Η πλειοψηφία των δημοσιογράφων στο δυτικό κόσμο αριστερίζει, είτε λιμπεραλιστικά (να υπενθυμίσουμε πως ο κλασσικός λιμπεραλισμός είναι αυτό που σήμερα ονομάζουμε φιλελευθερισμός-καπιταλισμός, ενώ ο μοντέρνος λιμπεραλισμός που κυρίως εκφράζεται από το δημοκρατικό κόμμα στις ΗΠΑ είναι κοινωνικά φιλελεύθερος αλλά οικονομικά υποστηρίζει το ισχυρό κράτος για να ταϊζει, μέσω φόρων, τις "αδύναμες" κοινωνικές ομάδες που είναι και οι ψηφοφόροι του), είτε μαρξιστικά. Σε Η.Π.Α. Βρετανία, Γερμανία και γενικά στο σύνολο του δυτικού κόσμου το δημοσιογραφικό μπλοκ είναι φιλελεύθερο. Στην Ελλάδα δε πάμε πολύ πίσω αλλά έχουμε και ισχυρότατο το παλαιοαριστερό και μαρξιστικό στοιχείο στη δημοσιογραφία. Είναι όντως άξιο απορίας το γεγονός ότι στην τηλεόραση, τις εφημερίδες και τα κύρια σάιτ πληροφόρησης στο διαδίκτυο, προωθούνται ιδέες και αντιλήψεις που δεν χαρακτηρίζουν τη στάση της κοινωνίας προς αυτές και που έχουν ελάχιστη ανταπόκριση στην κοινωνία. Καλύτερο παράδειγμα θα ήταν η ιδιωτική τηλεόραση της τελευταίας δεκαετίας του εικοστού αιώνα στην Ελλάδα. Τότε είχανε εμφανιστεί οι πρώτες εκπομπές στις οποίες οι δημοσιογράφοι ανοιχτά καταδίκαζαν πολλά ελληνικά πιστεύω, τα οποία αφορούσαν τη θρησκεία, την οικογένεια με ταυτόχρονη την θεοποίηση του σεξ και των σχέσεων μέσω των σεξολόγων-ψυχαναλυτών.
Επιπρόσθετα, αποδομούσαν τις βάσεις της σύγχρονης εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων (Ελληνοχριστιανισμός). Το όλο θέμα είναι πως τότε όλες αυτές οι απόψεις, οι οποίες και στόχευαν το νεανικό κοινό και ιδιαίτερα τις νεαρές κοπέλες, παρουσιάζονταν και προωθούνταν για πρώτη φορά, ενώ σήμερα θεωρούνται η ντε φάκτο θέση και το «αυτονόητο». Ήταν η εποχή που δημιουργήθηκαν οι λεγόμενοι ‘Κωστόπουλοι’, η εποχή που το οικογενειακό πρότυπο άλλαξε, σταματώντας να προωθεί τον οικογενειάρχη, πιστό σύζυγο και αντικαταστάθηκε από το ‘μάγκα’, τον ‘αλανιάρη’ που κοροϊδεύει το κράτος, το κλέβει και σκοπός του είναι να ρίξει όσες παραπάνω γυναίκες μπορεί στο κρεβάτι. Όσον αφορά τις γυναίκες, η μάνα που θυσιάζεται για να μεγαλώσει σωστά τα παιδιά της γελοιοποιήθηκε και στη θέση της προωθήθηκε η γυναίκα καριέρας, η υποτίθεται ανεξάρτητη και δημιουργική γυναίκα που κανείς δε θα μπορούσε να ελέγχει, γιατί έβγαζε δικά της λεφτά. Η ερώτηση τι ακριβώς ανεξαρτησία προσφέρει μια "καριέρα" γραμματέα ή πωλήτριας, που εργάζεται 10-12 ώρες τη μέρα για ένα μισθό που δε φτάνει ούτε για το ενοίκιο μίας γκαρσονιέρας, είναι εξαιρετικά εύλογη. Πέραν τούτου όμως, μαζί με αυτό υπήρξε και η άνοδος του σκανδαλοθηρικού τύπου και της "αντικειμενικής δημοσιογραφίας", φαινόμενα τα οποία προώθησαν βαθιές αλλαγές στο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα της Ελλάδος.
