ΝΗΣΟΙ ΣΕΤΛΑΝΤ Β ΣΚΟΤΙΑ
Για τον Όμηρο, η ευρύστερνη Γη περιβάλλεται παντού γύρω από τον Ωκεανό, το θεϊκό ποτάμι, και είναι επίπεδη και στρογγυλή, παρόλο που ο ποιητής γνωρίζει -όπως εύστοχα παρατηρεί ο Στράβων-ότι τα πλοία χάνονται πλέοντας στη θάλασσα πρώτα ως προς το πάνω μέρος τους κι έπειτα ως προς το κάτω. Ο Όμηρος επίσης λέει ότι, αν μπει κανείς στον ωκεανό και κατευθυνθεί προς τα βόρεια, θα συναντήσει τους Κιμμέριους, η χώρα των οποίων είναι καλυμμένη από σκοτάδι και συννεφιά. Γι' αυτό άλλωστε ο άνεμος που φυσάει από εκεί ονομάζεται από τον ζόφο της δύσης Ζέφυρος. Γνωρίζει όμως και την Ιταλία, αφού αναφέρει την πόλη Τεμμέση και τους Σικελούς, τη Σικελία και τη Σικανία (με το άλλο της όνομα, στην Οδύσσεια). Ξέρει ακόμη τον Ίστρο/Δούναβη ποταμό και τους Μυσούς, που ζουν κοντά σ' αυτόν, όπως κι εκείνους της Μικράς Ασίας, όπως ξέρει και τον Εύξεινο Πόντο και τους Κόλχους. Μάλιστα τοποθετεί τη Μήδεια στην Αία, κοντά στον Καύκασο, και τη θεία της Κίρκη, σπουδαία μάγισσα σαν εκείνη, στην Αιαίη, κάπου πέρα από την Ιταλία προς τον Ωκεανό.
Για τον Όμηρο, η ευρύστερνη Γη περιβάλλεται παντού γύρω από τον Ωκεανό, το θεϊκό ποτάμι, και είναι επίπεδη και στρογγυλή, παρόλο που ο ποιητής γνωρίζει -όπως εύστοχα παρατηρεί ο Στράβων-ότι τα πλοία χάνονται πλέοντας στη θάλασσα πρώτα ως προς το πάνω μέρος τους κι έπειτα ως προς το κάτω. Ο Όμηρος επίσης λέει ότι, αν μπει κανείς στον ωκεανό και κατευθυνθεί προς τα βόρεια, θα συναντήσει τους Κιμμέριους, η χώρα των οποίων είναι καλυμμένη από σκοτάδι και συννεφιά. Γι' αυτό άλλωστε ο άνεμος που φυσάει από εκεί ονομάζεται από τον ζόφο της δύσης Ζέφυρος. Γνωρίζει όμως και την Ιταλία, αφού αναφέρει την πόλη Τεμμέση και τους Σικελούς, τη Σικελία και τη Σικανία (με το άλλο της όνομα, στην Οδύσσεια). Ξέρει ακόμη τον Ίστρο/Δούναβη ποταμό και τους Μυσούς, που ζουν κοντά σ' αυτόν, όπως κι εκείνους της Μικράς Ασίας, όπως ξέρει και τον Εύξεινο Πόντο και τους Κόλχους. Μάλιστα τοποθετεί τη Μήδεια στην Αία, κοντά στον Καύκασο, και τη θεία της Κίρκη, σπουδαία μάγισσα σαν εκείνη, στην Αιαίη, κάπου πέρα από την Ιταλία προς τον Ωκεανό.
Γνωρίζει καλά τη Μικρά Ασία επίσης ο ποιητής, ως τον Νότο της, στον Κιλικιακό Ταύρο, όπου και τα όρη των Σολύμων, που μνημονεύει. Ξέρει επιπλέον τη Φοινίκη και τους Φοίνικες, τους Ερεμβούς, δηλαδή τους Άραβες, τους Αιγυπτίους και τη χώρα τους, όπως και τη Λιβύη, ενώ διαιρεί στα δύο τους Αιθίοπες (σε ανατολικούς και δυτικούς). Γνωρίζει τις Θήβες της Αιγύπτου και σε αντιδιαστολή προς τις εφτάπυλες Θήβες της Βοιωτίας, βάζει τον Αχιλλέα να παρουσιάζει εκείνες ως εκατομπύλες. Όσον αφορά τους μυθικούς τόπους στους οποίους περιπλανήθηκε ο Οδυσσέας συναντώντας απίθανους λαούς και ανθρώπους, ο Στράβων χρησιμοποιεί τα λόγια του Πολυβίου για όσους παίρνουν κατά γράμμα τον ποιητή: «τότε θα μάθει κάποιος πού περιπλανήθηκε ο Οδυσσέας, όταν ανακαλύψει και τον σκυτοτόμο ο οποίος έραψε τον ασκό των ανέμων». Ήδη από τους Αλεξανδρινούς χρόνους υπήρχαν σφαίρες, δηλαδή σφαιρικές αναπαραστάσεις της γης, με καταγραμμένους σ' αυτήν όλους τους γνωστούς τόπους, καθώς και περιγραμμένους κύκλους στις εν λόγω σφαίρες, άλλους κύκλους παράλληλους που να απέχουν σε ίσα διαστήματα ο ένας από τον άλλον, άλλους κάθετους που να προσπίπτουν στους παράλληλους κύκλους κατ' ορθή γωνία, άλλους λοξούς σε σχέση μ' αυτούς. Στις ίδιες σφαίρες επίσης, συμπληρώνει ο Στράβων, σημειώνονταν οι τροπικοί πάντοτε σε εξάρτηση από κάποια ζώδια, καθώς και ο ισημερινός. Από τους τροπικούς μάλιστα προσδιορίζονται τότε τα ηλιοστάσια και η στροφή του ήλιου προς το άλλο ημισφαίριο και όσα σχετίζονται με τη διαφορά ημερών και νυχτών και τις διαφορές στο κλίμα και τους ανέμους.
