Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει αναπτύξει σε συνεργασία με την αμερικανική αμυντική βιομηχανία μη επανδρωμένα αεροσκάφη πυρηνικής πρόωσης. Τα αεροσκάφη αυτά, χάρη στον συγκεκριμένο τύπο πρόωσης, μπορούν να πετάξουν για μήνες ασταμάτητα. Αλλά το σχέδιο αυτό είναι μέχρι στιγμής σε αναμονή, κυρίως λόγω του ότι το θέμα της πυρηνικής πρόωσης είναι από πολιτικής άποψης ένα καυτό επικοινωνιακό θέμα - και όχι μόνο. Θεωρητικές αρχές ορισμένων πτυχών αυτής της τεχνολογίας πρόωσης, εξήγησε με αποκλειστικότητα το fox2magazine.net σε συνεργασία με την Proton Aerospace R & D Corporation.
Πριν από μερικά χρόνια τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη στον ουρανό ήταν ένα εξωτικό φαινόμενο, αλλά σήμερα έχουν γίνει αναπόσπαστο μέρος του οπλοστασίου των σύγχρονων στρατιωτικών δυνάμεων. Μια βασική ικανότητα του μη επανδρωμένου αεροσκάφους: Πρέπει να παραμείνει για αρκετό χρόνο στο ουρανό. Όσο περισσότερο τόσο το καλύτερο. Το πρόβλημα με την απεριόριστη παραμονή του αεροσκάφους στον ουρανό: Μέχρι τώρα αυτά τα αεροσκάφη διαθέτουν συμβατική πρόωση. Χρειάζονται αεροπορικό καύσιμο, και μετά από λίγες ώρες οι δεξαμενές τους είναι πάλι κενές. Στα πολεμικά πλοία και υποβρύχια, το πρόβλημα έχει επιλυθεί προ πολλού: Πυρηνικοί αντιδραστήρες παρέχουν σχεδόν μια απεριόριστη πηγή ενέργειας. Ένα αμερικανικό αεροπλανοφόρο μπορεί να ταξιδεύει για δεκαετίες χωρίς νέα καύσιμα. Η εγκατάσταση ενός πυρηνικού αντιδραστήρα, του συστήματος ψύξης και του βοηθητικού εξοπλισμού πάνω σε ένα τηλεχειριζόμενο αεροσκάφος, είναι εκ πρώτης όψεως μια παρανοϊκή ιδέα. Αλλά το ερευνητικό κέντρο Sandia National Laboratories (SNL) που υπόκεινται στο Υπουργείο Ενέργειας των Ηνωμένων Πολιτειών, έχει ολοκληρώσει σε συνεργασία με την εταιρία Northrop Grumman, μια μελέτη σκοπιμότητας.
Το αποτέλεσμα: Η κατασκευή του πυρηνικού μη επανδρωμένου αεροσκάφους είναι δυνατή - αλλά πολιτικά δύσκολα εφαρμόσιμη. Σύμφωνα με ένα έγγραφο που έχει κοινοποιήσει η Κοινότητα των Αμερικανών Επιστημόνων (FAS), το εργαστήριο SNL και η Northrop Grumman έχουν ήδη ολοκληρώσει το πρότζεκτ τον Ιούνιο του 2011. Ο στόχος ήταν, ως εκ τούτου, «να αυξηθεί από ημέρες έως μήνες,» η αντοχή των εναέριων ρομπότ. Η ενέργεια που απαιτείται για τις κάμερες και τους αισθητήρες θα πρέπει ταυτόχρονα να διπλασιαστεί. Παρόλο που το έγγραφο δεν αναφέρει ρητά την πυρηνική ενέργεια, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για αμφιβολίες, αναφέρει η Κοινότητα των Αμερικανών Επιστημόνων. Η νέα μονάδα θα πρέπει να «πάει πολύ πέρα από τις υφιστάμενες τεχνολογίες υδρογονανθράκων,» με μια «πρωτοφανή απόδοση» και «άνευ προηγουμένου παγκόσμια ευκαιρία» για την καταπολέμηση