Εδώ είναι που μπαίνουμε στο ζουμί της υπόθεσης και στο βασικό ερώτημα: γιατί οι δημοσιογράφοι παρουσιάζουν αυτήν την απόσταση από το μέσω άνθρωπο όσων αφορά ζητήματα ηθικής; Είναι απλό: η δημοσιογραφία είναι ένα από τα ελάχιστα επαγγέλματα τα οποία άμεσα βοηθούν τον ανήθικο να προοδεύσει. Για να το εξηγήσω θα αναφέρω το εξής: δεν υπάρχουν νόμοι που μπορούν να περιορίσουν τη δράση του δημοσιογράφου. Ακόμη και ο δικηγόρος έχει νόμους που μπορούν να στραφούν εναντίον του, ενώ κανείς δε μπορεί να τον βοηθήσει (άμα πχ αποδειχθεί ότι χρημάτιζε ενόρκους, η χρησιμοποίησε λοιπά βρώμικα μέσα, εξαιρείται η εκμετάλλευση κενών του νομικού συστήματος). Ο δημοσιογράφος όμως δεν υποχρεώνεται από κανέναν νόμο να αποκαλύψει τις πηγές του και πως απέκτησε τα δεδομένα που έφθασαν στα χέρια του. Μάλιστα υπάρχει συγκεκριμένη νομοθεσία με σκοπό να προστατεύει το δημοσιογράφο από τέτοιου είδους ερωτήσεις και πιθανές έρευνες...
Επιπρόσθετα, η κάθε επίθεση στο δημοσιογράφο, προσωπική ή νομική, αντιμετωπίζεται με άμεση ανταπόδοση πυρών από αυτόν αλλά και μάλιστα πολλές φορές από όλο το συνάφι του. Ας δούμε ένα παράδειγμα, ας πουμε ότι απαγορεύει ο εισαγγελέας μια εκπομπή, η οποία μπορεί να εκθέσει πρακτικά υπόθεσης που δεν έχει καν δικαστεί, ως αποτέλεσμα ακολουθεί ο κακός χαμός από τους δημοσιογράφους. Ακόμα και για μη πολιτικά ορθούς δημοσιογράφους, στην Ελλάδα τουλάχιστον, δε γίνεται άμεση επίθεση αλλά έμμεση (πχ καυγάς Βερύκιου με Ακρίτα, αηδιαστικοί και οι δύο, αλλά υπήρχε θέση υπέρ αυτής από τα Μ.Μ.Ε.). Ένα άλλο χαρακτηριστικό όσον αφορά την επιβολή μέτρου στο επάγγελμα είναι το πρόβλημα ότι η λογοκρισία χτυπάει το ίδιο το προϊόν του δημοσιογράφου. Δηλαδή, μειώνει τις ιστορίες που μπορεί να γράψει, συχνά αυτές που θα του είναι και οι πιο αποδοτικές. Αυτοί οι περιορισμοί δεν είναι όμως όπως αυτοί που επιβάλλονται σε απλούς παραγωγούς, γιατί εν τέλει το προϊόν πάλι μπορεί να παραχθεί και η σφραγίδα ποιότητας να λειτουργεί ως διαφήμιση προς αυτό. Αντίθετα η προστασία ποιότητας στη δημοσιογραφία περιορίζει την παραγωγή των υπηρεσιών της, ενίοτε αποξενώνει και κοινό. Άρα: η όποια επιβολή ηθικής μειώνει τη πλουτοπαραγωγική ιδιότητα της δημοσιογραφίας, είτε αυτό γίνεται για ποιοτικούς λόγους (απαγόρευση δημοσίευσης της προσωπικής ζωής των ανθρώπων) είτε για λόγους κρατικούς (δημοσίευση δικογραφίας εν εξελίξει υπόθεσης, δημοσίευση σχεδίων ασφάλειας κλπ.).