Τα Βρετανικά νησιά δεν υπάρχουν στην αρχαιότατη κοσμογραφία των Ελλήνων, σύμφωνα με την οποία τη γη περιβρέχει από παντού ο Ωκεανός, το θεϊκό ποτάμι. Ο Όμηρος πάντως, κατά τον Στράβωνα, θεωρεί ότι οι άνθρωποι που κατοικούσαν τη Δύση ήταν ευτυχισμένοι και ζούσαν σε ένα ευχάριστο περιβάλλον, επειδή είχε ακούσει (όπως υποθέτει ο γεωγράφος) για τα πλούτη της Ιβηρίας, εξαιτίας των οποίων εκστράτευσε στη χώρα ο Ηρακλής. Γι' αυτό τον λόγο άλλωστε πήγαν εκεί τόσο οι Φοίνικες όσο και οι Ρωμαίοι έπειτα απ' αυτούς, προσθέτει. Ο ίδιος τοποθετεί στην περιοχή αυτή τα Νησιά των Μακάρων, απέναντι από τη Μαυρουσία (τη Μαυριτανία, που εκτεινόταν βέβαια ως το σημερινό Μαρόκο), προς το σημείο όπου βρίσκονται τόσο το τέρμα της Ιβηρικής χερσονήσου και τα πέρατα της γης, όσο και το Ηλύσιο πεδίο, τόποι στους οποίους δεν πέφτει ποτέ χιόνι ούτε δυνατές βροχές, αλλά ο ωκεανός πάντα στέλνει ζωογόνα την πνοή του ζεφύρου για να δροσίζει ευεργετικός τους ανθρώπους. Όσον αφορά τα Βρετανικά νησιά, κατά τους θρύλους των Ιρλανδών οι Έλληνες ήρθαν πολλές φορές στο νησί τους, την Ιέρνη, από το 2500 από κτίσεως κόσμου έως το 3500, επίσης από κτίσεως κόσμου, αλλά οι εν λόγω θρύλοι κινούνται ολοφάνερα και ολοκληρωτικά στον χώρο του παραμυθιού.
Οι Έλληνες έμποροι και ναυτίλοι ήδη από τους μυκηναϊκούς περνούσαν τις Ηράκλειες στήλες πολύ πριν εγκατασταθούν στη Νότια Ιβηρία οι Φοίνικες και αποχτήσουν τον έλεγχο των στενών του Γιβραλτάρ. Στόχος τους ήταν οι θρυλικές Κασσιτερίδες νήσοι (ή κάποιοι τόποι με ορυχεία κασσιτέρου, όπως η Κορνουάλη), από τις οποίες έφερναν στην Ελλάδα τον πολύτιμο κασσίτερο, τον απαραίτητο για την παραγωγή του ορειχάλκου (μπρούντζου). Τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμη (μάλλον) τα ορυχεία κασσιτέρου της Θράκης και της μικρασιατικής Λυδίας, κι έτσι ο μόνος τόπος προσπορισμού του πολύτιμου εκείνου μετάλλου, που έκανε σκληρό τον μαλακό χαλκό, ήταν η Δύση - χωρίς την πρόσμιξή του με κασσίτερο ο καθαρός χαλκός ήταν πάντοτε ελάχιστα ανθεκτικός.
Οι Μυκηναίοι κυριαρχούσαν στην ανατολική μεριά της Μεσογείου (τότε, καθώς και αργότερα, εκείνη ήταν η Μεγάλη θάλασσα, η καθ' ημάς θάλασσα ή η Εντός των Ηρακλείων στηλών θάλασσα), μαζί με τους Μινωίτες και τους Αιγυπτίους, αλλά για λόγους εμπορικούς θαλασσοδέρνονταν και ως τη Δύση, όχι με τόση συχνότητα βέβαια όπως στην Ανατολή. Έρχονταν ως τα βρετανικά νησιά και τη Βορειοδυτική Ιβηρία, με στρόγγυλα πλοία (εμπορικά), πλέοντας κοντά στα παράλια, από ακτή σε ακτή και από όρμο σε όρμο. Τα πλοία στους αρχαίους χρόνους είναι ήδη αρκετά καλοφτιαγμένα. Από τον Όμηρο που αναφέρεται βέβαια σ' αυτά του καιρού του, χαρακτηρίζονται ως νήες εϊσαι, αμφιέλισσαι, θοαί, γλαφυραί (δηλαδή αντίστοιχα καλοζυγισμένα, με κουπιά κι από τις μεριές τους και κοίλα ή βαθουλά). Τα καλαφατίζουν με πίσσα για να μη διαβρέχουν και περνούν τα ξύλα τους τα νερά, γι' αυτό είναι μαύρα (μέλαιναι νήες). Μπορούν να κάνουν μεγάλα και μακρόχρονα ταξίδια, σκίζοντας τη θάλασσα. Κι έτσι δικαιολογημένα ο ποιητής τα χαρακτηρίζει ποντοπόρα.
"Η ΚΑΛΠΗ Ή ΑΛΥΒΗ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ- ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ Η ΜΑΥΡΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΔΕΞΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΤΙΓΓΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΤΟ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟ ΠΕΛΑΓΟΣ ΚΑΙ ΔΕΞΙΑ Η ΚΑΘ’ ΗΜΑΣ ΘΑΛΑΣΣΑ"
Ας έρθουμε τώρα στις Ηράκλειες στήλες. Βέβαια δεν υπήρχαν στήλες που να ορίζουν την αρχή της καθ' ημάς θαλάσσης από το Ατλαντικό πέλαγος, λέει ο Στράβων. Απλώς ο ωκεανός, το Ατλαντικό πέλαγος δηλαδή (όπως το έλεγαν τότε), σχηματίζει πορθμό, και σ' αυτόν τον πορθμό ενώνονται οι δύο θάλασσες, η εξωτερική (ο Ατλαντικός) με την εσωτερική, τη δική μας θάλασσα. Τη βόρεια στήλη αποτελούσε το όρος των Ιβήρων Κάλπη, το οποίο δεν έχει έκταση μεγάλη, αλλά διαθέτει μέγα ύψος και είναι ορθό και απότομο ώστε να φαίνεται από μακριά, σαν νησί. Κοντά σ' αυτό το όρος, που ονομάζεται και Αλύβη, σε απόσταση σαράντα στάδια υπάρχει μια παλιά και αξιόλογη πόλη, η Καρτηία, προσθέτει ο γεωγράφος, την οποία όπως λένε ορισμένοι την ίδρυσε ο Ηρακλής και παλαιότερα μάλιστα λεγόταν Ηράκλεια. Η αλήθεια είναι ωστόσο ότι παλιότερα η πόλη λεγόταν Καρπαία. Κοντά στην Καρτηία πάντως βρίσκεται μια άλλη πόλη, η Μελουρία, με εγκαταστάσεις για το πάστωμα ψαριών, και πιο πέρα η πόλη Βελών, από την οποία περνάει κανείς στη Μαυρουσία (τη Μαυριτανία δηλαδή) και ιδιαίτερα στη φοινικική πόλη Τίγγι, τη σημερινή Ταγγέρη με άλλα λόγια. Αντίκρυ από την Κάλπη είναι η νότια στήλη, η Αβύλη, χαμηλού ύψους λόγος.
