09/03/2017

7 βήματα για τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης

Το σωτήριον έτος 2017 η Ευρώπη γιορτάζει τα 25 χρόνια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα 15 χρόνια της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, της πάλαι ποτέ ΟΝΕ. Είναι ειρωνικό! Τη χρονιά αυτή που θα έπρεπε να αποτελεί εφαλτήριο για ένα «ευρωπαϊκό αιώνα», η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αντιμέτωπη με τις πιο ισχυρές φυγόκεντρες δυνάμεις, καθώς ένα κύμα κοινωνικής αμφισβήτησης που έχει σηκωθεί καταδεικνύοντας το τεράστιο δημοκρατικό έλλειμμα μέσα στους κόλπους της και τη μαζική αντίθεση στις πολιτικές λιτότητας και στην κατάλυση του κοινωνικού κράτους. Αυτή η προαναγγελθείσα από το 2005, όταν απορρίφθηκε το Ευρωσύνταγμα, γενική αμφισβήτηση συντελείται παρά τις μεγάλες δυνατότητες που διαθέτει η ΕΕ, όπως τον ανεκμετάλλευτο πλούτο και ισχύ ανθρώπινου δυναμικού, αλλά και τις διεθνείς προσδοκίες για μια ισχυρή και παρεμβατική Ευρώπη στις παγκόσμιες υποθέσεις ως «παράγοντα του καλού». Τον Μάρτιο η Βρετανία καταθέτει το αίτημα για το Brexit, η Μαρίν Λεπέν δουλεύει εντατικά το Frexit και εκτιμά πως αν φύγει η Γαλλία από το ευρώ θα ακολουθήσουν Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία, Ιρλανδία, Ελλάδα και Κύπρος. Ταυτόχρονα, μπορεί να προκύψουν εκλογές σε Ιταλία και Ισπανία, και η καγκελάριος Μέρκελ, προφανώς, δεν αισθάνεται πλέον ιδιαίτερα καλά. Αν προσθέσουμε τα μεγάλα αστάθμητα προβλήματα, ήτοι την ανάληψη της αμερικανικής προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ, το ενδεχόμενο ριζικής αναδιάρθρωσης του ΝΑΤΟ, την τρομοκρατία που εισέρχεται σε νέα φάση με την υποχώρηση του Ισλαμικού Κράτους και τις επικίνδυνες αβεβαιότητες περί το Μεταναστευτικό, το 2017 δεν μοιάζει να είναι μια καλή χρονιά για την Ευρώπη. Το μόνο καλό δεδομένο είναι η επέκταση της ποσοτικής χαλάρωσης από τον Μάριο Ντράγκι για όλο το 2017.

Υπάρχει όμως και μια καλή εκδοχή: να ξυπνήσει η Ευρώπη και να αντιδράσει αλλάζοντας πορεία.

Τι θέλουν οι Ευρωπαίοι

Σύμφωνα με το ευρωβαρόμετρο Νο 85 (Μάιος 2016) οι κύριες ανησυχίες των Ευρωπαίων παραμένουν το Μεταναστευτικό με 48%, αν και υποχώρησε κατά 10 μονάδες και η Τρομοκρατία με 39%, που ανέβηκε κατά 14 μονάδες σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2015. Τα δύο αυτά ζητήματα είναι πολύ πιο μπροστά από το τρίτο από τα θέματα που ανησυχούν τους Ευρωπαίους, δηλαδή, η οικονομική κατάσταση (19%, -2), ενώ ακολουθούν τα δημόσια οικονομικά (16%, -1) των κρατών – μελών, η ανεργία (15%, -2) και η εγκληματικότητα (9%, +1). Η μετανάστευση είναι το νούμερο ένα ζήτημα που προκαλεί ανησυχία σε 20 κράτη μέλη, ενώ η τρομοκρατία είναι νούμερο ένα σε οκτώ κράτη μέλη. Σε εθνικό επίπεδο, η κύρια ανησυχία είναι η ανεργία (33%, -3) και τη μετανάστευση (28%, -8), ενώ η οικονομική κατάσταση είναι στην τρίτη θέση (19%, αμετάβλητο).

Σε ότι αφορά τις πολιτικές που υποστηρίζουν, το 79% των Ευρωπαίων τάσσεται υπέρ της ελευθερίας εργασίας, διαβίωσης, σπουδών και ανάπτυξης επιχειρηματικότητας μέσα στις χώρες της ΕΕ, το 74% τάσσεται υπέρ της κοινής άμυνας, το 70% υπέρ της κοινής ενεργειακής πολιτικής, το 67% υπέρ μιας κοινής αντιμετώπισης του Μεταναστευτικού, το 64% των Ευρωπαίων επιθυμούν κοινή εξωτερική πολιτική, το 56% κοινή ψηφιακή αγορά, το 55% διατήρηση του ευρώ, το 51% την εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ ΤΤΙΡ και μόλις το 37% την διεύρυνση της Ένωσης.