Ένα όμως ακόμα χαρακτηριστικό, της μοντέρνας δημοσιογραφίας το οποίο πιο πολύ επηρεάζει το εξωτερικό, όχι πως εδώ δεν ακολουθείται (ακολουθείται αλλά για λόγους που θα είναι προφανείς σε μικρότερο βαθμό) είναι ο θάνατος της αντικειμενικής δημοσιογραφίας βάσει στοιχείων. Δηλαδή ο θάνατος του Ρεπορτάζ. Πλέον οτιδήποτε δεν αρέσει στις ομάδες που ελέγχουν την κουλτούρα του διαδικτύου (κυρίως φιλελεύθεροι και μαρξιστές, λόγω ελεύθερου χρόνου) θεωρείται επιζήμιο για τα κέρδη. Αυτό είναι το είδος κουλτούρας clickbait, (από το κλικ και το δόλωμα (bait) στην αγγλική). Σημαίνει το εξής: ότι οτιδήποτε κερδίσει ιντερνετική επιτυχία, μέσω facebook, twitter ή του σάιτ του καναλιού είναι ευαγγέλιο που πρέπει να τηρηθεί. Το θέμα είναι πάλι πως η κουλτούρα του ίντερνετ αντιπροσωπεύει μόλις το 10% των ανθρώπων, γιατί αυτοί που τη δημιουργούν πρέπει να έχουν πολύ ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή τους που όποιοι έχουν δουλειά, οικογένεια ή ενδιαφέροντα δε μπορούν να αφιερώσουν.
Οπότε σε αυτό που καταλήγει κανείς, μέσω της απλής παρατήρησης, καθώς και μέσω της χρήσης απλής λογικής είναι το εξης: στη δημοσιογραφία κυριαρχούν οι ανήθικοι: επειδή το να είναι κανείς ανήθικος, του επιτρέπει να δημοσιεύσει ό,τι τραβάει την προσοχή, ασχέτως της αξίας του. Ποιο εύκολα και αβίαστα αυτό γίνεται μόνο με ό,τι σοκάρει, δηλαδή, ό,τι περιέχει χυδαίο περιεχόμενο, το οποίο με λιγότερο κόπο τραβά παραπάνω ενδιαφέρον, άσχετα άμα είναι καλά μελετημένο ή ποιοτικό. Οπότε, όποιος μπορεί να σοκάρει παραπάνω κερδίζει εύκολα δημοσιότητα, που μεταφράζεται σε αναγνωρισιμότητα και κέρδος. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα θέμα του πόσες ιστορίες μπορεί να αφηγηθεί, αλλά ιστορίες με ανθρώπους και καταστάσεις υποτίθεται αληθινές. Όσο για τα λοιπά άρθρα πάλι ακολουθείται ο ίδιος κανόνας. Ο λόγος είναι πως ο δημοσιογράφος είναι ανήθικος γιατί έτσι επιβιώνει, γιατί έτσι μπορεί να γράφει παραπάνω, να τραβά προσοχή και να ανεβαίνει το κοινό του. Το κλικμπέητ πλέον δείχνει πως απλά για όλα αυτά χρειαζόταν μόνο μία ευκαιρία.
*Σημείωση επί του τίτλου: Η αριστερά χρησιμοποιείται με την πυθαγόρεια έννοια του όρου, δηλαδή εννοεί ό,τι κακό, ανήθικο, καταστροφικό και ψευδές υπάρχει.
Βαρώνος Μυνχάουζεν
http://theodotus.blogspot.gr/2015/05/blog-post_17.html
Επιπρόσθετα, αποδομούσαν τις βάσεις της σύγχρονης εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων (Ελληνοχριστιανισμός). Το όλο θέμα είναι πως τότε όλες αυτές οι απόψεις, οι οποίες και στόχευαν το νεανικό κοινό και ιδιαίτερα τις νεαρές κοπέλες, παρουσιάζονταν και προωθούνταν για πρώτη φορά, ενώ σήμερα θεωρούνται η ντε φάκτο θέση και το «αυτονόητο». Ήταν η εποχή που δημιουργήθηκαν οι λεγόμενοι ‘Κωστόπουλοι’, η εποχή που το οικογενειακό πρότυπο άλλαξε, σταματώντας να προωθεί τον οικογενειάρχη, πιστό σύζυγο και αντικαταστάθηκε από το ‘μάγκα’, τον ‘αλανιάρη’ που κοροϊδεύει το κράτος, το κλέβει και σκοπός του είναι να ρίξει όσες παραπάνω γυναίκες μπορεί στο κρεβάτι. Όσον αφορά τις γυναίκες, η μάνα που θυσιάζεται για να μεγαλώσει σωστά τα παιδιά της γελοιοποιήθηκε και στη θέση της προωθήθηκε η γυναίκα καριέρας, η υποτίθεται ανεξάρτητη και δημιουργική γυναίκα που κανείς δε θα μπορούσε να ελέγχει, γιατί έβγαζε δικά της λεφτά. Η ερώτηση τι ακριβώς ανεξαρτησία προσφέρει μια "καριέρα" γραμματέα ή πωλήτριας, που εργάζεται 10-12 ώρες τη μέρα για ένα μισθό που δε φτάνει ούτε για το ενοίκιο μίας γκαρσονιέρας, είναι εξαιρετικά εύλογη. Πέραν τούτου όμως, μαζί με αυτό υπήρξε και η άνοδος του σκανδαλοθηρικού τύπου και της "αντικειμενικής δημοσιογραφίας", φαινόμενα τα οποία προώθησαν βαθιές αλλαγές στο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα της Ελλάδος.
