Το εθνικό συμφέρον επιτάσσει τη μέγιστη δυνατή προσέλκυση ξένων επενδύσεων ώστε να επανεκκινηθεί η Ελληνική οικονομία.
Παρέμβαση στο ζήτημα της αποκρατικοποίησης της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ) έκανε χθες το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, επιβεβαιώνοντας την τεράστια γεωπολιτική αξία της Ελλάδας αλλά και τη σύγκρουση των αμερικανικών, ευρωπαϊκών και ρωσικών ενεργειακών συμφερόντων. Η εκπρόσωπος του State Department, Victoria Nuland, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του Μιχάλη Ιγνατίου που αφορούσε πιθανές αμερικανικές αντιρρήσεις στη πώληση της ΔΕΠΑ σε όμιλο ρωσικών συμφερόντων, δήλωσε τα εξής: «Είναι προφανώς μια κυρίαρχη απόφαση για την Ελλάδα, όπως θα ήταν για οποιαδήποτε χώρα σε όλο τον κόσμο,(και αφορά) το είδος των ρυθμίσεων στα θέματα ενέργειας που επιιθυμεί να κάνει σε εμπορική βάση. Στην περίπτωση της, η Ελλάδα πρέπει να συμμορφωθεί με τη δική της εθνική νομοθεσία, και πρέπει να συμμορφωθεί και με τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτό που συμβουλεύουμε όλες τις χώρες είναι να έχουν διαφορετικές πηγές εφοδιασμού για τις εθνικές ενεργειακές τους ανάγκες, έτσι ώστε να μην βρεθούν υπό ομηρία». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Η παρέμβαση των ΗΠΑ έρχεται σε μία κρίσιμη χρονική στιγμή καθώς ο ρωσικός όμιλος SINTEZ GROUP, μέσω της θυγατρικής της Negusneft, εμφανίζεται να έχει καταθέσει τη μεγαλύτερη (μη δεσμευτική) προσφορά ύψους €1,9 δισ. τόσο για την απόκτηση της ΔΕΠΑ όσο για το Διαχειριστή Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ) που πωλείται κατά 66%. Ο αμέσως επόμενος ενδιαφερόμενος, η επίσης ρωσική Gazprom, μόνο για τη ΔΕΠΑ, φέρεται να έχει καταθέσει προσφορά της τάξης των €850 εκατ. ενώ η κοινοπραξία M&M Gas των ομίλων Μυτιληναίου και Βαρδινογιάννη προσφέρει το ποσό των €450 εκατ. επίσης μόνο για τη ΔΕΠΑ. Άγνωστη παραμένει η ενδεικτική προσφορά της SOCAR, της κρατικής εταιρείας του Αζερμπαϊτζάν που θεωρείται πως έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ και της κοινοπραξίας ΓΕΚΤΕΡΝΑ-ΡΡ Fund που ενδιαφέρεται μόνο για την ΔΕΣΦΑ. Ενώ η Ελλάδα θέτει σε ύψιστη προτεραιότητα την προσέλκυση ξένων επενδύσεων με την Τρόικα να πιέζει για άμεσες αποκρατικοποιήσεις, η πώληση των ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ σκοντάφτει στο σκόπελο των γεωπολιτικών ισορροπιών και συμφερόντων: οι μεν Βρυξέλλες θέλουν να κρατήσουν εκτός ελληνικής αγοράς τους ρωσικούς ενεργειακούς κολοσσούς με το επιχείρημα της ήδη δεσπόζουσας θέσης που κατέχει η Gazprom στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά αλλά και και της στρατηγικής απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, οι δε ΗΠΑ δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση τη διεύρυνση της ενεργειακής επιρροής της Ρωσίας προς τη Δύση. Ανάλογες πιέσεις ασκούνται και από ελληνικά επιχειρηματικά συμφέροντα, που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για τις δύο εταιρίες αλλά δεν είναι σε θέση να ανταγωνιστούν τους ρωσικούς κολοσσούς στην πλειοδοτική διαδικασία.
Σε μια περίοδο που βρίσκονται υπό διαμόρφωση οι νέοι διάδρομοι διοχέτευσης αερίου προς την Ευρώπη, το ρωσικό ενδιαφέρον για τη ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις ότι η απόκτηση του ελληνικού βραχίονα στο χάρτη του φυσικού αερίου έχει στρατηγική σημασία για τη Μόσχα. Αυτός είναι ο λόγος που η μεγαλύτερη προσφορά προέρχεται από τον Όμιλο SINTEZ GROUP του ολιγάρχη Leonid Lebedev, και όχι από τον κολοσσό της Gazprom, που αποτελεί βασικό προμηθευτή της Ελλάδας με φυσικό αέριο ως το 2016 και ανήκει κατά 50% στο ρωσικό κράτος. Με την ρωσική οικονομία να εξαρτάται απόλυτα από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων, η Μόσχα ασκεί επίσης πιέσεις σε όλα τα επίπεδα και συνδέει το ενδιαφέρον της για το ελληνικό πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων (βλέπε ΤΡΑΙΝΟΣΕ) με την τύχη της υπόθεσης της ΔΕΠΑ. Η αποκρατικοποίηση των ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ εξελίσσεται σε δύσκολο σταυρόλεξο για την κυβέρνηση, ιδιαίτερα ενόψει της επικείμενης επίσκεψης του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στη Μόσχα που στοχεύει τόσο στην αναθέρμανση των διμερών σχέσεων όσο και στην προσπάθεια προσέλκυσης ρωσικών επενδυτικών κεφαλαίων.