της παγκόσμιας τρομοκρατίας και της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής. Επιπλέον, συζητούνται τα θέματα της αξιοπιστίας του συστήματος, των καυσίμων, ο παροπλισμός και τη διάθεση των αποβλήτων. Ο επικεφαλής της έρευνας, με το εύστοxο όνομα Στίβεν Ντρον, είναι ειδικός σε πυρηνικά θέματα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι μηχανικοί έχουν σκεφτεί τη χρήση της πυρηνικής πρόωσης στα αεροσκάφη. Πίσω στο 1988, η Northrop Grumman έχει καταθέσει ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για ένα μη επανδρωμένο όχημα με πυρηνικούς αντιδραστήρες, αλλά η έρευνα στον τομέα χρονολογείται από τις αρχές του Ψυχρού Πολέμου. Στην ΕΣΣΔ, το Tupolev Tu-119, μια παραλλαγή τους μεγάλης εμβέλειας βομβαρδιστικού αεροσκάφους Tu-95, πραγματοποίησε το διάστημα 1961-1965 δεκάδες δοκιμαστικές πτήσεις. Το αεροσκάφος διέθετε κινητήρες turboprop, οι οποίοι μπορούσαν να λειτουργήσουν με κεροζίνη ή με πυρηνική ενέργεια. Ομοίως, το Antonov AN-22PLO, ένα πυρηνικό πρωτότυπο αεροσκάφος, πρέπει να έχει ολοκληρώσει τις αρχικές δοκιμαστικές πτήσεις κατά τη δεκαετία του εβδομήντα. Ο ανταγωνιστής από τις ΗΠΑ ήταν το Convair NB-36H, ένα τροποποιημένο B-36, το οποίο πέταξε ήδη το διάστημα 1955-1957. Το πείραμα αυτό έγινε για να αποδείξει ότι ένα αεροπλάνο μπορεί απλά να μεταφέρει έναν πυρηνικό αντιδραστήρα ισχύος 3 MW και να συνεχίσει κανονικά την πτητική λειτουργία του. Αλλά το αμερικανικό πρόγραμμα σχετικά με την πυρηνική προώθηση των αεροσκαφών πάγωσε το 1961. Οι Σοβιετικοί επίσης εγκατέλειψαν τα σχέδια. Αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι μετά την ανάπτυξη των διηπειρωτικών πυραύλων δεν υπήρχε άλλο η ανάγκη για βομβαρδιστικά με ακραίες εμβέλειες.
Από την άλλη πλευρά, υπήρχαν και στις δύο πλευρές του «Σιδηρού Παραπετάσματος» σημαντικές επιστημονικές ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των ατομικών αεροπλάνων. Το εργαστήριο Sandia National Laboratories και η Northrop Grumman, πιστεύουν σήμερα ότι έχουν τον έλεγχο του προβλήματος. «Οι τεχνικοί στόχοι του σχεδίου έχουν επιτευχθεί,» λέει η τελική έκθεση. Η Northrop Grumman είναι ικανοποιημένη με τα αποτελέσματα της ανάλυσης και σχεδιασμού, «αλλά ήταν απογοητευτικό για όλους ότι οι πολιτικές πραγματικότητες δεν επιτρέπουν τη χρήση των αποτελεσμάτων.» Οι υπεύθυνοι θεώρησαν το αντικείμενο της μελέτης προφανώς τόσο εκρηκτικό που θέλησαν αρχικά να κρατήσουν τη μελέτη σκοπιμότητας στο σκοτάδι. «Λόγω των θεμάτων εθνικής ασφάλειας κανένα από τα αποτελέσματα δεν είναι για το κοινό», λέει το σχετικό έγγραφο. Για την περίπτωση που ένα τέτοιο αεροσκάφος συντριβεί, η περιοχή μπορεί να μολυνθεί. Αυτό είναι πολιτικά εντελώς απαράδεκτο.