Είναι εμφανές λοιπόν ότι οι Ευρωπαίοι έμμεσα επιθυμούν την ανάπτυξη κοινών πολιτικών (άμυνα, εξωτερική πολιτική, ενέργεια κ.ο.κ.) γεγονός που παραπέμπει σε μια εμβάθυνση της εφιστάμενης ΕΕ. Βέβαια, το ερωτηματολόγιο είναι «χτισμένο» στη λογική της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Αντίθετα, είναι πιο αποκαλυπτική μια φρέσκια διαδικτυακή δημοσκόπηση της WIN/Gallup International σε δείγμα 14.969, σύμφωνα με την οποία οι Ευρωπαίοι πολίτες πιστεύουν ότι οι χώρες τους οδεύουν σε λάθος κατεύθυνση. Η δημοσκόπηση κατέγραψε ότι το 89% των ψηφοφόρων στην Ελλάδα, το 82% στη Γαλλία, το 79% στην Ιταλία και το 62% στη Γερμανία πιστεύουν ότι η χώρα τους δεν οδεύει προς τη σωστή κατεύθυνση. Πάντως, παρ΄ όλο που η δυσφορία των ψηφοφόρων της ΕΕ είναι εμφανής, το ποσοστό των ατόμων που θα ψήφιζαν για έξοδο από την ΕΕ είναι μόλις 36%, συμπεριλαμβανόμενης και της Βρετανίας.

Τι θέλει ο κόσμος από την Ευρώπη

Προσφάτως, δύο διακεκριμένοι αναλυτές, ο Βούλγαρος Ιβάν Κράτσεβ και ο Βρετανός Μαρκ Λέοναρντ, δημοσίευσαν στη δεξαμενή σκέψης Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τις Διεθνείς Σχέσεις (European Council on Foreign Relations) μια έκθεση που στηρίζεται στην ανάλυση της δημοσκόπησης του Voice of the People (που είναι η μεγαλύτερη έρευνα παγκοσμίως κοινής γνώμης - 52 χώρες, 55.000 άτομα) του 2007 προκειμένου να ενθαρρύνουν αυτούς που παίρνουν τις αποφάσεις για την Ευρώπη να προχωρήσουν στην συγκρότηση μιας ευρωπαϊκής ηγεσίας που θα επηρεάζει αποφασιστικά τις παγκόσμιες εξελίξεις και θα λειτουργήσει ως εξισορροπητικός παράγοντας στις παγκόσμιες υποθέσεις. Η ανάλυσή τους εμπνέεται από την θέση που είχε διατυπώσει η πρώην πρόεδρος της Ιρλανδίας και Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Μαίρη Ρόμπινσον, η οποία την περίοδο του πολέμου στο Ιράκ είναι χαρακτηρίσει την παγκόσμια κοινή γνώμη ως την δεύτερη υπερδύναμη.

Αναλύοντας λοιπόν το φαντασιακό της παγκόσμιας κοινής γνώμης κατέλεξαν στα ακόλουθα συμπεράσματα:
Ο κόσμος δεν είναι πλέον μονοπολικός, ούτε πρόκειται να επιστρέψει στο σύστημα των παραδοσιακών δυνάμεων. Τόσο στη δυτική, όσο και στην ανατολική Ευρώπη οι λαοί βλέπουν την ΕΕ σαν μία εναλλακτική δύναμη στον αμερικανικό μονοπολισμό, χάρις στην προσήλωσή της στον πολυπολισμό, στην ισχύ του δικαίου και στην απόστασή της από τις πολιτικές ισχύος. Για τον υπόλοιπο κόσμο η Ευρώπη γίνεται αντιληπτή ως δίδυμη με τις ΗΠΑ, παρά σαν εναλλακτική. Οι δυναμικές διαφέρουν κατά περιοχές και μόνο στη Λατινική Αμερική αναδεικνύεται μια αντιδυτική στάση.

Η ΕΕ έρχεται με διαφορά πρώτη με 35% της παγκόσμιας κοινής γνώμης από τις δυνάμεις που αξίζει να αυξήσουν την παγκόσμια επιρροή τους (έναντι της Ινδίας 27% και της Νότιας Αφρικής 26% που ακολουθούν και που μαζί με την Βραζιλία 23% αποτελούν την ομάδα των χορτοφάγων δυνάμεων), ενώ μόνο το 20% επιθυμεί την αποδυνάμωση της Ευρώπης. Η ΕΕ τοποθετείται στην κατηγορία των ήπιων δυνάμεων (soft power) που δεν χαρακτηρίζονται τόσο από την στρατιωτική και οικονομική ισχύ, αλλά από την έλξη της κουλτούρας και των πολιτικών αξιών.

Ωστόσο, η ανάλυση των Κράτσεβ και Λέοναρντ διαπιστώνει ένα παράδοξο: η δύναμη της ΕΕ βασίζεται σε κάποιο βαθμό στην αντίληψη της αδυναμίας της. Το γεγονός ότι κανείς δεν ενδιαφέρεται να αποτελέσει η ΕΕ ένα παράγοντα κλασικής ισχύος μετατρέπει την ηπιότητά της σε αιτία συμπάθειας, αλλά όχι κατ 'ανάγκη και σεβασμού. Αυτή η νομιμοποίηση καθίσταται ολοένα και πιο σημαντικό στοιχείο στην παγκόσμια πολιτική. Από την άλλη όμως επισημαίνουν ότι η ΕΕ δεν πρέπει να κάνει το λάθος να μπερδέψει τη δημοτικότητα με τη δύναμη.

