Είναι ρητή η ανάγκη για πολυστρωματική ζώνη αντιαεροπορικής/αντιπυραυλικής άμυνας κάθε σύγχρονης κύριας μονάδας επιφανείας, ανεξάρτητα εάν αυτή είναι επιφορτισμένη με καθήκοντα AAW. Σε μια τέτοια περίπτωση στην πολυστρωματική ζώνη άμυνας προστίθενται και τα Α/Α βλήματα μεγάλου βεληνεκούς ωστόσο, για μια σειρά επιχειρησιακών, τεχνικών, πρακτικών και οικονομικών λόγων, η ύπαρξη αυτών σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί την ανάγκη το «κτίσιμο» αυτής της πολυστρωματικής ζώνης άμυνας να ξεκινά από τον εσώτερο δακτύλιο. Συνεπώς, εστιάζοντας στην απειλή των αντιπλοϊκών κατευθυνόμενων βλημάτων, η ύπαρξη παθητικών (διανομείς αναλωσίμων παραπλάνησης), μη φονικών ενεργών (παρεμβολείς) και κυρίως φονικών ενεργών (CIWS πυροβόλων ή/και βλημάτων) συστημάτων αυτοάμυνας πρέπει να θεωρείται εκ των ουκ άνευ. Σε παλαιότερες σχεδιάσεις παρατηρεί κανείς ότι ο κανόνας αυτός είχε ορισμένες εξαιρέσεις. Μία τέτοια περίπτωση ήταν εκείνη των Α/Τ κλάσης C.F. Adams. Καίτοι πλοία AAW, πέραν των βλημάτων SM-1, στερούντο όχι απλώς Α/Α βλημάτων άμυνας σημείου, αλλά και CIWS. Έτσι τα πλοία αυτά ήταν έκθετα σε απειλές που για κάποιο λόγο κατάφερναν να βρεθούν εγγύτερα του ελάχιστου βεληνεκούς των SM-1. Την αδυναμία αυτή επεχείρησαν να καλύψουν οι Γερμανοί τοποθετώντας στα τρία πλοία της εν λόγω κλάσης που διέθεταν από δύο αντιαεροπορικά/αντιπυραυλικά συστήματα RAM [1]. Το Π.Ν. αρνήθηκε -ορθώς κατά την γνώμη μας- να προβεί σε μια ανάλογη επένδυση για πεπαλαιωμένα πλοία που προορίζονταν να παροπλιστούν σύντομα καθώς, εκτός των άλλων, απαιτούσαν πολυάριθμα πληρώματα για την επάνδρωσή τους και ήταν ατμοκίνητα. Σήμερα, ανάλογες εξαιρέσεις δεν υφίστανται. Ούτε όσον αφορά την ναυπήγηση νέων πλοίων χωρίς αντιπυραυλική άμυνα, ούτε όσων αφορά την «πολυτέλεια» του Π.Ν. να αφήνει τις υπάρχουσες μονάδες του χωρίς τέτοιες δυνατότητες.
Τα δεδομένα
Στη δική μας περίπτωση είναι, δυστυχώς, δεδομένο ότι το Π.Ν. δεν μπορεί να ελπίζει σε ναυπήγηση νέων κύριων μονάδων επιφανείας βραχυπρόθεσμα. Όσο και αν δεν μας αρέσει, τα οικονομικά δεδομένα είναι αμείλικτα. Από την άλλη πλευρά δεν αποτελεί λύση και η παντελής εξάλειψη των αμυντικών δαπανών. Η αφιέρωση λογικών ποσών για την υποστήριξη, την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων μέσων των Ενόπλων Δυνάμεων είναι όχι μόνο αναγκαία για την αντιμετώπιση της υπαρκτής απειλής, αλλά και για να μην απαξιωθούν οι μεγάλες επενδύσεις που έγιναν στο παρελθόν για την απόκτησή τους. Συνεπώς, απαιτείται η εξεύρεση λύσεων χαμηλού κόστους για τη κάλυψη των όποιων κενών/αδυναμιών/ελλείψεων. Στη περίπτωση του Π.Ν., μία χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι η ανεπαρκής ή και σχεδόν ανύπαρκτη αντιπυραυλική άμυνα πολλών εκ των κρίσιμων μονάδων επιφανείας του που θα συνεχίσουν να υπηρετούν για αρκετά χρόνια ακόμη (Φ/Γ «S» Batch-I/III, ΤΠΚ Combattante-IIIA/B, Α/Γ «Ιάσων», ΠΓΥ «Προμηθεύς»). Σε ένα περιβάλλον όπως αυτό του Αιγαίου τέτοιες ελλείψεις ίσως αποδειχθούν μοιραίρες καθώς η απειλή των αντιπλοϊκών κατευθυνόμενων βλημάτων -που πιθανότατα δεν θα γίνονται αντιληπτά πάντοτε εγκαίρως, ίσως δε βάλλονται και ομαδικά με σκοπό τον κορεσμό της άμυνας του στόχου- είναι θανατηφόρα. Η απόκτηση νέων σύγχρονων αντιπλοϊκών βλημάτων (π.χ. Harpoon Block-II), η εγχώρια ανάπτυξη άλλων αντίστοιχων (Atmaca) ή ελαφρύτερων για στόχους μικρού μεγέθους (εκδόσεις των Mizrak) καθώς και η ναυπήγηση πλοίων με αποκλειστική αποστολή την αξιοποίησή τους (π.χ. πρόθεση ναυπήγησης 4+6 νέων ταχύπλοων πυραυλακάτων, σχετικά μικρού εκτοπίσματος) για το Τουρκικό Ναυτικό, καταδεικνύει πως η απειλή όχι απλώς υφίσταται αλλά και εξελίσσεται ραγδαία. Η δε πιθανή ανάπτυξη έκδοσης με ικανότητα προσβολής κινούμενων στόχων (άρα και πλοίων επιφανείας) του αεροεκτοξευόμενου βλήματος cruise SOM, θέτει άλλον έναν παράγοντα ανησυχίας.
Κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση
Μια πρόσφατη εξέλιξη που πέρασε σχεδόν απαρατήρητη ήταν η αναβάθμιση των εκτοξευτών Mk.49 Mod.1 του συστήματος RAM των ΤΠΚ Super Vita. To εν λόγω πρόγραμμα προβλέπεται να ολοκληρωθεί εντός του 2015 και θα φέρει τους εκτοξευτές στο επίπεδο Mk.49 Mod.3 το οποίο θα επιτρέπει πλέον και την βολή βλημάτων της εξελιγμένης έκδοσης RIM-116 Block-2 (πέραν των Block-0/1/1A που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σήμερα). Το πρόγραμμα αφορά τα τέσσερα πρώτα ΤΠΚ του τύπου, καθώς τα επόμενα τρία θα παραδοθούν εξαρχής με εκτοξευτές Mk.49 Mod.3. Έμμεση αναβάθμιση των αντιπυραυλικών δυνατοτήτων επήλθε και με την εγκατάσταση των βλημάτων RIM-162C ESSM (και την συνεπαγόμενη αναβάθμιση των κάθετων εκτοξευτών Mk.48 Mod.2 στο επίπεδο Mod.5) στις 4 Φ/Γ ΜΕΚΟ-200HN. Τα εν λόγω βλήματα διαθέτουν σημαντικές αντιπυραυλικές δυνατότητες [2], προσφέροντας στα εν λόγω σκάφη άλλη μια ζώνη αυτοάμυνας έναντι πυραυλικών απειλών πριν χρειαστεί να εμπλακούν τα δύο συστήματα Phalanx. Τη σημασία των φονικών ενεργών συστημάτων δείχνει να έχει κατανοήσει ακόμη περισσότερο το Τουρκικό Ναυτικό, ήδη από τη δεκαετία του ’80 οπότε και αποφάσισε να εξοπλίσει τις Φ/Γ MEKO-200TN Track-I και, αργότερα, και τις Track-II με τρία (!) CIWS έκαστη. Αν και η επιλογή του συστήματος Sea Zenith είναι τουλάχιστον αμφιλεγόμενη, ο αριθμός τους ανά πλοίο επιτρέπει απροβλημάτιστη κάλυψη 360ο με ευρύτατους τομείς αλληλοκάλυψης. Η νεότερη εξέλιξη αφορά τη προμήθεια 4 νέων συστημάτων CIWS Mk.15 Block-1B baseline 2 και την ανακατασκευή, επισκευή και εκσυγχρονισμό 17 υπαρχόντων Μk.15 Phalanx Block-0 στο προαναφερθέν επίπεδο, έναντι συνολικού ποσού 310 εκατ. $. Πέραν από κύριες μονάδες μάχης επιφανείας, τα εν λόγω συστήματα εξοπλίζουν και πετρελαιοφόρα στόλου αλλά και τις μεγάλες υπάρχουσες [3] και μελλοντικές αποβατικές μονάδες. Ταυτόχρονα, το Τουρκικό Ναυτικό φροντίζει να αυξάνει τον αριθμό των μονάδων του με σύστημα κάθετης εκτόξευσης (Mk.41 εν προκειμένω) βλημάτων ESSM. Έτσι, με VLS έχουν εφοδιαστεί πλέον όλες οι Φ/Γ MEKO-200TN Track-II καθώς και 4 από τις 8 Φ/Γ κλάσης O.H. Perry, ενώ το ίδιο πρόκειται να συμβεί και με τη δεύτερη τετράδα κορβετών/ελαφρών Φ/Γ κλάσης Ada. Οι τελευταίες θα εξοπλιστούν με CIWS πυροβόλων (Phalanx) αντί βλημάτων (RAM) στις 4 πρώτες. [4]
Προτάσεις περαιτέρω βελτίωσης
Οι Φ/Γ τύπου «S» (τουλάχιστον οι 6 εκσυγχρονισμένες) είναι βέβαιο ότι θα παραμείνουν σε υπηρεσία τουλάχιστον για μια δεκαετία ακόμη, τόσο λόγω της αδυναμίας χρηματοδότησης προγράμματος ναυπήγησης νέων μονάδων σύντομα, όσο και λόγω της επίλυσης των όποιων προβλημάτων υποστήριξης μέσω του πακτωλού ανταλλακτικών που εξασφαλίστηκαν από τα ΗΑΕ. Τα ανάλογα ισχύουν και για τα ΤΠΚ Combattante-IIIA/B, όπως άλλωστε καταδεικνύεται και από τις διεργασίες για αντικατάσταση των κατευθυνομένων βλημάτων τους από τα νεότερα MM-40 Exocet Block-2 και RGM-84 Harpoon, αντίστοιχα. Σαφώς για το ίδιο ή για ακόμη μεγαλύτερο διάστημα θα παραμείνουν σε υπηρεσία τα 5 Α/Γ τύπου «Ιάσων» και το ΠΓΥ «Προμηθεύς». Κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών είναι οι ανεπαρκείς έως και ανύπαρκτες δυνατότητες αντιπυραυλικής άμυνάς τους, όπως επισημάναμε και στην εισαγωγή. Οι 4 από τις 6 εκσυγχρονισμένες και οι 3 μη εκσυγχρονισμένες Φ/Γ «S», πέραν του ενεργού παρεμβολέα και των διανομέων αναλωσίμων, διαθέτουν μόνο ένα CIWS Mk.15 Phalanx και μάλιστα παλαιάς έκδοσης (Block-1A στη καλύτερη περίπτωση). Παρόμοια είναι η κατάσταση και με το ΠΓΥ «Προμηθεύς», που όμως στερείται και συστήματος Η.Π. και ενεργού παρεμβολέα. Τα δε ΤΠΚ Combattante-IIIA/B και τα Α/Γ «Ιάσων» περιορίζονται απλά στους διανομείς αναλωσίμων. Αποτελεί λοιπόν επιτακτική ανάγκη για το Π.Ν. να βρει προσιτούς τρόπους ενίσχυσης της αντιπυραυλικής άμυνας των εν λόγω πλοίων που εφόσον θα εξακολουθήσει εν πολλοίς να στηρίζεται σε αυτά.
Ακολουθούν κάποιες σκέψεις/προτάσεις προς αυτή τη κατεύθυνση:
- Η πλέον ακριβή εξ αυτών [5] είναι η αναβάθμιση όλων των υπαρχόντων Mk.15 Phalanx στο επίπεδο Block-1B baseline 2, όπως πράττει και το Τουρκικό Ναυτικό. Με την αναβάθμιση αυτή στο σύστημα προστίθεται συσκευή FLIR, αναβαθμισμένος υπολογιστής λειτουργίας καθώς και δυνατότητα χρήσης νέων αποτελεσματικότερων πυρομαχικών. Πέραν των αμιγώς επιχειρησιακών λόγων όμως, μια τέτοια αναβάθμιση καθίσταται αναγκαία και για λόγους υποστηριξιμότητας του συστήματος. Για τον περιορισμό του κόστους μέρος τουλάχιστον των εργασιών θα μπορούσαν να εκτελεστούν στο Συνεργείο Phalanx της Διεύθυνσης Ναυτικών Όπλων του Ναυστάθμου Σαλαμίνας.
- To Γερμανικό Ναυτικό είχε παραλάβει συνολικά 8 Φ/Γ F-122 και 10 ΤΠΚ S-143A, εξοπλισμένα έκαστο με 2 και 1 εκτοξευτή Mk.49 RAM αντίστοιχα. Από τις Φ/Γ F-122 έχουν παροπλιστεί ήδη οι 5 για να ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες 3 εντός της ερχόμενης 2ετίας-3τίας, ενώ από τα ΤΠΚ S-143A έχουν παροπλιστεί ήδη τα 4 και θα ακολουθήσουν τα υπόλοιπα 6 εντός της ερχόμενης 4ετίας-5ετίας. Μέσα στα επόμενα χρόνια δηλαδή θα είναι διαθέσιμοι συνολικά 26 εκτοξευτές Mk.49 RAM. Είναι μάλλον βέβαιο πως κάποιοι εξ αυτών θα μετεγκατασταθούν στα πλοία που έχει υπό ναυπήγηση το Γερμανικό Ναυτικό (π.χ. 8 πρέπει να θεωρούνται ήδη δεσμευμένοι για τις νέες Φ/Γ F-125), ωστόσο θα άξιζε τον κόπο να διερευνηθεί η δυνατότητα προμήθειας -δωρεάν ή έναντι χαμηλού αντιτίμου- όσων τυχόν καταστούν πλεονασματικοί στο πλαίσιο μιας διακρατικής συμφωνίας. Αν αυτό καταστεί εφικτό ένας εκτοξευτής θα μπορούσε να αντικαταστήσει το μοναδικό Phalanx (βλ. και σημ. 4) στις 4 εκσυγχρονισμένες Φ/Γ «S» Batch-I που θα παραμείνουν και περισσότερα χρόνια σε ενεργό υπηρεσία. Εάν ο αριθμός των διαθέσιμων εκτοξευτών το επιτρέψει θα μπορούσε με αυτούς να αντικατασταθεί και το ένα εκ των Phalanx των Φ/Γ ΜΕΚΟ-200HN, επαυξάνοντας έτσι τις αντιπυραυλικές δυνατότητες και αυτών των πλοίων. Τα αφαιρεθέντα CIWS Phalanx που θα προέκυπταν, αφού αναβαθμίζονταν στο επίπεδο Block-1B baseline 2, θα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε πλοία που παρά την κρίσιμη αποστολή τους είτε στερούνται παντελώς ανάλογου εξοπλισμού (βλ. Α/Γ «Ιάσων»), είτε ο υπάρχων θεωρείται ανεπαρκής (ΠΓΥ «Προμηθεύς»).