Επιστρέφοντας πάλι στην Ευρώπη, αν εξακολουθήσει την πορεία προς τα δυτικά ο ταξιδιώτης φθάνει στα Γάδειρα (το τωρινό Κάδιξ), νησί που χωρίζεται από την Τουρδητανία, τη νοτιοδυτική περιοχή της Ιβηρικής χερσονήσου, από στενό πορθμό. Πηγές αναφέρουν τα Γάδειρα ως νησί, που παλαιότερα αποκαλούνταν Κοτινούσα ( Γάδειρα· νῆσος ἔξω τῶν Ἡρακλείων στηλῶν ἡ πρότερον ἐκαλεῖτο Κοτινοῦσα - Ησύχιος, Γλώσσαι.). Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η πόλη συνδέεται με τον Ηρακλή, ο οποίος έφτασε ως εκεί για την ολοκλήρωση του δέκατου άθλου του, την απαγωγή των Βοδιών του Γηρυόνη. Τύμβος που ανακαλύφθηκε στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ. κοντά στο Κάδιθ θεωρήθηκε ως η "τελευταία κατοικία" του Γηρυόνη. Ακολουθεί τόπος με όνομα ελληνικό: ο λιμήν του Μενεσθέως, (ΣΗΜ 4 )και εκεί κοντά βρίσκεται επίσης μαντείο του Μενεσθέως. Ποιος ήταν όμως αυτός ο Μενεσθεύς δεν μας το λέει ούτε ο Στράβων, ούτε ο Αρτεμίδωρος, ούτε κανείς άλλος αρχαίος γεωγράφος που μνημονεύει τον λιμένα ή το μαντείο του Μενεσθέα.
Ας έρθουμε τώρα στις θρυλικές Κασσιτερίδες νήσους. Κατά τον Πολύβιο, οι Ηράκλειες στήλες απείχαν από το ακρωτήριο Μαλέας είκοσι δύο χιλιάδες πεντακόσια στάδια. Δηλαδή, αυτός που ξεκινούσε από κάποιον λιμένα της Λακωνίας έπρεπε να πλεύσει περίπου 33.992 χλμ. για να φτάσει στο Γιβραλτάρ. Περνώντας ύστερα τον πορθμό των Στηλών, ο τολμηρός ναυτίλος θα παρέπλεε κατόπιν (σύμφωνα με τον Στράβωνα) τα Γάδειρα πρώτα και έπειτα το δυτικότερο ακρωτήριο της τότε οικουμένης, που βρισκόταν φυσικά στην Ιβηρία και λεγόταν Ιερόν. Αν συνέχιζε προς την αντίθετη κατεύθυνση ο θαλασσοπόρος, πλέοντας πάντα έξω από τις Ηράκλειες στήλες, μακριά από κάποιο νησί, την Κέρνη (Ιρλανδία), το οποίο ο ίδιος ο γεωγράφος βέβαια δεν είδε, όμως την ύπαρξή του σημειώνουν άλλοι συγγραφείς, από το Ιερόν ως τους λεγόμενους Αρτάβρους, κατοίκους των τελευταίων βορείων και δυτικών τόπων της Λυσιτανίας, έχοντας στα δεξιά του πάντα τη Λυσιτανία (τη βόρεια Πορτογαλία δηλαδή), θα έφτανε στο βορειοδυτικό τμήμα της Ιβηρίας, στη σημερινή Γαλικία. Ως εδώ όλα καλά, ακόμη και για έναν σημερινό θαλασσοπόρο. Από εκεί κι έπειτα, όμως, ο γεωγράφος υποκύπτει στους μύθους και γράφει: «Αντίκρυ απ' αυτά τα μέρη, προς τα βόρεια, βρίσκονται οι δυτικοί τόποι της Βρετανίας, ενώ απέναντι των Αρτάβρων προς τον Βορρά είναι οι λεγόμενες Κασσιτερίδες νήσοι, οι οποίες βρίσκονται μακριά, μες στο πέλαγος, πρώτον βρετανικό παράλληλο». Σήμερα είναι φανερό σε όλους πως ουσιαστικά οι μυθικές Κασσιτερίδες νήσοι ήταν οι κασσιτεροφόρες περιοχές της Βρετανίας και της Ιβηρίας, δηλαδή η βρετανική Κορνουάλλη και η ιβηρική Γαλικία. Στην Κορνουάλλη μάλιστα υπάρχουν ακόμη τα αρχαία ορυχεία κασσιτέρου. Βέβαια τους δυτικούς δρόμους του εμπορίου, αυτού προς την Ιβηρία και την Κορνουάλλη, έλεγχαν οι Φοίνικες.