Εδώ είναι που μπαίνουμε στο ζουμί της υπόθεσης και στο βασικό ερώτημα: γιατί οι δημοσιογράφοι παρουσιάζουν αυτήν την απόσταση από το μέσω άνθρωπο όσων αφορά ζητήματα ηθικής; Είναι απλό: η δημοσιογραφία είναι ένα από τα ελάχιστα επαγγέλματα τα οποία άμεσα βοηθούν τον ανήθικο να προοδεύσει. Για να το εξηγήσω θα αναφέρω το εξής: δεν υπάρχουν νόμοι που μπορούν να περιορίσουν τη δράση του δημοσιογράφου. Ακόμη και ο δικηγόρος έχει νόμους που μπορούν να στραφούν εναντίον του, ενώ κανείς δε μπορεί να τον βοηθήσει (άμα πχ αποδειχθεί ότι χρημάτιζε ενόρκους, η χρησιμοποίησε λοιπά βρώμικα μέσα, εξαιρείται η εκμετάλλευση κενών του νομικού συστήματος). Ο δημοσιογράφος όμως δεν υποχρεώνεται από κανέναν νόμο να αποκαλύψει τις πηγές του και πως απέκτησε τα δεδομένα που έφθασαν στα χέρια του. Μάλιστα υπάρχει συγκεκριμένη νομοθεσία με σκοπό να προστατεύει το δημοσιογράφο από τέτοιου είδους ερωτήσεις και πιθανές έρευνες...
Επιπρόσθετα, η κάθε επίθεση στο δημοσιογράφο, προσωπική ή νομική, αντιμετωπίζεται με άμεση ανταπόδοση πυρών από αυτόν αλλά και μάλιστα πολλές φορές από όλο το συνάφι του. Ας δούμε ένα παράδειγμα, ας πουμε ότι απαγορεύει ο εισαγγελέας μια εκπομπή, η οποία μπορεί να εκθέσει πρακτικά υπόθεσης που δεν έχει καν δικαστεί, ως αποτέλεσμα ακολουθεί ο κακός χαμός από τους δημοσιογράφους. Ακόμα και για μη πολιτικά ορθούς δημοσιογράφους, στην Ελλάδα τουλάχιστον, δε γίνεται άμεση επίθεση αλλά έμμεση (πχ καυγάς Βερύκιου με Ακρίτα, αηδιαστικοί και οι δύο, αλλά υπήρχε θέση υπέρ αυτής από τα Μ.Μ.Ε.). Ένα άλλο χαρακτηριστικό όσον αφορά την επιβολή μέτρου στο επάγγελμα είναι το πρόβλημα ότι η λογοκρισία χτυπάει το ίδιο το προϊόν του δημοσιογράφου. Δηλαδή, μειώνει τις ιστορίες που μπορεί να γράψει, συχνά αυτές που θα του είναι και οι πιο αποδοτικές. Αυτοί οι περιορισμοί δεν είναι όμως όπως αυτοί που επιβάλλονται σε απλούς παραγωγούς, γιατί εν τέλει το προϊόν πάλι μπορεί να παραχθεί και η σφραγίδα ποιότητας να λειτουργεί ως διαφήμιση προς αυτό. Αντίθετα η προστασία ποιότητας στη δημοσιογραφία περιορίζει την παραγωγή των υπηρεσιών της, ενίοτε αποξενώνει και κοινό. Άρα: η όποια επιβολή ηθικής μειώνει τη πλουτοπαραγωγική ιδιότητα της δημοσιογραφίας, είτε αυτό γίνεται για ποιοτικούς λόγους (απαγόρευση δημοσίευσης της προσωπικής ζωής των ανθρώπων) είτε για λόγους κρατικούς (δημοσίευση δικογραφίας εν εξελίξει υπόθεσης, δημοσίευση σχεδίων ασφάλειας κλπ.).