Σε αντίθεση με αυτά τα συμπεράσματα, αλλά σε σύμπνοια με τις διαθέσεις των Ευρωπαίων πολιτών, το Βερολίνο πιέζει ασφυκτικά εδώ και ένα χρόνο για τη δημιουργία ενός αυτόνομου ευρωπαϊκού στρατού. Είναι προφανές ότι επιδιώκει να προχωρήσει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μέσα από αυτή την διαδικασία με στόχο να εξελιχθεί η ΕΕ σε υπερδύναμη. Ήδη αποφασίστηκε η ενίσχυση της στρατιωτικής συνεργασίας με τη δημιουργία μιας κοινής υποδομής επιχειρήσεων (logistic hub) και την διερεύνηση της δημιουργίας μιας Ευρωπαϊκής Ιατρικής Διοίκησης (European Medical Command). Το Βερολίνο προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τη νίκη του Τραμπ για να δημιουργήσει ευρωπαϊκές στρατιωτικές δομές αλλά συναντά την έντονη αντίδραση, όχι μόνο της αποχωρούσας Βρετανίας, αλλά και των πρώην ανατολικών χωρών που επιθυμούν την στρατιωτική εγγύηση των ΗΠΑ.

Η ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ σε θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Ασφάλειας Φρεντερίκα Μονγκερίνι σε πρόσφατη ομιλία της υπογράμμισε ότι η ΕΕ αντιμετωπίζει «αυξανόμενο ανταγωνισμό στην παγκόσμια αγορά» και ότι «αν συνεργαστούμε με το πλήρες δυναμικό μας στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας θα είμαστε μια υπερδύναμη». Τόνισε πως υπάρχει μια αυξανόμενη «ζήτηση της Ευρώπης» στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και εξήγησε ότι μέχρι τώρα έχει παρακωλυθεί η συγκρότηση της ΕΕ σε υπερδύναμη από τις πολυάριθμες εσωτερικές αντιφάσεις εντός της Ένωσης και ότι η διαδικασία αυτή εισέρχεται τώρα σε αποφασιστική φάση.

Η ενοποίηση της άμυνας, ο νέος καταλύτης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης

Η κρίση των ισοτιμιών κατά την περίοδο 1970-80 οδήγησε την τότε ΕΟΚ να προχωρήσει στην νομισματική της ενοποίηση και στη συγκρότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος το 2008 και η κρίση χρέους έφεραν το Σύμφωνο Σταθερότητας και στη συνέχεια την τραπεζική ενοποίηση. Τώρα, η ΕΕ αντιμετωπίζει μια πολλαπλή γεωπολιτική πρόκληση που συμπεριλαμβάνει την τρομοκρατία, το Μεταναστευτικό και την κρίση των εξωτερικών της συνόρων, την αποστασιοποίηση του νεοεκλεγέντος Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ από το ΝΑΤΟ, αλλά και το κλίμα συνεννόησης με τη Ρωσία που έχει προαναγγείλει. Η λογική ανάλυση των πραγμάτων υποδεικνύει πως η ΕΕ θα οδηγηθεί στην κοινή αντιμετώπιση όλων αυτών των προκλήσεων με προφανή εξέλιξη την αμυντική της ενοποίηση.  Βέβαια, το εγχείρημα δεν είναι εύκολο σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση της οποίας πολλά κράτη μέλη, του πρώην ανατολικού μπλοκ κυρίως, πάσχουν από έντονη ρωσοφοβία, που μία από τις δύο πυρηνικές της δυνάμεις (Βρετανία, Γαλλία) είναι σε φάση αποχώρησης, που απειλούνται τα σύνορα της Ελλάδος από το καθεστώς Ερντογάν και που η Κύπρος απειλείται με προσάρτηση εδαφικού της τμήματος από την Τουρκία. Επιπλέον, υπάρχει το Μεταναστευτικό που έχει φοβίσει πολλές χώρες λόγω της τρομοκρατίας, αλλά και της θεμελιώδους πολιτισμικής διαφοράς των μεταναστών.