- Τουλάχιστον τα 4 Α/Τ C.F. Adams και οι 3 Φ/Γ Knox του Π.Ν. ήταν εφοδιασμένα με συστήματα Η.Π. τύπου ΑΝ/SLQ-32 [πιθανότατα στην έκδοση (V)2 ή (V)3]. Η λογική λέει ότι προ του παροπλισμού των εν λόγω πλοίων τα συνολικά 7 (;) αυτά συστήματα αφαιρέθηκαν και αποθηκεύτηκαν υπό ελεγχόμενες συνθήκες. Εάν είναι ακόμη διαθέσιμα θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν και να τοποθετηθούν σε άλλες μονάδες που στερούνται παντελώς τέτοια μέσα (π.χ. Α/Γ «Ιάσων», ΠΓΥ «Προυμηθεύς»). Και σε αυτή τη περίπτωση οι εργασίες εγκατάστασης θα μπορούσαν να γίνουν ακόμη και εντός του Ναυστάθμου, με σχεδόν μηδενικό κόστος σε περίπτωση που ανήκουν στην έκδοση (V)3, ενώ αν πρόκειται για (V)2 το ευκταίο θα ήταν να αναβαθμιστούν στο προαναφερθέν επίπεδο με την προσθήκη και ενεργού παρεμβολέα (αυτή είναι η ουσιαστική διαφορά των δύο εκδόσεων).
- Όλα τα πλοία του Στόλου θα πρέπει να εφοδιαστούν με προειδοποιητές εγκλωβισμού λέιζερ (LWS/LWR). Τα εν λόγω συστήματα αποτελούν έναν σχετικά φθηνό μέσο που θα αναβάθμιζε κατακόρυφα τις δυνατότητες άμυνας -ή, τουλάχιστον, έγκαιρης προειδοποίησης- των πλοίων έναντι απειλών από βλήματα καθοδηγούμενα με λέιζερ. Τέτοια είναι, μεταξύ πολλών άλλων, η αντίστοιχης καθοδήγησης έκδοση των βλημάτων Mizrak-U αλλά και οι πάμφθηνες καθοδηγούμενες ρουκέτες Cirit που εξοπλίζουν ή αναμένεται να εξοπλίσουν σύντομα πλειάδα τουρκικών πλατφόρμων. Τα πρώτα μάλιστα προορίζονται και για τον εξοπλισμό των ναυτικών ελικοπτέρων S-70B28, αποτελώντας στο περιβάλλον του Αιγαίου έναν θανατηφόρο συνδυασμό εναντίον σκαφών μεγέθους ΤΠΚ ή μέσου αποβατικού. Ενδεικτικά, ένα επιτυχημένο τέτοιο σύστημα για ναυτικές εφαρμογές είναι το NLWS της Saab, το οποίο είναι ήδη εγκατεστημένο σε σκάφη των Ναυτικών της Γερμανίας και των ΗΑΕ, και άρα δεν απαιτούνται πρόσθετα κονδύλια ανάπτυξης. Με κατάλληλη διάταξη το εν λόγω σύστημα μπορεί να επιτύχει περιμετρική κάλυψη 360ο καθώς και κάλυψη 70ο καθ’ ύψος. Μπορεί να λειτουργήσει είτε ανεξάρτητα, είτε διασυνδεδεμένο με το ΚΠΜ και τα συστήματα ESM του πλοίου. Η ανάπτυξη παρόμοιων συστημάτων είναι εντός των δυνατοτήτων και της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και ήδη υπάρχουν αντίστοιχες μελέτες για άλλον τομέα εφαρμογής, από κατάλληλη τροποποίηση των οποίων θα μπορούσε να προκύψει μια οικονομική λύση για την κάλυψη και της συγκεκριμένης απαίτησης.
- Πρέπει να αποκτηθούν οπωσδήποτε βλήματα RIM-116 της νεότερης έκδοσης Block-2 [6] για τα ΤΠΚ Super Vita. Οι εκτοξευτές Mk.49 των οποίων ήδη αναβαθμίζονται στο επίπεδο Mod.3 όπως προείπαμε, συνεπώς δεν απαιτείται καμία άλλη παρέμβαση για την χρήση των βλημάτων της νέας έκδοσης. Η ανάπτυξη αυτής ολοκληρώθηκε πρόσφατα με επιτυχία και ήδη, εντός του 2015, απέκτησε επίπεδο «αρχικής επιχειρησιακής ικανότητας» σε υπηρεσία με το Αμερικανικό Ναυτικό. Η έκδοση Block-2 (RIM-116C) αναπτύχθηκε ειδικά για να προσφέρει υπέρτερες δυνατότητες εναντίον αντιπλοϊκών βλημάτων. Αντίστοιχα, τα ήδη υπάρχοντα βλήματα, στο πλαίσιο ίσως και των Α.Ω. από μια νέα αγορά, θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν στο επίπεδο «HAS», που προσφέρεται πιστοποιημένα ως πακέτο αναβάθμισης για όλες τις παλαιότερες εκδόσεις του RIM-116. Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί πως αντίστοιχα προγράμματα αναβάθμισης πυραυλικών συστημάτων κατά κανόνα συνδυάζουν και την επιθεώρηση/έλεγχο και επαναπιστοποίηση των βλημάτων. Σε διαφορετική περίπτωση ένα ξεχωριστό πρόγραμμα επαναπιστοποίησης, το οποίο θα απαιτήσει σημαντικά κονδύλια χωρίς άλλο επιχειρησιακό όφελος, θα καταστεί σχετικά σύντομα αναγκαίο.
