραξίας του γιγαντιαίου κοιτάσματος πετρελαίου Azeri–Chirag–Guneshli, που από το 1997 έχει παράξει πάνω από 3,5 δισ. βαρέλια.
Στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, στο Αζερμπαϊτζάν δραστηριοποιούνται τουρκικές τράπεζες όπως η Yapi Kredi Bank, η Azer-Turk Commercial Bank και η Ziraat Bank Azerbaijan. Το 2010, συστάθηκε στο Μπακού η AZER-INTELTEK, θυγατρική εταιρεία της τουρκικής INTELTEK, που με την σειρά της ανήκει κατά 50% στην ΙΝΤΡΑΛΟΤ Α.Ε. και κατά 50% στην Turkcell. Μέχρι σήμερα, η AZER-INTELTEK κατέχει πλειοψηφικό μερίδιο επί του αζερικού µονοπωλίου στο αθλητικό παίγνιο-στοίχηµα, γνωστού µε την εμπορική επωνυμία ΤΟΡΑΖ και ο ετήσιος τζίρος της πλησιάζει τα 200 εκατ. ευρώ. Ομοίως η δεύτερη σε μέγεθος εταιρεία κινητής τηλεφωνίας του Αζερμπαϊτζάν, Bakcell, είναι θυγατρική της Turkcell. Πολλά είναι τα τουρκικών συμφερόντων εστιατόρια και σουπερμάρκετ, ιδίως στο Μπακού, ενώ στον τουρισμό η αλυσίδα ξενοδοχείων Rixos (βλ. παρακάτω) διαχειρίζεται δύο μονάδες, αζερικής όμως ιδιοκτησίας.
Στον τομέα των κατασκευών δημόσιων και ιδιωτικών έργων, οι τουρκικές εταιρείες κυριαρχούν στο Αζερμπαϊτζάν, αναλαμβάνοντας ό,τι δεν μπορούν να κατασκευάσουν οι ίδιοι οι Αζέροι. Αναφέρουμε ενδεικτικά τον γιγαντιαίο τερματικό σταθμό πετρελαίου και αερίου Σανγκατσάλ, το Ολυμπιακό στάδιο του Μπακού που φιλοξένησε τους Ευρωπαϊκούς Αγώνες του 2015, τον νέο ουρανοξύστη της SOCAR και το εσωτερικό δίκτυο ενέργειας. Ο πιο δυνατός Τούρκος «παίκτης» στο Αζερμπαϊτζάν, ο οποίος έχει κατασκευάσει τα παραπάνω παραδείγματα, είναι η τεχνική εταιρεία TEKFEN, είτε δρώντας αυτοτελώς είτε μέσω της ιδρυθείσας, το 1996, AZFEN, στην οποία συμμετέχει και η SOCAR.
Στο τέλος του 2017, δρομολογήθηκε η ταχεία σιδηροδρομική σύνδεση Baku-Tbilisi-Kars (BTK) μετά από μια ολόκληρη δεκαετία υλοποίησης. Με μήκος 826 χιλιόμετρα, αποτελεί πλέον βασικό συστατικό στοιχείο του «Νέου Δρόμου του Μεταξιού» (New Silk Road) και φέρνει ακόμη πιο κοντά τις δύο χώρες. Σε πρώτη φάση, εξυπηρετεί μόνον εμπορευματικές μεταφορές, αλλά το 2019 αναμένεται να ακολουθήσουν και κλινάμαξες. Αυτή η νέα γραμμή θα αυξήσει σημαντικά την κίνηση αγαθών, αλλά και προσώπων, από την Ασία προς την Ευρώπη: Ο όγκος μεταφοράς εμπορευμάτων διά μέσου του ΒΤΚ προβλέπεται να ανέλθει σταδιακά σε 17 εκατ. τόνους ετησίως και σε 3 εκατ. επιβάτες ετησίως. Τέλος, χάρη και στους εθνικούς αερομεταφορείς THY και AZAL, και δευτερευόντως στις «low cost» αεροπορικές εταιρείες Pegasus και Buta Airways, αντίστοιχα, η Τουρκία αποτελεί σταθερά τον αγαπημένο τουριστικό προορισμό των Αζέρων για αεροπορικά ταξίδια στο εξωτερικό, ακόμη και σε υποκατηγορίες όπως ο ιατρικός τουρισμός. Ποσοστό 11,5% επί των 2,7 εκατ. αλλοδαπών αφίξεων στο Αζερμπαϊτζάν το 2017 αντιστοιχούσε σε Τούρκους υπηκόους, γεγονός που φέρνει την Τουρκία στην τέταρτη θέση μεταξύ των επισκεπτών της Καυκάσιας χώρας, μετά από Ρωσία, Γεωργία και Ιράν. Στην ουσία, όμως, η Τουρκία είναι πρώτη, καθώς από τις άλλες τρεις-όμορες- χώρες πρόκειται, ιδίως, για Αζέρους της διασποράς.
ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΜΕΝΙΣΤΑΝ
Όπως είχαμε γράψει παλαιότερα [19], αυτή η σχεδόν άγνωστη στην Δύση χώρα διαθέτει τα τέταρτα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου στον κόσμο (17,5 τρισ. κυβικά μέτρα), πίσω μόνο από το Ιράν, την Ρωσία και το Κατάρ. Η σημασία της, επομένως, είναι βαρύνουσα, ειδικά στα διεθνή ενεργειακά δρώμενα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, φυσικά, το γεγονός ότι Τουρκία υπήρξε η πρώτη χώρα παγκοσμίως η οποία αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Τουρκμενιστάν -ήδη δύο μήνες πριν από την τυπική διάλυση της ΕΣΣΔ, στις 27/10/1991- και, επίσης, η πρώτη χώρα που άνοιξε πρεσβεία στο Ασγκαμπάτ.
Μολονότι οι τουρκικές εξαγωγές προς Τουρκμενιστάν υποχώρησαν το 2017 στα επίπεδα του 1,04 δισ. δολαρίων, δηλαδή πολύ πιο κάτω από το ιστορικό υψηλό των 2,23 δισ. δολάρια (2014), παραμένουν αξιόλογες σε μια αγορά 5 εκατ. κατοίκων και σχετικά χαμηλού εισοδήματος. Στις κατασκευές, όμως, η Τουρκία κυριολεκτικά διαπρέπει: Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή εάν ισχυριζόταν κανείς ότι το μισό από το σύγχρονο -μετά το 1991- Τουρκμενιστάν το έχουν κτίσει Τούρκοι. Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του τουρκικού ΥΠΕΞ, οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες έχουν ήδη υλοποιήσει μέχρι σήμερα πάνω από 1.400 τεχνικά έργα παντός είδους, συνολικής αξίας 48 δισ.. $ Η τουρκική παροικία στο Τουρκμενιστάν (μια χώρα εξαιρετικά «κλειστή» στον έξω κόσμο, που εκδίδει ετησίως μόλις 1.000–1.500 θεωρήσεις σε αλλοδαπούς) αριθμεί περίπου 10.000 άτομα [20]. Οι ετησίως 200.000 Τουρκμένοι επισκέπτες στην Τουρκία την καθιστούν έναν εξαιρετικά δημοφιλή τουριστικό προορισμό, με τη βοήθεια, βεβαίως, και των Τουρκικών Αερογραμμών (THY) [21].
Ο επιχειρηματίας εκείνος που «άνοιξε» την τουρκμένικη αγορά ήταν ο μεγιστάνας της κλωστοϋφαντουργίας Ahmet Çalık, ιδιοκτήτης της Çalık Holding (στην οποία, σημειωτέον, εργαζόταν από το 1999 έως το 2013 ο γαμπρός του Τούρκου προέδρου κ. Erdoğan και νυν κορυφαίος υπουργός, κ. Berat Albayrak). Πρόκειται για αξιοσημείωτο εταιρικό όμιλο με διεθνή παρουσία σε 22 χώρες σήμερα και 37.000 εργαζόμενους, ο οποίος προοδευτικά επεκτάθηκε και σε άλλους κλάδους, όπως οι τράπεζες και η ενέργεια. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, λοιπόν, ο κ. Çalık μετέβη στο Τουρκμενιστάν προκειμένου να επενδύσει σε ένα εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας και κατέστη προσωπικός φίλος του ιστορικού ηγέτη της χώρας, του περίφημου Saparmurat Niyazov (1940-2006). Ο τελευταίος, μάλιστα, τον έχρισε τελικά… υπουργό της κυβέρνησής του, μια τιμή ασφαλώς πρωτοφανής για ξένο υπήκοο. Έκτοτε, η Çalık Holding υλοποίησε πάνω από 120 σημαντικά έργα σε ολόκληρη την χώρα, συμπεριλαμβανομένων οκτώ μεγάλων θερμοηλεκτρικών σταθμών. «Οι τουρκικές εταιρείες διαδραμάτισαν μεγάλο και θετικό ρόλο σε αυτές τις χώρες, οι οποίες επιτέλεσαν έκτοτε σημαντική πρόοδο – Ευχαριστούμε τις κυβερνήσεις τους για την εμπιστοσύνη που μας έδειξαν», δήλωσε το 2010 ο κ. Çalık στο πρακτορείο Reuters [22].
