Το σχέδιο του Ηνωμένου Βασιλείου να θεσπίσει έναν εθνικό φόρο άνθρακα, εάν τελικά αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς κάποια συμφωνία Brexit, είναι «απολύτως απαράδεκτο», δήλωσαν οι κυβερνήσεις της Σκοτίας και της Ουαλίας σε επιστολή προς το Λονδίνο. Την Παρασκευή, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δήλωσε ότι εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία με την Ευρώπη, το Λονδίνο ενδεχομένως θα αντικαταστήσει το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας εκπομπών με ένα φόρο για ολόκληρη τη χώρα, αρχής γενομένης το 2019. Περισσότερες λεπτομέρειες θα παρασχεθούν στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2018, που θα ολοκληρωθεί στις 29 Οκτωβρίου, και στον προϋπολογισμό για το οικονομικό έτος 2018-2019. Ωστόσο, η περιβαλλοντική πολιτική, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, εξαρτάται επίσης από τις τοπικές κυβερνήσεις της Σκοτίας, της Ουαλίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, και απαιτεί την έγκρισή τους.
Η ανησυχία για το Εδιμβούργο και το Κάρντιφ είναι ότι ο νέος φόρος που θα μετατοπίσει την ευθύνη για τη μείωση των εκπομπών στο δημόσιο ταμείο στο Λονδίνο. «Αυτό αντικαθιστά έναν αποκεντρωμένο μηχανισμό, ο οποίος συμφωνήθηκε από κοινού και από τις τέσσερις κυβερνήσεις, με έναν φόρο που προορίζεται για το Υπουργείο Οικονομικών στο Λονδίνο, στο οποίο οι αποκεντρωμένες διοικήσεις δεν συμμετέχουν», ανέφεραν η Ροζάννα Κάννινγκχαμ, Υπουργός Περιβάλλοντος της Σκοτίας και η Λέσλι Γκρίφιθς, Υπουργός Ενέργειας της της Ουαλίας, σε επιστολή τους στον Βρετανό Υπουργό Οικονομικών Φίλιπ Χάμμοντ και την Υπουργό Ενέργειας και Καθαρής Ανάπτυξης, Κλαιρ Πέρι. Οι τέσσερις κυβερνήσεις της χώρας δεν έχουν πραγματοποιήσει ακόμα συζητήσεις σε υπουργικό επίπεδο σχετικά με τις επιλογές του Ηνωμένου Βασιλείου σε σχέση με το σύστημα αγοράς εκπομπών της ΕΕ, δήλωσαν οι δύο υπουργοί, εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά τους. Το Λονδίνο εξετάζει τώρα διάφορες επιλογές τιμολόγησης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα μετά το Brexit, συμπεριλαμβανομένης της παραμονής στο κοινοτικό σύστημα μέχρι τα τέλη του 2030, της δημιουργίας μίας εγχώριας αγοράς άνθρακα που θα μπορούσε να συνδεθεί με το σύστημα της ΕΕ, ή της επιβολής του προαναφερθέντα εγχώριου φόρου άνθρακα.
Το πρόσφατο μήνυμα της πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου, Τερέζα Μέι, σχετικά με την ενιαία αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν ξεκάθαρο στο ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για «σκληρό» Brexit σε αυτόν τον τομέα. Αλλά ενώ η βρετανική κυβέρνηση επιθυμεί να διατηρήσει στενούς ενεργειακούς δεσμούς μετά την αποχώρησή της, οι λεπτομέρειες παραμένουν ασαφείς. Το όλο ερώτημα εξαρτάται από το αν η γενική συμφωνία για τη μελλοντική σχέση ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου θα αφήνει περιθώριο για συνεχιζόμενους ενεργειακούς δεσμούς μεταξύ των δύο πλευρών, καθώς και από το ενδεχόμενο η Βρετανία να αποχωρήσει χωρίς καμία συμφωνία στις 29 Μαρτίου. Το φυσικό αέριο και η ηλεκτρική ενέργεια θα συνεχίσουν να ρέουν κατά μήκος των διασυνδέσεων μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και των γειτόνων του μετά το Brexit, ανεξάρτητα από το πώς θα αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, μια απότομη έξοδος θα αυξήσει τον κίνδυνο έλλειψης εφοδιασμού στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία κατά τη διάρκεια έκτακτων περιστατικών, όπως τα ακραία καιρικά φαινόμενα του περσινού χειμώνα, και θα μπορούσε να αυξήσει τους λογαριασμούς κατανάλωσης ενέργειας.
Τόσο το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και η ΕΕ στηρίζονται σε εισαγωγές και εξαγωγές ενέργειας. Η βρετανική κυβέρνηση αναγνωρίζει την αξία αυτών των συνδέσμων, ειδικά του φυσικού αερίου, και τονίζει ότι θα ήθελε να τους προστατεύσει. Η Βρετανία εισάγει σήμερα περίπου το 5% της ισχύος της και το 12% του φυσικού αερίου της από την ΕΕ. Οι δύο πλευρές συνδέονται με τέσσερα καλώδια τροφοδοσίας, με οκτώ ακόμα να βρίσκονται υπό σχεδιασμό. Η συνεχιζόμενη ενεργειακή συνεργασία είναι ιδιαίτερα σημαντική για την Ιρλανδία και τη Βόρεια Ιρλανδία, οι οποίες μοιράζονται μια ενιαία αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ιρλανδία βασίζεται επίσης στη Βρετανία για την προμήθεια φυσικού αερίου και πετρελαίου. Η συνεργασία της Βρετανίας με την εσωτερική ευρωπαϊκή αγορά έχει περιθώριο να φτάσει μόνο στο βαθμό που θα της επιτρέπει η ευρύτερη σχέση ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου μετά το Brexit, για το οποίο υπάρχει η ανησυχία ότι δεν θα υπάρξει συμφωνία. Η ΕΕ θα μπορούσε να δει την επιθυμία του Ηνωμένου Βασιλείου για τη συνέχιση των ενεργειακών δεσμών ως οπορτουνιστική επιλογή κοινοτικών πλεονεκτημάτων χωρίς να υπόκειται σε καμία από τις υποχρεώσεις της κοινότητας.
