Στις 27 Φεβρουαρίου του 1943 φεύγει από την ζωή ένας από τους μεγαλύτερους Στοχαστές και Πνευματικούς Δημιουργούς του Νεώτερου Ελληνισμού, ο Κωστής Παλαμάς.
Τόσο ο θάνατός του σε μία απαισιόδοξη στιγμή της Ιστορίας μας, την Περίοδο της τριπλής ξενικής Κατοχής, όσο και η αναγνώριση του ποιητικού του έργου διεθνώς (υπήρξε ο ποιητής του «Ολυμπιακού Ύμνου») μετέτρεψαν την Κηδεία του σε αυθόρμητο ξέσπασμα εθνικής ανάτασης για τους υπόδουλους Έλληνες.
Γεννημένος τον Ιανουάριο του 1859 στην Πάτρα ,με Μεσολογγίτικη καταγωγή , ο Κωστής Παλαμάς υπήρξε διαρκώς παρών με το δημιουργικό του Πνεύμα στις Αγωνίες και τους Αγώνες του Ελληνικού Λαού από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνος ως το πρώτο μισό του 20ου . Ήταν η εποχή των μεγάλων Οραμάτων για τον Ελλαδικό Ελληνισμό.
Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙA
Το μέγιστο των Οραμάτων ήταν η Μεγάλη Ιδέα, η προσπάθεια δηλαδή Απελευθερώσεως των σκλάβων (κυρίως στους Τούρκους) Ελλήνων. Το 1875 έρχεται στην Αθήνα και γράφεται στη Νομική Σχολή, ύστερα όμως από το δεύτερο έτος εγκατέλειψε τις σπουδές του και αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη λογοτεχνία. Ωστόσο η φοιτητική του ζωή, αν και σύντομη, τον έφερε σε επαφή με δύο συμφοιτητές του, τον Γεώργιο Δροσίνη και τον Νίκο Καμπά, που όπως και ο ίδιος αγαπούσαν με πάθος την ποίηση και ενδιαφέρονταν γι αυτήν περισσότερο από όσο για τις πανεπιστημιακές παραδόσεις. Οι συζητήσεις τους είχαν ως μόνιμο θέμα την κατάσταση της ελληνικής ποίησης την εποχή εκείνη, όπου επικρατούσε ο ρομαντισμός και μεσουρανούσε ο Αχιλλέας Παράσχος, και έκλειναν με την ίδια πάντα διαπίστωση, διατυπωμένη από τον ίδιο τον Παλαμά: «Ποιητική κίνηση δεν υπήρχε στην Αθήνα. Η ποίηση τρισάθλια. Καιρός να σπαρθεί μια κάποια νέα ποιητική ζωή, με άλλη σκέψη, με άλλη φόρμα».
Και αυτό ακριβώς κατόρθωσε ο Παλαμάς. Με τα άρθρα του και τις κριτικές του, κυρίως όμως με την ποιητική του πράξη δημιούργησε μια βαθιά τομή στην πορεία της νεοελληνικής ποίησης και επηρέασε αποφασιστικά την εξέλιξή της. Βγάζοντας την ποίησή μας από το αδιέξοδο όπου την είχαν οδηγήσει οι τελευταίοι εκπρόσωποι του αθηναϊκού ρομαντισμού, διεύρυνε το περιεχόμενο και τη θεματική της προς κάθε κατεύθυνση, καθιέρωσε τη χρήση της δημοτικής πριν από το Ταξίδι του Ψυχάρη και ανανέωσε ριζικά την ποιητική μορφή, αξιοποιώντας στο έπακρο τις δυνατότητες που του πρόσφερε ολόκληρη η ελληνική λογοτεχνική παράδοση, από τον Όμηρο, τον Πίνδαρο και τον Ρωμανό τον Μελωδό ως τον Σολωμό και τον Κάλβο, που ανακάλυψε και καθιέρωσε, και ως το δημοτικό μας τραγούδι.