Μόλις το έγγραφο έγινε γνωστό, το ερευνητικό κέντρο SNL προσπάθησε να υποβαθμίσει τη σημασία του. «Η Sandia συχνά καλείται να βρει λύσεις για τις μεγαλύτερες τεχνικές προκλήσεις,» αναφέρεται σε σχετική δήλωση. Το πρότζεκτ ήταν «ιδιαίτερα θεωρητικό και εννοιολογικό», ήταν το αποτέλεσμα μιας απλής μελέτης σκοπιμότητας. Τίποτα δεν είχε κατακσευαστεί ή δοκιμαστεί. «Το πρότζεκ έχει τελειώσει.» Δεν είναι η πρώτη φορά που στις Ηνωμένες Πολιτείες ένα στρατιωτικό πρότζεκτ έχει δημοσίως αποπερατωθεί, και ιδιωτικώς συνεχίζται να εξελίσσεται κάτω από ένα πέπλο μυστικότητας. Σε κάθε περίπτωση, η έρευνα φαίνεται να βρίσκεται κάθετα προς την τρέχουσα τάση, η οποία οδηγεί μακριά από τα μεγάλα μη επαδρωμένα αεροσκάφη. Αντ 'αυτού, όλο και περισσότερα μικρότερα μοντέλα έρχονται στην αγορά.
Κατά την αποστολή της αναγνώρισης, τα πλεονεκτήμτα για τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη είναι προφανή: Όποιος θέλει να κατασκοπεύσει αποτελεσματικά τον εχθρό πρέπει να μείνει όσο το δυνατόν περισσότερο ανεντόπιστος. Όσο πιο μικρό το αεροσκάφος, τόσο πιο δύσκολα εντοπίσμο. Ένα πυρηνοκίνητο μη επανδρωμένο αεροσκάφος, είναι πολύ μεγάλων διαστάσεων - έστω και μόνο λόγω της απαραίτητης θωράκισης, η οποία θα ήταν αναγκαία για την προστασία του προσωπικού εδάφους από την ακτινοβολία. Το μεγαλύτερο σημερινό στρατιωτικό UAV, το αμερικανικό RQ-4 Global Hawk, έχει ένα κενό βάρος περίπου επτά τόνων. Στο Convair NB-36H από τη δεκαετία του πενήντα, έντεκα τόνους ζύγιζε μόνο ο ειδικά συσκευασμένος θάλαμος διακυβέρνησης του αεροσκάφους.
Για περισσότερες πληροφορίες γύρω από τα αεροσκάφη πυρηνικής πρόωσης, δείτε την σειρά του Discovery Channel για τα αεροσκάφη πυρηνικής πρόωσης: βίντεο 1, βίντεο 2, βίντεο 3, βίντεο 4, βίντεο 5
http://www.fox2magazine.net/
Πριν από μερικά χρόνια τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη στον ουρανό ήταν ένα εξωτικό φαινόμενο, αλλά σήμερα έχουν γίνει αναπόσπαστο μέρος του οπλοστασίου των σύγχρονων στρατιωτικών δυνάμεων. Μια βασική ικανότητα του μη επανδρωμένου αεροσκάφους: Πρέπει να παραμείνει για αρκετό χρόνο στο ουρανό. Όσο περισσότερο τόσο το καλύτερο. Το πρόβλημα με την απεριόριστη παραμονή του αεροσκάφους στον ουρανό: Μέχρι τώρα αυτά τα αεροσκάφη διαθέτουν συμβατική πρόωση. Χρειάζονται αεροπορικό καύσιμο, και μετά από λίγες ώρες οι δεξαμενές τους είναι πάλι κενές. Στα πολεμικά πλοία και υποβρύχια, το πρόβλημα έχει επιλυθεί προ πολλού: Πυρηνικοί αντιδραστήρες παρέχουν σχεδόν μια απεριόριστη πηγή ενέργειας. Ένα αμερικανικό αεροπλανοφόρο μπορεί να ταξιδεύει για δεκαετίες χωρίς νέα καύσιμα. Η εγκατάσταση ενός πυρηνικού αντιδραστήρα, του συστήματος ψύξης και του βοηθητικού εξοπλισμού πάνω σε ένα τηλεχειριζόμενο αεροσκάφος, είναι εκ πρώτης όψεως μια παρανοϊκή ιδέα. Αλλά το ερευνητικό κέντρο Sandia National Laboratories (SNL) που υπόκεινται στο Υπουργείο Ενέργειας των Ηνωμένων Πολιτειών, έχει ολοκληρώσει σε συνεργασία με την εταιρία Northrop Grumman, μια μελέτη σκοπιμότητας.