- Πέραν των προαναφερθέντων υπάρχει και μια σειρά πλοίων στα οποία η εγκατάσταση νέων ολοκληρωμένων CIWS είναι τεχνικώς δύσκολη (λόγω διαθέσιμου χώρου) ή/και οικονομικώς ασύμφορη. Συνεπώς η κατάλληλη τροποποίηση ήδη εγκατεστημένων σε αυτά οπλικών συστημάτων ώστε να αποκτήσουν και στοιχειώδεις δυνατότητες αντιπυραυλικής άμυνας, αποτελεί την πλέον προσιτή και οικονομική λύση. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι τα 9 ΤΠΚ Combattante-IIIA/B, καθ’ ένα εκ των οποίων φέρει δύο πυργίσκους Emerlec-30 με δύο Α/Α πυροβόλα Oerlikon KCB των 30×170 mm έκαστος. Μια λύση θα ήταν η τροποποίηση των πυροβόλων αυτών ώστε να βάλλουν πυρομαχικά AHEAD (σε συνδυασμό ίσως με την αναβάθμιση των ΣΔΒ τους). Θα πρέπει να διευκρινιστεί πως ξένοι κατασκευαστές που παράγουν τέτοια πυρομαχικά, έχουν επισημάνει πως το διαμέτρημα των 30mm είναι το ελάχιστο που μπορεί να καλύψει αποτελεσματικά τις εν λόγω εφαρμογές. Επιπρόσθετα, σε αντίστοιχη τροποποίηση ως συμπληρωματικά των συστημάτων RAM, θα μπορούσαν και τα μονά Α/Α πυροβόλα Mauser Mk.30F επί πυργίσκων ΟΤO-Breda που βρίσκονται ανά δύο στα ΤΠΚ Super Vita. Στο παρελθόν η -τότε- ΕΒΟ είχε παρουσιάσει το χερσαίο σύστημα «Άρτεμις-30» (που φέρει τα ίδια πυροβόλα) τροποποιημένο με τα ειδικά πηνία στα στόμια των καννών ώστε να βάλλει πυρομαχικά AHEAD. Συνεπώς η απαιτούμενη τεχνογνωσία υλοποίηση των μετατροπών αυτών ήδη υπάρχει όπως υφίσταται και η υποδομή για την εγχώρια παραγωγή πυρομαχικών AHEAD των 30mm. Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί πως τα πυροβόλα Oerlikon KCB και Mauser Mk.30F χρησιμοποιούν διαφορετικά πυρομαχικά (30×170 mm και 30×173 mm, αντίστοιχα). Σε περίπτωση λοιπόν εγχώριας παραγωγής θα μπορούσε να αναπτυχθεί μια ολόκληρη οικογένεια πυρομαχικών με διαφορετικές εκδόσεις, ώστε καλύπτονται οι ανάγκες και για τις δύο υποκατηγορίες του διαμετρήματος των 30mm. [7]
Επίλογος – Συμπεράσματα
Ακόμη και στην ιδανική περίπτωση που υλοποιούνταν το σύνολο των παραπάνω ιδεών/προτάσεων, εκτιμάται ότι το τελικό κόστος δεν θα ξεπερνούσε κατά πολύ τα 500 εκατ. ευρώ. Ακόμη και αν το ποσό αυτό φαίνεται πολύ μεγάλο για την παρούσα περίοδο, θα πρέπει να συνυπολογίσει κανείς πως με τις λύσεις αυτές επιτυγχάνονται τα εξής:
- Αναβαθμίζονται κατακόρυφα οι αντιπυραυλικές δυνατότητες και, άρα, η επιβιωσιμότητα του συνόλου σχεδόν των μονάδων του Στόλου.
- Μεσοπρόθεσμα καλύπτονται ικανοποιητικά οι σχετικές επιχειρησιακές ανάγκες, χωρίς να υφίσταται η ανάγκη προσφυγής σε άλλες δαπανηρότερες λύσεις συστημάτων που θα ήταν εντελώς ξένα για το Π.Ν.
- Αξιοποιούνται πλήρως τα ήδη διαθέσιμα μέσα.
- Δεν απαξιώνονται πλοία και οπλικά συστήματα που αποτελούν τον κορμό του οπλοστασίου του Π.Ν., το οποίο και έχει επενδύσει σε αυτά.
- Εξασφαλίζεται παραγωγικό έργο για την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, υπό ρεαλιστικές βάσεις.
- Αξιοποιούνται οι δυνατότητες των τεχνικών υπηρεσιών του Π.Ν.
Μιλάμε για την επιβιωσιμότητα των πλοίων του Στόλου και των πληρωμάτων τους από τη Νο1 απειλή που έχουν να αντιμετωπίσουν. Συνεπώς, εκπτώσεις δεν χωρούν!
Σημειώσεις:
[1] Μετά τον παροπλισμό των τριών γερμανικών C.F. Adams (Type-103, κλάση Lütjens) οι εκτοξευτές Mk.49 που είχαν τοποθετηθεί σε αυτά μετεγκαταστάθηκαν στις ισάριθμες Φ/Γ F-124.
[2] Τέτοιες δυνατότητες ενυπήρχαν ήδη και στον πρόγονό τους τα βλήματα Sea Sparrow, όπως έμπρακτα αποδείχθηκε και σε πρόσφατες ασκήσεις του Π.Ν. όπου Α/Α βλήματα RIM-7P κατάφεραν να αναχαιτίσουν με επιτυχία αντιπλοιϊκά βλήματα έστω και αν αυτά ήταν παλαιότερης γενιάς (MM-38 Exocet).
[3] Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το Α/Γ Osman Gazi στο οποίο τοποθετήθηκε CIWS Phalanx και σύστημα Η.Π. AN/SLQ-32(V)2 ή (V)3, προερχόμενα από παροπλισμένη Φ/Γ Knox και προστιθέμενα στα ήδη υπάρχοντα δίδυμα Α/Α πυροβόλα των 35mm και τους διανομείς αναλωσίμων παραπλάνησης.
[4] Κύριο μειονέκτημα των CIWS πυροβόλων είναι ότι καλύπτουν συγκεκριμένους τομείς βολής. Συνεπώς η ύπαρξη μίας μόνο μονάδας βολής ανά πλοίο είναι ανεπαρκής επιλογή ιδιαίτερα εάν δεν υφίσταται κάποιο άλλο σύστημα που να διαθέτει επαρκείς αντιπυραυλικές ικανότητες. Από την άλλη πλευρά συστήματα CIWS βλημάτων όπως το RAM επιλύουν τέτοια ζητήματα τυφλών τομέων. Για τη δεύτερη τετράδα κορβετών/ελαφρών Φ/Γ κλάσης Ada επιλέχθηκε η εγκατάσταση ενός CIWS Mk.15 Block-1B baseline 2, προφανώς για λόγους κόστους. Ακριβώς η ύπαρξη επικουρικά των βλημάτων ESSM είναι που καθιστά αποδεκτή την επιλογή αυτή και από επιχειρησιακής πλευράς. Αντίθετα στις πρώτες 4 Κ/Β Ada που δεν υφίσταται VLS για Α/Α βλήματα άμυνας σημείου επελέγη η εγκατάσταση εκτοξευτών Mk.49 του αντιπυραυλικού συστήματος RAM.
[5] Ως μέτρο για τον κατά προσέγγιση υπολογισμό του κόστους ενός τέτοιου προγράμματος, παραθέσαμε πιο πάνω το κόστος της πρόσφατης τουρκικής παραγγελίας (310 εκατ. $). Με την εμπλοκή όμως του αντίστοιχου Συνεργείου της ΔΝΟ εκτιμάται ότι θα επιτυγχανόταν αξιόλογη οικονομία.