Συγχρόνως πραγματοποιεί ένα τεράστιο άνοιγμα προς τις λογοτεχνίες της Ευρώπης και επωφελείται από όσα είχαν κατακτήσει για λογαριασμό της ποίησης όλα τα σύγχρονά του λογοτεχνικά ρεύματα της Ευρώπης, ο Παρνασσισμός, ο Ρεαλισμός, ο Συμβολισμός. Αναδείχτηκε έτσι ο Παλαμάς σε θεμελιωτή, αρχηγό και αναγνωρισμένο δάσκαλο της Σχολής του 1880. Θα πρέπει να περιμένουμε ως το 1930 για να έχουμε ανάλογη ριζική αλλαγή στα ποιητικά μας πράγματα.
Ο Παλαμάς δεν είναι μόνον ο εθνικός ποιητής των σχολικών εορτών ούτε και ο λόγος του ταυτίζεται, όπως συχνά αλλά άστοχα λέγεται, με τον βερμπαλισμό και τη μεγαληγορία. Η λυρική ποίησή του με τους χαμηλόφωνους τόνους και μια επιγραμματική λιτότητα ύφους, η φιλοσοφούσα διάθεσή του και ο πανανθρώπινου και διαχρονικού ενδιαφέροντος στοχασμός του, ο καταλυτικός σατιρικός του λόγος που καυτηριάζει την παθολογία της νεοελληνικής κοινωνίας και τα αρνητικά σημεία της ψυχολογίας του νεοέλληνα, αλλά και η οξυδέρκεια του κριτικού του πνεύματος, η βαθιά θεωρητική του σκέψη για την φύση της λογοτεχνικής δημιουργίας, η νηφαλιότητά του που του επέτρεψε να συνδυάσει στο έργο του μιαν αδιαμφισβήτητη ελληνικότητα με το άνοιγμα προς την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια ακόμη λογοτεχνία, είναι πλευρές της παλαμικής δημιουργίας και παρουσίας που αξίζει να μελετηθούν και να προβληθούν περισσότερο.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1940 ΩΣ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ: Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Κωστής Παλαμάς μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους διανοούμενους ολόκληρου του κόσμου, με την οποία αφ' ενός μεν καυτηριάζονταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφ' ετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα. Πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου του 1943 έπειτα από σοβαρή ασθένεια 40 ημέρες μετά το θάνατο της συζύγου του (τον οποίο δεν είχε πληροφορηθεί επειδή και η δική του υγεία ήταν σε κρίσιμη κατάσταση). Η κηδεία του έμεινε ιστορική, καθώς μπροστά σε έκπληκτους Γερμανούς κατακτητές χιλιάδες κόσμου τον συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία, στο Α΄ νεκροταφείο Αθηνών, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο.
Η ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Ο μεγάλος μας εθνικός ποιητής πέθανε στην Αθήνα στις 27 Φεβρουαρίου 1943, μεσούσης της τριπλής Κατοχής. Η κηδεία του αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα αντικατοχικά συλλαλητήρια, καθώς σύσσωμος ο πνευματικός κόσμος της χώρας αλλά και εκατοντάδες χιλιάδες απλού λαού συνόδεψαν συγκλονισμένοι το σκήνωμα του Ποιητή στην τελευταία του κατοικία στο Α' Νεκροταφείο, τραγουδώντας τον Εθνικό Ύμνο, κάτω από τα σκυθρωπά και έκπληκτα πρόσωπα των κατακτητών. Εκεί εκ μέρους του Πνευματικού Κόσμου τον αποχαιρετά άλλος μεγάλος ποιητής μας , ο Άγγελος Σικελιανός
«Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
Δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογγήστε, τύμπανα πολέμου…
Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!
Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα!»
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βοσκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πει η δικιά μου γλώσσα;
Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ' αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ' τον στα χέρια
γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ' ένα μόνο ανασασμόν: "Ο Παλαμάς !",
ν' αντιβογκήσει τ' όνομά του η οικουμένη !
