«Ο,τι ανεβαίνει στο Διαδίκτυο, μένει για πάντα online», προειδοποιούσε πριν από μερικούς μήνες τους χρήστες η μη κυβερνητική οργάνωση Kiwi Commons, συμβουλεύοντάς τους να μην αναρτούν φωτογραφίες ή άλλο υλικό για το οποίο μπορεί να μετανιώσουν ακόμη και στο απώτερο μέλλον. Η οργάνωση αναφερόταν στο γεγονός ότι τις περισσότερες φορές είναι δύσκολο να αλλάξει κανείς εκ των υστέρων την «ψηφιακή φήμη» του, διαγράφοντας τέτοιο περιεχόμενο. Ενα πρόβλημα που η Ευρωπαϊκή Ενωση θέλει να αντιμετωπίσει, θεσπίζοντας από το καλοκαίρι το «δικαίωμα στη λήθη».Σύμφωνα με την πρόταση της Βίβιαν Ρέντινγκ, επιτρόπου για θέματα δικαιοσύνης, χάρις στο «δικαίωμα στη λήθη» οι πολίτες της Ε.Ε. θα μπορούν να απαιτούν την αφαίρεση περιεχομένου από τις ιστοσελίδες στις οποίες το έχουν οι ίδιοι «ανεβάσει». Η πρόταση βρίσκεται ακόμη σε διαπραγμάτευση, με σκοπό να ισχύσει σε ολόκληρη τη «Γηραιά Ηπειρο». Τον τελευταίο καιρό, ωστόσο, πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν να αναθεωρηθεί και αμφισβητούν την αποτελεσματικότητά της.
Ενδεικτικό παράδειγμα ο Peter Hustinx, Eυρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος υποστήριξε πως η πρόταση είναι ανεφάρμοστη, καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες δεν συμφωνούν στο τι είναι ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο κι τι όχι. Επικαλούμενος το ίδιο επιχείρημα, αλλά και ότι το μέτρο δεν είναι ρεαλιστικό, ο Βρετανός υπουργός Δικαιοσύνης Chris Grayling ζήτησε κάθε κράτος-μέλος να έχει την «ευελιξία» να την τροποποιήσει κατά το δοκούν, εφαρμόζοντας μια πιο ήπια εκδοχή της.Το «δικαίωμα στη λήθη» περιλαμβάνεται σε ένα σύνολο προτεινόμενων κανόνων που ανακοινώθηκαν τον Ιανουάριο του 2012 από τη Ρέντινγκ, με σκοπό τη μεταρρύθμιση του καθεστώτος προστασίας δεδομένων στην Ε.Ε. Η επίτροπος υποστηρίζει πως οι υπάρχοντες κανόνες, οι οποίοι θεσπίστηκαν το 1995, δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα. Για παράδειγμα, έρευνες έχουν δείξει πως ήδη το 47% των Βρετανών εργοδοτών αναζητεί στο Ιντερνετ πρόσθετες πληροφορίες για υποψήφιους υπαλλήλους, ενώ το 41% έχει απορρίψει υποψηφίους λόγω στοιχείων που έχει εντοπίσει.Επίσης, ο κανόνας στοχεύει στην προστασία των χρηστών στα social media. Κι αυτό γιατί, αν και όλες οι υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης δίνουν στα μέλη τους τη δυνατότητα να διαγράψουν ό,τι έχουν «ανεβάσει», στην πραγματικότητα τίποτε δεν διασφαλίζει πως η υπηρεσία δεν θα φροντίσει απλώς το αντίστοιχο υλικό να μην είναι ορατό στην πλατφόρμα, διατηρώντας το ωστόσο στους σέρβερ της. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του 25χρονου Αυστριακού Max Schrems, φοιτητή της Νομικής που, όταν τον Δεκέμβριο του 2011 παρέλαβε από το Facebook το πλήρες αρχείο με τις δραστηριότητές του, διαπίστωσε πως περιείχε πολλά δεδομένα που ο ίδιος είχε θεωρητικά διαγράψει.