[6] Βάσει των τιμών του 2014 για τις παραγγελίες του Αμερικανικού Ναυτικού, το κόστος κάθε βλήματος RIM-116C RAM Block-2 είναι κατά τι μικρότερο από 800.000 $. Ποσό που αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω με τις διαδοχικές παραγγελίες του Αμερικανικού Ναυτικού και άλλων χρηστών. Για έναν αριθμό περί τα 150 βλήματα λοιπόν το εκτιμώμενο κόστος θα ήταν κυμαινόταν στα 100-120 εκατ. $. Η διαφορά στο κόστος ανά μονάδα έναντι των παλαιότερων εκδόσεων (273.000 $ για τα Block-0 και 444.000 $ για τα Block-1, πάντοτε με δεδομένα Αμερικανικού Ναυτικού), πέραν των αριθμών παραγωγής, αντικατοπτρίζει και την διαφορά στις επιχειρησιακές επιδόσεις.
[7] Κάτι τέτοιο θα είχε και σαφείς εξαγωγικές προοπτικές, καθώς οι ξένες εταιρίες μέχρι σήμερα δεν έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα με τα πυρομαχικά AHEAD για το διαμέτρημα των 30mm. Εφόσον μάλιστα υλοποιηθεί και η πρόταση για οικογένεια πυρομαχικών που να καλύπτουν διάφορες υποκατηγορίες των 30mm, θα μπορούσε να εξεταστεί η επέκταση και σε άλλες περιπτώσεις, όπως τα ρωσικά πυρομαχικά των 30×165 mm τα οποία, μεταξύ άλλων, χρησιμοποιούνται και στα συστήματα AK-630M των ΠΤΜ Zubr του Π.Ν.
http://e-amyna.com/?p=17709
Τα δεδομένα
Στη δική μας περίπτωση είναι, δυστυχώς, δεδομένο ότι το Π.Ν. δεν μπορεί να ελπίζει σε ναυπήγηση νέων κύριων μονάδων επιφανείας βραχυπρόθεσμα. Όσο και αν δεν μας αρέσει, τα οικονομικά δεδομένα είναι αμείλικτα. Από την άλλη πλευρά δεν αποτελεί λύση και η παντελής εξάλειψη των αμυντικών δαπανών. Η αφιέρωση λογικών ποσών για την υποστήριξη, την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων μέσων των Ενόπλων Δυνάμεων είναι όχι μόνο αναγκαία για την αντιμετώπιση της υπαρκτής απειλής, αλλά και για να μην απαξιωθούν οι μεγάλες επενδύσεις που έγιναν στο παρελθόν για την απόκτησή τους. Συνεπώς, απαιτείται η εξεύρεση λύσεων χαμηλού κόστους για τη κάλυψη των όποιων κενών/αδυναμιών/ελλείψεων. Στη περίπτωση του Π.Ν., μία χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι η ανεπαρκής ή και σχεδόν ανύπαρκτη αντιπυραυλική άμυνα πολλών εκ των κρίσιμων μονάδων επιφανείας του που θα συνεχίσουν να υπηρετούν για αρκετά χρόνια ακόμη (Φ/Γ «S» Batch-I/III, ΤΠΚ Combattante-IIIA/B, Α/Γ «Ιάσων», ΠΓΥ «Προμηθεύς»). Σε ένα περιβάλλον όπως αυτό του Αιγαίου τέτοιες ελλείψεις ίσως αποδειχθούν μοιραίρες καθώς η απειλή των αντιπλοϊκών κατευθυνόμενων βλημάτων -που πιθανότατα δεν θα γίνονται αντιληπτά πάντοτε εγκαίρως, ίσως δε βάλλονται και ομαδικά με σκοπό τον κορεσμό της άμυνας του στόχου- είναι θανατηφόρα. Η απόκτηση νέων σύγχρονων αντιπλοϊκών βλημάτων (π.χ. Harpoon Block-II), η εγχώρια ανάπτυξη άλλων αντίστοιχων (Atmaca) ή ελαφρύτερων για στόχους μικρού μεγέθους (εκδόσεις των Mizrak) καθώς και η ναυπήγηση πλοίων με αποκλειστική αποστολή την αξιοποίησή τους (π.χ. πρόθεση ναυπήγησης 4+6 νέων ταχύπλοων πυραυλακάτων, σχετικά μικρού εκτοπίσματος) για το Τουρκικό Ναυτικό, καταδεικνύει πως η απειλή όχι απλώς υφίσταται αλλά και εξελίσσεται ραγδαία. Η δε πιθανή ανάπτυξη έκδοσης με ικανότητα προσβολής κινούμενων στόχων (άρα και πλοίων επιφανείας) του αεροεκτοξευόμενου βλήματος cruise SOM, θέτει άλλον έναν παράγοντα ανησυχίας.
Κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση
Μια πρόσφατη εξέλιξη που πέρασε σχεδόν απαρατήρητη ήταν η αναβάθμιση των εκτοξευτών Mk.49 Mod.1 του συστήματος RAM των ΤΠΚ Super Vita. To εν λόγω πρόγραμμα προβλέπεται να ολοκληρωθεί εντός του 2015 και θα φέρει τους εκτοξευτές στο επίπεδο Mk.49 Mod.3 το οποίο θα επιτρέπει πλέον και την βολή βλημάτων της εξελιγμένης έκδοσης RIM-116 Block-2 (πέραν των Block-0/1/1A που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σήμερα). Το πρόγραμμα αφορά τα τέσσερα πρώτα ΤΠΚ του τύπου, καθώς τα επόμενα τρία θα παραδοθούν εξαρχής με εκτοξευτές Mk.49 Mod.3. Έμμεση αναβάθμιση των αντιπυραυλικών δυνατοτήτων επήλθε και με την εγκατάσταση των βλημάτων RIM-162C ESSM (και την συνεπαγόμενη αναβάθμιση των κάθετων εκτοξευτών Mk.48 Mod.2 στο επίπεδο Mod.5) στις 4 Φ/Γ ΜΕΚΟ-200HN. Τα εν λόγω βλήματα διαθέτουν σημαντικές αντιπυραυλικές δυνατότητες [2], προσφέροντας στα εν λόγω σκάφη άλλη μια ζώνη αυτοάμυνας έναντι πυραυλικών απειλών πριν χρειαστεί να εμπλακούν τα δύο συστήματα Phalanx. Τη σημασία των φονικών ενεργών συστημάτων δείχνει να έχει κατανοήσει ακόμη περισσότερο το Τουρκικό Ναυτικό, ήδη από τη δεκαετία του ’80 οπότε και αποφάσισε να εξοπλίσει τις Φ/Γ MEKO-200TN Track-I και, αργότερα, και τις Track-II με τρία (!) CIWS έκαστη. Αν και η επιλογή του συστήματος Sea Zenith είναι τουλάχιστον αμφιλεγόμενη, ο αριθμός τους ανά πλοίο επιτρέπει απροβλημάτιστη κάλυψη 360ο με ευρύτατους τομείς αλληλοκάλυψης. Η νεότερη εξέλιξη