29/12/2021

Ε.Ε: Πρόταση για την αλλαγή του Συμφώνου Σταθερότητας - Ο πληθωρισμός «φράζει» το δρόμο της ανάκαμψης

Ο Μάριο Ντράγκι και ο Εμμανουέλ Μακρόν επέλεξαν την παραμονή των Χριστουγέννων να δώσουν -με κοινή τους επιστολή -στη δημοσιότητα, το μανιφέστο τους για τη μεταρρύθμιση των κανόνων που διέπουν τη δημοσιονομική πολιτική των κρατών μελών. Πρόκειται για το περίπλοκο κουβάρι των κανόνων που γεννήθηκαν το 1997 με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και μεταρρυθμίστηκαν το 2012-2013 με τους κανονισμούς που φέρουν το όνομα two-pack και six-pack. Ο Πρόεδρος της Γαλλίας και ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, παραδέχονται ότι αυτοί οι κανόνες «κατέπνιξαν την ανάπτυξη μέσω μη πρακτικών προσαρμογών του προϋπολογισμού » και τονίζουν ότι οι προκλήσεις των επόμενων ετών στην ΕΕ, απαιτούν νέους στόχους και νέα εργαλεία. «Όπως δεν επιτρέψαμε στους κανόνες να εμποδίσουν την απάντησή μας στην πανδημία-γράφουν-, έτσι δεν πρέπει να μας εμποδίσουν να κάνουμε όλες τις απαραίτητες κινήσεις τώρα».

Όπως, γράφουν στην κοινή τους επιστολή οι δύο ηγέτες: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρέπει να μειώσουμε τα επίπεδα του χρέους μας. Αλλά δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι αυτό θα γίνει μέσω υψηλότερων φόρων ή ανορθολογικών περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες». Προσθέτουν ότι «η χρήση της δημοσιονομικής πολιτικής για την προστασία των πολιτών μας και τον μετασχηματισμό των οικονομιών μας ήταν και εξακολουθεί να είναι κεντρικό στοιχείο αυτής της στρατηγικής... Ακόμη και πριν από την πανδημία, οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ έπρεπε να μεταρρυθμιστούν. Είναι πολύ βαρετοί και υπερβολικά περίπλοκοι... Θα χρειαστούμε ένα αξιόπιστο, διαφανές πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής ικανό να συμβάλει στη συλλογική μας φιλοδοξία να έχουμε μια πιο ισχυρή, πιο βιώσιμη και δικαιότερη Ευρώπη».

Με την κοινή τους παρέμβαση στους Financial Times, Μακρόν και Ντράγκι κατέστησαν σαφές αυτό που είχε καταλάβει η Ευρώπη το τελευταίο διάστημα: Την ύπαρξη ενός άξονα μεταξύ Ρώμης και Παρισιού για την αλλαγή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας.

Η μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ είναι αναγκαία και η συζήτηση αυτή θα κυριαρχήσει τη νέα χρονιά στην ευρωπαϊκή και διεθνή συζήτηση. Να δοθεί, για παράδειγμα, στα κράτη μέλη περισσότερος χρόνος και χώρος όσον αφορά τη μείωση του δείκτη χρέους. Τα κράτη με ιδιαίτερα υψηλούς δείκτες χρέους θα μπορούσαν μεμονωμένα να λάβουν μεγαλύτερες περιόδους προσαρμογής ή προσωρινά λιγότερο φιλόδοξους δείκτες χρέους-ΑΕΠ. Επιπλέον, τα κράτη χρειάζονται περισσότερα περιθώρια για να χρηματοδοτήσουν σημαντικές δημόσιες επενδύσεις στο μέλλον, κυρίως για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Αυτές ακριβώς οι μεταρρυθμιστικές προτάσεις γίνονται αποδεκτές και σε θεσμικά όργανα που δεν τις δέχονταν στο παρελθόν: Υποστηρίζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Δημοσιονομική Επιτροπή, την ΕΚΤ, ακόμη και από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, αλλά και από το ΔΝΤ, για να μην αναφέρουμε μια μεγάλη λίστα οικονομολόγων και οικονομικών ερευνητικών ιδρυμάτων και δεξαμενών σκέψης. Ο δρόμος που χάραξαν Ντράγκι και Μακρόν στοχεύει να εδραιώσει, για πρώτη φορά, τον άξονα μεταξύ των χωρών της νότιας Ευρώπης και της Μεσογείου. Ηδη υπάρχει άλλο ένα παράδειγμα με την ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ Ισπανίας και Πορτογαλίας.