Ο μεγαλύτερος -ουσιαστικά ο μοναδικός- λιμένας του Τουρκμενιστάν σε ολόκληρη την Κασπία είναι το Τουρκμενμπάσι, το οποίο έλαβε την σημερινή ονομασία του το 1993 από τον προαναφερθέντα πρόεδρο Niyazov και σημαίνει «Ηγέτης όλων των Τουρκμένων» (αυτός ήταν ο τίτλος τον οποίο είχε προσδώσει στον εαυτό του). Σε συνδυασμό με τον νέο λιμένα του Μπακού στο Αλάτ, μόλις 180 ναυτικά μίλια δυτικότερα, το Τουρκμενμπάσι φιλοδοξεί να διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο διαμετακόμισης αγαθών στον «Νέο Δρόμο του Μεταξιού». Η αναβάθμιση του εν λόγω λιμένα, ένα κολοσσιαίο έργο ύψους δύο δισ. δολαρίων, έλαβε χώρα την περίοδο 2013-2018 με βασικό ανάδοχο την κατασκευαστική εταιρεία GAP του ομίλου Çalık. Ο εν λόγω λιμένας θεωρείται στρατηγικής σημασίας και για το Αφγανιστάν, που προσπαθεί πλέον να επικοινωνήσει με τη Δύση μέσω ενός μεταφορικού διαδρόμου υπό την ονομασία «Lapis Lazuli» (Τουρκμενιστάν-Κασπία-Τουρκία). Το 2014, η χώρα ενεργοποίησε εκ νέου τη συμμετοχή της στη σύμβαση διεθνών μεταφορών TIR/Transport International Routier και, το Δεκέμβριο του 2018, έστειλε πιλοτικά τα πρώτα εννέα φορτηγά αυτοκίνητα στην Τουρκία [23].
To 2014, το Τουρκμενιστάν δρομολόγησε την κατασκευή ενός από τα μεγαλύτερα εργοστάσια GTL (gas to liquids) στον κόσμο, κόστους 1,7 δισ. δολαρίων, που ολοκληρώθηκε τελικά στο τέλος του 2018. Από την επεξεργασία 1,8 δισ. κυβ. μέτρων φυσικού αερίου ετησίως, θα παράγει 600.000 τόνους βενζίνη των 92 οκτανίων. Οι τρεις κύριοι επενδυτές πίσω από το πρότζεκτ ήταν η TurkmenGas, η ιαπωνική Kawasaki Heavy Industries και η τουρκική Rönesans Türkmen. Η μητρική εταιρεία της τελευταίας, Rönesans Holding, ιδρύθηκε το 1993 και ανήκει στον 50χρονο σήμερα μεγιστάνα Erman Ilicak [24]. Σε λιγότερο από 25 χρόνια ύπαρξης, η τουρκική «Αναγέννηση» κατάφερε να εξελιχθεί σε μια από τις πιο εξωστρεφείς κατασκευαστικές εταιρείες της Τουρκίας –και όχι μόνο: Είναι σήμερα η 38η μεγαλύτερη στον κόσμο και η 10η στην Ευρώπη μεταξύ των κατασκευαστικών, με ίδια κεφάλαια 6,5 δισ. $, ετήσιο κύκλο εργασιών 3,5 δισ. $ και 67.000 εργαζόμενους. Δραστηριοποιείται ήδη δυναμικά σε 20 χώρες παγκοσμίως εκτός Τουρκίας, με έμφαση στην ΚΑΚ (μόλις έχει κατασκευάσει και τα δύο ψηλότερα κτίρια ολόκληρης της Ευρώπης, σε Μόσχα και Αγία Πετρούπολη).
Στο πάγιο ενδιαφέρον της Τουρκίας υπέρ του προτεινόμενου «Διακασπιακού Αγωγού» μεταφοράς φυσικού αερίου (Trans-Caspian Pipeline) από το Τουρκμενιστάν προς την Δύση έχουμε αναφερθεί και στο παρελθόν. Υπενθυμίζουμε ότι ήδη από το 1998 έχει υπογραφεί Διακρατική Συμφωνία Τουρκίας-Τουρκμενιστάν για την κατασκευή του, ενώ το 2015 η Διακήρυξη του Ασγκαμπάτ συνέστησε τετραμερή Ομάδα Εργασίας (Τουρκία, Αζερμπαϊτζάν, Τουρκμενιστάν, ΕΕ) σε επίπεδο υφυπουργών για την προώθησή του [25]. Μολονότι οι δυσκολίες -τεχνικές, οικονομικές και γεωπολιτικές- παραμένουν, η πρόσφατη υπογραφή, τον Αύγουστο του 2018, της διεθνούς Σύμβασης για το Νομικό Καθεστώς της Κασπίας στο Ακτάου, αυξάνει κάπως τις πιθανότητες να υλοποιηθεί. Σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι ο μεγαλύτερος ξένος «παίκτης» στον ενεργειακό κλάδο του Τουρκμενιστάν είναι η China National Petroleum Corporation, η οποία ελέγχει σε μεγάλο βαθμό και την παραγωγή (upstream) και τις εξαγωγικές οδεύσεις αγωγών (midstream).
ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΚΑΖΑΚΣΤΑΝ
Τουλάχιστον 600 τουρκικών συμφερόντων εταιρείες δραστηριοποιούνται σήμερα στο Καζακστάν σε όλους τους κλάδους, από τον χρηματοπιστωτικό μέχρι την εστίαση. Οι κατασκευές, πάντως, αποτελούν τον κατεξοχήν προνομιακό κλάδο δραστηριοποίησης της Τουρκίας και στο Καζακστάν εδώ και 25 περίπου χρόνια, αν και τα τεχνικά έργα που έχει υλοποιήσει μέχρι σήμερα -αξίας περίπου 21 δισ. δολαρίων σύμφωνα με το τουρκικό ΥΠΕΞ- παραμένουν λιγότερα από εκείνα που υλοποιήθηκαν στο Τουρκμενιστάν. Ο H.Ayan ήταν ένας από τους πρώτους Τούρκους επιχειρηματίες που αφίχθη στην -τότε- καζακική πρωτεύουσα Αλμάτυ (γνωστής ως Άλμα-Ατά επί σοβιετικής περιόδου), ήδη από το 1992, ακριβώς μια δεκαετία αφότου είχε ιδρύσει την Ahsel Group. Ξεκινώντας από την ανέγερση του Intercontinental Hotel Almaty, που ολοκληρώθηκε το 1996, ο εν λόγω κατασκευαστικός όμιλος επρόκειτο να μεγαλουργήσει τα επόμενα χρόνια, ιδίως, δε, σε σχέση με την οικοδόμηση της νέας πρωτεύουσας Αστάνα όπου μεταφέρθηκε η κυβέρνηση το 1998. Μεταξύ των πάρα πολλών πρότζεκτ που υλοποίησε ξεχωρίζουν το Κοινοβούλιο, η Εθνική Βιβλιοθήκη, το 22 ορόφων Επιχειρηματικό Κέντρο, ο Πύργος Τηλεπικοινωνιών και, πίσω στην Αλμάτυ, το μεγαλύτερο συγκρότημα δημόσιων κατοικιών σε ολόκληρη την χώρα (Ahsel KENT) με συνολικά 6.844 διαμερίσματα. Κάποια εποχή, λέγεται ότι ο όμιλος Ahsel απασχολούσε μόνο στο Καζακστάν 6.000 άτομα.
Όμως όλα τα παραπάνω επιτεύγματα της Ahsel ωχριούν μπροστά σε εκείνα ενός άλλου, ακόμη μεγαλύτερου τιτάνα, της Sembol Construction, ιδιοκτησίας του κ. Fettah Tamince. Αυτός ο πανέξυπνος μεν, αμφιλεγόμενος δε επιχειρηματίας, που ξεκίνησε γκιουλενιστής και εξελίχθηκε αργότερα σε ακραιφνή ερντογανικό («τον έβλεπα κάθε βράδυ 3-4 φορές στον ύπνο μου», έχει δηλώσει σε μια περίφημη συνέντευξη το 2014), ήταν μόλις 28 ετών το 2000, όταν ίδρυσε και την Sembol και την αλυσίδα πολυτελών ξενοδοχείων Rixos, που ήδη αριθμεί 27 μονάδες και θα φτάσει τις 40 στο τέλος του 2020. Το πρώτο εξάστερο Rixos στην Αστανά άνοιξε σε χρόνο-ρεκόρ το 2005 μετά από προσωπική παρέμβαση του ίδιου του Καζάκου προέδρου Nazarbayev, ο οποίος έκανε τα πάντα για να επισπευσθούν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες: Αυτός ήταν, άλλωστε, ο όρος που του είχε θέσει ο Tamince για να προχωρήσει. Δικαιολογημένα, επομένως, το ξενοδοχείο αυτό ονομάστηκε Rixos President Astana και το ακολούθησαν άλλα τρία στην χώρα, ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο στο σχήμα «γιούρτας» (η παραδοσιακή σκηνή των Καζάκων νομάδων), το υπερσύγχρονο Πανεπιστήμιο Nazarbayev, το Εθνικό Στάδιο, η Εθνική Όπερα, μεγαλοπρεπή τζαμιά και πολλά ακόμη έργα. Ο ετήσιος κύκλος εργασιών της Sembol, περί το 1,5 δισ. δολάρια, περιλαμβάνει σημαντικότατο χαρτοφυλάκιο στο Καζακστάν, όπου ακόμη έχει να παραδώσει ανολοκλήρωτα έργα αξίας πάνω από 2 δισ. δολάρια.