αφορά τη προμήθεια 4 νέων συστημάτων CIWS Mk.15 Block-1B baseline 2 και την ανακατασκευή, επισκευή και εκσυγχρονισμό 17 υπαρχόντων Μk.15 Phalanx Block-0 στο προαναφερθέν επίπεδο, έναντι συνολικού ποσού 310 εκατ. $. Πέραν από κύριες μονάδες μάχης επιφανείας, τα εν λόγω συστήματα εξοπλίζουν και πετρελαιοφόρα στόλου αλλά και τις μεγάλες υπάρχουσες [3] και μελλοντικές αποβατικές μονάδες. Ταυτόχρονα, το Τουρκικό Ναυτικό φροντίζει να αυξάνει τον αριθμό των μονάδων του με σύστημα κάθετης εκτόξευσης (Mk.41 εν προκειμένω) βλημάτων ESSM. Έτσι, με VLS έχουν εφοδιαστεί πλέον όλες οι Φ/Γ MEKO-200TN Track-II καθώς και 4 από τις 8 Φ/Γ κλάσης O.H. Perry, ενώ το ίδιο πρόκειται να συμβεί και με τη δεύτερη τετράδα κορβετών/ελαφρών Φ/Γ κλάσης Ada. Οι τελευταίες θα εξοπλιστούν με CIWS πυροβόλων (Phalanx) αντί βλημάτων (RAM) στις 4 πρώτες. [4]
Προτάσεις περαιτέρω βελτίωσης
Οι Φ/Γ τύπου «S» (τουλάχιστον οι 6 εκσυγχρονισμένες) είναι βέβαιο ότι θα παραμείνουν σε υπηρεσία τουλάχιστον για μια δεκαετία ακόμη, τόσο λόγω της αδυναμίας χρηματοδότησης προγράμματος ναυπήγησης νέων μονάδων σύντομα, όσο και λόγω της επίλυσης των όποιων προβλημάτων υποστήριξης μέσω του πακτωλού ανταλλακτικών που εξασφαλίστηκαν από τα ΗΑΕ. Τα ανάλογα ισχύουν και για τα ΤΠΚ Combattante-IIIA/B, όπως άλλωστε καταδεικνύεται και από τις διεργασίες για αντικατάσταση των κατευθυνομένων βλημάτων τους από τα νεότερα MM-40 Exocet Block-2 και RGM-84 Harpoon, αντίστοιχα. Σαφώς για το ίδιο ή για ακόμη μεγαλύτερο διάστημα θα παραμείνουν σε υπηρεσία τα 5 Α/Γ τύπου «Ιάσων» και το ΠΓΥ «Προμηθεύς». Κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών είναι οι ανεπαρκείς έως και ανύπαρκτες δυνατότητες αντιπυραυλικής άμυνάς τους, όπως επισημάναμε και στην εισαγωγή. Οι 4 από τις 6 εκσυγχρονισμένες και οι 3 μη εκσυγχρονισμένες Φ/Γ «S», πέραν του ενεργού παρεμβολέα και των διανομέων αναλωσίμων, διαθέτουν μόνο ένα CIWS Mk.15 Phalanx και μάλιστα παλαιάς έκδοσης (Block-1A στη καλύτερη περίπτωση). Παρόμοια είναι η κατάσταση και με το ΠΓΥ «Προμηθεύς», που όμως στερείται και συστήματος Η.Π. και ενεργού παρεμβολέα. Τα δε ΤΠΚ Combattante-IIIA/B και τα Α/Γ «Ιάσων» περιορίζονται απλά στους διανομείς αναλωσίμων. Αποτελεί λοιπόν επιτακτική ανάγκη για το Π.Ν. να βρει προσιτούς τρόπους ενίσχυσης της αντιπυραυλικής άμυνας των εν λόγω πλοίων που εφόσον θα εξακολουθήσει εν πολλοίς να στηρίζεται σε αυτά.
Ακολουθούν κάποιες σκέψεις/προτάσεις προς αυτή τη κατεύθυνση:
- Η πλέον ακριβή εξ αυτών [5] είναι η αναβάθμιση όλων των υπαρχόντων Mk.15 Phalanx στο επίπεδο Block-1B baseline 2, όπως πράττει και το Τουρκικό Ναυτικό. Με την αναβάθμιση αυτή στο σύστημα προστίθεται συσκευή FLIR, αναβαθμισμένος υπολογιστής λειτουργίας καθώς και δυνατότητα χρήσης νέων αποτελεσματικότερων πυρομαχικών. Πέραν των αμιγώς επιχειρησιακών λόγων όμως, μια τέτοια αναβάθμιση καθίσταται αναγκαία και για λόγους υποστηριξιμότητας του συστήματος. Για τον περιορισμό του κόστους μέρος τουλάχιστον των εργασιών θα μπορούσαν να εκτελεστούν στο Συνεργείο Phalanx της Διεύθυνσης Ναυτικών Όπλων του Ναυστάθμου Σαλαμίνας.
- To Γερμανικό Ναυτικό είχε παραλάβει συνολικά 8 Φ/Γ F-122 και 10 ΤΠΚ S-143A, εξοπλισμένα έκαστο με 2 και 1 εκτοξευτή Mk.49 RAM αντίστοιχα. Από τις Φ/Γ F-122 έχουν παροπλιστεί ήδη οι 5 για να ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες 3 εντός της ερχόμενης 2ετίας-3τίας, ενώ από τα ΤΠΚ S-143A έχουν παροπλιστεί ήδη τα 4 και θα ακολουθήσουν τα υπόλοιπα 6 εντός της ερχόμενης 4ετίας-5ετίας. Μέσα στα επόμενα χρόνια δηλαδή θα είναι διαθέσιμοι συνολικά 26 εκτοξευτές Mk.49 RAM. Είναι μάλλον βέβαιο πως κάποιοι εξ αυτών θα μετεγκατασταθούν στα πλοία που έχει υπό ναυπήγηση το Γερμανικό Ναυτικό (π.χ. 8 πρέπει να θεωρούνται ήδη δεσμευμένοι για τις νέες Φ/Γ F-125), ωστόσο θα άξιζε τον κόπο να διερευνηθεί η δυνατότητα προμήθειας -δωρεάν ή έναντι χαμηλού αντιτίμου- όσων τυχόν καταστούν πλεονασματικοί στο πλαίσιο μιας διακρατικής συμφωνίας. Αν αυτό καταστεί εφικτό ένας εκτοξευτής θα μπορούσε να αντικαταστήσει το μοναδικό Phalanx (βλ. και σημ. 4) στις 4 εκσυγχρονισμένες Φ/Γ «S» Batch-I που θα παραμείνουν και περισσότερα χρόνια σε ενεργό υπηρεσία. Εάν ο αριθμός των διαθέσιμων εκτοξευτών το επιτρέψει θα μπορούσε με αυτούς να αντικατασταθεί και το ένα εκ των Phalanx των Φ/Γ ΜΕΚΟ-200HN, επαυξάνοντας έτσι τις αντιπυραυλικές δυνατότητες και αυτών των πλοίων. Τα αφαιρεθέντα CIWS Phalanx που θα προέκυπταν, αφού αναβαθμίζονταν στο επίπεδο Block-1B baseline 2, θα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε πλοία που παρά την κρίσιμη αποστολή τους είτε στερούνται παντελώς ανάλογου εξοπλισμού (βλ. Α/Γ «Ιάσων»), είτε ο υπάρχων θεωρείται ανεπαρκής (ΠΓΥ «Προμηθεύς»).
