Ούτε ο Μπάρακ Ομπάμα δεν απέφυγε τον «πειρασμό» αν αναφερθεί στο Κυπριακό και να μας διαβεβαιώσει ότι όλοι μαζί, Έλληνες (Ελλαδίτες και Κύπριοι), Τούρκοι και Αμερικανοί, θα καταφέρουμε να βρούμε μια καλή και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό. Πόσο ιδεαλιστικά όμορφο ακούστηκε αυτό, από έναν άνθρωπο – πολιτικό αγαθής προαίρεσης, εν συγκρίσει τουλάχιστον με πολλούς από τους προκατόχους του. Δεν θα υποστηριχτεί στο παρόν άρθρο ότι ο δυτικός κόσμος, σε αυτή τη φάση της Ιστορίας του, εάν επιχειρήσει να λύσει το Κυπριακό μόνο και μόνο για να αξιοποιήσει τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου, μειώνοντας έτσι την εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, θα έχει διαπράξει μια επιπολαιότητα ολκής, αν και θα ήταν. Θα έχει αποδεχθεί να συναποφασίζει, βάζοντάς τον από την «πίσω πόρτα» στον μηχανισμό λήψης απόφασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δια της Κυπριακής Δημοκρατίας που θα μετεξελιχθεί σε ένα υβρίδιο κρατικής οντότητας, αφού θα αποδεχθεί πολλαπλές «ιδιαιτερότητες», τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έναν πολιτικό ο οποίος έχει πολλές φορές αποδείξει ποια είναι η λογική που τον διέπει… Έχει αποδείξει ποια είναι η φιλοσοφία του για τις σύγχρονες διεθνείς σχέσεις, όπου αναμιγνύει τον ισλαμοσυντηρητισμό και τις θρησκευτικής προέλευσης ιδεοληψίες του με μια αίσθηση νεοθωμανικού μεγαλείου, ένα εκρηκτικό μίγμα που υπόσχεται μονάχα μεγάλα προβλήματα για τους αφελείς και κοντόφθαλμους Ευρωπαίους εταίρους. Το κεντρικό επιχείρημα δεν απευθύνεται στον διεθνή παράγοντα, ο οποίος, σε τελική ανάλυση δικαιούται να επιθυμεί να επιλύσει κατά προτεραιότητα το πρόβλημα της ενεργειακής του τροφοδοσίας, της ενεργειακής του επάρκειας και να πιστεύει ότι στη συνέχεια θα επιλύσει όταν και αν ανακύψουν, προβλήματα στη σχέση συνύπαρξης Ελλήνων και Τούρκων στο Νησί της Αφροδίτης.
Δυστυχώς, το επιχείρημα του σημερινού σχολίου απευθύνεται στις ελλαδικές και κυπριακές ηγεσίες, καθώς πεποίθηση του γράφοντος είναι το ότι δεν έχει συνειδητοποιηθεί επαρκώς ποιος είναι ενδεχομένως ο στόχος της Τουρκίας διαχρονικά: Έστω λίγο απλουστευτικά, η Τουρκία, είτε είναι κεμαλική είτε είναι ισλαμιστική, στόχο έχει να πετύχει «έστω μια μέρα» επίσημης κοινής συμβίωσης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στη νήσο. Με αυτό τον τρόπο θα έχει ακυρώσει στην πράξη όλο το αρνητικό διπλωματικό φορτίο που την ακολουθεί από την εισβολή του 1974 και μετά. Θα υπάρχει μια διεθνής πραγματικότητα, αναγνωρισμένη, η Άγκυρα θα έχει απαλλαγεί από το «στίγμα» της εισβολής και της κατοχής και οι δυο λαοί στο νησί θα επιχειρήσουν, με τη βοήθεια της διεθνούς κοινότητας που θα παρακολουθεί εκστασιασμένη την προσπάθεια, μιλώντας για επανάληψη του προηγουμένου ανάμεσα στη μεταπολεμική Γερμανία και τη Γαλλία. Η «πολιτική ισότητα» θα έχει εξασφαλίσει τη νομή του πλούτου που βρίσκεται στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) εξίσου και στις δυο πλευρές, ενώ και η Τουρκία ίσως εξασφαλίσει τελικά τον ρόλο του κόμβου μεταφοράς των υδρογονανθράκων της περιοχής στις δυτικές αγορές, επιστρέφοντας στο «δυτικό μαντρί». Για λόγους προσχηματικούς, ή μάλλον για να χρυσώσουν το χάπι στη Μόσχα, ρωσικές εταιρίες θα αναλάβουν μέρος του έργου της εξόρυξης στην περιοχή, καθώς η ρωσική παρουσία θεωρητικά διασφαλίζει, ότι μη κρατικοί δρώντες τύπου Χεζμπολάχ θα ελέγχονται και δεν θα τολμήσουν να απειλήσουν με τα ολοένα και πιο εξελιγμένα στρατιωτικά μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, τις πλατφόρμες εξόρυξης.