Προσφάτως, τουρκικοί όμιλοι επιδεικνύουν ζωηρό ενδιαφέρον και για τον πρωτογενή τομέα του Καζακστάν, ο οποίος χρήζει όντως εκσυγχρονισμού από τα παλαιά σοβιετικά πρότυπα. Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ την DAL Investments Holding (κραταιό μηχανολογικό όμιλο που ιδρύθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1985), η οποία πολύ πρόσφατα ανέλαβε να κατασκευάσει ένα υπερσύγχρονο θερμοκήπιο κόστους 500 εκατ. $ στη νότια καζακική επαρχία Τουρκεστάν, καθώς και αποθήκες-ψυγεία. Η σχετική συμφωνία οριστικοποιήθηκε κατά το τελευταίο Διμερές Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας Τουρκίας-Καζακστάν (Άγκυρα, 13/9/2018) στο οποίο συμπροέδρευσαν οι ηγέτες των δύο χωρών. Στα μακροπρόθεσμα σχέδια της DAL στο Καζακστάν συμπεριλαμβάνεται και η κατασκευή ενός τεράστιου εργοστασίου τσιμέντου, παραγωγικής ικανότητας άνω των 1,5 εκ. τόνων ετησίως, αντίστοιχου με τα δύο τα οποία έχει ήδη κατασκευάσει κατά την τελευταία πενταετία στο Ουζμπεκιστάν και, ειδικότερα, σε Jizzakh (2012-2014) και Surkhandaraya (2016-2018) [26]. Τέλος, επίσης στο Καζακστάν η τουρκική ZORLU Holding προχωρεί στην υλοποίηση ηλιακού πάρκου με φωτοβολταϊκά πάνελ κόστους 120 εκατ. δολαρίων.
Μια τόσο μεγάλη σε έκταση χώρα πρέπει να αναπτύξει τις μεταφορικές οδούς της, καθώς ακόμη τα 87.000 χιλιόμετρα ασφαλτοστρωμένων οδών και τα 16.000 χιλιόμετρα σιδηροδρόμων είναι λίγα. Σε επίπεδο συνδυασμένων μεταφορών, λοιπόν, το Καζακστάν προωθεί την σύνδεση «TITR» (Trans Caspian International Transport Route), η οποία διέρχεται από τον -επίσης αναβαθμισμένο- λιμένα του Ακτάου και καταλήγει, μέσω Αζερμπαϊτζάν και Γεωργίας, στην Τουρκία. Ήδη από τις 29/11/2015, μια διετία πριν την ολοκλήρωση της γραμμής ΒΤΚ, το πρώτο φορτίο αναχώρησε από την Κίνα (Lianyungang) και σε 15 μέρες κατέληξε στην Κωνσταντινούπολη, με προτελευταίο σταθμό τον λιμένα Πότι στη Μαύρη Θάλασσα. Σήμερα και χάρη στην γραμμή ΒΤΚ, το ίδιο ταξίδι δεν υπερβαίνει τις 12 μέρες, ενώ στόχος είναι να μειωθεί στο μέλλον σε 10 το πολύ ημέρες.
Η «ΓΕΦΥΡΑ»
Ένας συνδυασμός στρατηγικών συμφερόντων, εθνικής ταυτότητας και, πάνω από όλα ίσως, εύκολης οικονομικής κερδοφορίας ώθησε την Τουρκία προς Ανατολάς [27]. Η κρατική υποστήριξη των Τούρκων επιχειρηματιών μέχρι το ανώτατο δυνατό πολιτικό επίπεδο ήταν αμέριστη και εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την επιτυχία τους, ειδικά σε χώρες όπου οι προσωπικές σχέσεις και διασυνδέσεις (και όχι πάντα τα αμιγώς οικονομικά κριτήρια) παίζουν τον πρώτο ρόλο. Με τον τρόπο αυτό, βέβαια, και η ίδια η τουρκική ηγεσία μπόρεσε να εκκολάψει μια νέα επιχειρηματική ελίτ, η οποία έκτοτε της επέδειξε την δέουσα αφοσίωση… Και πάλι, όμως, η Άγκυρα ουδέποτε κατέστη (αλλά ούτε και πλησίασε καν) αυτό που ήταν μέχρι το 1991 η Μόσχα. Η δομική αλληλεξάρτηση, σε οικονομικό επίπεδο, των νεοπαγών κρατών με το παλιό «κέντρο», μια κληρονομιά της σοβιετικής εποχής που συνεχίστηκε και επί Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να υποκατασταθεί από κάτι εντελώς διαφορετικό, δεδομένης, μάλιστα, της γεωγραφικής απόστασής τους -πλην του Αζερμπαϊτζάν- με την Τουρκία. Ομοίως, η ρωσική γλώσσα αποτελεί ακόμη την lingua franca μιας αχανούς περιοχής από την Βαλτική μέχρι το Βλαδιβοστόκ, και σταθερό σημείο αναφοράς του μετασοβιετικού κόσμου σε επίπεδο ελίτ, ασχέτως της τουρκοφωνίας της πλειοψηφίας.