- Τουλάχιστον τα 4 Α/Τ C.F. Adams και οι 3 Φ/Γ Knox του Π.Ν. ήταν εφοδιασμένα με συστήματα Η.Π. τύπου ΑΝ/SLQ-32 [πιθανότατα στην έκδοση (V)2 ή (V)3]. Η λογική λέει ότι προ του παροπλισμού των εν λόγω πλοίων τα συνολικά 7 (;) αυτά συστήματα αφαιρέθηκαν και αποθηκεύτηκαν υπό ελεγχόμενες συνθήκες. Εάν είναι ακόμη διαθέσιμα θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν και να τοποθετηθούν σε άλλες μονάδες που στερούνται παντελώς τέτοια μέσα (π.χ. Α/Γ «Ιάσων», ΠΓΥ «Προυμηθεύς»). Και σε αυτή τη περίπτωση οι εργασίες εγκατάστασης θα μπορούσαν να γίνουν ακόμη και εντός του Ναυστάθμου, με σχεδόν μηδενικό κόστος σε περίπτωση που ανήκουν στην έκδοση (V)3, ενώ αν πρόκειται για (V)2 το ευκταίο θα ήταν να αναβαθμιστούν στο προαναφερθέν επίπεδο με την προσθήκη και ενεργού παρεμβολέα (αυτή είναι η ουσιαστική διαφορά των δύο εκδόσεων).
- Όλα τα πλοία του Στόλου θα πρέπει να εφοδιαστούν με προειδοποιητές εγκλωβισμού λέιζερ (LWS/LWR). Τα εν λόγω συστήματα αποτελούν έναν σχετικά φθηνό μέσο που θα αναβάθμιζε κατακόρυφα τις δυνατότητες άμυνας -ή, τουλάχιστον, έγκαιρης προειδοποίησης- των πλοίων έναντι απειλών από βλήματα καθοδηγούμενα με λέιζερ. Τέτοια είναι, μεταξύ πολλών άλλων, η αντίστοιχης καθοδήγησης έκδοση των βλημάτων Mizrak-U αλλά και οι πάμφθηνες καθοδηγούμενες ρουκέτες Cirit που εξοπλίζουν ή αναμένεται να εξοπλίσουν σύντομα πλειάδα τουρκικών πλατφόρμων. Τα πρώτα μάλιστα προορίζονται και για τον εξοπλισμό των ναυτικών ελικοπτέρων S-70B28, αποτελώντας στο περιβάλλον του Αιγαίου έναν θανατηφόρο συνδυασμό εναντίον σκαφών μεγέθους ΤΠΚ ή μέσου αποβατικού. Ενδεικτικά, ένα επιτυχημένο τέτοιο σύστημα για ναυτικές εφαρμογές είναι το NLWS της Saab, το οποίο είναι ήδη εγκατεστημένο σε σκάφη των Ναυτικών της Γερμανίας και των ΗΑΕ, και άρα δεν απαιτούνται πρόσθετα κονδύλια ανάπτυξης. Με κατάλληλη διάταξη το εν λόγω σύστημα μπορεί να επιτύχει περιμετρική κάλυψη 360ο καθώς και κάλυψη 70ο καθ’ ύψος. Μπορεί να λειτουργήσει είτε ανεξάρτητα, είτε διασυνδεδεμένο με το ΚΠΜ και τα συστήματα ESM του πλοίου. Η ανάπτυξη παρόμοιων συστημάτων είναι εντός των δυνατοτήτων και της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και ήδη υπάρχουν αντίστοιχες μελέτες για άλλον τομέα εφαρμογής, από κατάλληλη τροποποίηση των οποίων θα μπορούσε να προκύψει μια οικονομική λύση για την κάλυψη και της συγκεκριμένης απαίτησης.
- Πρέπει να αποκτηθούν οπωσδήποτε βλήματα RIM-116 της νεότερης έκδοσης Block-2 [6] για τα ΤΠΚ Super Vita. Οι εκτοξευτές Mk.49 των οποίων ήδη αναβαθμίζονται στο επίπεδο Mod.3 όπως προείπαμε, συνεπώς δεν απαιτείται καμία άλλη παρέμβαση για την χρήση των βλημάτων της νέας έκδοσης. Η ανάπτυξη αυτής ολοκληρώθηκε πρόσφατα με επιτυχία και ήδη, εντός του 2015, απέκτησε επίπεδο «αρχικής επιχειρησιακής ικανότητας» σε υπηρεσία με το Αμερικανικό Ναυτικό. Η έκδοση Block-2 (RIM-116C) αναπτύχθηκε ειδικά για να προσφέρει υπέρτερες δυνατότητες εναντίον αντιπλοϊκών βλημάτων. Αντίστοιχα, τα ήδη υπάρχοντα βλήματα, στο πλαίσιο ίσως και των Α.Ω. από μια νέα αγορά, θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν στο επίπεδο «HAS», που προσφέρεται πιστοποιημένα ως πακέτο αναβάθμισης για όλες τις παλαιότερες εκδόσεις του RIM-116. Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί πως αντίστοιχα προγράμματα αναβάθμισης πυραυλικών συστημάτων κατά κανόνα συνδυάζουν και την επιθεώρηση/έλεγχο και επαναπιστοποίηση των βλημάτων. Σε διαφορετική περίπτωση ένα ξεχωριστό πρόγραμμα επαναπιστοποίησης, το οποίο θα απαιτήσει σημαντικά κονδύλια χωρίς άλλο επιχειρησιακό όφελος, θα καταστεί σχετικά σύντομα αναγκαίο.
- Πέραν των προαναφερθέντων υπάρχει και μια σειρά πλοίων στα οποία η εγκατάσταση νέων ολοκληρωμένων CIWS είναι τεχνικώς δύσκολη (λόγω διαθέσιμου χώρου) ή/και οικονομικώς ασύμφορη. Συνεπώς η κατάλληλη τροποποίηση ήδη εγκατεστημένων σε αυτά οπλικών συστημάτων ώστε να αποκτήσουν και στοιχειώδεις δυνατότητες αντιπυραυλικής άμυνας, αποτελεί την πλέον προσιτή και οικονομική λύση. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι τα 9 ΤΠΚ Combattante-IIIA/B, καθ’ ένα εκ των οποίων φέρει δύο πυργίσκους Emerlec-30 με δύο Α/Α πυροβόλα Oerlikon KCB των 30×170 mm έκαστος. Μια λύση θα ήταν η τροποποίηση των πυροβόλων αυτών ώστε να βάλλουν πυρομαχικά AHEAD (σε συνδυασμό ίσως με την αναβάθμιση των ΣΔΒ τους). Θα πρέπει να διευκρινιστεί πως ξένοι κατασκευαστές που παράγουν τέτοια πυρομαχικά, έχουν επισημάνει πως το διαμέτρημα των 30mm είναι το ελάχιστο που μπορεί να καλύψει αποτελεσματικά τις εν λόγω εφαρμογές. Επιπρόσθετα, σε αντίστοιχη τροποποίηση ως συμπληρωματικά των συστημάτων RAM, θα μπορούσαν και τα μονά Α/Α πυροβόλα Mauser Mk.30F επί πυργίσκων ΟΤO-Breda που βρίσκονται ανά δύο στα ΤΠΚ Super Vita. Στο παρελθόν η -τότε- ΕΒΟ είχε παρουσιάσει το χερσαίο σύστημα «Άρτεμις-30» (που φέρει τα ίδια πυροβόλα) τροποποιημένο με τα ειδικά πηνία στα στόμια των καννών ώστε να βάλλει πυρομαχικά AHEAD. Συνεπώς η απαιτούμενη τεχνογνωσία υλοποίηση των μετατροπών αυτών ήδη υπάρχει όπως υφίσταται και η υποδομή για την εγχώρια παραγωγή πυρομαχικών AHEAD των 30mm. Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί πως τα πυροβόλα Oerlikon KCB και Mauser Mk.30F χρησιμοποιούν διαφορετικά πυρομαχικά (30×170 mm και 30×173 mm, αντίστοιχα). Σε περίπτωση λοιπόν εγχώριας παραγωγής θα μπορούσε να αναπτυχθεί μια ολόκληρη οικογένεια πυρομαχικών με διαφορετικές εκδόσεις, ώστε καλύπτονται οι ανάγκες και για τις δύο υποκατηγορίες του διαμετρήματος των 30mm. [7]
Επίλογος – Συμπεράσματα
Ακόμη και στην ιδανική περίπτωση που υλοποιούνταν το σύνολο των παραπάνω ιδεών/προτάσεων, εκτιμάται ότι το τελικό κόστος δεν θα ξεπερνούσε κατά πολύ τα 500 εκατ. ευρώ. Ακόμη και αν το ποσό αυτό φαίνεται πολύ μεγάλο για την παρούσα περίοδο, θα πρέπει να συνυπολογίσει κανείς πως με τις λύσεις αυτές επιτυγχάνονται τα εξής:
- Αναβαθμίζονται κατακόρυφα οι αντιπυραυλικές δυνατότητες και, άρα, η επιβιωσιμότητα του συνόλου σχεδόν των μονάδων του Στόλου.