Ο Γερμανός οικονομολόγος, Ακιμ Τρούγκερ, καθηγητής Δημόσιων Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Ντούισμπουργκ-Εσσεν τονίζει ότι «κατ` αρχήν, η ΕΕ έχει κάνει πολλά, πολύ καλά και σωστά. Ωστόσο, απειλούνται μεγάλοι κίνδυνοι εάν οι δημοσιονομικοί κανονισμοί του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης μείνουν αμετάβλητοι μετά την κρίση. Πάνω απ' όλα, το κριτήριο του χρέους απειλεί με καταστροφή: Αν παραμείνει στο 60% του ΑΕΠ, θα πληγούν ακόμη περισσότερο χώρες που έχουν ήδη χτυπηθεί σοβαρά από την κρίση του ευρώ και του κορωνοϊού, όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Γαλλία, με επίπεδα χρέους πολύ πάνω από το 100%. Αν αναγκαστούν να υιοθετήσουν μια εξαιρετικά περιοριστική δημοσιονομική πολιτική με σοβαρές περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων, θα οδηγούσε στην καταστροφή των θετικών αποτελεσμάτων του ευρωπαϊκού σχεδίου ανασυγκρότησης και θα έθετε σε κίνδυνο την οικονομική ανάκαμψη», προειδοποιεί ο Γερμανός καθηγητής.Επισημαίνει ότι σε αντίθεση με την καταστροφική αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2009, αυτή τη φορά η ΕΕ αντέδρασε σωστά. «Η ΕΚΤ παρείχε γρήγορα ρευστότητα και σταθεροποίησε τις αγορές κρατικών ομολόγων. Η ΕΕ ανέστειλε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, δηλαδή τους κανόνες για το χρέος, έως το 2023, προκειμένου τα κράτη μέλη να μπορούν να υποστηρίξουν εταιρείες και εργαζόμενους ». Αντιδράσεις αναμένεται να υπάρξουν από την Bundesbank, αλλά όπως λέει ο καθηγητής Τρούγκερ, «η οικονομική και τραπεζική κατάσταση στη Γερμανία δεν είναι ακριβώς ευημερούσα. Επομένως, η Bundesbank δεν είναι πλέον σε θέση να πρωταγωνιστήσει»

Ευνοϊκή συγκυρία είναι και η αλλαγή στην κυβέρνηση της Γερμανίας. Όπως λέει ο διάσημος Ιταλός οικονομολόγος και πρώην υπουργός Οικονομικών, Φρανσέσκο Φόρτε, «αν και στη Γερμανία η κατάσταση δεν είναι απλή, επικρατεί η σοσιαλδημοκρατική γραμμή και οι αντιδράσεις, σε σύγκριση με την εποχή της Μέρκελ, θα είναι λιγότερες». Είναι μια σημαντική λεπτομέρεια που δεν μπορεί να αγνοηθεί, με δεδομένο το ειδικό βάρος της Γερμανίας στην ΕΕ.

Ο Ιταλός οικονομολόγος, Τζουζέπε Λιτούρι γράφει εύστοχα ότι οι δύο ηγέτες «αναγκάζονται να αναγνωρίσουν ότι για παράδειγμα, Πράσινη μετάβαση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με σαγιονάρες, με κουβάδες και φτυάρια. Οι επενδύσεις που απαιτούνται είναι τεράστιες και απαιτούν προσπάθεια, αλλά όχι με εργαλεία 20 ετών».

«Τώρα αρχίζει η διελκυστίνδα για τον μελλοντικό σχεδιασμό του Συμφώνου Σταθερότητας», γράφει η γερμανική ιστοσελίδα RND. “Δύο στρατόπεδα εμφανίζονται: Το ένα γύρω από βόρειες χώρες όπως η Ολλανδία, η Δανία, η Σουηδία, η Φινλανδία και η Λετονία. Θέλουν να επιστρέψουν στους κανόνες που ίσχυαν προηγουμένως και ακόμη και να θεσπίσουν αυστηρές κυρώσεις για παραβιάσεις. Από την άλλη είναι χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Γαλλία, η Κύπρος, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Πρεσβεύουν τη μόνιμη χαλάρωση. Δεν είναι περίεργο: με το Βέλγιο, αυτές είναι οι επτά χώρες της ΕΕ με το χρέος τους να ξεπερνά το 100% του ΑΕΠ. Η πανδημία έχει βυθίσει μερικές από αυτές τις χώρες τόσο βαθιά στο χρέος που δεν θα μπορέσουν να φτάσουν το όριο του 60% στο άμεσο μέλλον”, τονίζει η γερμανική ιστοσελίδα.

Η ιταλική εφημερίδα Il Giornale τονίζει ότι η παρέμβαση των δύο ηγετών αποτελεί «την πρώτη κοινή πολιτική πρωτοβουλία μετά την υπογραφή της γαλλο-ιταλικής Συνθήκης του Κυρηνάλιου. Είναι η πρώτη στρατηγική προβολή του ιταλο-γαλλικού στόχου να δοθεί συνέχεια στην πορεία που εγκαινιάστηκε με το Next Generation Eu και, πάνω απ' όλα, συνιστά τη μεγαλύτερη πρόκληση που έγινε ποτέ στην ευρωπαϊκή λογική της λιτότητας». Η Γαλλική προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα ξεκινήσει την Πρωτοχρονιά θα είναι το «κλειδί» για την υλοποίηση αυτού του στόχου.