Για την ακρίβεια, υπάρχουν ακόμη και τουρκογενείς πληθυσμοί, όπως λ.χ. οι Καζάκοι της Αλμάτυ -του σημαντικότερου οικονομικού κέντρου σε ολόκληρη την Κεντρική Ασία- οι οποίοι στην καθημερινή τους ζωή ομιλούν την ρωσική και όχι την τουρκική γλώσσα. Τέλος, ο ίδιος ο περίκλειστος χαρακτήρας όλων των υπό εξέταση χωρών και οι υποτυπώδεις, μέχρι πρότινος, μεταφορικές υποδομές ξηράς, δρουν ανασχετικά στο διεθνές εμπόριο από οποιαδήποτε κατεύθυνση. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η οικονομική επέκταση της Τουρκίας, καίτοι αξιόλογη, είχε εγγενείς περιορισμούς. Με σύνολο εξαγωγών περίπου 4,25 δισ. $ το 2017 στην υπό εξέταση περιοχή (βλ. Πίνακα), συμπεριλαμβανομένου του μη τουρκόφωνου Τατζικιστάν, η Τουρκία είναι μεν ένας μείζων εμπορικός εταίρος, όχι όμως και κυρίαρχος. Διαφορετική είναι η κατάσταση μόνο στις κατασκευές, όπου καμία άλλη χώρα δεν έχτισε ό,τι έχτισε η Τουρκία τα τελευταία 20 έτη, με ύψος συμβολαίων κοντά στα 100 δισ. $.
Υπάρχουν σίγουρα περιθώρια ακόμη μεγαλύτερης ανάπτυξης των σχέσεων στην δεκαετία του 2020 και εφεξής, στο πλαίσιο της προαναφερθείσας πρωτοβουλίας υπό την επωνυμία «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος» και με την βοήθεια πολυμερών χρηματοδοτικών θεσμών όπως λ.χ. η Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων σε Υποδομές (Asian Infrastructure Investment Bank). Αυτή ξεκίνησε να λειτουργεί τον Ιανουάριο του 2016 και συμμετέχουν όλες οι τουρκόφωνες χώρες. Μολονότι αμφότερες οι ανωτέρω πρωτοβουλίες αποσκοπούν στην προώθηση των κινεζικών συμφερόντων, από την αναβάθμιση των υποδομών της Κεντρικής Ασίας θα επωφεληθούν και άλλες χώρες της περιοχής. Μια εξαιρετική μελέτη αζερικής δεξαμενής σκέψης για τις μεταφορές-logistics εντός του Συμβουλίου Συνεργασίας που δημοσιεύτηκε στο τέλος του 2017 [28] καταλήγει ακριβώς σε αυτό το συμπέρασμα. Το μεγάλο «στοίχημα», που απλώς ξεκίνησε με την ολοκλήρωση της σιδηροδρομικής γραμμής ΒΤΚ (2017) και την αναβάθμιση των κασπιακών λιμένων Μπακού, Ακτάου και Τουρκμενμπάσι και συνεχίζεται είναι το εξής: Να μπορέσει να κερδίσει ο διάδρομος Κασπίας-Καυκάσου-Τουρκίας αξιόλογο «μερίδιο αγοράς» έναντι, πρώτον, του Υπερσιβηρικού -που είναι αργός μεν, αλλά οικονομικός- και, δεύτερον, της παράλληλης σιδηροδρομικής γραμμής Δυτική Κίνα-Αστάνα-Εκατερίνενμπουργκ-Μόσχα-Βερολίνο, η οποία παρακάμπτει μεν τη Σιβηρία, όχι όμως και την ευρωπαϊκή Ρωσία. Εφόσον η Τουρκία καταφέρει να τοποθετηθεί ως η κύρια «γέφυρα» χερσαίων μεταφορών ανάμεσα στην Κίνα-Κεντρική Ασία και την Ευρώπη, τότε μοιραία και οι δικές της εμπορικές συναλλαγές με τις τουρκόφωνες δημοκρατίες θα πολλαπλασιαστούν.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
- [1] “Nowhere is there more concrete evidence of Turkish presence than in the energy-rich former Soviet republics stretching from the Caspian Sea to Central Asia, the ancestral lands of nomadic Turks who invaded Anatolia a millennium ago”, Reuters, 13/7/2010 .