Παρ΄ όλες αυτές τις αντιξοότητες, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις έντονης κινητικότητας που μαρτυρούν αφύπνιση του ευρωπαϊκού συστήματος.
· Η δυναμική παρουσία της ευρωενωσιακής πλευράς και ιδιαίτερα της Γερμανίας στην πολυμερή διάσκεψη της Γενεύης στις 12 Ιανουαρίου για το Κυπριακό, προκειμένου να συμφωνηθεί η διεθνής διάσταση του προβλήματος (εγγυήσεις, στρατεύματα κλπ), αναμένεται καταλυτικής σημασίας για την διευθέτησή του με όρους κοινοτικού κεκτημένου.
· Η πρόσφατη παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με αφορμή την ρητορική Ερντογάν για την Συνθήκη της Λωζάνης, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία πρέπει να σεβαστεί τα χωρικά ύδατα και τον εναέριο χώρο των κρατών-μελών της ΕΕ, είναι πρωτοφανής και έχει τη σημασία της.
· Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ εξήγησε ότι η Επιτροπή είχε ήδη από το 2001 προτείνει ένα σύστημα συνοριοφυλάκων και ακτοφυλακής, αλλά τα κράτη - μέλη το είχαν απορρίψει. Σήμερα, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Η FRONTEX αναπτύσσεται συνεχώς, έστω και αν δεν καλύπτονται ακόμη οι πραγματικές ανάγκες. Το κλίμα υπέρ της ενίσχυσης της αποτελεσματικής φύλαξης των εξωτερικών συνόρων κερδίζει συνεχώς έδαφος. Σημειωτέον ότι οι γερμανικές φρεγάτες του ΝΑΤΟ δεν αποχώρησαν από το Αιγαίο παρά τα τουρκικά διαβήματα στον Οργανισμό.
· Έχει επίσης συνειδητοποιηθεί η ανάγκη συστηματικής συνεργασίας των υπηρεσιών ασφαλείας εξ αιτίας των τρομοκρατικών επιθέσεων. Ο συντονισμός των υπηρεσιών στο επίπεδο της ανταλλαγής πληροφοριών έχει ήδη αποδώσει καρπούς, αλλά και ο τομέας αυτός είναι υπό διαμόρφωση.
· Στον αμυντικό τομέα, στην προαναφερθείσα συνέντευξη, ο Γιουνκέρ διαπιστώνει κατακερματισμό των αμυντικών προσπαθειών και παρ΄ όλο που δαπανώνται πολλά δισ. ευρώ ετησίως η ΕΕ παραμένει ευάλωτη. «Ξοδέψαμε 200 δισ. ευρώ στην άμυνα αλλά διαθέτουμε μόλις το 15% της αποτελεσματικότητας των Αμερικάνων γιατί έχουμε πολλές αλληλεπικαλύψεις και όχι αρκετή διαλειτουργικότητα», τόνισε.
· Μόλις στις 22 Νοεμβρίου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με ψήφισμά του παραδέχεται ότι η τρομοκρατία, οι υβριδικές απειλές και η ανασφάλεια στον κυβερνοχώρο και στον τομέα της ενέργειας δεν αφήνουν άλλη επιλογή στις χώρες της ΕΕ πέρα από το να εντείνουν τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών τους ενόπλων δυνάμεων, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ένωσης. Μεταξύ των προτάσεων των ευρωβουλευτών περιλαμβάνεται ο στόχος του 2% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες, ο σχηματισμός πολυεθνικών δυνάμεων, η δημιουργία κεντρικών ευρωπαϊκών γραφείων για το σχεδιασμό και την έναρξη επιχειρήσεων διαχείρισης κρίσεων και η ανάληψη δράσης από την ΕΕ στις περιπτώσεις όπου το ΝΑΤΟ εμφανίζεται απρόθυμο να αναλάβει δράση.
· Από τις εκθέσεις που ανακοινώθηκαν στο Ευρωκοινοβούλιο προκύπτουν φαινόμενα αλληλεπικάλυψης, πλεονάζουσας ικανότητας και φραγμών στην προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού που προκαλούν απώλειες οι οποίες υπολογίζονται σε 26,4 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Προτείνουν κοινή αγορά εξοπλισμών και υλικού και κοινή χρήση μη θανατηφόρου υλικού, όπως είναι τα οχήματα και τα αεροσκάφη μεταφοράς, τα οχήματα και τα αεροσκάφη ανεφοδιασμού και άλλο υλικό υποστήριξης.
· Τέλος, το ψήφισμα προτείνει την επένδυση 90 εκατ. ευρώ για τα επόμενα τρία έτη (2017-2020) για έρευνα στον τομέα άμυνας, έναντι ενός αναγκαίου προϋπολογισμού τουλάχιστον 500 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως για την ίδια περίοδο. Επιπλέον, Παρίσι και Βερολίνο έχουν ανακοινώσει πως εργάζονται για την παρουσίαση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την ευρωπαϊκή άμυνα.

Σημειωτέον σε αυτή τη φάση στην Ευρώπη συμβαίνουν δύο παράδοξα ταυτόχρονα. Ο Ντ. Τραμπ έχει ασκήσει κριτική στα μέλη του ΝΑΤΟ που δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους σε ότι αφορά τις αμυντικές τους δαπάνες που πρέπει να είναι στο 2% του ΑΕΠ τους, με εξαίρεση μόνο πέντε (ΗΠΑ, Ελλάδα, Βρετανία, Εσθονία, Πολωνία) από τη μια και από την άλλη, διαπιστώνεται σημαντική άνοδος του νέου Δείκτη για την Παγκόσμια Στρατικοποίηση (Global Militarisation Index - GMI) σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και την παρατεταμένη σύγκρουση στην ανατολική Ουκρανία. Ο GMI διαμορφώνεται στο Διεθνές Κέντρο για την Ύφεση της Βόννης (Bonn International Centre for Conversion (BICC) και συγκρίνει τις σχετικές δυνατότητες των εθνικών στρατών με κοινωνικούς παράγοντες (Πχ οι δαπάνες για την άμυνα συγκρίνονται με τις δαπάνες επί του ΑΕΠ για την υγεία) με πεδίο αναφοράς 152 χώρες.