http://strategyreports.wordpress.com/
Παρέμβαση στο ζήτημα της αποκρατικοποίησης της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ) έκανε χθες το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, επιβεβαιώνοντας την τεράστια γεωπολιτική αξία της Ελλάδας αλλά και τη σύγκρουση των αμερικανικών, ευρωπαϊκών και ρωσικών ενεργειακών συμφερόντων. Η εκπρόσωπος του State Department, Victoria Nuland, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του Μιχάλη Ιγνατίου που αφορούσε πιθανές αμερικανικές αντιρρήσεις στη πώληση της ΔΕΠΑ σε όμιλο ρωσικών συμφερόντων, δήλωσε τα εξής: «Είναι προφανώς μια κυρίαρχη απόφαση για την Ελλάδα, όπως θα ήταν για οποιαδήποτε χώρα σε όλο τον κόσμο,(και αφορά) το είδος των ρυθμίσεων στα θέματα ενέργειας που επιιθυμεί να κάνει σε εμπορική βάση. Στην περίπτωση της, η Ελλάδα πρέπει να συμμορφωθεί με τη δική της εθνική νομοθεσία, και πρέπει να συμμορφωθεί και με τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτό που συμβουλεύουμε όλες τις χώρες είναι να έχουν διαφορετικές πηγές εφοδιασμού για τις εθνικές ενεργειακές τους ανάγκες, έτσι ώστε να μην βρεθούν υπό ομηρία». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Η παρέμβαση των ΗΠΑ έρχεται σε μία κρίσιμη χρονική στιγμή καθώς ο ρωσικός όμιλος SINTEZ GROUP, μέσω της θυγατρικής της Negusneft, εμφανίζεται να έχει καταθέσει τη μεγαλύτερη (μη δεσμευτική) προσφορά ύψους €1,9 δισ. τόσο για την απόκτηση της ΔΕΠΑ όσο για το Διαχειριστή Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ) που πωλείται κατά 66%. Ο αμέσως επόμενος ενδιαφερόμενος, η επίσης ρωσική Gazprom, μόνο για τη ΔΕΠΑ, φέρεται να έχει καταθέσει προσφορά της τάξης των €850 εκατ. ενώ η κοινοπραξία M&M Gas των ομίλων Μυτιληναίου και Βαρδινογιάννη προσφέρει το ποσό των €450 εκατ. επίσης μόνο για τη ΔΕΠΑ. Άγνωστη παραμένει η ενδεικτική προσφορά της SOCAR, της κρατικής εταιρείας του Αζερμπαϊτζάν που θεωρείται πως έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ και της κοινοπραξίας ΓΕΚΤΕΡΝΑ-ΡΡ Fund που ενδιαφέρεται μόνο για την ΔΕΣΦΑ. Ενώ η Ελλάδα θέτει σε ύψιστη προτεραιότητα την προσέλκυση ξένων επενδύσεων με την Τρόικα να πιέζει για άμεσες αποκρατικοποιήσεις, η πώληση των ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ σκοντάφτει στο σκόπελο των γεωπολιτικών ισορροπιών και συμφερόντων: οι μεν Βρυξέλλες θέλουν να κρατήσουν εκτός ελληνικής αγοράς τους ρωσικούς ενεργειακούς κολοσσούς με το επιχείρημα της ήδη δεσπόζουσας θέσης που κατέχει η Gazprom στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά αλλά και και της στρατηγικής απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, οι δε ΗΠΑ δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση τη διεύρυνση της ενεργειακής επιρροής της Ρωσίας προς τη Δύση. Ανάλογες πιέσεις ασκούνται και από ελληνικά επιχειρηματικά συμφέροντα, που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για τις δύο εταιρίες αλλά δεν είναι σε θέση να ανταγωνιστούν τους ρωσικούς κολοσσούς στην πλειοδοτική διαδικασία.
Σε μια περίοδο που βρίσκονται υπό διαμόρφωση οι νέοι διάδρομοι διοχέτευσης αερίου προς την Ευρώπη, το ρωσικό ενδιαφέρον για τη ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις ότι η απόκτηση του ελληνικού βραχίονα στο χάρτη του φυσικού αερίου έχει στρατηγική σημασία για τη Μόσχα. Αυτός είναι ο λόγος που η μεγαλύτερη προσφορά προέρχεται από τον Όμιλο SINTEZ GROUP του ολιγάρχη Leonid Lebedev, και όχι από τον κολοσσό της Gazprom, που αποτελεί βασικό προμηθευτή της Ελλάδας με φυσικό αέριο ως το 2016 και ανήκει κατά 50% στο ρωσικό κράτος. Με την ρωσική οικονομία να εξαρτάται απόλυτα από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων, η Μόσχα ασκεί επίσης πιέσεις σε όλα τα επίπεδα και συνδέει το ενδιαφέρον της για το ελληνικό πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων (βλέπε ΤΡΑΙΝΟΣΕ) με την τύχη της υπόθεσης της ΔΕΠΑ. Η αποκρατικοποίηση των ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ εξελίσσεται σε δύσκολο σταυρόλεξο για την κυβέρνηση, ιδιαίτερα ενόψει της επικείμενης επίσκεψης του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στη Μόσχα που στοχεύει τόσο στην αναθέρμανση των διμερών σχέσεων όσο και στην προσπάθεια προσέλκυσης ρωσικών επενδυτικών κεφαλαίων.
http://strategyreports.wordpress.com/
No comments :
Post a Comment