- [2] http://www.foreignaffairs.gr/articles/70287/jacob-stokes/oi-odikoi-kanon...
- [3] “The dissolution of the bipolar world order and the collapse of the Soviet Union have created power vacuums in this region”, γράφει ο Davutoğlu στο κλασικό άρθρο του 2013.
- [4] Κλασικό είναι το παράδειγμα του 79χρονου Ν. Nazarbayev, που έγινε, διαδοχικά, Πρωθυπουργός του σοβιετικού Καζακστάν το 1984, Γενικός Γραμματέας του κομμουνιστικού κόμματος το 1989 και πρώτος Πρόεδρος της ανεξάρτητης πλέον Δημοκρατίας από το τέλος του 1991 μέχρι σήμερα.
- [5] Από τα 175 εκατ. ανθρώπους που ομιλούν σήμερα ως μητρική γλώσσα κάποια από τις 35 τουρκικές γλώσσες-διαλέκτους, 70 εκατ. ομιλούν την τουρκική, 25 εκατ. την αζερική (η πλειοψηφία τους στο Βόρειο Ιράν), 23,5 εκατ. την ουζμπέκικη, 12 εκατ. την καζακική, 10-15 εκατ. την ουϊγουρική (ιδίως στηn Δυτική Κίνα), 6 εκατ. την τουρκμενική, πάνω από 5 εκατ. την ταταρική και πάνω από 3 εκατ. την κιργισιανή.
- [6] http://sam.gov.tr/will-central-asia-become-turkeys-sphere-of-influence/
- [7] https://www.turksoy.org/
- [8] Τον Νοέμβριο του 2018, η TÜRKSOY γιόρτασε τα 25 έτη της με μια μεγαλοπρεπή εκδήλωση στην έδρα της UNESCO στο Παρίσι.
- [9] http://sam.gov.tr/turkic-republics-since-independence-towards-a-common-f...
- [10] https://uk.reuters.com/article/uk-turkey-tigers/anatolian-tigers-go-wher...
- [11] Αζερμπαϊτζάν και Τουρκία μοιράζονται κοινά σύνορα μήκους μόλις οκτώ (8) χιλιομέτρων επί του ποταμού Αράς, στο δυτικό άκρο του Ναχιτσεβάν.
- [12] http://sam.gov.tr/turkic-republics-since-independence-towards-a-common-f...
- [13] http://www.mfa.gov.tr/turk-konseyi-en.en.mfa
- [14] http://www.turkkon.org/en-US/general_information/299/308
- [15] http://www.turkkon.org/en-US/political-cooperation/301/330/330/738
- [16] http://www.turkkon.org/en-US/joint-protocols---mous-/301/737
- [17] www.atib.az
- [18] Η στρατηγική ενεργειακή σχέση των δύο κρατών σφραγίστηκε ήδη με τον αγωγό πετρελαίου BTC (Baku-Tbilisi-Ceyhan), ο οποίος κατασκευάστηκε την περίοδο 2002-2005 και ενώνει την Κασπία με την Ανατολική Μεσόγειο. Με ολικό μήκος 1.770 χιλιόμετρα σε τρεις χώρες (καθώς παρεμβάλλεται η Γεωργία), διασχίζει 450 κοινότητες και δύναται να μεταφέρει 1.200.000 βαρέλια την ημέρα. Το πρώτο τάνκερ απέπλευσε από το Ceyhan τον Ιούνιο του 2006 και έκτοτε έχουν ακολουθήσει άνω των 4.000.
- [19] http://www.foreignaffairs.gr/articles/71734/basilis-sitaras/oi-agnostoi-...
- [20] http://www.mfa.gov.tr/relations-between-turkey-and-turkmenistan.en.mfa
- [21] Η ΤΗΥ, μαζί με την AEROFLOT και την ανερχόμενη AIRASTANA, είναι σήμερα ένας από τους τρεις κυρίαρχους αερομεταφορείς στην Κεντρική Ασία.
- [22] Reuters, 13/7/2010 (Anatoliantigers)
- [23] https://nation.com.pk/16-Dec-2018/lapis-lazuli-corridor-to-connect-asia-...
- [24] https://ronesans.com/en/
- [25] https://ec.europa.eu/commission/commissioners/2014-2019/sefcovic/announc...