https://www.naftemporiki.gr/
Η ανησυχία για το Εδιμβούργο και το Κάρντιφ είναι ότι ο νέος φόρος που θα μετατοπίσει την ευθύνη για τη μείωση των εκπομπών στο δημόσιο ταμείο στο Λονδίνο. «Αυτό αντικαθιστά έναν αποκεντρωμένο μηχανισμό, ο οποίος συμφωνήθηκε από κοινού και από τις τέσσερις κυβερνήσεις, με έναν φόρο που προορίζεται για το Υπουργείο Οικονομικών στο Λονδίνο, στο οποίο οι αποκεντρωμένες διοικήσεις δεν συμμετέχουν», ανέφεραν η Ροζάννα Κάννινγκχαμ, Υπουργός Περιβάλλοντος της Σκοτίας και η Λέσλι Γκρίφιθς, Υπουργός Ενέργειας της της Ουαλίας, σε επιστολή τους στον Βρετανό Υπουργό Οικονομικών Φίλιπ Χάμμοντ και την Υπουργό Ενέργειας και Καθαρής Ανάπτυξης, Κλαιρ Πέρι. Οι τέσσερις κυβερνήσεις της χώρας δεν έχουν πραγματοποιήσει ακόμα συζητήσεις σε υπουργικό επίπεδο σχετικά με τις επιλογές του Ηνωμένου Βασιλείου σε σχέση με το σύστημα αγοράς εκπομπών της ΕΕ, δήλωσαν οι δύο υπουργοί, εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά τους. Το Λονδίνο εξετάζει τώρα διάφορες επιλογές τιμολόγησης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα μετά το Brexit, συμπεριλαμβανομένης της παραμονής στο κοινοτικό σύστημα μέχρι τα τέλη του 2030, της δημιουργίας μίας εγχώριας αγοράς άνθρακα που θα μπορούσε να συνδεθεί με το σύστημα της ΕΕ, ή της επιβολής του προαναφερθέντα εγχώριου φόρου άνθρακα.
Το πρόσφατο μήνυμα της πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου, Τερέζα Μέι, σχετικά με την ενιαία αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν ξεκάθαρο στο ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για «σκληρό» Brexit σε αυτόν τον τομέα. Αλλά ενώ η βρετανική κυβέρνηση επιθυμεί να διατηρήσει στενούς ενεργειακούς δεσμούς μετά την αποχώρησή της, οι λεπτομέρειες παραμένουν ασαφείς. Το όλο ερώτημα εξαρτάται από το αν η γενική συμφωνία για τη μελλοντική σχέση ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου θα αφήνει περιθώριο για συνεχιζόμενους ενεργειακούς δεσμούς μεταξύ των δύο πλευρών, καθώς και από το ενδεχόμενο η Βρετανία να αποχωρήσει χωρίς καμία συμφωνία στις 29 Μαρτίου. Το φυσικό αέριο και η ηλεκτρική ενέργεια θα συνεχίσουν να ρέουν κατά μήκος των διασυνδέσεων μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και των γειτόνων του μετά το Brexit, ανεξάρτητα από το πώς θα αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, μια απότομη έξοδος θα αυξήσει τον κίνδυνο έλλειψης εφοδιασμού στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία κατά τη διάρκεια έκτακτων περιστατικών, όπως τα ακραία καιρικά φαινόμενα του περσινού χειμώνα, και θα μπορούσε να αυξήσει τους λογαριασμούς κατανάλωσης ενέργειας.
Τόσο το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και η ΕΕ στηρίζονται σε εισαγωγές και εξαγωγές ενέργειας. Η βρετανική κυβέρνηση αναγνωρίζει την αξία αυτών των συνδέσμων, ειδικά του φυσικού αερίου, και τονίζει ότι θα ήθελε να τους προστατεύσει. Η Βρετανία εισάγει σήμερα περίπου το 5% της ισχύος της και το 12% του φυσικού αερίου της από την ΕΕ. Οι δύο πλευρές συνδέονται με τέσσερα καλώδια τροφοδοσίας, με οκτώ ακόμα να βρίσκονται υπό σχεδιασμό. Η συνεχιζόμενη ενεργειακή συνεργασία είναι ιδιαίτερα σημαντική για την Ιρλανδία και τη Βόρεια Ιρλανδία, οι οποίες μοιράζονται μια ενιαία αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ιρλανδία βασίζεται επίσης στη Βρετανία για την προμήθεια φυσικού αερίου και πετρελαίου. Η συνεργασία της Βρετανίας με την εσωτερική ευρωπαϊκή αγορά έχει περιθώριο να φτάσει μόνο στο βαθμό που θα της επιτρέπει η ευρύτερη σχέση ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου μετά το Brexit, για το οποίο υπάρχει η ανησυχία ότι δεν θα υπάρξει συμφωνία. Η ΕΕ θα μπορούσε να δει την επιθυμία του Ηνωμένου Βασιλείου για τη συνέχιση των ενεργειακών δεσμών ως οπορτουνιστική επιλογή κοινοτικών πλεονεκτημάτων χωρίς να υπόκειται σε καμία από τις υποχρεώσεις της κοινότητας.
https://www.naftemporiki.gr/
No comments :
Post a Comment