Ο Στράβων αναφερόμενος σ' αυτούς σημειώνει για την Ιβηρία πως η γειτνίαση των τόπων της με διάφορα μυθικά γεωγραφικά σημεία, όπως τα νησιά των Μακάρων, οφείλεται στον πλούτο της χώρας. Γι' αυτό άλλωστε οι Φοίνικες, ακόμη και πριν από τους χρόνους του Ομήρου, κατέλαβαν τα καλύτερα μέρη της, όπως και της Λιβύης, παρέμειναν μάλιστα κύριοί τους ώσπου οι Ρωμαίοι κατάργησαν την ηγεμονία τους.(ΣΗΜ Η αρχαιολογική έρευνα όμως κατέρριψε αυτούς τους ισχυρισμούς, δεδομένου ότι όπως αποδείχθηκε, η αρχαιότερη παρουσία των Φοινίκων στην περιοχή χρονολογείται στην καλύτερη περίπτωση μόλις στον 8ο αιώνα π.Χ.) Ο ίδιος, αναφερόμενος στην εποχή τους, διατείνεται ότι σε καιρούς παλιότερους οι Φοίνικες ενεργούσαν το ανταλλακτικό εμπόριο με τους Ίβηρες των Γαδείρων και της Τουρδητανίας, κρύβοντας αυτό τον θαλάσσιο δρόμο απ' όλους σαν μέγα μυστικό. Αναφέρει μάλιστα την περίπτωση ενός Φοίνικα εμπόρου, που τον παρακολουθούσαν οι Ρωμαίοι για να μάθουν κι εκείνοι τόπους εμπορικούς και λιμάνια. Ο Φοίνικας εκείνος έριξε το πλοίο του σ' ένα έλος, καταστρέφοντας και το σκάφος και το εμπόρευμά του, ενώ και ο ίδιος μόλις που σώθηκε, κι αυτό το έπραξε για να μη φανερώσει στους Ρωμαίους τη θαλάσσια οδό προς την Τουρδητανία. Βέβαια, συμπληρώνει ο γεωγράφος, την αξία του φορτίου που έχασε εκείνος ο έμπορος την πληρώθηκε από το δημόσιο ταμείο της πατρίδας του. Μόνο έπειτα από επανειλημμένες προσπάθειες κατόρθωσαν οι Ρωμαίοι να μάθουν τα σχετικά μ' αυτό το θαλάσσιο ταξίδι. Ο Πόπλιος Κράσσος ήταν ο πρώτος που τα κατάφερε να περάσει τις Ηράκλειες στήλες και να έρθει στην Τουρδητανία. Βλέποντας μάλιστα πως οι άνθρωποι του τόπου ήταν ήμεροι και τα μέταλλα ήταν σε μικρό βάθος, παρότρυνε πολλούς να έρθουν να εργαστούν στη θάλασσα και στη στεριά της έξω Ιβηρίας.
Οι Φωκαείς, μας λέει ο Ηρόδοτος, ήταν οι πρώτοι Έλληνες που έκαναν μακρινά ταξίδια στη θάλασσα. Εκεί ανακάλυψαν την Αδριατική, την Τυρρηνία, την Ιβηρία και την Ταρτησσό. Ταξίδευαν μάλιστα όχι με στρόγγυλα πλοία, μα με άλλα μακρόστενα, που ήταν πενήντα κουπιά (πεντηκοντόρους). Όταν έφτασαν στην Ταρτησσό, έγιναν τόσο αγαπητοί στον βασιλιά της τον Αργανθώνιο, που βασίλεψε ογδόντα χρόνια στην πόλη εκείνη κι έζησε συνολικά εκατόν είκοσι, ώστε αρχικά τους πρότεινε να έρθουν στην επικράτειά του και να κατοικήσουν εκεί. Κι όταν αρνήθηκαν την προσφορά του, ξέροντας ότι οι Μήδοι απειλούσαν τη Φώκαια, τους πρόσφερε χρήματα για να τειχίσουν την πόλη τους. Μάλιστα τους έδωσε πάρα πολλά, γιατί η περίμετρος των τειχών της Φώκαιας είχε μάκρος αρκετό και τα τείχη χτίστηκαν με μεγάλες και καλά αρμοσμένες πέτρες. Εκτός από τα μέταλλα που μετέφεραν στον ελληνικό κόσμο, οι Φωκαείς διακινούσαν βέβαια και διάφορα προϊόντα της Ιωνίας και της κυρίως Ελλάδας στα λιμάνια και στους σταθμούς της πορείας τους (επειδή ό,τι έκαναν γινόταν εν πορεία, το σύνολο των εργασιών τους ονομάστηκε εμπόριο). Τα εμπορεύματα αυτά ήταν κυρίως ελαιόλαδο και κρασί σε κομψά αγγεία, ελιές, ξερά σύκα και κομψοτεχνήματα διάφορα. Οι Φωκαείς όμως δεν ήταν οι μοναδικοί Έλληνες που ταξίδεψαν ως την Ταρτησσό. Τον καιρό που οι κάτοικοι της Θήρας ίδρυσαν την Κυρήνη, στη Λιβύη, δηλαδή περίπου πριν από το 631 π.Χ. και κάπως ενωρίτερα από τους Φωκαείς, ένα σαμιώτικο πλοίο παρασύρθηκε από σφοδρούς ανατολικούς ανέμους, ξεστράτισε, κι επειδή ο άνεμος δεν έπαψε στιγμή να φυσάει, βγήκε έξω από τις Ηράκλειες στήλες κι έφτασε στην Ταρτησσό.
Το μυθικό αυτό λιμάνι ήταν τόσο ανεκμετάλλευτο τη συγκεκριμένη περίοδο, υποστηρίζει ο Ηρόδοτος, ώστε όταν οι ναύτες του επέστρεψαν στη Σάμο πραγματοποίησαν τα πλέον απίθανα κέρδη. Ο Στράβων βέβαια λέει ότι η περιοχή γύρω από την Ταρτησσό στη δική του εποχή παρήγαγε άφθονο άργυρο. Αλλά καταπώς φαίνεται από τα λεγόμενα του Ηροδότου υπήρχε και παραγωγή χαλκού στην Ταρτησσίδα. Επιπλέον ο Παυσανίας μάς πληροφορεί ότι ο θησαυρός των Σικυωνίων στην Ολυμπία είχε δύο θαλάμους, τον έναν δωρικού και τον άλλον ιωνικού ρυθμού, κατασκευασμένους από χαλκό της Ταρτησσού, όπως του είπαν οι Ηλείοι. Ο ίδιος μας παρέχει την πληροφορία ότι ο θησαυρός εκείνος είχε χτιστεί λίγο μετά από το 648 π.Χ. Αλλά ακόμη και αν ο χαλκός του θησαυρού εκείνου δεν είχε έρθει από την Ταρτησσό, η φήμη ότι είχε χρησιμοποιηθεί Ταρτήσσιος χαλκός στην κατασκευή των θαλάμων του προσέδιδε ιδιαίτερη αξία στο ιερό. Οι Ταρτήσσιοι φαίνεται πως είχαν αναδείξει την πόλη τους πρωιμότατα σε εμπορικό κέντρο μιας εκτεταμένης περιοχής. Εκεί συγκεντρώνονταν τα μέταλλα της κεντρικής και της δυτικής Ιβηρίας, άργυρος από την Τουρδητανία, χαλκός, χρυσός, κασσίτερος από την κατοπινή Γαλικία. Ο Στράβων σημειώνει ότι ορισμένα ορυχεία χαλκού της Τουρδητανίας ονομάζονται χρυσωρυχεία και από αυτό συμπεραίνει ότι σε παλιότερες εποχές έβγαζαν χρυσό από εκείνα. Ο γεωγράφος επίσης παρατηρεί πως όταν οι Φοίνικες εκστράτευσαν υπό την αρχηγία του Αμίλκα Βάρκα στην Τουρδητανία βρήκαν τους κατοίκους της να χρησιμοποιούν ασημένια παχνιά για τα ζώα τους, καθώς και ασημένια πιθάρια. Τόσο μεγάλος ήταν ο πλούτος των τόπων αυτών, ώστε ειπώθηκε πως οι κάτοικοί τους λόγω της ευμάρειάς τους ζουν πάρα πολλά χρόνια. Γι' αυτό, προσθέτει, ο ποιητής Ανακρέων έγραψε, «εγώ τουλάχιστον ούτε το κέρας της Αμάλθειας θα ήθελα ούτε και χρόνια εκατόν πενήντα να βασιλέψω στην Ταρτησσό», υπονοώντας βέβαια τον υπεραιωνόβιο βασιλιά Αργανθώνιο της Ταρτησσού. Η φήμη της Ταρτησσού (βλ ΣΗΜ 2) ήταν άλλωστε τόσο μεγάλη σ' ολόκληρη τη Μεσόγειο, ώστε ακόμη και η Βίβλος μνημονεύει την Tarschis και τα πλούτη της.
