24/11/2020

Οι 11 προτάσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη για τη φορολογία

1. Αναμόρφωση των φορολογικών συντελεστών και των φορολογικών κλιμακίων εισοδήματος στην κατεύθυνση της περαιτέρω απλοποίησης. Σύγκλιση προς τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (προσαρμοσμένη στα μέσα εισοδήματα). Εναρμόνιση των κλιμακίων φορολογίας εισοδήματος και ασφαλιστέων αποδοχών ώστε να μην επιβαρύνονται τα εισοδήματα από εργασία, ταυτόχρονα με υψηλούς φορολογικούς συντελεστές και υψηλές ασφαλιστικές εισφορές. Να σημειωθεί ότι προς αυτήν την κατεύθυνση έχει ήδη ανασταλεί η εισφορά αλληλεγγύης για τα εισοδήματα του ιδιωτικού τομέα και μειώνονται οι ασφαλιστικές εισφορές κατά τρείς εκατοστιαίες μονάδες από το 2021

2. Συνεχής προσπάθεια απλοποίησης του φορολογικού συστήματος, με τη θέσπιση ειδικού θεσμού (στο πρότυπο του Office for Tax Simplification του Ηνωμένου Βασίλειου).

3. Κατά το δυνατό εξομοίωση και ενιαία φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων από διαφορετικές πηγές ώστε να μην καταστρατηγείται και η έννοια της προοδευτικότητας της φορολογικής κλίμακας. Η πρόταση αυτή παραπέμπει σε φορολόγηση όλων των εισοδημάτων σε ενιαία κλίμακα, όπως των ενοικίων που σήμερα φορολογούνται αυτοτελώς

4. Σταδιακή μεταφορά του ΕΝΦΙΑ σε τοπικό επίπεδο, με αντίστοιχη προσαρμογή των μεταβιβάσεων από την κεντρική κυβέρνηση προς τους ΟΤΑ, και κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου για τους ιδιώτες.

5. Ενίσχυση αποταμίευσης νοικοκυριών με κίνητρα για μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επενδύσεις μέσω της ελληνικής κεφαλαιαγοράς και ειδικών επενδύσεων.

6. Ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση των επενδύσεων των επιχειρήσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό, με μεταβολή του σημερινού συστήματος δεκαετούς φορολογικής απόσβεσης, ενδεικτικά με επιταχυνόμενες αποσβέσεις εντός τριετίας.

7. Άρση αντικινήτρων για τη μεγέθυνση μικρομεσαίων επιχειρήσεων εντός της χώρας.

8. Σταθερό φορολογικό πλαίσιο για τις επιχειρήσεις. Δεκαετής ρήτρα μη επιδείνωσης του φορολογικού πλαισίου για νέες επενδύσεις. Εισαγωγή διαδικασίας για προκαταβολική διευθέτηση φορολογικών ζητημάτων (advance tax ruling) μέσω μοναδικού σημείου επαφής στη φορολογική Αρχή για νέες επιχειρήσεις και επενδύσεις.

9. Εξέταση της δυνατότητας επιβολής περιβαλλοντικών φόρων σε εισαγωγές (carbon border tax) από χώρες οι οποίες δεν έχουν θεσπίσει κατάλληλα περιβαλλοντικά μέτρα, στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης σχετικών αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ. Συγκράτηση της φορολογικής επιβάρυνσης του ενεργειακού κόστους για τη βιομηχανία (μέσω φόρων, τελών και ρυθμιζόμενων χρεώσεων) σε επίπεδα συγκρίσιμα με άλλες χώρες της ΕΕ.

10. Αυστηρότερα και εντατικότερα μέτρα ελέγχου για τον περιορισμό της λαθραίας διακίνησης καυσίμων και καπνικών προϊόντων, με εξασφάλιση του κατάλληλου εξοπλισμού και τεχνογνωσίας.

11. Ενίσχυση κινήτρων για συρρίκνωση της παραοικονομίας μέσω επιβράβευσης και στοχευμένης χρήσης ηλεκτρονικών πληρωμών.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΤΕΡΑ ΕΔΩ: https://www.ethnos.gr/oikonomia/134649_epitropi-pissaridi-rizikes-allages-se-syntaxeis-epidomata-kai-misthoys