Ποια θα είναι όμως η ειδοποιός διαφορά με το σήμερα; Το τρέχων διάστημα, και σύμφωνα πάντα με τα εδάφη που κατέλαβε ο «Αττίλας» η πρόσβαση της Τουρκίας, διά των Τουρκοκυπρίων στα χρυσοφόρα κοιτάσματα νοτίως της Κύπρου, είναι εξαιρετικά περιορισμένη, εξ ου και η συνεχής εμφάνιση τουρκικών ναυτικών μονάδων επιφανείας στην περιοχή, σε μια προσπάθεια να σταλεί το μήνυμα ότι η Τουρκία θα διεκδικήσει ακόμα και διά των όπλων όσα θεωρεί ότι της ανήκουν. Όταν όμως η νήσος ενωθεί εκ νέου, στο πλαίσιο αυτό του πειράματος που από την πρώτη ημέρα θα είναι φορέας του σπέρματος διάλυσης της «πρωτότυπης» (για να χρησιμοποιηθεί μια μετριοπαθής έκφραση) κρατική οντότητας, θα έχουμε γυρίσει στο σημείο μηδέν. Κι εάν ποτέ οι δυο πλευρές καταλήξουν στο ότι δεν μπορούν τελικά να συμβιώσουν και επιλέξουν ένα «βελούδινο» διαζύγιο, το μόνο βέβαιο είναι ότι η δεδομένη θέση της Τουρκίας ότι οι Τουρκοκύπριοι θα πρέπει να απολαμβάνουν το 50% των εσόδων, θα είναι πού πιο ισχυρή από ότι σήμερα, για να μη πει κανείς ακλόνητη. Όποιος νομίζει ότι η οποιαδήποτε Τουρκία ενδιαφέρεται να πετύχει η συμβίωση στην Κύπρο, είναι τραγικά αφελής. Ενδιαφέρεται να ακυρώσει στην πράξη όσα αρνητικά αντιμετώπισε πάνω από τέσσερις δεκαετίες εξαιτίας της αδυναμίας να νομιμοποιήσει την εισβολή και την κατοχή. Και θα το έχει πετύχει.
Ποια ακριβώς θα είναι τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς τότε; Θα ζητήσει ή και θα διεκδικήσει να ισχύσουν όσα θα καθορίζει η γεωγραφική διαίρεση των δυο κρατών που θα δημιουργηθούν στο νησί; Ας το σκεφτούμε λίγο καλύτερα. Όσο είναι καιρός. Αν θέλαμε διχοτόμηση και την ύπαρξη δυο κρατών στο νησί, όταν η Τουρκία αναζητούσε απελπισμένα την αναγνώριση των κατεχομένων, η λογική λέει ότι θα ήταν έτοιμη για πολύ μεγαλύτερες εδαφικές παραχωρήσεις. Έως πότε εμείς θα απαντούμε με «οράματα» και ιδιότυπους «ιδεαλισμούς» στη δικαιολογημένα μακιαβελική πολιτική όλων των υπολοίπων; Εδώ δε μιλάμε για ΛΟΤΤΟ, ώστε να ισχύει το «κι αν σου κάτσει;»… μιλάμε για το μέλλον του Ελληνισμού στην ανατολική Μεσόγειο και την πάση θυσία αποτροπή γεωστρατηγικής παράδοσης της νήσου στην Τουρκία. Για όποιον δεν το έχει καταλάβει.