Ας πάρουμε οδηγό μας πάλι τον Στράβωνα, (βλ.ΣΗΜ3 ) καθώς θα περιοδεύουμε τα παράλια της Ισπανίας αρχίζοντας από την Κάλπη, για να δούμε τις πόλεις της. Πρώτη προς τη Μεσόγειο η Μάλακα, η σημερινή Μάλαγα, αλλά πριν φτάσουμε σ' αυτήν περνάμε μια δασωμένη ακτή στην οποία υπάρχουν πολλά ορυχεία χρυσού και άλλων μετάλλων. Ορισμένοι την ταυτίζουν με τη Μαινάκη, την τελευταία προς τα δυτικά πόλη των Φωκαέων, αλλά κάνουν λάθος λέει ο γεωγράφος. Η Μαινάκη βρίσκεται κάπως μακρύτερα από την Κάλπη, κατεστραμμένη πλέον, αλλά ακόμη και τα ερείπιά της δείχνουν ότι ήταν ελληνική πόλη, ενώ η Μάλακα έχει μορφή φοινικική. Εδώ πρέπει να παρατηρήσουμε ότι, όπως φαίνεται από το κείμενο, ο γεωγράφος επισκέφτηκε την περιοχή αυτή. Ορισμένοι διατείνονται ότι αργότερα κατοικήθηκε η πόλη ως Μαίνοβα. Πάντως σήμερα ταυτίζεται με την Almunecar. Κατόπιν έρχεται η πόλη με το ελληνικό όνομα Άβδηρα, αλλά κατοικημένη από Φοίνικες. Ο Στράβων εννοεί βέβαια τη σημερινή Άδρα, στα νότια παράλια της Ισπανίας, στην Αλμερία. Όσο για το τοπωνύμιο Άβδηρα συνδέεται προφανέστατα με τον Άβδηρο, τον συνεργάτη και βοηθό του Ηρακλή από τη Λοκρίδα.
Πέρα από την Κάλπη, προς τη μεριά του Ατλαντικού, στη Δυτική Ιβηρική, υπάρχει η πόλη Οδύσσεια, που ήδη προαναφέρθηκε, με το ιερό της Αθηνάς, σύμφωνα με όσα έγραψε ο Ποσειδώνιος και ο Ασκληπιάδης απ΄τη Μύρλεια της Μικρασίας, συνεργάτης του Πομπηίου, ο οποίος έζησε στην Τουρδητανία για αρκετό καιρό, συνοδεύοντας τον πάτρωνά του. Ίδρυσε μάλιστα σχολή των ελληνικών γραμμάτων για τους κατοίκους της χώρας, περιήλθε την περιοχή και συνέταξε μια περιήγηση του τόπου, αναφέροντας πολλά για τις φυλές που ζουν εκεί. Ο Ασκληπιάδης επιπλέον έγραψε, κατά τον Στράβωνα, ότι βρήκε εκεί δύο αρχαίες πόλεις, με τα ονόματα Έλληνες η μία και Αμφίλοχοι η άλλη. Σύμφωνα με τον Μικρασιάτη συγγραφέα, εδώ έζησε για ένα διάστημα και ο Τεύκρος, στη χώρα των Καλλαϊκών, ενώ στην Τουρδητανία έμειναν κάποιοι συνοδοί του Ηρακλή, όταν εκείνος ήρθε στην Ιβηρία, ενώ στην Κανταβρία εγκαταστάθηκαν πληθυσμοί από τη Λακωνία.
Μετά την Ταράκκονα (τη σημερινή Ταραγκόνα) βρίσκεται το Εμπόριον. Ολόκληρη η παραλία ως εδώ είναι σχεδόν αλίμενη, από την Ταράκκονα κι έπειτα υπάρχουν καλά λιμάνια, ενώ η χώρα ως το Εμπόριον είναι εύφορη. Το Εμπόριον απέχει περί τα σαράντα στάδια από τα Πυρηναία και τα όρια της Ιβηρίας με τη χώρα των Κελτών και χτίστηκε από τους Έλληνες Μασσαλιώτες. Η χώρα που το περιβάλλει έχει όλη γόνιμα εδάφη και είναι ευλίμενη. Εδώ κοντά έχει ιδρυθεί και η μικρή πόλη Ρόδη, κτίσμα των Εμποριτών ή σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν άλλοι των Ροδίων. Και σ' αυτόν και στο Εμπόριον τιμούν πάντως την Αρτέμιδα της Εφέσου. Οι κάτοικοι του Εμπορίου άλλοτε ζούσαν σε ένα μικρό νησί, που απλώνεται μπροστά από την πόλη τους, η οποία τώρα λέγεται παλαιά πόλις, ενώ πλέον κατοικούν στην κυρίως στεριά. Η σημερινή πόλη τους συντίθεται από δύο πόλεις χωρισμένες μεταξύ τους με τείχος, διότι οι Εμπορίτες είχαν παλαιότερα κάποιους εντόπιους Ινδικήτες ως γείτονες, οι οποίοι αν και είχαν τη δική τους πόλη, ήθελαν ωστόσο να έχουν κοινό περίβολο τειχών μ' αυτούς για λογους ασφαλείας. Συν τω χρόνω, όμως, ενώθηκαν σε μια πόλη και απέκτησαν πολίτευμα κοινό, από ελληνικούς νόμους και έθιμα, ανάμεικτα με βαρβαρικές συνήθειες.
