Χρονικοί περιορισμοί σε ότι αφορά την αποδοχή ή μη της προσφοράς ΔΕΝ υφίστανται ούτε έχουν τεθεί από αμερικανικής πλευράς, αλλά είναι ευνόητο ότι επειδή τα άρματα του τύπου προσφέρονται – διατίθενται και σε άλλες χώρες – συμμάχους των ΗΠΑ, ο πρώτος που θα επιλέξει θα παραλάβει αυτά που είναι σε καλύτερη κατάσταση σε σχέση με τα υπόλοιπα. Δεν θα επαναλάβουμε εδώ τη φιλολογία (ή παραφιλολογία) για τη σκοπιμότητα ή μη της αποδοχής της δωρεάν παραχώρησης των αρμάτων, απλώς θα τονίσουμε ότι σε σχέση με το παρελθόν, το ΓΕΣ είναι πολύ καλά προετοιμασμένο και έχει μελετήσει σε βάθος τα πλεονεκτήματα, τα μειονεκτήματα αλλά και το κόστος, συμπεριλαμβανομένου και του Κόστους Κύκλου Ζωής (ΚΚΖ), μίας ζωτικής παραμέτρου που μέχρι σήμερα δεν λαμβάνονταν ποτέ σοβαρά υπόψιν. Φυσικά η βέλτιστη λύση θα ήταν τα άρματα να υποστούν γενική επισκευή και εκσυγχρονισμό στα εργοστάσια του Αμερικανικού Στρατού και να παραληφθούν σε κατάσταση «zero miles, zero hours» («μηδενικά χιλιόμετρα, μηδενικές ώρες λειτουργίας»), όπως επίσης και να ενσωματώσουν όλες τις τροποποιήσεις – αναβαθμίσεις που γίνονται στα ομοιότυπα άρματα του Αμερικανικού στρατού (έκδοση M1A1AIM v.1 [Abrams Integrated Management]). Δυστυχώς όμως η λύση αυτή έχει τελικό κόστος περί τα 2,5 ως 3 εκατ. δολάρια ΗΠΑ ανά μονάδα, το οποίο πολύ δύσκολα σήμερα θα μπορούσε να εξευρεθεί από τον συνεχώς μειούμενο προϋπολογισμό του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, για να μην αναφερθούμε στη γνωστή ανθελληνική σπέκουλα που θα ακολουθήσει στο εξωτερικό (τα γνωστά ισοπεδωτικά «ενώ χρεοκοπούν αγοράζουν άρματα»…) που θα προκαλέσει δυσεπίλυτα προβλήματα στην κυβέρνηση. Εξάλλου ελληνικές διερευνητικές κρούσεις για την επιλεκτική εφαρμογή στα εργοστάσια του Αμερικανικού Στρατού των αναγκαίων εργασιών συνάντησε την ισχυρή αντίδραση του κλάδου ο οποίος δεν επιθυμεί τη διατάραξη της τρέχουσας γραμμής παραγωγής που λειτουργεί για λογαριασμό του.
Η εναλλακτική λύση είναι να επιλεγούν (αν φυσικά υπάρχουν) άρματα τα οποία απαιτούν τις λιγότερο δυνατές εργασίες επισκευής ώστε να αποκατασταθεί με το μικρότερο δυνατό (άρα και ανεκτό) κόστος η λειτουργικότητα τους, οι δε εργασίες αξιοποίησης να γίνουν στη χώρα μας. Υπενθυμίζεται, ότι για αυτό τον σκοπό ομάδα τεχνικών του Αμερικανικού Στρατού είχε επισκεφθεί πριν μήνες το 304ο Προκεχωρημένο Εργοστάσιο Βάσης (304 ΠΕΒ) στο Βελεστίνο Βόλου, για να επιθεωρήσει τις εγκαταστάσεις και να αξιολογήσει τις δυνατότητες εργοστασιακής υποστήριξης των M1A1 Abrams. Σε ότι αφορά τα ηλεκτρο-οπτικά – ηλεκτρονικά, όπου το 304 ΠΕΒ διαθέτει πολύ προηγμένη τεχνολογικά υποδομή (τρεις κλωβούς συντήρησης & επισκευής ηλεκτρο-οπτικών και ηλεκτρονικών κατασκευής της Rheinmetall Defence Electronics, δες τεύχος 13, «Στρατιωτική Ισορροπία & Γεωπολιτική», Μάρτιος 2011, σελ. 92), το μόνο που απαιτείται είναι το λογισμικό ελέγχου και οι κατάλληλοι προσαρμογείς (adaptors). Σε άλλους τομείς, όπως π.χ. οι κινητήρες, απαιτείται η κατασκευή νέων δοκιμαστηρίων αλλά και η εκ βάθρων εκπαίδευση του προσωπικού καθώς σήμερα ο ΕΣ δεν διαθέτει οχήματα που να χρησιμοποιούν ως κινητήρες τουρμπίνες. Το σημαντικό είναι πάντως ότι το ζήτημα έχει μελετηθεί σε βάθος και σε όλες τις πτυχές του και κατά συνέπεια η όποια απόφαση θα είναι πλήρως ΤΕΚΜΗΡΙΩΜΕΝΗ και ΚΟΣΤΟΛΟΓΗΜΕΝΗ. Το κόστος συνεχίζει να παραμένει εξαιρετικά κρίσιμη και καθοριστική παράμετρος, αλλά ελπίζεται ότι αν σταθεροποιηθεί η ελληνική οικονομία, με καλό προγραμματισμό, συνέχεια και μεθοδικότητα θα καταστεί διαχειρίσιμο. Σε κάθε περίπτωση η κατάσταση των αρμάτων που αυτή την περίοδο επιθεωρεί η επιτροπή του ΓΕΣ θα είναι καθοριστική για τις μελλοντικές εξελίξεις.