Η προοπτική της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Άμυνας θα παίξει καταλυτικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη, στην απασχόληση, τις οικονομίες κλίμακος και προφανώς θα συμβάλλει στην ομογενοποίηση της Εξωτερικής Πολιτικής των κρατών - μελών και ενδεχομένως να αποτελέσει εφαλτήριο και για την πολιτική ενοποίησης της ΕΕ. Τα οφέλη από την αμυντική ενοποίηση θα είναι άμεσα στο διπλωματικό πεδίο και θα αναβαθμίσουν το ευρωπαϊκό κύρος, ιδιαίτερα σε μια φάση που η προεδρία Τραμπ αναμένεται να ανεβάσει τους βαθμούς γεωοικονομικής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας. Φαίνεται δε πως ο νέος Αμερικανός πρόεδρος επιδιώκει την αμυντική χειραφέτηση της ΕΕ και ταυτόχρονα επιδιώκει μια ουσιαστική διευθέτηση των σχέσεων της Δύσης με τη Ρωσία. Μια θετική εξέλιξη στο μέτωπο αυτό θα δημιουργήσει σταδιακά συνθήκες αποκατάστασης της εμπιστοσύνης, παράλληλα με την αναθέρμανση των ευρω-ρωσικών οικονομικών σχέσεων. Η αμυντική και πολιτική ολοκλήρωση της Ευρώπης και η πλήρης και ανεπιφύλακτη ενσωμάτωση της Ρωσίας στους δυτικούς θεσμούς μπορούν να δημιουργήσουν ένα νέο και καλύτερο παγκόσμιο πλαίσιο ισορροπίας. Η πρόκληση είναι μπροστά μας.

Μπορεί ο γαλλογερμανικός άξονας να καθοδηγεί πλέον την Ευρώπη; Η ανισορροπία στη σχέση τους και ο κίνδυνος της πρότασης του Γιόσκα Φίσερ

Στις 5 Ιανουαρίου, ο Γιόσκα Φίσερ, πρώην πράσινος αντικαγκελάριος της Γερμανίας, έγραψε στο πρακτορείο άρθρων διεθνών προσωπικοτήτων Project – Syndicate ένα άρθρο με τον ύποπτο, αν όχι διχαστικό, τίτλο «Τα νέα “απαραίτητα έθνη” της Ευρώπης». Στις 12 Ιανουαρίου, το ίδιο άρθρο αναδημοσιεύται στο ιστότοπο Social Europe με άλλο, πιο εύπεπτο τίτλο «Η Ευρώπη χρειάζεται την γαλλογερμανική συνεργασία για την προβολή της ισχύος της». Επί της ουσίας, το άρθρο εκτιμά πως το 2017 θα είναι μια κρίσιμη χρονιά για την Ευρώπη, κυρίως, λόγω της πολιτικής Τραμπ σε ότι αφορά την ασφάλεια της Ευρώπης. Ο Φίσερ θεωρεί πως ο Πούτιν επιδιώκει την αποσταθεροποίησή της και αναρωτιέται εάν ο Τραμπ θα αποσύρει την αμερικανική εγγύηση προστασίας της Ευρώπης και τι θα κάνει τελικά με το ΝΑΤΟ. Καταλήγει πως η Ευρώπη χρειάζεται μια δεύτερη επιλογή ασφάλειας που σημαίνει ότι το βάρος πέφτει στις δύο μεγαλύτερες και ισχυρότερες από οικονομική άποψη χώρες, τη Γαλλία και τη Γερμανία, για να ενισχυθεί η άμυνα της Ευρώπης.

Άλλες χώρες, όπως η Ιταλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, η Ισπανία και η Πολωνία θα έχουν επίσης ένα ρόλο να παίξουν, αλλά η Γαλλία και η Γερμανία είναι οι απαραίτητες. Και επειδή υπάρχει σχετική μουρμούρα στους ευρωπαϊκούς διπλωματικούς κύκλους λόγω των οικονομικών και πολιτικών διαφορών των δύο χωρών, ο Φίσερ κάνει μια πρόταση: η Γαλλία έχει αναμφισβήτητα την εμπειρία να οδηγήσει στην άμυνα και η Γερμανία την οικονομία, ενώ στον στρατιωτικό συνασπισμό πρέπει να συμμετάσχει και η Βρετανία ανεξάρτητα από το Brexit. Η πρόταση Φίσερ μοιάζει αυτονόητη, αλλά στην πραγματικότητα εμπεριέχει πολιτικές σκοπιμότητες που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά.

Πρώτον, επιχειρεί να αναβιώσει τον τραυματισμένο, εξ αιτίας της οικονομικής της υστέρησης της Γαλλίας, γαλλογερμανικό άξονα. Ο άξονας αυτός κατάγεται από την Συνθήκη των Ηλυσίων που υπεγράφη στις 22 Ιανουαρίου από τον ντε Γκολ και τον Αντενάουερ, επισφράγισε την συμφιλίωση των δύο λαών και αποτέλεσε τη βάση μιας εταιρικής σχέσης αμοιβαίων γεωπολιτικών συμφερόντων. Η σύμπηξη του γαλλογερμανικού άξονα εντός της ΕΟΚ και εν συνεχεία εντός της ΕΕ είχε καθοδηγητική σκοπιμότητα στο πλαίσιο της διεύρυνσης και της ανάπτυξης νέων κοινοτικών θεσμών , αλλά έλαβε ανάμεσά τους μία δυναμική «συγχώνευσης» των δύο κρατών* (κοινή συνεδρίαση ανά εξάμηνο των δύο υπουργικών συμβουλίων, 5000 αδελφοποιήσεις σχολείων, Γαλλογερμανικό Πανεπιστήμιο, τηλεοπτικό κανάλι ARTE).