Η ΠΙΘΑΝΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΣΚΟΠΕΙΟΥ ΣΤΙΣ ΙΒΗΡΙΚΕΣ ΑΚΤΕΣ
Κοντά στην πόλη τρέχει τα νερά του ποταμός, ο οποίος πηγάζει από τα Πυρηναία και οι εκβολές του χρησιμεύουν ως λιμάνι στους Εμπορίτες. Πρέπει να πούμε, συνεχίζει ο Στράβων, ότι είναι πολύ καλοί στην επεξεργασία του λιναριού οι Εμπορίτες. Η χώρα που κατέχουν προς τα μεσόγαια είναι πολύ εύφορη σε ένα μέρος της. Το άλλο, ωστόσο, το ονομαζόμενο Ιουγκάριο πεδίο, είναι άχρηστη γη, γεμάτη σπάρτα και σχοίνα. Οι Εμπορίτες απλώνονται ως τα Πυρηαναία, πολλοί μάλιστα κατοικούν στην περιοχή όπου ορθώνονται τα αναθήματα του Πομπήιου. Απ' εκεί περνά και ο δρόμος μέσω του οποίου ταξιδεύουν όσοι έρχονται από την Ιταλία και κατευθύνονται προς τη λεγόμενη έξω Ιβηρία, δηλαδή αυτήν που βρέχεται από το Ατλαντικό πέλαγος. Ο δρόμος αυτός άλλοτε πλησιάζει τη (Μεσόγειο) θάλασσα κι άλλοτε απομακρύνεται απ' αυτήν, περνά πάντως από το Σάγουντο και το Ημεροσκοπείο.(βλ.ΣΗΜ3 ) Κοντά εδώ είναι και η αρχαία πόλη Πυρήνη (το νυν Σαν Σεμπαστιάν). Τελειώνοντας με την Ιβηρία και τις Βρετανικές νήσους, ας αναφερθούμε στην αρχή των χριστιανικών χρόνων, σημειώνοντας ότι ο απόστολος Παύλος ταξίδεψε (μάλλον) στην Ισπανία μετά την ελευθέρωσή του από τα δεσμά, όπως λέει και ο ίδιος, γράφοντας προς τους χριστιανούς της Ρώμης (ΙΕ' 24) «ως εάν πορεύωμαι εις την Σπανίαν, ελεύσομαι προς υμάς» (όταν πάω στην Ισπανία, θα έρθω σ' εσάς). Ο ανώνυμος συντάκτης του Κανόνα της Καινής Διαθήκης, του γνωστού ως κανόνα Μουρατόρι (από τον Ιταλό βιβλιοθηκάριο που τον ανακάλυψε), θεωρεί βέβαιο ότι ο απόστολος των εθνών επισκέφθηκε την Ισπανία (Παύλου εις Σπανίαν πορευθέντος, γράφει).
Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η σχολή ελληνικών γραμμάτων, που είχε ιδρύσει ο Ασκληπιάδης Μυρλεανός στα χρόνια του Πομπήιου στην Κορδύβη, δηλαδή την Κόρδοβα, συνέχισε να λειτουργεί επί καιρό. Όντως και τότε και αργότερα (τον Γ' και Δ' μ.Χ. αι.) η ελληνομάθεια ήταν αρκετά διαδομένη στην Ιβηρία. Έτσι, ο Όσιος από την Κορδύβη (γεννημένος περί το 256 και επίσκοπος αυτής της πόλης από το 296) κατείχε αρκετά καλά την ελληνική, όπως φαίνεται από τα κείμενά του. Συμμετείχε στην οικουμενική σύνοδο της Νικαίας, το 325, καθώς και στη σύνοδο της Σαρδικής, το 343, και αναθεμάτισε τον Αρειανισμό και το 357 (Migne, Π.Ε. 25, 409), λίγο πριν από του θανάτου του. Με επιστολή του στην ελληνική (του 334 ή του 335), που σώθηκε, προς τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο, ζητούσε την επιείκειά του για τον φίλο του το Μέγα Αθανάσιο (Migne, Π.Ε. 25, 744 κ.ε.), εξόριστο τότε. Η επήρεια του χριστιανισμού της Ιωνίας επίσης στη Μεγάλη Βρετανία διατηρήθηκε ως τον ΣΤ' αι., αφού οι Βρετανοί εξακολουθούσαν να γιορτάζουν το Πάσχα ως τότε την 14η του μηνός Νισάν, όπως και οι μικρασιατικές εκκλησίες. Τότε, ο Έλληνας (και άγιος) Θεόδωρος ο Ταρσεύς, επίσκοπος Κανταβριγίας (Canterbury) καθιέρωσε τον εορτασμό του Πάσχα την πρώτη Κυριακή μετά την εαρινή ισημερία. Ας σημειωθεί ότι την ίδια συνήθεια είχαν και οι χριστιανοί της Νότιας Γαλλίας ως την πρώτη οικουμενική σύνοδο.
ΜΕΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΚΟΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΗΝ ΙΒΗΡΙΚΗ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟ - (2Η ΧΙΛΙΕΤΙΑ Π.Χ.)
ΣΚΑΡΙΦΗΜΑ - ΚΑΤΑ ΣΤΡΑΒΩΝΑ ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΠΟΛΕΩΝ & ΠΕΡΙΟΧΩΝ
Είναι γεγονός η ανατροπή της παλαιότερης θεωρίας που υποστήριζε ότι ο «πολιτισμός των μεγαλίθων» εμφανίστηκε αρχικά στην βόρεια Ευρώπη και στην συνέχεια εξαπλώθηκε στην νότια, στο μεσογειακό χώρο, όπου εκυριάρχησε. Η πορεία της εξάπλωσης του πολιτισμού των μεγαλίθων πρέπει να ήταν αντίστροφη.Αν σημειώσει κάποιος στο χάρτη τις περιοχές που εμφανίζεται κατά κύριο λόγο ο πολιτισμός αυτός, θα διαπιστώσει ότι είναι νησιωτικές περιοχές, Μάλτα, Σικελία, Βρετανία, ή περιοχές που συνορεύουν άμεσα με την θάλασσα, Βρετάνη, Ιβηρική, νότιος Πελοπόννησος. Ο ΧΡΗΣΤΟΣ Δ. ΛΑΖΟΣ μελέτησε στην περιοχή της Μάνης έναν παρόμοιο μεγαλιθικό πολιτισμό από κυκλώπειες κατασκευές - κολοσσόσπιτα, στέρνες, ορθολίθους (μενίρ) - τις οποίες παρουσίασε σε ειδικό ντοκιμαντέρ από την ΕΤ1. Ο πολιτισμός αυτός μάλλον διαγράφει την εξής πορεία: Αιγαίο (επί χάρτου σημείον (1)) - Σικελία (2) – Κορσική και Σαρδηνία (3) - Ιβηρική (4) - Βρετάνη (5) - Βρετανικά νησιά (6), μια πορεία πιθανότερη, στηριγμένη στις πολιτισμικές κοιτίδες του μεσογειακού χώρου.