Βέβαια η Τουρκία αγόρασε τα πυρομαχικά το 2005 (15.000 βλήματα έναντι 46 εκατ. ευρώ) από τη γραμμή παραγωγής όταν αυτή ήταν εν λειτουργία για τον Γερμανικό Στρατό (στις 1 Ιουλίου 2005 είχε τοποθετηθεί παραγγελία ύψους 30 εκατ. ευρώ από τη BWB) και έτσι δεν υπήρξε επιβάρυνση από πρόσθετα κόστη (ενεργοποίησης και πιστοποίησης της γραμμής παραγωγής, κ.λπ.). Φυσικά θα πρέπει να συνυπολογισθεί και η επταετία που πέρασε από τότε, καθώς αποτελεί πάγια τακτική ή ετήσια τιμαριθμική επιβάρυνση της τιμής του προϊόντος, λόγω αύξησης του κόστους των πρώτων υλών, των εργατικών, του κόστους παραγωγής κ.λπ. Σύμφωνα με πληροφορίες η BWB απαίτησε από την κατασκευάστρια εταιρία πλήρη ανάλυση κόστους («break down cost») και μάλιστα υπήρξε εξαιρετικά αυστηρή στις επιμέρους τιμολογήσεις. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η κατασκευάστρια υποχρεώθηκε να συμπεριλάβει ως κόστος ενεργοποίησης της γραμμής παραγωγής αυτό που είχε χρεώσει το γερμανικό δημόσιο το 2005 χωρίς μάλιστα τιμαριθμική αναπροσαρμογή. Επίσης, απαίτησε να γίνει διάκριση μεταξύ του κόστους εισαγωγής των βλητικών δεδομένων από τα κόστος των βλημάτων ώστε ο πελάτης να έχει τη δυνατότητα να υπολογίσει την ανηγμένη τιμή μονάδας. Στην υποβληθείσα προσφορά επίσης συμπεριλαμβάνεται το κόστος των επιπλέον 400 βλημάτων που πρέπει να βληθούν για την πιστοποίηση της γραμμής παραγωγής, όπως επίσης και επιπλέον 50 βλημάτων που το ΓΕΣ απαίτησε να βληθούν στο πεδίο στην Ελλάδα, για τη διεξαγωγή δοκιμών και μετρήσεων με το Leopard 2HEL. Τελικά το κόστος μειώθηκε στα 49,9 εκατ. ευρώ, ενώ η ελληνική πλευρά πιέζει για περαιτέρω μείωση του σε δύο τομείς.