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει...
κι ακέριος φλέγεται ως με τ' άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τόνε σκέπει.
Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,
που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Ο Άγγελος Σικελιανός αποχαιρέτησε τον Ποιητή καλώντας παράλληλα το Έθνος σε παλλαϊκό αγώνα κατά των Γερμανών , Ιταλών και Βουλγάρων επιδρομέων, όπως και ο ίδιος ο Παλαμάς είχε κάνει τρία χρόνια νωρίτερα κλείνοντας μέσα σε δύο στίχους το δικό του μεγάλο "ΟΧΙ": "Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλον κανένα. Μεθύστε με το αθάνατο κρασί του Εικοσιένα"
ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΨΥΧΗΣ: Μέσα στο Α’ Νεκροταφείο ο υπόδουλος Ελληνισμός αποχαιρετούσε τον Οραματιστή ποιητή του, τον άνθρωπο που έμεινε στις πνευματικές επάλξεις για μισό και πλέον αιώνα. Αναζητούσε ο Έλληνας ένα στήριγμα και το έβρισκα σε έναν νεκρό. Όμως έναν νεκρό μόνο σωματικά διότι η Ψυχή του είχε ήδη ανεβεί στην κορυφή του Παρνασσού του Έθνους. Μέσα σε συνθήκες δυστυχίας η Κηδεία του Ποιητή θύμιζε στον Λαό μας τις μεγάλες του στιγμές, του θύμιζε τον Έλληνα μαχητή που δύο μόλις χρόνια πριν είχε αποδείξει στα Βορειοηπειρωτικά Βουνά ότι ξέρει να πολεμά για την Ελευθερία του. Και να πεθαίνει για την Ελευθερία αυτή διδάσκοντας τους Ελεύθερους Λαούς τι σημαίνει Ελληνική Ανδρεία. Όπως ειπώθηκε, οι Κατοχικές αρχές και η κυβέρνηση Λογοθετόπουλου, καταλαβαίνοντας βέβαια τι θα επακολουθούσε, είχαν λάβει τα μέτρα τους. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός ωστόσο παρέστη, καθώς επίσης και εκπρόσωποι των Γερμανών και Ιταλών. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς την αθρόα συρροή των κατοίκων της πρωτεύουσας. Ο κόσμος πνιγόταν. Αναζητούσε ένα ξέσπασμα, καθώς οι αντοχές του έφταναν πια στα όρια τους.
Η φήμη του Κωστή Παλαμά υπήρξε Παγκόσμια. Ήταν ο Ποιητής του «Ολυμπιακού Ύμνου», ενός Ύμνου που συνοδεύει (σε μουσική Σπύρου Σαμάρα) κάθε Ολυμπιακή διοργάνωση. Και αυτή η φήμη έκανε τους ένστολους Κατακτητές, Ιταλούς και Γερμανούς, να στέκονται αποσβολωμένοι θεατές σε αυτό το ξέσπασμα των Σκλάβων Νικητών. Ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ έστειλε προσωπικό στέφανο στην μνήμη του Παλαμά, αεροπορικώς από το Βερολίνο. Σήμερα, σχεδόν οκτώ δεκαετίες μετά, το όλο γεγονός του Θανάτου και της Κηδείας του Κωστή Παλαμά το 1943 μας θυμίζει ότι ο Ελληνισμός έχει μέσα του κρυφές και ανεξάντλητες Δυνάμεις. Τις οποίες μπορούμε να αναδεικνύουμε και να χρησιμοποιούμε όχι μόνο για αντιμετωπίσουμε πρακτικά προβλήματα της καθημερινότητας ,αλλά και να υπερασπιστούμε τις Αξίες του Πολιτισμού μας. Κάτι τέτοιο έκανε με τον γραπτό του Λόγο ο Κωστής Παλαμάς, ο μεγάλος αυτός Μαχητής του Ελληνικού Πνεύματος.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ Γεώργιος Κουρκούτας – Φιλόλογος
http://polemosgenel.blogspot.com/2012/02/27.html
Τόσο ο θάνατός του σε μία απαισιόδοξη στιγμή της Ιστορίας μας, την Περίοδο της τριπλής ξενικής Κατοχής, όσο και η αναγνώριση του ποιητικού του έργου διεθνώς (υπήρξε ο ποιητής του «Ολυμπιακού Ύμνου») μετέτρεψαν την Κηδεία του σε αυθόρμητο ξέσπασμα εθνικής ανάτασης για τους υπόδουλους Έλληνες.