Πάνω σ' ένα ζωόμορφο αγγείο (ρυτόν) του 4ου αι. π.Χ. υπάρχει αυτή η αρχαία, ελληνικής μορφής, γραφή που έως σήμερα παραμένει ανερμήνευτη. Ανακαλύφθηκε στην περιοχή του Ullastret κοντά στην Gerona
Πλάκα από την Αλμέρια (2), με γράμματα μιας πρωτοϊβηρικής γραφής, που την αποκάλεσαν «καρική» ή «κελτοιβηρική». Είναι εμφανής η ελληνική συγγένεια που απορρέει από τα στοιχεία αυτά. Γράμματα αυτού τύπου βρέθηκαν σε βράχους της αμερικανικής ηπείρου και υποδεικνύουν την παρουσία Ελλήνων στην Αμερική σε πολύ παλαιές εποχές
Ειδώλια που έχουν βρεθεί στην περιοχή της Αλμέρια έχουν αναγνωρισθεί ως κρητικής προελεύσεως. Βρέθηκαν μέσα σε τάφους με στηθαίο, οικοδομική ταφική συνήθεια που δεν ήταν ντόπια (μη Ιβηρική) και η οποία έχει μεγάλες ομοιότητες με τα ταφικά έθιμα της Κρήτης. Αποδείχθηκε έτσι ότι ήταν οι Κρήτες που έφτασαν στην περιοχή της Αλμέρια, εξελίσσοντάς την σε σημαντικό εμπορικό κέντρο με την δημιουργία ενός αξιόλογου πολιτισμού αναμειγνυόμενοι με το ντόπιο στοιχείο. Από την 2η χιλιετία π.Χ. η ανάπτυξη του αιγαιακού πολιτισμού οδήγησε σε μετακινήσεις και ανακατατάξεις διαφόρων φύλων προς τα δυτικά. Η Ιβηρική χερσόνησος προκάλεσε το ενδιαφέρον των Κρητών λόγω της ύπαρξης των μεταλλοφόρων περιοχών της και ιδιαίτερα του χαλκού της, τον οποίον εξόρυξαν και εκμεταλλεύτηκαν από πολύ νωρίς. Όμως, πέρα από όλα αυτά, το αρχικό ερώτημα για το πόσο παλιά είναι η παρουσία των Κρητών στην Ιβηρική, δεν έχει απαντηθεί. Για το σημαντικό αυτό θέμα ο Raymond Furon στο έργο του «Manuel de Prehistoire General», δίνει την δική του άποψη, σύμφωνα με την οποία «η Ιβηρική χερσόνησος μυείται στον ορείχαλκο κατά τις αρχές της 2ης π.Χ. χιλιετηρίδας, από Αιγαιάτες θαλασσοπόρους, τους ενδιάμεσους σταθμούς των οποίων επισημαίνουμε στην Σικελία και στην νότιο Ιταλία».
"Ροδιακό" σκύφος από την Σαλαμίνα της Κύπρου. Πρόκειται για τύπος που έχει εντοπιστεί σε αρκετές θέσεις της νήσου μαζί με κυκλαδική, ευβοϊκή και κορινθιακή κεραμική. Οι πλευρικές μετόπες του διακόσμου με τους δικτυωτούς ρόμβους και η κεντρική μετόπη με το δεξιόστροφο πτηνό με την δικτυωτή διακόσμηση είναι χαρακτηριστικά κοινά με αυτά του ευρήματος από την Ιβηρική χερσόνησο. Αποτελεί ένδειξη του ζωηρού εμπορίου που αναπτύχθηκε στην Μεσόγειο κατά τον 8ο - 6ο αι. π.Χ. με κύριο άξονα το Αιγαίο και την Κύπρο. Κυπροαρχαϊκή I (725 - 600 π.Χ.). Λευκωσία, Κυπριακό Μουσείο. Αρ. ευρ. Τ.92/2
Ο ισπανός αρχαιολόγος Πένα Μπασούρτο υποστηρίζει ότι οι Κρήτες πρέπει να έφτασαν στην Ταρτησσό γύρω στο 2.200 π.Χ., δηλαδή χίλια χρόνια πριν από το ταξίδι του Οδυσσέα στον Ατλαντικό, ενώ ο Γκιλμπέρ Πιλό (Gilbert Pillot) σημειώνει στο έργο του «Ο Μυστικός Κώδικας της Οδύσσειας: Οι Έλληνες στον Ατλαντικό» πως οι ελληνικοί μύθοι αναφέρουν ότι ο Ηρακλής είχε ιδρύσει πολύ παλιά στην περιοχή αυτή σημαντικές πόλεις. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε την άποψη του Πωλ Φωρ για το θέμα της πρώτης παρουσίας των Ελλήνων στην Ιβηρική : «Πριν από αυτούς (εννοεί τους Φοίνικες του Κάδιξ) ωστόσο, πολλοί άλλοι είχαν αγκυροβολήσει στα νερά του κόλπου του Κάδιξ και ταξιδέψει στο μάκρος των ακτών της Λουζιτανίας. Στο Ζαμπουγάλ (Τόρρες Βέρντας), σε απόσταση 40 χλμ. βορειοδυτικά από την Λισσαβόνα, οι αρχαιολόγοι Χέρμανφρηντ Σούμπαρτ και Ε. Σανγκμάιστερ πείσθηκαν το 1969, ότι στην οχυρωμένη πόλη, που είχε ιδρυθεί εκεί, 12 χλμ. μακριά από τον ωκεανό, έλιωναν χαλκό απ' τις αρχές κιόλας της δεύτερης χιλιετηρίδας π.Χ. και τον αντάλλασσαν με προϊόντα που εισάγονταν από την Εγγύς Ανατολή : κεραμικά, γεωργικά και άλλα εργαλεία από μέταλλο, είδη καλλωπισμού, είδωλα από ασβεστόλιθο, κι ακόμα το σύστημα με τους προκεχωρημένους προμαχώνες και τα οχυρώματα, θυμίζει ανάλογες εγκαταστάσεις της Μικράς Ασίας και της νήσου Σύρου των Κυκλάδων».