Ο πληθωρισμός αυξήθηκε απότομα φέτος με την αύξηση των τιμών καταναλωτή να φτάνει σε υψηλό ρεκόρ 4,9% τον Νοέμβριο. Όπως οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες, η ΕΚΤ εξεπλάγην από τη συνεχιζόμενη ανοδική πίεση στις τιμές. Αυτόν τον μήνα αύξησε απότομα τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη στο 2,6% για το 2021 και στο 3,2% για το 2022- και τα δύο πάνω από τον στόχο του 2%. Οι ανατιμήσεις σε βασικά προϊόντα έχουν ήδη γίνει αισθητές στους καταναλωτές της Ευρωζώνης, με τον «επίμονο» πληθωρισμό να απειλεί την οικονομική ανάκαμψη της περιοχής διαβρώνοντας το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και αναγκάζοντας την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να αποσύρει τα μέτρα στήριξης της πιο γρήγορα από ό,τι είχε προγραμματιστεί.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση των Financial Times, πάνω από το 40% των 38 οικονομολόγων που συμμετείχαν στην έρευνα «έδειξαν» τον πληθωρισμό ως σημαντικό κίνδυνο για τις προοπτικές ανάπτυξης των 19 χωρών που μοιράζονται το ενιαίο νόμισμα. Έτσι για τους οικονομολόγους των FT, ο πληθωρισμός αναγνωρίζεται μαζί με την πανδημία, ως τους δύο βασικούς παράγοντες κινδύνου για το 2022. Οι οικονομολόγοι των FT- οι οποίοι συμμετείχαν στη δημοσκόπηση προτού η ΕΚΤ ενημερώσει τις προβλέψεις της αυτόν τον μήνα- κατά μέσο όρο προέβλεψαν ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα είναι 2,7% το 2022 και 1,9% το 2023. Η πρόβλεψή τους ήταν χαμηλότερη από αυτή της ΕΚΤ για το επόμενο έτος, αλλά πάνω από την πρόβλεψη της κεντρικής τράπεζας ότι ο πληθωρισμός θα πέσει στο 1,8% το 2023. Οι οικονομολόγοι προβλέπουν κατά μέσο όρο ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα αναπτυχθεί κατά 4% το επόμενο έτος, ελαφρώς κάτω από το 4,2% που προβλέπει η ΕΚΤ.

«Ο πληθωρισμός θα επηρεάσει τους μισθούς, μειώνοντας τη ζήτηση», δήλωσε ο καθηγητής οικονομικών στο Copenhagen Business School, Jesper Rangvid, προσθέτοντας ότι «η ΕΚΤ μπορεί επίσης να χρειαστεί να ανταποκριθεί στους κινδύνους του πληθωρισμού αυξάνοντας τα επιτόκια, τιθασεύοντας την [οικονομική] άνοδο».

«Οι οικονομικές μας προοπτικές συμβαδίζουν και πέφτουν με τις προοπτικές για τον πληθωρισμό», δήλωσε από την πλευρά της η οικονομολόγος στην Allianz, Katharina Utermöhl. «Αν δούμε εκτροχιασμό του πληθωρισμού που φαίνεται ότι θα παραμείνει πάνω από τον στόχο και μετά το 2022, τότε η ΕΚΤ θα πρέπει να χαλιναγωγήσει την πολιτική της πολύ πιο απότομα από ό,τι οραματίζεται σήμερα, κάτι που θα μπορούσε να επιβαρύνει την πραγματική οικονομία και να τροφοδοτήσει ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα», πρόσθεσε.

«Η άνοδος της τιμής της ενέργειας αντιπροσωπεύει σημαντικό κίνδυνο», δήλωσε ο Fabio Balboni, οικονομολόγος στην HSBC. «Περιορίζοντας την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, έχουμε υπολογίσει ότι θα μπορούσε να στερήσει 0,5 ποσοστιαίες μονάδες από το επίπεδο του ΑΕΠ τα επόμενα τρίμηνα», γεγονός που θα «έθετε την ΕΚΤ σε δύσκολη θέση».

«Ο πληθωρισμός που έχει εκτροχιαστεί είναι πιο σημαντικός κίνδυνος [από την πανδημία]», δήλωσε ο Nicholas Bennenbroek, διεθνής οικονομολόγος της Wells Fargo. «Τα προηγούμενα κύματα του ιού Covid-19 είχαν συνήθως βραχυπρόθεσμες αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη, αλλά δεν ήταν μακροχρόνια, ένα μοτίβο που αναμένουμε να συνεχιστεί», είπε. Αντίθετα, σχεδόν οι μισοί οικονομολόγοι που συμμετείχαν στην έρευνα θεώρησαν ότι εξακολουθεί να υπάρχει σημαντικός οικονομικός κίνδυνος από τις παραλλαγές του κορωνοϊού.

Σύμφωνα με τον καθηγητή στο Université libre de Bruxelles, André Sapir, η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ευρωζώνη είναι «η εύρεση της σωστής ισορροπίας για μακροοικονομική πολιτική, τόσο δημοσιονομική όσο και νομισματική, ώστε να επιτραπεί μια συνεχής ανάκαμψη χωρίς ανεξέλεγκτες δημοσιονομικές θέσεις και διαφυγόντα πληθωρισμό».

https://www.naftemporiki.gr/

No comments :

Post a Comment