Η πρόταση προβλέπει «τσουχτερά» πρόστιμα για τις εταιρείες που δεν ανταποκρίνονται στα αιτήματα των χρηστών. Από την άλλη πλευρά, τα αιτήματα για διαγραφή πληροφοριών οφείλουν να ικανοποιούνται αν δεν συντρέχουν νόμιμοι λόγοι για τη διατήρησή τους (π.χ. ιατρικά αρχεία) και το «δικαίωμα στη λήθη» δεν θα καλύπτει τις αναρτήσεις τρίτων ατόμων, παρά μόνον αν παραβιάζουν την ιδιωτικότητα του χρήστη. Επίσης, από τον κανόνα θα εξαιρούνται τα δημοσιογραφικά σάιτ και τα μπλογκ. Εξίσου σημαντικό είναι ότι η πρόταση προβλέπει πως μια ιστοσελίδα δεν φέρει καμία νομική υποχρέωση, αν τα δεδομένα που έχει «ανεβάσει» κανείς έχουν αντιγραφεί από άλλα σάιτ. Ετσι, για παράδειγμα, στην περίπτωση που ένα μέλος του Facebook ζητήσει να απαλειφθούν ορισμένες φωτογραφίες που έχει «αναρτήσει», τότε το δίκτυο πρέπει να συμμορφωθεί στο αίτημά του και, παράλληλα, να προβεί σε «κάθε λογική ενέργεια» για να ενημερώσει τυχόν τρίτες ιστοσελίδες που έχουν αντιγράψει και φιλοξενούν τις εικόνες. Ωστόσο, δεν θα είναι υπεύθυνο αν αυτές οι ιστοσελίδες δεν κάνουν το ίδιο.Λόγω του τρόπου λειτουργίας του Ιντερνετ, όπου η αναδημοσίευση πληροφοριών είναι ο κανόνας, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν πως ο τίτλος «δικαίωμα στη λήθη» είναι υπερβολικός, αφού φαίνεται να υπονοεί πως δεν θα υπάρχει κανένας περιορισμός στη διαγραφή. Ακόμη κι έτσι, πάντως, λίγες οργανώσεις προστασίας των ψηφιακών δικαιωμάτων συντάσσονται με τον Chris Grayling, ο οποίος ισχυρίζεται πως η πρόταση καλλιεργεί υπερβολικές προσδοκίες, ενώ «υπόσχεται πολλά, αλλά θα καταφέρει λίγα».
Το «δικαίωμα στη λήθη» δεν είναι η μόνη πρόταση από τη μεταρρύθμιση του καθεστώτος προστασίας δεδομένων στην Ε.Ε. ο οποίος προκαλεί τριβές. Πιο συγκεκριμένα, στη μεταρρύθμιση προβλέπεται πως οι χρήστες θα πρέπει να δίνουν πάντοτε ρητά τη συγκατάθεσή τους για την επεξεργασία των προσωπικών τους δεδομένων, και όχι να θεωρείται εκ των προτέρων δεδομένη η άδειά τους με την εγγραφή σε μια υπηρεσία, όπως συμβαίνει σήμερα.Καθώς όλοι οι κανόνες θα αφορούν όλες τις ιντερνετικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη, ακόμη κι αν εδρεύουν εκτός Ε.Ε., ο συγκεκριμένος κανόνας έχει προκαλέσει κατ’ αρχάς έντονες αντιδράσεις στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ετσι, ήδη αμερικανικοί κολοσσοί όπως η Google και το Facebook έχουν δηλώσει ανοικτά την αντίθεσή τους, κάτι που το γερμανικό περιοδικό Spiegel αποδίδει στο γεγονός ότι θα είναι πιο δύσκολο να «σερβίρουν» σε κάθε χρήστη προσωποποιημένες διαφημίσεις, οι οποίες θα βασίζονται στην ανάλυση του ιστορικού του.Το αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, με ενδεικτικό το γεγονός ότι κάθε εταιρεία με περισσότερους από 250 εργαζόμενους θα πρέπει να διαθέτει έναν αρμόδιο για θέματα προστασίας δεδομένων, κάνει όμως μερικούς αξιωματούχους εντός Ευρώπης να διατείνονται πως θα πληγεί η online οικονομία. Ετσι, ο Λόρδος McNally, αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης στη Βρετανία, υποστήριξε πριν από λίγες ημέρες πως οι ζημίες για την αγγλική οικονομία θα φτάσουν τα 100-360 εκατομμύρια λίρες σε ετήσια βάση. Η Ε.Ε., αντίθετα, εκτιμά ότι το ετήσιο κέρδος για την ευρωπαϊκή οικονομία θα αγγίξει τα 2,3 δισ. ευρώ, κυρίως επειδή θα αυξηθεί η εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων καταναλωτών στις ιντερνετικές υπηρεσίες.