Η στρατηγική αυτή βασίστηκε στο δόγμα «η Γαλλία φοράει τα παντελόνια» και έχει το προβάδισμα στις πολιτικές αποφάσεις και η Γερμανία στις οικονομικές. Τότε όμως οι δύο οικονομίες συμβάδιζαν. Η ανατροπή ήρθε λίγα χρόνια μετά την ενοποίηση και το ευρώ, όταν η γερμανική οικονομία ξέφυγε μπροστά και δημιούργησε συνθήκες ανισορροπίας μεταξύ τους που άρχισε να εκφράζεται σε όλο το εύρος των αποφάσεων. Ο Σαρκοζί με την θεατρική του δεινότητα μπόρεσε να κρύψει την ανισορροπία αυτή. Το Βερολίνο επέβαλε το Σύμφωνο Δημοσιονομικής Σταθερότητας από το οποίο υποφέρει σήμερα το Παρίσι. Συνεπώς, η πρόταση Φίσερ δίνει τώρα το «παντελόνι» που φοράει εδώ και καιρό η κα Μέρκελ στο Παρίσι (που πλέον είναι στρατιωτικό παντελόνι παραλλαγής) για να συμπράξουν μαζί στην ολοκλήρωση της Κοινής Αμυντικής Πολιτικής.

Δεύτερον, ο Φίσερ αναφέρει άλλες έξι χώρες που πρέπει να παίξουν ρόλο, μεταξύ των οποίων η Ολλανδία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο που σημειωτέον δεν αντιμετωπίζουν απολύτως κανένα πρόβλημα ασφάλειας, γεγονός που σημαίνει ότι δια της Άμυνας χτίζει και εκεί άλλο ένα πλαίσιο της Ευρώπης των δύο ταχυτήτων.

Τρίτον, ο Φίσερ σφυρίζει αδιάφορα σε ότι αφορά το πραγματικό πολιτικό περιβάλλον εντός του οποίου θα ληφθούν οι αποφάσεις για την αμυντική ολοκλήρωση της Ευρώπης. Ο γαλλογερμανικός άξονας δεν αποτιμάται πάντα θετικά στην κοινή ευρωπαϊκή γνώμη, η οποία βλέπει το Βερολίνο να υπαγορεύει πολιτικές και το Παρίσι απλώς να λειτουργεί ως δημοκρατικό άλλοθι. Βέβαια, κανένας Ευρωπαίος δεν θα ήθελε να κλονιστεί η σχέση των δύο αιώνιων αντιπάλων που πλήρωσε ο κόσμος με δύο παγκοσμίους πολέμους. Όμως η ΕΕ δεν είναι πια το όχημα προσδοκιών και οραμάτων, αντιθέτως βυθίζεται σε μια φυγόκεντρη περιδίνηση. Χωρίς αμφιβολία, μια πολιτική αμυντικής ενοποίησης θα παίξει θετικό ρόλο στην κοπιαστική διαδικασία πολιτικής ολοκλήρωσης της ΕΕ, αλλά εάν δεν διορθωθούν τάχιστα τα λάθη και οι ανισορροπίες, η κοινή άμυνα από εφαλτήριο μπορεί να καταστεί εφιάλτης. Άλλωστε, υπάρχει και η εκκρεμότητα των εκλογών στις δύο αυτές χώρες που μπορούν να κλονίσουν την σχέση τους.

Πίσω από την «επίθεση» Τραμπ στην πολιτική Μέρκελ για το Μεταναστευτικό. Το κοινωνικό dumping του γερμανικού κεφαλαίου – Η αντιπαγκοσμιοποίηση θα μοχλεύσει τον πληθωρισμό - Το «χτίσιμο» του πληθωρισμού για το αμερικανικό χρέος

Στην αποκαλυπτική κοινή συνέντευξή του στην γερμανική Bild και τους βρετανικούς Times ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατηγόρησε ευθέως την Άνγκελα Μέρκελ πως διέπραξε ένα «εξόχως καταστροφικό λάθος», το άνοιγμα των συνόρων της Γερμανίας κατά την προσφυγική κρίση. Η Γερμανία άφησε «όλους αυτούς τους ανθρώπους» να μπουν στη χώρα, ανεξάρτητα από το πού προέρχονται. «Γνωρίζετε ότι αγαπώ τη Γερμανία, διότι ο πατέρας μου κατάγεται από τη Γερμανία και δεν θα ήθελα να βρεθώ σε αυτήν τη θέση». Ο Τραμπ θεμελίωσε την κριτική του στην τρομοκρατία που χτύπησε και το Βερολίνο, αλλά η αλήθεια και η στόχευση είναι άλλη, όπως θα δούμε παρακάτω.Επίσης, ο πρόεδρος Τράμπ, αφού επεσήμανε ότι η 5η Λεωφόρος είναι γεμάτη Μερσεντές, εκτόξευσε και μία απειλή προς τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία για υψηλές δασμολογικές κυρώσεις, εάν παράγει αυτοκίνητα στο γειτονικό Μεξικό και όχι στις ΗΠΑ. «Θα έλεγα στην BMW, εάν κατασκευάζετε ένα εργοστάσιο στο Μεξικό και θέλετε να πουλήσετε αυτοκίνητα στις ΗΠΑ χωρίς να καταβάλετε φόρο 35%, τότε ξεχάστε το» και διευκρίνισε «αυτό που θέλω να πω είναι ότι πρέπει να κατασκευάσουν το εργοστάσιο τους στις ΗΠΑ». Έκλεισε δε την επίθεσή του με την ειρωνεία πως είχε πάντα «μεγάλο σεβασμό» για τη καγκελάριο Μέρκελ.