Το αποτέλεσμα: Η κατασκευή του πυρηνικού μη επανδρωμένου αεροσκάφους είναι δυνατή - αλλά πολιτικά δύσκολα εφαρμόσιμη. Σύμφωνα με ένα έγγραφο που έχει κοινοποιήσει η Κοινότητα των Αμερικανών Επιστημόνων (FAS), το εργαστήριο SNL και η Northrop Grumman έχουν ήδη ολοκληρώσει το πρότζεκτ τον Ιούνιο του 2011. Ο στόχος ήταν, ως εκ τούτου, «να αυξηθεί από ημέρες έως μήνες,» η αντοχή των εναέριων ρομπότ. Η ενέργεια που απαιτείται για τις κάμερες και τους αισθητήρες θα πρέπει ταυτόχρονα να διπλασιαστεί. Παρόλο που το έγγραφο δεν αναφέρει ρητά την πυρηνική ενέργεια, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για αμφιβολίες, αναφέρει η Κοινότητα των Αμερικανών Επιστημόνων. Η νέα μονάδα θα πρέπει να «πάει πολύ πέρα από τις υφιστάμενες τεχνολογίες υδρογονανθράκων,» με μια «πρωτοφανή απόδοση» και «άνευ προηγουμένου παγκόσμια ευκαιρία» για την καταπολέμηση της παγκόσμιας τρομοκρατίας και της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής. Επιπλέον, συζητούνται τα θέματα της αξιοπιστίας του συστήματος, των καυσίμων, ο παροπλισμός και τη διάθεση των αποβλήτων. Ο επικεφαλής της έρευνας, με το εύστοxο όνομα Στίβεν Ντρον, είναι ειδικός σε πυρηνικά θέματα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι μηχανικοί έχουν σκεφτεί τη χρήση της πυρηνικής πρόωσης στα αεροσκάφη. Πίσω στο 1988, η Northrop Grumman έχει καταθέσει ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για ένα μη επανδρωμένο όχημα με πυρηνικούς αντιδραστήρες, αλλά η έρευνα στον τομέα χρονολογείται από τις αρχές του Ψυχρού Πολέμου. Στην ΕΣΣΔ, το Tupolev Tu-119, μια παραλλαγή τους μεγάλης εμβέλειας βομβαρδιστικού αεροσκάφους Tu-95, πραγματοποίησε το διάστημα 1961-1965 δεκάδες δοκιμαστικές πτήσεις. Το αεροσκάφος διέθετε κινητήρες turboprop, οι οποίοι μπορούσαν να λειτουργήσουν με κεροζίνη ή με πυρηνική ενέργεια. Ομοίως, το Antonov AN-22PLO, ένα πυρηνικό πρωτότυπο αεροσκάφος, πρέπει να έχει ολοκληρώσει τις αρχικές δοκιμαστικές πτήσεις κατά τη δεκαετία του εβδομήντα. Ο ανταγωνιστής από τις ΗΠΑ ήταν το Convair NB-36H, ένα τροποποιημένο B-36, το οποίο πέταξε ήδη το διάστημα 1955-1957. Το πείραμα αυτό έγινε για να αποδείξει ότι ένα αεροπλάνο μπορεί απλά να μεταφέρει έναν πυρηνικό αντιδραστήρα ισχύος 3 MW και να συνεχίσει κανονικά την πτητική λειτουργία του. Αλλά το αμερικανικό πρόγραμμα σχετικά με την πυρηνική προώθηση των αεροσκαφών πάγωσε το 1961. Οι Σοβιετικοί επίσης εγκατέλειψαν τα σχέδια. Αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι μετά την ανάπτυξη των διηπειρωτικών πυραύλων δεν υπήρχε άλλο η ανάγκη για βομβαρδιστικά με ακραίες εμβέλειες.