Η τελική εκδοχή της Έκθεσης της Επιτροπής Πισσαρίδη επιμένει να αντιμετωπίζει την ελληνική κρίση όχι απλώς ως κρίση χρέους ούτε μόνο ως μια κρίση που αφορούσε τα προβλήματα στη δημοσιονομική διαχείριση. Αντίθετα, επικεντρώνει στα υπαρκτά διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, τα οποία προϋπήρχαν των μνημονίων και διατηρήθηκαν και μετά από αυτά:
  • Τη χαμηλή παραγωγικότητα, ως αποτέλεσμα της μικρής βαρύτητας που έχει συγκριτικά στην ελληνική οικονομία η μεταποίηση, οι νέες τεχνολογίες και συνολικά οι κλάδοι υψηλής προστιθέμενης αξίας και της μεγάλης βαρύτητας των κατά τεκμήριο χαμηλής παραγωγικότητας μικρομεσαίων επιχειρήσεων που κυριαρχούν στο ελληνικό παραγωγικό τοπίο.
  • Το γεγονός ότι υπέρμετρα μεγάλο τμήμα της ελληνικής οικονομίας κινείται στο χώρο των μη διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών, στοιχείο που περιορίζει την πραγματική εξαγωγική δυναμική και εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας, παρά τη θετική συμβολή που διαχρονικά έχουν στο εμπορικό ισοζύγιο ο τουρισμός και η ναυτιλία.
  • Το μικρό ποσοστό των επενδύσεων και συνολικά τη μικρή επενδυτική δυναμική της ελληνικής οικονομίας σε σύγκριση της άλλης χώρας, στοιχείο που διαμορφώνει έναν φαύλο κύκλο χαμηλών επενδύσεων, χαμηλής παραγωγικότητας, χαμηλών εξαγωγών, χαμηλών αμοιβών για την εργασία.
  • Τη διατήρηση χαμηλών ποσοστών πρόσβασης στην αγορά εργασίας που αποτυπώνεται στα χαμηλά ποσοστά απασχόλησης των νέων και των γυναικών και τη διατήρηση υψηλών ποσοστών άτυπης απασχόλησης.
  • Τη μειωμένη κοινωνική προστασία και το πραγματικό πρόβλημα που δημιουργεί το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των νοικοκυριών κινείται κοντά στα όρια της φτώχειας, στοιχείο που συντηρείται από το συνδυασμό χαμηλής παραγωγικότητας και χαμηλών αμοιβών.
  • Τα προβλήματα ως προς τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού και του τρόπου που λαμβάνει χώρα η ρυθμιστική και διοικητική παρέμβαση του δημοσίου στην οικονομία.

Σε αυτή τη βάση έχει ενδιαφέρον ότι μετά από μια δεκαετία όπου κυριαρχούσαν ως προτεραιότητες για την ελληνική οικονομία κυρίως οι δημοσιονομικοί στόχοι, συχνά με ρητή υποτίμηση των στόχων που αφορούσαν την παραγωγική αναδιάρθρωση και την ανάπτυξη, η έκθεση δεν ξεκινά τους στόχους της προκρίνοντας δημοσιονομικούς στόχους αλλά:
  • Την αύξηση των συνολικών πάγιων επενδύσεων και ειδικά των εταιρικών επενδύσεων από τα σημερινά επίπεδα του 10.1% και 5.4% του ΑΕΠ προς τον μέσο όρο των άλλων μικρών ανοικτών οικονομιών της ΕΕ, που ανέρχεται κοντά στο 23% και 14% αντίστοιχα.
  • Την αύξηση των ιδιωτικών και δημόσιων δαπανών σε έρευνα και ανάπτυξη από το σημερινό επίπεδο του 1,2% του ΑΕΠ προς τον μέσο όρο της ΕΕ, περίπου στο 2% του ΑΕΠ, και η καλύτερη διασύνδεση μεταξύ έρευνας και παραγωγής.
  • Την σταδιακή αύξηση των εξαγωγών και, ειδικότερα, των εξαγωγών προϊόντων από τα σημερινά επίπεδα του 37% και 19% του ΑΕΠ προς τον μέσο όρο των άλλων μικρών ανοικτών οικονομιών της ΕΕ, που ανέρχεται στο 66% και 48% αντίστοιχα.
  • Την αύξηση του αριθμού των μεγάλων και μεσαίων επιχειρήσεων, που αποτελεί προϋπόθεση για την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση των εξαγωγών, αλλά και την ενδυνάμωση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, που θα συνεχίσουν να αποτελούν τη μεγάλη πλειονότητα, και την καλύτερη διασύνδεσή τους με αλυσίδες αξίας και με τις μεγάλες επιχειρήσεις.
  • Την αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας, ιδίως από τους νέους και τις γυναίκες, από το 42% και 65% σήμερα προς τον μέσο όρο των άλλων μικρών ανοικτών οικονομιών της ΕΕ, που ανέρχεται στο 62% και 73% αντίστοιχα.

Η έκθεση κατορθώνει να ξεφύγει από μια πεπατημένη, που έχει καταγραφεί σε πλήθος επίσημων κυβερνητικών οικονομικών προγραμματικών κειμένων τα τελευταία χρόνια, που επικέντρωναν στους δημοσιονομικούς στόχους και στην απλή επίτευξη κάποιων μακροοικονομικών αναπτυξιακών στόχων. Αντίθετα, εδώ έχουμε στόχους που παραπέμπουν περισσότερο στο ερώτημα της αναδιάρθρωσης του ίδιου του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας με όρους που να διαμορφώνουν όχι απλώς μια «αναπτυξιακή δυναμική», οριζόμενη ως αυξητική τάση του ΑΕΠ, αλλά μια διαφορετική παραγωγική και σε τελική ανάλυση κοινωνική συνθήκη. Έχει επίσης ενδιαφέρον ότι η επίκληση των επενδύσεων αφορά πρωτίστως τις παραγωγικές επενδύσεις και δη εκείνες που αφορούν τη μεταποίηση και τις νέες τεχνολογίες και όχι – όπως τείνει να γίνει σχεδόν κανόνας στην τρέχουσα ελληνική συζήτηση – τις εμβληματικές επενδύσεις συγκριτικά μικρότερης προστιθέμενης αξίας σε χώρους όπως το real estate και ο τουρισμός.

No comments :

Post a Comment