Στα 3.000 βλήματα χημικής ενέργειας DM12A2 HEAT-MP-T, τα οποία προσφέρονται στην τιμή των 856 ευρώ ανά βλήμα με εγγύηση καλής λειτουργίας πέντε ετών. Το ΓΕΣ ζήτησε την αύξηση της διάρκειας της εγγύησης από πέντε σε 10 έτη και τη μείωση της τιμής κατά 5-10%. Ο δεύτερος τομέας αφορά το κόστος της εισαγωγής των βλητικών δεδομένων στους υπολογιστές των 170 Leopard 2HEL και 183 Leopard 2A4 του ΕΣ. Στην πρώτη περίπτωση η διαδικασία είναι σχετικά απλή και αφορά την αναβάθμιση του λογισμικού του συστήματος ελέγχου πυρός (ΣΕΠ) ενώ στη δεύτερη, απαιτείται η παραγωγή και ενσωμάτωση μίας νέας κάρτας EPROM που θα εισαχθεί στον βλητικό υπολογιστή του άρματος. Και στις δύο περιπτώσεις, μετά την εισαγωγή των βλητικών δεδομένων, απαιτείται ολικός έλεγχος του ΣΕΠ αλλά και βολές επιβεβαίωσης. Το κόστος που συμπεριλαμβάνεται στην προσφορά για τη συγκεκριμένη διαδικασία ανέρχεται σε περίπου 2,4 εκατ. ευρώ, και το ΓΕΣ ζητά τη μείωση του στο 1,3 εκατ. ευρώ βασιζόμενο σε τιμή που είχε επισήμως αναφερθεί από την Rheinmetall Defence Electronics κατά τη διάρκεια παρουσίασης τον Νοέμβριο του 2011. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις η ελληνική θέση θα γίνει αποδεκτή από τη γερμανική κυβέρνηση οπότε εκτιμάται ότι το συνολικό κόστος θα περιοριστεί τελικά στα 48,5 εκατ. ευρώ. Ας σημειωθεί ότι το ΓΕΣ σε σχόλιο που του ζητήθηκε από τη ΓΔΑΕΕ επαναλαμβάνει την αναγκαιότητα προμήθειας των DM63 καθώς ο συνδυασμός του, ή ακριβέστερα τα αποτελέσματα του με το μακρύκαννο πυροβόλο L55 των Leopard 2HEL, ήταν ένας από τους κύριους λόγους για την επιλογή του δεύτερου ως κύριου οπλισμού στα Leopard 2HEL. Σύμφωνα με την υφιστάμενη νομοθεσία, η ΓΔΑΕΕ θα πρέπει να ενημερώσει τον υπουργό Εθνικής Άμυνας επί των αποτελεσμάτων των διαπραγματεύσεων, στη συνέχεια να ενημερωθεί η αρμόδια επιτροπή της Βουλής και τέλος το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας (ΚΥΣΕΑ) να αποφασίσει για την υπογραφή η μη της διακρατικής συμφωνίας.
Βέβαια στο κομβικό ερώτημα αν τελικά η προμήθεια θα υλοποιηθεί η απάντηση παραμένει άγνωστη και όχι μόνο για τον λόγο ότι η προαναφερθείσα διαδικασία, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, δεν έχει ολοκληρωθεί. Ακόμη κι αν η γερμανική κυβέρνηση μπορεί να δικαιολογήσει επαρκώς την τιμή ανά μονάδα των προσφερόμενων πυρομαχικών, ώστε η κριτική που διατυπώθηκε για τη διαφορά τιμής σε σχέση με τη αντίστοιχη τουρκική προμήθεια να ικανοποιηθεί, η πολιτική διάσταση παραμένει εξόχως ισχυρή. Πολλά θα εξαρτηθούν από τα αποτελέσματα της αυριανής επίσκεψης της Γερμανίδας Καγκελαρίου στην Αθήνα, και φυσικά την καταβολή της περιβόητης δόσης των 31,5 δις ευρώ με ταυτόχρονη διασφάλιση της παραμονής της χώρας στην Ευρωζώνη. Σημειώνεται ότι το πρόγραμμα πυρομαχικών αρμάτων των 120 χλστ. του ΕΣ αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα παγκοσμίως και έντονο ενδιαφέρον έχει εκφραστεί από το Ισραήλ (ΙΜΙ) και τις ΗΠΑ (ATK). Δυστυχώς όμως η πάγια ελληνική έλλειψη μακροχρόνιου προγραμματισμού και αποφασιστικότητας, πέρα από το αξιόμαχο του ΕΣ και το παράλογο της υπονόμευσης της ανταποδοτικότητας ενός συμβολαίου – μαμούθ (1,7 δις ευρώ ήταν το κόστος προμήθειας των 170 Leopard 2HEL που για τόσα χρόνια δεν έχουν πυρομαχικά), είχε και έχει ως «παράπλευρη απώλεια» την εγχώρια αμυντική βιομηχανία και ειδικότερα τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ). Με βάση τα δεδομένα, η εγχώρια βιομηχανική συμμετοχή στην παραγωγή των 9.000 βλημάτων όχι μόνο θα αυξήσει κατακόρυφα το κόστος της προμήθειας, αλλά αν δεν έχει συνέχεια θα αποδειχθεί «βότσαλο» στη λίμνη. Δυστυχώς από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 πέρασε πολύτιμος χρόνος και δαπανήθηκαν πόροι χωρίς το ζήτημα να καταλήξει. Αν όμως υπήρχε βούληση, προγραμματισμός σε βάθος και όραμα, όχι απλώς θα μπορούσαν να έχουν γίνει δοκιμές πεδίου με όλους τους ενδιαφερόμενους (ώστε αντικειμενικά να διαπιστωθεί η υπεροχή του άλφα ή βήτα ή γάμα τύπου βλήματος), όχι μόνο να διασφαλιστεί ουσιαστικό βιομηχανικό έργο για τα ΕΑΣ (με την κατασκευή συγκεκριμένων μερών και απαρτίων), αλλά δεδομένου του όγκου του αρχικού προγράμματος και των εσωτερικών αναγκών που έχει η χώρα, να γίνει ένα από τα παγκόσμια κέντρα παραγωγής.
http://www.defence-point.gr/news/?p=60049
No comments :
Post a Comment