Από την άλλη πλευρά, υπήρχαν και στις δύο πλευρές του «Σιδηρού Παραπετάσματος» σημαντικές επιστημονικές ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των ατομικών αεροπλάνων. Το εργαστήριο Sandia National Laboratories και η Northrop Grumman, πιστεύουν σήμερα ότι έχουν τον έλεγχο του προβλήματος. «Οι τεχνικοί στόχοι του σχεδίου έχουν επιτευχθεί,» λέει η τελική έκθεση. Η Northrop Grumman είναι ικανοποιημένη με τα αποτελέσματα της ανάλυσης και σχεδιασμού, «αλλά ήταν απογοητευτικό για όλους ότι οι πολιτικές πραγματικότητες δεν επιτρέπουν τη χρήση των αποτελεσμάτων.» Οι υπεύθυνοι θεώρησαν το αντικείμενο της μελέτης προφανώς τόσο εκρηκτικό που θέλησαν αρχικά να κρατήσουν τη μελέτη σκοπιμότητας στο σκοτάδι. «Λόγω των θεμάτων εθνικής ασφάλειας κανένα από τα αποτελέσματα δεν είναι για το κοινό», λέει το σχετικό έγγραφο. Για την περίπτωση που ένα τέτοιο αεροσκάφος συντριβεί, η περιοχή μπορεί να μολυνθεί. Αυτό είναι πολιτικά εντελώς απαράδεκτο.
Μόλις το έγγραφο έγινε γνωστό, το ερευνητικό κέντρο SNL προσπάθησε να υποβαθμίσει τη σημασία του. «Η Sandia συχνά καλείται να βρει λύσεις για τις μεγαλύτερες τεχνικές προκλήσεις,» αναφέρεται σε σχετική δήλωση. Το πρότζεκτ ήταν «ιδιαίτερα θεωρητικό και εννοιολογικό», ήταν το αποτέλεσμα μιας απλής μελέτης σκοπιμότητας. Τίποτα δεν είχε κατακσευαστεί ή δοκιμαστεί. «Το πρότζεκ έχει τελειώσει.» Δεν είναι η πρώτη φορά που στις Ηνωμένες Πολιτείες ένα στρατιωτικό πρότζεκτ έχει δημοσίως αποπερατωθεί, και ιδιωτικώς συνεχίζται να εξελίσσεται κάτω από ένα πέπλο μυστικότητας. Σε κάθε περίπτωση, η έρευνα φαίνεται να βρίσκεται κάθετα προς την τρέχουσα τάση, η οποία οδηγεί μακριά από τα μεγάλα μη επαδρωμένα αεροσκάφη. Αντ 'αυτού, όλο και περισσότερα μικρότερα μοντέλα έρχονται στην αγορά.
Κατά την αποστολή της αναγνώρισης, τα πλεονεκτήμτα για τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη είναι προφανή: Όποιος θέλει να κατασκοπεύσει αποτελεσματικά τον εχθρό πρέπει να μείνει όσο το δυνατόν περισσότερο ανεντόπιστος. Όσο πιο μικρό το αεροσκάφος, τόσο πιο δύσκολα εντοπίσμο. Ένα πυρηνοκίνητο μη επανδρωμένο αεροσκάφος, είναι πολύ μεγάλων διαστάσεων - έστω και μόνο λόγω της απαραίτητης θωράκισης, η οποία θα ήταν αναγκαία για την προστασία του προσωπικού εδάφους από την ακτινοβολία. Το μεγαλύτερο σημερινό στρατιωτικό UAV, το αμερικανικό RQ-4 Global Hawk, έχει ένα κενό βάρος περίπου επτά τόνων. Στο Convair NB-36H από τη δεκαετία του πενήντα, έντεκα τόνους ζύγιζε μόνο ο ειδικά συσκευασμένος θάλαμος διακυβέρνησης του αεροσκάφους.
Για περισσότερες πληροφορίες γύρω από τα αεροσκάφη πυρηνικής πρόωσης, δείτε την σειρά του Discovery Channel για τα αεροσκάφη πυρηνικής πρόωσης: βίντεο 1, βίντεο 2, βίντεο 3, βίντεο 4, βίντεο 5
http://www.fox2magazine.net/
No comments :
Post a Comment