- Μεσοπρόθεσμα καλύπτονται ικανοποιητικά οι σχετικές επιχειρησιακές ανάγκες, χωρίς να υφίσταται η ανάγκη προσφυγής σε άλλες δαπανηρότερες λύσεις συστημάτων που θα ήταν εντελώς ξένα για το Π.Ν.
- Αξιοποιούνται πλήρως τα ήδη διαθέσιμα μέσα.
- Δεν απαξιώνονται πλοία και οπλικά συστήματα που αποτελούν τον κορμό του οπλοστασίου του Π.Ν., το οποίο και έχει επενδύσει σε αυτά.
- Εξασφαλίζεται παραγωγικό έργο για την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, υπό ρεαλιστικές βάσεις.
- Αξιοποιούνται οι δυνατότητες των τεχνικών υπηρεσιών του Π.Ν.
Μιλάμε για την επιβιωσιμότητα των πλοίων του Στόλου και των πληρωμάτων τους από τη Νο1 απειλή που έχουν να αντιμετωπίσουν. Συνεπώς, εκπτώσεις δεν χωρούν!
Σημειώσεις:
[1] Μετά τον παροπλισμό των τριών γερμανικών C.F. Adams (Type-103, κλάση Lütjens) οι εκτοξευτές Mk.49 που είχαν τοποθετηθεί σε αυτά μετεγκαταστάθηκαν στις ισάριθμες Φ/Γ F-124.
[2] Τέτοιες δυνατότητες ενυπήρχαν ήδη και στον πρόγονό τους τα βλήματα Sea Sparrow, όπως έμπρακτα αποδείχθηκε και σε πρόσφατες ασκήσεις του Π.Ν. όπου Α/Α βλήματα RIM-7P κατάφεραν να αναχαιτίσουν με επιτυχία αντιπλοιϊκά βλήματα έστω και αν αυτά ήταν παλαιότερης γενιάς (MM-38 Exocet).
[3] Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το Α/Γ Osman Gazi στο οποίο τοποθετήθηκε CIWS Phalanx και σύστημα Η.Π. AN/SLQ-32(V)2 ή (V)3, προερχόμενα από παροπλισμένη Φ/Γ Knox και προστιθέμενα στα ήδη υπάρχοντα δίδυμα Α/Α πυροβόλα των 35mm και τους διανομείς αναλωσίμων παραπλάνησης.
[4] Κύριο μειονέκτημα των CIWS πυροβόλων είναι ότι καλύπτουν συγκεκριμένους τομείς βολής. Συνεπώς η ύπαρξη μίας μόνο μονάδας βολής ανά πλοίο είναι ανεπαρκής επιλογή ιδιαίτερα εάν δεν υφίσταται κάποιο άλλο σύστημα που να διαθέτει επαρκείς αντιπυραυλικές ικανότητες. Από την άλλη πλευρά συστήματα CIWS βλημάτων όπως το RAM επιλύουν τέτοια ζητήματα τυφλών τομέων. Για τη δεύτερη τετράδα κορβετών/ελαφρών Φ/Γ κλάσης Ada επιλέχθηκε η εγκατάσταση ενός CIWS Mk.15 Block-1B baseline 2, προφανώς για λόγους κόστους. Ακριβώς η ύπαρξη επικουρικά των βλημάτων ESSM είναι που καθιστά αποδεκτή την επιλογή αυτή και από επιχειρησιακής πλευράς. Αντίθετα στις πρώτες 4 Κ/Β Ada που δεν υφίσταται VLS για Α/Α βλήματα άμυνας σημείου επελέγη η εγκατάσταση εκτοξευτών Mk.49 του αντιπυραυλικού συστήματος RAM.
[5] Ως μέτρο για τον κατά προσέγγιση υπολογισμό του κόστους ενός τέτοιου προγράμματος, παραθέσαμε πιο πάνω το κόστος της πρόσφατης τουρκικής παραγγελίας (310 εκατ. $). Με την εμπλοκή όμως του αντίστοιχου Συνεργείου της ΔΝΟ εκτιμάται ότι θα επιτυγχανόταν αξιόλογη οικονομία.
[6] Βάσει των τιμών του 2014 για τις παραγγελίες του Αμερικανικού Ναυτικού, το κόστος κάθε βλήματος RIM-116C RAM Block-2 είναι κατά τι μικρότερο από 800.000 $. Ποσό που αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω με τις διαδοχικές παραγγελίες του Αμερικανικού Ναυτικού και άλλων χρηστών. Για έναν αριθμό περί τα 150 βλήματα λοιπόν το εκτιμώμενο κόστος θα ήταν κυμαινόταν στα 100-120 εκατ. $. Η διαφορά στο κόστος ανά μονάδα έναντι των παλαιότερων εκδόσεων (273.000 $ για τα Block-0 και 444.000 $ για τα Block-1, πάντοτε με δεδομένα Αμερικανικού Ναυτικού), πέραν των αριθμών παραγωγής, αντικατοπτρίζει και την διαφορά στις επιχειρησιακές επιδόσεις.
[7] Κάτι τέτοιο θα είχε και σαφείς εξαγωγικές προοπτικές, καθώς οι ξένες εταιρίες μέχρι σήμερα δεν έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα με τα πυρομαχικά AHEAD για το διαμέτρημα των 30mm. Εφόσον μάλιστα υλοποιηθεί και η πρόταση για οικογένεια πυρομαχικών που να καλύπτουν διάφορες υποκατηγορίες των 30mm, θα μπορούσε να εξεταστεί η επέκταση και σε άλλες περιπτώσεις, όπως τα ρωσικά πυρομαχικά των 30×165 mm τα οποία, μεταξύ άλλων, χρησιμοποιούνται και στα συστήματα AK-630M των ΠΤΜ Zubr του Π.Ν.
http://e-amyna.com/?p=17709
No comments :
Post a Comment