- [26] Εδώ και πολλά χρόνια, η εταιρεία DAL Teknik Makina, μέλος του ομίλου DAL Investments Holding, είναι ο μεγαλύτερος ξένος εξαγωγέας προς το Ουζμπεκιστάν. Στις 31/8/2018 εγκαινίασε έξω από την Τασκένδη μια χαλυβουργική μονάδα με παραγωγική ικανότητα 12.000 τόνους ετησίως.
- [27] https://atlanticsentinel.com/central-asia/page/3/
- [28] http://sam.az/articles/view/turkic-council-countries-infrastructure-trad...
https://www.foreignaffairs.gr/articles/72296/basilis-sitaras/i-toyrkia-kai-oi-xores-tis-kentrikis-asias?page=show
Εγώ πρώτη φορά διαβάζω για αυτές τις κολοσσιαίες οικονομικές επενδύσεις της Τουρκίας, και μάλιστα από το '91. Ο πολυγραφότατος κος Καλεντερίδης που αυτοπροσδιορίζεται ως τουρκολόγος, γιατί δεν τις έχει αναφέρει ποτέ; Αν όλα αυτά είναι αλήθεια, που απ'ότι φαίνεται είναι, τότε η Τουρκία είναι περιφεριακή υπερδύναμη. Συν την στρατιωτική συνεργασία με το Πακιστάν που δεν αναφέρεται στο άρθρο. Συνεπώς, όλα όσα μας λένε, περί κατάρρευσής της, είναι παραμύθια. Όπως οι Άραβες έχουν πολλές Αραβικές χώρες, ώστε να αλληλοβοηθηθούν, έτσι και οι Τούρκοι έχουν πολλές Τουρκικές χώρες, ώστε να αλληλοβοηθηθούν. Ενώ εμείς δεν έχουμε κανένα.
ReplyDeleteΕΠΙΠΛΕΟΝ ΕΧΕΙ ΣΤΑΘΕΡΗ ΣΧΕΣΗ (ΣΥΜΜΑΧΙΑ) ΜΕ ΤΗΝ ΚΙΝΑ Η ΟΠΟΙΑ ΑΚΡΙΒΩΣ ΜΕΣΩ ΑΥΤΗΣ, ΑΓΟΡΑΣΕ ΕΠΙΡΡΟΗ ΣΕ ΟΛΕΣ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΤΟΥΡΚΟΓΕΝΕΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΠΡΩΗΝ ΣΟΒΙΕΤΙΑΣ.
ReplyDeleteΑΠΩΤΕΡΗ ΕΠΙΔΙΩΞΗ ΤΩΝ ΣΙΝΩΝ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΕΛΕΓΞΟΥΝ ΚΑΙ ΟΛΟ ΤΟ ΑΣΙΑΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΡΩΣΣΙΑΣ.
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΚΟΥΓΕΤΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΝΟΕΙΤΑΙ ΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΡΑ ΝΑ ΟΜΙΛΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΣΤΗΝ ΝΕΑ ΟΡΔΗ ΤΩΝ ΜΟΓΓΟΛΩΝ ΠΟΥ ΧΤΙΖΕΤΑΙ. ΗΤΑΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΤΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΚΕΡΑΣ ΚΑΙ ΕΤΣΙ ΘΕΛΟΥΝ ΟΙ ΣΙΝΕΣ ΝΑ ΤΟΥΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΟΥΝ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.
ΑΥΤΟ ΠΟΥ Ο ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΓΡΑΦΟΥΝ ΚΑΙ ΕΝ ΜΕΡΕΙ ΕΙΝΑΙ ΣΩΣΤΟ, ΕΙΝΑΙ ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΜΕ ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΝΑ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΘΕΙ Ο ΤΟΥΡΚΙΣΜΟΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ ΤΩΝ ΤΩΡΙΝΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ. ΑΥΤΟ ΜΠΟΡΕΙ, ΟΧΙ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΗΝ ΝΕΑ ΟΡΔΗ, ΑΛΛΑ ΝΑ ΑΝΑΚΟΨΕΙ ΤΗΝ ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΚΑΙ ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΣΗΜΕΙΟ ΠΙΘΑΝΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ. Ο ΜΕΓΑΛΟ-ΙΔΕΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΡΝΤΟΓΚΑΝ ΚΑΙ ΜΙΑΣ ΟΜΑΔΟΣ ΣΥΝ ΑΥΤΩ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΚΑΤΑ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΙΝΑΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ. ΑΥΤΟ ΧΡΗΖΕΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΣΥΜΒΕΙ ΠΡΕΠΕΙ ΠΡΩΤΑ ΑΡΚΕΤΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΝΑ ΠΑΡΑΔΕΧΘΟΥΝ ΠΩΣ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΚΙΝΑΣ -ΤΟΥΡΚΙΑΣ.