Τι παίζεται εδώ; … Προφανώς πάρα πολλά.

Πρώτον, η πολιτική Μέρκελ για την αποδοχή 1-1,5 εκατ. δεν ήταν ούτε μία απόφαση της στιγμής, ούτε μία απόφαση που εδραζόταν τον προτεσταντικό ανθρωπισμό της καγκελαρίου, ούτε καν στα ευρωπαϊκά ιδεώδη. Ήταν μία απόφαση του γερμανικού κεφαλαίου που χρειάζεται επειγόντως φθηνά εργατικά χέρια που θα στήριζαν την ανταγωνιστικότητά του στον βιομηχανικό τομέα, αλλά και το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας. Την απόφαση αυτή εφάρμοσε η κα Μέρκελ. Αυτή η πολιτική προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις που φαίνεται να εδράζονται στο φόβο της τρομοκρατίας, στην ακροδεξιά και το ρατσισμό. Όμως, πίσω από όλα αυτά κρύβεται μια τρομακτική κοινωνική ουσία, το κοινωνικό dumping (αθέμιτος ανταγωνισμός με βάση τεχνητά χαμηλούς μισθούς και κοινωνικές δαπάνες), δηλαδή, η συμπίεση των μισθών και των μεροκάματων στην ελεύθερη αγορά εργασίας εξ αιτίας της φθηνότερης εργασίας των μεταναστών. Αυτή η δήθεν μεταναστευτική πολιτική υιοθετήθηκε μετά την συμφωνία Χριστιανοδημοκρατών–Σοσιαλδημοκρατών (υπό την πίεση των δεύτερων) της επιβολής κατώτατου ωρομισθίου στα 8,5 ευρώ. Τότε περίπου ήταν που έγινε και η ανατροπή της αρχικής ηγεσίας του κόμματος της Εναλλακτικής Γερμανίας AfD που αποτελείτο από διανοούμενους και πανεπιστημιακούς και αντικαταστάθηκε με ακροδεξιούς κοινωνιστές που ανέβασαν εκλογικά το κόμμα με αποτέλεσμα να αποτελεί απειλή για το CDU της Μέρκελ και το αντιπληθωριστικό της δόγμα.

Δεύτερον, η πολιτική Τραμπ που απευθύνεται σε αμερικανικά, ευρωπαϊκά και κινεζικά βιομηχανικά συμφέροντα, πρωτίστως στην αυτοκινητοβιομηχανία, αποβλέπει στην επαναφορά των τιμών στο επίπεδο του αμερικανικού εργατικού κόστους. Δηλαδή, αν η BMW που κατασκευάζεται φθηνά στο Μεξικό και πουλιέται χωρίς δασμούς λόγω NAFTA στις ΗΠΑ., κατασκευαστεί στις ΗΠΑ από αμερικάνικα χέρια και με αμερικάνικους μισθούς, τότε, η τιμή της θα ανέβει και μαζί της μια τεράστια τροφοδοτική σε ύλες και υπηρεσίες αλυσίδα. Αυτό θα φέρει τον πολυπόθητο πληθωρισμό που η πιστωτική χαλάρωση (QE) της Fed δεν μπόρεσε να δημιουργήσει και που θα βοηθήσει στην απομείωση του τεράστιου αμερικανικού χρέους, το οποίο, σημειωτέον, οι ΗΠΑ πάντα μείωναν με χρηματο-οικονομικούς τρόπους. Η πολιτική Τραμπ θα συμβαδίσει και με την αύξηση των επιτοκίων που θα μοχλεύσουν κι αυτά τον πληθωρισμό. Συνεπώς, η στρατηγική Τραμπ θα έχει μία παγκόσμια επίπτωση, θα αλλάξει τα δεδομένα σε πολλά επίπεδα και θα ταρακουνήσει το σύστημα, που σημαίνει ότι θα υπάρξουν νέες ευκαιρίες για όσους τοποθετηθούν εγκαίρως από την πλευρά που θα νικήσει. Οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι από όποια πλευρά και να συνταχθεί κανείς, γιατί ακριβώς δεν ξέρουμε ποια κατάσταση θα κυριαρχήσει, αφού ούτε οι Κινέζοι, ούτε οι Ευρωπαίοι θα κάτσουν με σταυρωμένα τα χέρια. Από ο κύβος φαίνεται πως έχει ριφθεί και γυρίζει…