Ένα όμως ακόμα χαρακτηριστικό, της μοντέρνας δημοσιογραφίας το οποίο πιο πολύ επηρεάζει το εξωτερικό, όχι πως εδώ δεν ακολουθείται (ακολουθείται αλλά για λόγους που θα είναι προφανείς σε μικρότερο βαθμό) είναι ο θάνατος της αντικειμενικής δημοσιογραφίας βάσει στοιχείων. Δηλαδή ο θάνατος του Ρεπορτάζ. Πλέον οτιδήποτε δεν αρέσει στις ομάδες που ελέγχουν την κουλτούρα του διαδικτύου (κυρίως φιλελεύθεροι και μαρξιστές, λόγω ελεύθερου χρόνου) θεωρείται επιζήμιο για τα κέρδη. Αυτό είναι το είδος κουλτούρας clickbait, (από το κλικ και το δόλωμα (bait) στην αγγλική). Σημαίνει το εξής: ότι οτιδήποτε κερδίσει ιντερνετική επιτυχία, μέσω facebook, twitter ή του σάιτ του καναλιού είναι ευαγγέλιο που πρέπει να τηρηθεί. Το θέμα είναι πάλι πως η κουλτούρα του ίντερνετ αντιπροσωπεύει μόλις το 10% των ανθρώπων, γιατί αυτοί που τη δημιουργούν πρέπει να έχουν πολύ ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή τους που όποιοι έχουν δουλειά, οικογένεια ή ενδιαφέροντα δε μπορούν να αφιερώσουν.
Οπότε σε αυτό που καταλήγει κανείς, μέσω της απλής παρατήρησης, καθώς και μέσω της χρήσης απλής λογικής είναι το εξης: στη δημοσιογραφία κυριαρχούν οι ανήθικοι: επειδή το να είναι κανείς ανήθικος, του επιτρέπει να δημοσιεύσει ό,τι τραβάει την προσοχή, ασχέτως της αξίας του. Ποιο εύκολα και αβίαστα αυτό γίνεται μόνο με ό,τι σοκάρει, δηλαδή, ό,τι περιέχει χυδαίο περιεχόμενο, το οποίο με λιγότερο κόπο τραβά παραπάνω ενδιαφέρον, άσχετα άμα είναι καλά μελετημένο ή ποιοτικό. Οπότε, όποιος μπορεί να σοκάρει παραπάνω κερδίζει εύκολα δημοσιότητα, που μεταφράζεται σε αναγνωρισιμότητα και κέρδος. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα θέμα του πόσες ιστορίες μπορεί να αφηγηθεί, αλλά ιστορίες με ανθρώπους και καταστάσεις υποτίθεται αληθινές. Όσο για τα λοιπά άρθρα πάλι ακολουθείται ο ίδιος κανόνας. Ο λόγος είναι πως ο δημοσιογράφος είναι ανήθικος γιατί έτσι επιβιώνει, γιατί έτσι μπορεί να γράφει παραπάνω, να τραβά προσοχή και να ανεβαίνει το κοινό του. Το κλικμπέητ πλέον δείχνει πως απλά για όλα αυτά χρειαζόταν μόνο μία ευκαιρία.
*Σημείωση επί του τίτλου: Η αριστερά χρησιμοποιείται με την πυθαγόρεια έννοια του όρου, δηλαδή εννοεί ό,τι κακό, ανήθικο, καταστροφικό και ψευδές υπάρχει.
Βαρώνος Μυνχάουζεν
http://theodotus.blogspot.gr/2015/05/blog-post_17.html
No comments :
Post a Comment