Γεννημένος τον Ιανουάριο του 1859 στην Πάτρα ,με Μεσολογγίτικη καταγωγή , ο Κωστής Παλαμάς υπήρξε διαρκώς παρών με το δημιουργικό του Πνεύμα στις Αγωνίες και τους Αγώνες του Ελληνικού Λαού από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνος ως το πρώτο μισό του 20ου . Ήταν η εποχή των μεγάλων Οραμάτων για τον Ελλαδικό Ελληνισμό.
Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙA
Το μέγιστο των Οραμάτων ήταν η Μεγάλη Ιδέα, η προσπάθεια δηλαδή Απελευθερώσεως των σκλάβων (κυρίως στους Τούρκους) Ελλήνων. Το 1875 έρχεται στην Αθήνα και γράφεται στη Νομική Σχολή, ύστερα όμως από το δεύτερο έτος εγκατέλειψε τις σπουδές του και αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη λογοτεχνία. Ωστόσο η φοιτητική του ζωή, αν και σύντομη, τον έφερε σε επαφή με δύο συμφοιτητές του, τον Γεώργιο Δροσίνη και τον Νίκο Καμπά, που όπως και ο ίδιος αγαπούσαν με πάθος την ποίηση και ενδιαφέρονταν γι αυτήν περισσότερο από όσο για τις πανεπιστημιακές παραδόσεις. Οι συζητήσεις τους είχαν ως μόνιμο θέμα την κατάσταση της ελληνικής ποίησης την εποχή εκείνη, όπου επικρατούσε ο ρομαντισμός και μεσουρανούσε ο Αχιλλέας Παράσχος, και έκλειναν με την ίδια πάντα διαπίστωση, διατυπωμένη από τον ίδιο τον Παλαμά: «Ποιητική κίνηση δεν υπήρχε στην Αθήνα. Η ποίηση τρισάθλια. Καιρός να σπαρθεί μια κάποια νέα ποιητική ζωή, με άλλη σκέψη, με άλλη φόρμα».
Και αυτό ακριβώς κατόρθωσε ο Παλαμάς. Με τα άρθρα του και τις κριτικές του, κυρίως όμως με την ποιητική του πράξη δημιούργησε μια βαθιά τομή στην πορεία της νεοελληνικής ποίησης και επηρέασε αποφασιστικά την εξέλιξή της. Βγάζοντας την ποίησή μας από το αδιέξοδο όπου την είχαν οδηγήσει οι τελευταίοι εκπρόσωποι του αθηναϊκού ρομαντισμού, διεύρυνε το περιεχόμενο και τη θεματική της προς κάθε κατεύθυνση, καθιέρωσε τη χρήση της δημοτικής πριν από το Ταξίδι του Ψυχάρη και ανανέωσε ριζικά την ποιητική μορφή, αξιοποιώντας στο έπακρο τις δυνατότητες που του πρόσφερε ολόκληρη η ελληνική λογοτεχνική παράδοση, από τον Όμηρο, τον Πίνδαρο και τον Ρωμανό τον Μελωδό ως τον Σολωμό και τον Κάλβο, που ανακάλυψε και καθιέρωσε, και ως το δημοτικό μας τραγούδι.