7 βήματα για τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης

Μια ευρωπαϊκή επανεκκίνηση κρίνεται από πολλούς Ευρωπαίους πολιτικούς, αναλυτές και κοινωνικούς στοχαστές απολύτως απαραίτητη, καθώς το 2017 συμπληρώνεται μία δεκαετία από τότε που η χρηματοοικονομική κρίση που ξέσπασε στις ΗΠΑ προκάλεσε μια πολυδιάστατη κρίση στην Ευρώπη με επίκεντρο την δομή του ευρώ και του χρέους, κατά την διάρκεια της οποίας η ΕΕ λειτούργησε συντηρητικά, αμυντικά, χωρίς μάλιστα ιδιαίτερη επιτυχία και δυστυχώς με δραματικές κοινωνικές επιπτώσεις. Η ΕΕ, αλλά και η ευρωζώνη, είναι μπροστά σε μία δομική κρίση πρωτίστως πολιτική, εξ αιτίας του δημοκρατικού ελλείμματος των θεσμών της και δευτερευόντως σε μια κρίση αναδιανομής, διότι ο παραγόμενος πλούτος πηγαίνει όλο και σε πιο λίγους. Η θεσμική εξέλιξη που επιχειρήθηκε με το Ευρωσύνταγμα το 2005 αποδοκιμάστηκε και κατέρρευσε, εξ αιτίας του γεγονότος ότι ήταν ένα κείμενο συμβιβασμών των ευρωπαϊκών ελίτ που αγνόησε παντελώς τη βούληση και τις προθέσεις των πολιτών. Έκτοτε, η ΕΕ δια της ευρωζώνης εξελίσσεται με διακρατικές συμφωνίες και κατ΄ εξαίρεση δίκαιο, κατάσταση που με το Brexit έφτασε στα όριά της, όπως δείχνουν οι φυγόκεντρες δυνάμεις που αναπτύσσονται. Συνεπώς, η ΕΕ χρειάζεται μια ισχυρή επανεκκίνηση και ένα ταχύρυθμο σχέδιο προετοιμασίας για την πολιτική της ενοποίηση και τη δημιουργία των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης την επόμενη πενταετία.  Η Γερμανία που αποτελεί την κινητήριο βούληση των εξελίξεων προβάλει -και λόγω της ευρύτερης συγκυρίας-, ως επόμενα βήματα προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση της Κοινή Άμυνα και την Κοινή Δημοσιονομική Διοίκηση με τη δημιουργία θέσης ύπατου εκπροσώπου για τα Οικονομικά.

Πρόκειται για λάθος τακτική, όχι μόνο γιατί εξυπηρετεί τα γερμανικά στρατηγικά συμφέροντα μέσα στην ΕΕ, αλλά κυρίως γιατί οι πραγματικές προτεραιότητες είναι άλλες.
1. Κοινή Πολιτική Παιδείας σε όλα τα επίπεδα, με κοινή ιστορία και μορφωτική όσμωση και αλληλοκατανόηση, ούτως ώστε να περάσει το όραμα της κοινής πατρίδας στις νεώτερες γενιές στην πράξη, ώστε αυτές συν τω χρόνω να σφυρηλατήσουν την νέα ευρωπαϊκή ταυτότητα των λαών της ηπείρου.
2. Δημιουργία Κοινού Κοινωνικού Κράτους μέσα από ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο.
3. Ριζοσπαστική διευθέτηση του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους των χωρών μελών, ίσως με μια μικτή μέθοδο διαγραφής και μετοχοποίησης, όπως έκανε πρόσφατα η Κίνα, ούτως ώστε να διαμορφωθούν ουσιαστικές συνθήκες ανάπτυξης.
4. Εγγύηση εξωτερικών συνόρων: Είναι η πεμπτουσία του Μεταναστευτικού και της Κοινής Άμυνας. Αυτό σημαίνει κοινή αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών και προστασίας των συνόρων, με την εγγύηση των συνόρων της Ελλάδας και της Κύπρου, με ότι αυτό συνεπάγεται (ευρωπαϊκή ΑΟΖ, αποβολή των στρατευμάτων κατοχής κλπ). Η ΕΕ με εξαίρεση την Ελλάδα και την Κύπρο δεν απειλείται, συνεπώς η Κοινή Αμυντική και Εξωτερική Πολιτική μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα πάνω στις δύο αυτές απειλές που προέρχονται από την Τουρκία.
5. Νέα σχέση με Ρωσία: Υπέρβαση των ψευδοφοβιών, ειλικρινή οικονομική και αμυντική συνεργασία μέσα από μία ευρεία ρεαλιστική συμφωνία.
6. Ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων με ταυτόχρονη εφαρμογή ενός ενιαίου Οδικού Χάρτη.
7. Διαβούλευση για το νέο σύνταγμα συγκρότησης των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, όπου στην νέα Ένωση μπορούν να προσέλθουν τα σημερινά κράτη μέσω των περιφερειών τους που έχουν έντονα εθνοτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά (Σκοτία, Καταλωνία, Σαξονία, Βαυαρία κ.ο.κ.), καταργώντας έτσι τις ηγέτιδες δυνάμεις και τον αδιέξοδο και αντιπαραγωγικό ανταγωνισμό τους.

Χωρίς αμφιβολία τα βήματα προς τις Ε.Π.Ε που περιγράφονται εδώ έχουν σαφώς ουτοπικό χαρακτήρα, αλλά αυτό έχει ανάγκη η Ευρώπη, την αναγέννηση της ουτοπίας, την οποία συνέτριψαν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι που αυτή προκάλεσε και η στενοκεφαλιά των ελίτ της τελευταίας τριακονταετίας.-

Μάκης Ανδρονόπουλος
htttp://makisandronopoulos.blogspot.com

No comments :

Post a Comment