Του ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
http://www.defence-point.gr/news/?p=165112
Δυστυχώς, το επιχείρημα του σημερινού σχολίου απευθύνεται στις ελλαδικές και κυπριακές ηγεσίες, καθώς πεποίθηση του γράφοντος είναι το ότι δεν έχει συνειδητοποιηθεί επαρκώς ποιος είναι ενδεχομένως ο στόχος της Τουρκίας διαχρονικά: Έστω λίγο απλουστευτικά, η Τουρκία, είτε είναι κεμαλική είτε είναι ισλαμιστική, στόχο έχει να πετύχει «έστω μια μέρα» επίσημης κοινής συμβίωσης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στη νήσο. Με αυτό τον τρόπο θα έχει ακυρώσει στην πράξη όλο το αρνητικό διπλωματικό φορτίο που την ακολουθεί από την εισβολή του 1974 και μετά. Θα υπάρχει μια διεθνής πραγματικότητα, αναγνωρισμένη, η Άγκυρα θα έχει απαλλαγεί από το «στίγμα» της εισβολής και της κατοχής και οι δυο λαοί στο νησί θα επιχειρήσουν, με τη βοήθεια της διεθνούς κοινότητας που θα παρακολουθεί εκστασιασμένη την προσπάθεια, μιλώντας για επανάληψη του προηγουμένου ανάμεσα στη μεταπολεμική Γερμανία και τη Γαλλία. Η «πολιτική ισότητα» θα έχει εξασφαλίσει τη νομή του πλούτου που βρίσκεται στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) εξίσου και στις δυο πλευρές, ενώ και η Τουρκία ίσως εξασφαλίσει τελικά τον ρόλο του κόμβου μεταφοράς των υδρογονανθράκων της περιοχής στις δυτικές αγορές, επιστρέφοντας στο «δυτικό μαντρί». Για λόγους προσχηματικούς, ή μάλλον για να χρυσώσουν το χάπι στη Μόσχα, ρωσικές εταιρίες θα αναλάβουν μέρος του έργου της εξόρυξης στην περιοχή, καθώς η ρωσική παρουσία θεωρητικά διασφαλίζει, ότι μη κρατικοί δρώντες τύπου Χεζμπολάχ θα ελέγχονται και δεν θα τολμήσουν να απειλήσουν με τα ολοένα και πιο εξελιγμένα στρατιωτικά μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, τις πλατφόρμες εξόρυξης.
Ποια θα είναι όμως η ειδοποιός διαφορά με το σήμερα; Το τρέχων διάστημα, και σύμφωνα πάντα με τα εδάφη που κατέλαβε ο «Αττίλας» η πρόσβαση της Τουρκίας, διά των Τουρκοκυπρίων στα χρυσοφόρα κοιτάσματα νοτίως της Κύπρου, είναι εξαιρετικά περιορισμένη, εξ ου και η συνεχής εμφάνιση τουρκικών ναυτικών μονάδων επιφανείας στην περιοχή, σε μια προσπάθεια να σταλεί το μήνυμα ότι η Τουρκία θα διεκδικήσει ακόμα και διά των όπλων όσα θεωρεί ότι της ανήκουν. Όταν όμως η νήσος ενωθεί εκ νέου, στο πλαίσιο αυτό του πειράματος που από την πρώτη ημέρα θα είναι φορέας του σπέρματος διάλυσης της «πρωτότυπης» (για να χρησιμοποιηθεί μια μετριοπαθής έκφραση) κρατική οντότητας, θα έχουμε γυρίσει στο σημείο μηδέν. Κι εάν ποτέ οι δυο πλευρές καταλήξουν στο ότι δεν μπορούν τελικά να συμβιώσουν και επιλέξουν ένα «βελούδινο» διαζύγιο, το μόνο βέβαιο είναι ότι η δεδομένη θέση της Τουρκίας ότι οι Τουρκοκύπριοι θα πρέπει να απολαμβάνουν το 50% των εσόδων, θα είναι πού πιο ισχυρή από ότι σήμερα, για να μη πει κανείς ακλόνητη. Όποιος νομίζει ότι η οποιαδήποτε Τουρκία ενδιαφέρεται να πετύχει η συμβίωση στην Κύπρο, είναι τραγικά αφελής. Ενδιαφέρεται να ακυρώσει στην πράξη όσα αρνητικά αντιμετώπισε πάνω από τέσσερις δεκαετίες εξαιτίας της αδυναμίας να νομιμοποιήσει την εισβολή και την κατοχή. Και θα το έχει πετύχει.
Ποια ακριβώς θα είναι τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς τότε; Θα ζητήσει ή και θα διεκδικήσει να ισχύσουν όσα θα καθορίζει η γεωγραφική διαίρεση των δυο κρατών που θα δημιουργηθούν στο νησί; Ας το σκεφτούμε λίγο καλύτερα. Όσο είναι καιρός. Αν θέλαμε διχοτόμηση και την ύπαρξη δυο κρατών στο νησί, όταν η Τουρκία αναζητούσε απελπισμένα την αναγνώριση των κατεχομένων, η λογική λέει ότι θα ήταν έτοιμη για πολύ μεγαλύτερες εδαφικές παραχωρήσεις. Έως πότε εμείς θα απαντούμε με «οράματα» και ιδιότυπους «ιδεαλισμούς» στη δικαιολογημένα μακιαβελική πολιτική όλων των υπολοίπων; Εδώ δε μιλάμε για ΛΟΤΤΟ, ώστε να ισχύει το «κι αν σου κάτσει;»… μιλάμε για το μέλλον του Ελληνισμού στην ανατολική Μεσόγειο και την πάση θυσία αποτροπή γεωστρατηγικής παράδοσης της νήσου στην Τουρκία. Για όποιον δεν το έχει καταλάβει.
Του ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
http://www.defence-point.gr/news/?p=165112
No comments :
Post a Comment