Συγχρόνως πραγματοποιεί ένα τεράστιο άνοιγμα προς τις λογοτεχνίες της Ευρώπης και επωφελείται από όσα είχαν κατακτήσει για λογαριασμό της ποίησης όλα τα σύγχρονά του λογοτεχνικά ρεύματα της Ευρώπης, ο Παρνασσισμός, ο Ρεαλισμός, ο Συμβολισμός. Αναδείχτηκε έτσι ο Παλαμάς σε θεμελιωτή, αρχηγό και αναγνωρισμένο δάσκαλο της Σχολής του 1880. Θα πρέπει να περιμένουμε ως το 1930 για να έχουμε ανάλογη ριζική αλλαγή στα ποιητικά μας πράγματα.
Ο Παλαμάς δεν είναι μόνον ο εθνικός ποιητής των σχολικών εορτών ούτε και ο λόγος του ταυτίζεται, όπως συχνά αλλά άστοχα λέγεται, με τον βερμπαλισμό και τη μεγαληγορία. Η λυρική ποίησή του με τους χαμηλόφωνους τόνους και μια επιγραμματική λιτότητα ύφους, η φιλοσοφούσα διάθεσή του και ο πανανθρώπινου και διαχρονικού ενδιαφέροντος στοχασμός του, ο καταλυτικός σατιρικός του λόγος που καυτηριάζει την παθολογία της νεοελληνικής κοινωνίας και τα αρνητικά σημεία της ψυχολογίας του νεοέλληνα, αλλά και η οξυδέρκεια του κριτικού του πνεύματος, η βαθιά θεωρητική του σκέψη για την φύση της λογοτεχνικής δημιουργίας, η νηφαλιότητά του που του επέτρεψε να συνδυάσει στο έργο του μιαν αδιαμφισβήτητη ελληνικότητα με το άνοιγμα προς την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια ακόμη λογοτεχνία, είναι πλευρές της παλαμικής δημιουργίας και παρουσίας που αξίζει να μελετηθούν και να προβληθούν περισσότερο.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1940 ΩΣ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ: Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Κωστής Παλαμάς μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους διανοούμενους ολόκληρου του κόσμου, με την οποία αφ' ενός μεν καυτηριάζονταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφ' ετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα. Πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου του 1943 έπειτα από σοβαρή ασθένεια 40 ημέρες μετά το θάνατο της συζύγου του (τον οποίο δεν είχε πληροφορηθεί επειδή και η δική του υγεία ήταν σε κρίσιμη κατάσταση). Η κηδεία του έμεινε ιστορική, καθώς μπροστά σε έκπληκτους Γερμανούς κατακτητές χιλιάδες κόσμου τον συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία, στο Α΄ νεκροταφείο Αθηνών, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο.
Η ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Ο μεγάλος μας εθνικός ποιητής πέθανε στην Αθήνα στις 27 Φεβρουαρίου 1943, μεσούσης της τριπλής Κατοχής. Η κηδεία του αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα αντικατοχικά συλλαλητήρια, καθώς σύσσωμος ο πνευματικός κόσμος της χώρας αλλά και εκατοντάδες χιλιάδες απλού λαού συνόδεψαν συγκλονισμένοι το σκήνωμα του Ποιητή στην τελευταία του κατοικία στο Α' Νεκροταφείο, τραγουδώντας τον Εθνικό Ύμνο, κάτω από τα σκυθρωπά και έκπληκτα πρόσωπα των κατακτητών. Εκεί εκ μέρους του Πνευματικού Κόσμου τον αποχαιρετά άλλος μεγάλος ποιητής μας , ο Άγγελος Σικελιανός
«Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
Δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογγήστε, τύμπανα πολέμου…
Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!
Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα!»
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βοσκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πει η δικιά μου γλώσσα;
Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ' αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ' τον στα χέρια
γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ' ένα μόνο ανασασμόν: "Ο Παλαμάς !",
ν' αντιβογκήσει τ' όνομά του η οικουμένη !
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει...
κι ακέριος φλέγεται ως με τ' άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τόνε σκέπει.
Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,
που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Ο Άγγελος Σικελιανός αποχαιρέτησε τον Ποιητή καλώντας παράλληλα το Έθνος σε παλλαϊκό αγώνα κατά των Γερμανών , Ιταλών και Βουλγάρων επιδρομέων, όπως και ο ίδιος ο Παλαμάς είχε κάνει τρία χρόνια νωρίτερα κλείνοντας μέσα σε δύο στίχους το δικό του μεγάλο "ΟΧΙ": "Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλον κανένα. Μεθύστε με το αθάνατο κρασί του Εικοσιένα"
ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΨΥΧΗΣ: Μέσα στο Α’ Νεκροταφείο ο υπόδουλος Ελληνισμός αποχαιρετούσε τον Οραματιστή ποιητή του, τον άνθρωπο που έμεινε στις πνευματικές επάλξεις για μισό και πλέον αιώνα. Αναζητούσε ο Έλληνας ένα στήριγμα και το έβρισκα σε έναν νεκρό. Όμως έναν νεκρό μόνο σωματικά διότι η Ψυχή του είχε ήδη ανεβεί στην κορυφή του Παρνασσού του Έθνους. Μέσα σε συνθήκες δυστυχίας η Κηδεία του Ποιητή θύμιζε στον Λαό μας τις μεγάλες του στιγμές, του θύμιζε τον Έλληνα μαχητή που δύο μόλις χρόνια πριν είχε αποδείξει στα Βορειοηπειρωτικά Βουνά ότι ξέρει να πολεμά για την Ελευθερία του. Και να πεθαίνει για την Ελευθερία αυτή διδάσκοντας τους Ελεύθερους Λαούς τι σημαίνει Ελληνική Ανδρεία. Όπως ειπώθηκε, οι Κατοχικές αρχές και η κυβέρνηση Λογοθετόπουλου, καταλαβαίνοντας βέβαια τι θα επακολουθούσε, είχαν λάβει τα μέτρα τους. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός ωστόσο παρέστη, καθώς επίσης και εκπρόσωποι των Γερμανών και Ιταλών. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς την αθρόα συρροή των κατοίκων της πρωτεύουσας. Ο κόσμος πνιγόταν. Αναζητούσε ένα ξέσπασμα, καθώς οι αντοχές του έφταναν πια στα όρια τους.
Η φήμη του Κωστή Παλαμά υπήρξε Παγκόσμια. Ήταν ο Ποιητής του «Ολυμπιακού Ύμνου», ενός Ύμνου που συνοδεύει (σε μουσική Σπύρου Σαμάρα) κάθε Ολυμπιακή διοργάνωση. Και αυτή η φήμη έκανε τους ένστολους Κατακτητές, Ιταλούς και Γερμανούς, να στέκονται αποσβολωμένοι θεατές σε αυτό το ξέσπασμα των Σκλάβων Νικητών. Ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ έστειλε προσωπικό στέφανο στην μνήμη του Παλαμά, αεροπορικώς από το Βερολίνο. Σήμερα, σχεδόν οκτώ δεκαετίες μετά, το όλο γεγονός του Θανάτου και της Κηδείας του Κωστή Παλαμά το 1943 μας θυμίζει ότι ο Ελληνισμός έχει μέσα του κρυφές και ανεξάντλητες Δυνάμεις. Τις οποίες μπορούμε να αναδεικνύουμε και να χρησιμοποιούμε όχι μόνο για αντιμετωπίσουμε πρακτικά προβλήματα της καθημερινότητας ,αλλά και να υπερασπιστούμε τις Αξίες του Πολιτισμού μας. Κάτι τέτοιο έκανε με τον γραπτό του Λόγο ο Κωστής Παλαμάς, ο μεγάλος αυτός Μαχητής του Ελληνικού Πνεύματος.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ Γεώργιος Κουρκούτας – Φιλόλογος
http://polemosgenel.blogspot.com/2012/02/27.html
No comments :
Post a Comment