Ενδεικτικό παράδειγμα ο Peter Hustinx, Eυρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος υποστήριξε πως η πρόταση είναι ανεφάρμοστη, καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες δεν συμφωνούν στο τι είναι ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο κι τι όχι. Επικαλούμενος το ίδιο επιχείρημα, αλλά και ότι το μέτρο δεν είναι ρεαλιστικό, ο Βρετανός υπουργός Δικαιοσύνης Chris Grayling ζήτησε κάθε κράτος-μέλος να έχει την «ευελιξία» να την τροποποιήσει κατά το δοκούν, εφαρμόζοντας μια πιο ήπια εκδοχή της.Το «δικαίωμα στη λήθη» περιλαμβάνεται σε ένα σύνολο προτεινόμενων κανόνων που ανακοινώθηκαν τον Ιανουάριο του 2012 από τη Ρέντινγκ, με σκοπό τη μεταρρύθμιση του καθεστώτος προστασίας δεδομένων στην Ε.Ε. Η επίτροπος υποστηρίζει πως οι υπάρχοντες κανόνες, οι οποίοι θεσπίστηκαν το 1995, δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα. Για παράδειγμα, έρευνες έχουν δείξει πως ήδη το 47% των Βρετανών εργοδοτών αναζητεί στο Ιντερνετ πρόσθετες πληροφορίες για υποψήφιους υπαλλήλους, ενώ το 41% έχει απορρίψει υποψηφίους λόγω στοιχείων που έχει εντοπίσει.Επίσης, ο κανόνας στοχεύει στην προστασία των χρηστών στα social media. Κι αυτό γιατί, αν και όλες οι υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης δίνουν στα μέλη τους τη δυνατότητα να διαγράψουν ό,τι έχουν «ανεβάσει», στην πραγματικότητα τίποτε δεν διασφαλίζει πως η υπηρεσία δεν θα φροντίσει απλώς το αντίστοιχο υλικό να μην είναι ορατό στην πλατφόρμα, διατηρώντας το ωστόσο στους σέρβερ της. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του 25χρονου Αυστριακού Max Schrems, φοιτητή της Νομικής που, όταν τον Δεκέμβριο του 2011 παρέλαβε από το Facebook το πλήρες αρχείο με τις δραστηριότητές του, διαπίστωσε πως περιείχε πολλά δεδομένα που ο ίδιος είχε θεωρητικά διαγράψει.
Η πρόταση προβλέπει «τσουχτερά» πρόστιμα για τις εταιρείες που δεν ανταποκρίνονται στα αιτήματα των χρηστών. Από την άλλη πλευρά, τα αιτήματα για διαγραφή πληροφοριών οφείλουν να ικανοποιούνται αν δεν συντρέχουν νόμιμοι λόγοι για τη διατήρησή τους (π.χ. ιατρικά αρχεία) και το «δικαίωμα στη λήθη» δεν θα καλύπτει τις αναρτήσεις τρίτων ατόμων, παρά μόνον αν παραβιάζουν την ιδιωτικότητα του χρήστη. Επίσης, από τον κανόνα θα εξαιρούνται τα δημοσιογραφικά σάιτ και τα μπλογκ. Εξίσου σημαντικό είναι ότι η πρόταση προβλέπει πως μια ιστοσελίδα δεν φέρει καμία νομική υποχρέωση, αν τα δεδομένα που έχει «ανεβάσει» κανείς έχουν αντιγραφεί από άλλα σάιτ. Ετσι, για παράδειγμα, στην περίπτωση που ένα μέλος του Facebook ζητήσει να απαλειφθούν ορισμένες φωτογραφίες που έχει «αναρτήσει», τότε το δίκτυο πρέπει να συμμορφωθεί στο αίτημά του και, παράλληλα, να προβεί σε «κάθε λογική ενέργεια» για να ενημερώσει τυχόν τρίτες ιστοσελίδες που έχουν αντιγράψει και φιλοξενούν τις εικόνες. Ωστόσο, δεν θα είναι υπεύθυνο αν αυτές οι ιστοσελίδες δεν κάνουν το ίδιο.Λόγω του τρόπου λειτουργίας του Ιντερνετ, όπου η αναδημοσίευση πληροφοριών είναι ο κανόνας, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν πως ο τίτλος «δικαίωμα στη λήθη» είναι υπερβολικός, αφού φαίνεται να υπονοεί πως δεν θα υπάρχει κανένας περιορισμός στη διαγραφή. Ακόμη κι έτσι, πάντως, λίγες οργανώσεις προστασίας των ψηφιακών δικαιωμάτων συντάσσονται με τον Chris Grayling, ο οποίος ισχυρίζεται πως η πρόταση καλλιεργεί υπερβολικές προσδοκίες, ενώ «υπόσχεται πολλά, αλλά θα καταφέρει λίγα».
Το «δικαίωμα στη λήθη» δεν είναι η μόνη πρόταση από τη μεταρρύθμιση του καθεστώτος προστασίας δεδομένων στην Ε.Ε. ο οποίος προκαλεί τριβές. Πιο συγκεκριμένα, στη μεταρρύθμιση προβλέπεται πως οι χρήστες θα πρέπει να δίνουν πάντοτε ρητά τη συγκατάθεσή τους για την επεξεργασία των προσωπικών τους δεδομένων, και όχι να θεωρείται εκ των προτέρων δεδομένη η άδειά τους με την εγγραφή σε μια υπηρεσία, όπως συμβαίνει σήμερα.Καθώς όλοι οι κανόνες θα αφορούν όλες τις ιντερνετικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη, ακόμη κι αν εδρεύουν εκτός Ε.Ε., ο συγκεκριμένος κανόνας έχει προκαλέσει κατ’ αρχάς έντονες αντιδράσεις στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ετσι, ήδη αμερικανικοί κολοσσοί όπως η Google και το Facebook έχουν δηλώσει ανοικτά την αντίθεσή τους, κάτι που το γερμανικό περιοδικό Spiegel αποδίδει στο γεγονός ότι θα είναι πιο δύσκολο να «σερβίρουν» σε κάθε χρήστη προσωποποιημένες διαφημίσεις, οι οποίες θα βασίζονται στην ανάλυση του ιστορικού του.Το αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, με ενδεικτικό το γεγονός ότι κάθε εταιρεία με περισσότερους από 250 εργαζόμενους θα πρέπει να διαθέτει έναν αρμόδιο για θέματα προστασίας δεδομένων, κάνει όμως μερικούς αξιωματούχους εντός Ευρώπης να διατείνονται πως θα πληγεί η online οικονομία. Ετσι, ο Λόρδος McNally, αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης στη Βρετανία, υποστήριξε πριν από λίγες ημέρες πως οι ζημίες για την αγγλική οικονομία θα φτάσουν τα 100-360 εκατομμύρια λίρες σε ετήσια βάση. Η Ε.Ε., αντίθετα, εκτιμά ότι το ετήσιο κέρδος για την ευρωπαϊκή οικονομία θα αγγίξει τα 2,3 δισ. ευρώ, κυρίως επειδή θα αυξηθεί η εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων καταναλωτών στις ιντερνετικές υπηρεσίες.
No comments :
Post a Comment