"Ροδιακό" σκύφος από τις Συρακούσες, ιερό στην Piazza Duomo, τάφρος 1. Η παρουσία θραυσμάτων χιακών κυλίκων, κανθάρων από bucchero, ετρουσκικών πινακίων με υδρόβια πτηνά, φοινικικών πινακίων, η λακωνική και η κορινθιακή κεραμική, πιστοποιούν για την περιοχή του ιερού μια ποικιλία εισαγωγών στις Συρακούσες κατά τον 7ο - 6ο αι. π.Χ. Τέλη 7ου αι. π.Χ. Περιφερειακό Αρχαιολογικό Μουσείο Συρακουσών "P. Orsi". Αρ. ευρ. 95831
Μετά την Ιβηρική βέβαια σειρά έχει τώρα η χώρα των Κελτών, η πέραν των Άλπεων Γαλατία με άλλα λόγια. Όποιος, έστω και κάπως υποψιασμένος εν σχέσει με την αρχαία ιστορία, επισκέπτεται τη Νότια Γαλλία δεν μπορεί παρά να σημειώσει ορισμένες σημαντικές διαφορές με τη Βόρεια στην τοπογραφία, τα γεωγραφικά ονόματα, τον τρόπο των ανθρώπων εν γένει. Ο εν λόγω θα πρέπει να ξέρει πως οι κάτοικοι της Προβηγκίας και των τόπων νοτίως της Λυώνος-Λουγδούνου είχαν την αίσθηση ότι συνιστούσαν πάντα μια ιδιαιτερότητα σε σύγκριση με τους Βόρειους Γάλλους. Γι' αυτό και αποτέλεσαν για πολλούς αιώνες μια ξεχωριστή επικράτεια, το βασίλειο της Αρελάτης, και μόλις το 1251 ενώθηκαν με την υπόλοιπη Γαλλία. Η σημερινή Αρλ έφερε τα ονόματα Αρέλατον, Αρέλατα ή Αρελάς (ο), ενώ παλαιότερα λεγόταν και Θηγίνη. Ήταν πάντως αποικία των Φωκαέων της Μασσαλίας, χτισμένη σε σημείο καίριο, στο οποίο αντάμωναν οι τρεις βραχίονες του Ροδανού, σε απόσταση 88 χιλιομέτρων από την πόλη των Μασσαλιωτών. Τον ελληνικό της χαρακτήρα διέσωσε ακόμη και μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση. Μάλιστα από αυτήν καταγόταν και ο καλός συγγραφέας και πολυμαθής Φαβωρίνος ο Αρελατινός, φίλος στενός του Πλουτάρχου (σ' αυτόν επιπλέον είχε αφιερώσει τα «Ηθικά» του ο Χαιρωνεύς συγγραφέας). Ο αναγνώστης δεν πρέπει να εκπλήσσεται καθόλου με όσα αναγράφονται εδώ - αναφερόμαστε σε μια περίοδο της ιστορίας, στην οποία γράφουν την ελληνική όχι κάτοικοι μιας περιοχής με είκοσι και πλέον ελληνικές πόλεις, όπως η Νότια Γαλλία, αλλά ακόμη και συγγραφείς από την Αφρικανική Μαυριτανία, φέρ' ειπείν ο Ιόβας ο Μαυρούσιος (=Μαυριτανός). Δεν πρέπει να παραξενευτεί επίσης, αν περπατώντας στο παλιό λιμάνι της Μασσαλίας δει μια στήλη με τα ονόματα των πόλεων που ίδρυσαν οι Μασσαλιώτες. Μασσαλία, μάτηρ πόλιων, Αυενεώνος (Αβινιόν), Καβενεώνος (Καβινιόν), Αρελάτων, Μονοίκου λιμένος (Μονακό) κτλ.
Γαλατία, λοιπόν, και οδηγός μας πάλι ο Στράβων. Χώρα μεγάλη που αρχίζει μετά τα όρη της Πυρήνης, στα οποία περατώνεται η Ιβηρία. Η υπέρ των Άλπεων Γαλατική βρέχεται από τον ωκεανό από τα Πυρηναία όρη ως τις εκβολές του Ρήνου. Στον Νότο της επίσης βρέχεται από την κατά Μασσαλίαν και Νάρβωνα (τη Νοτιοδυτική Γαλλία) θάλασσαν. Ανατολικά η χώρα ορίζεται από τον Ρήνο και τις Άλπεις, από τη Λιλυστική (Λιγουρία) ως τις πηγές του Ρήνου. Στο πεδινό της τμήμα, καθέτως προς τα Πυρηναία, φέρεται το όρος Κέμενον που φθάνει ως το Λούγδουνο (Λυών). Ο Αύγουστος, μας λέει ο Στράβων, χώρισε τους κατοίκους της σε Κέλτες (όσους κατοικούσαν την επαρχία της Νάρβωνος), σε Ακυιτανούς (αυτούς που υπόταξε ο Ιούλιος Καίσαρ), στη χώρα υπό το Λούγδουνο και στην περιοχή των Βέλγων. Η παραλία της Γαλατίας στην εντός των Ηρακλείων στηλών θάλασσα κατέχεται από τους Μασσαλιώτες και τους Σάλυες, από το ιερό της Πυρηναίας Αφροδίτης στα όρη της Πυρήνης ως τους Λιγύες της Ιταλίας. Η Μασσαλία χτίστηκε βέβαια από τους Φωκαείς, σε βραχώδες έδαφος, ενώ το λιμάνι της έχει σχήμα θεατροειδές. Το λιμάνι, όπως και ολόκληρη η πόλη, είναι καλά τειχισμένο. Στο ακρωτήριο, που αποτελεί τον ένα βραχίονα του λιμένα της, έχει κτιστεί το Εφέσιον και το ιερό του Δελφινίου Απόλλωνος, κοινό ιερό όλων των Ελλήνων της Ιωνίας, ενώ το Εφέσιον αποτελεί ναό της Εφεσίας Αρτέμιδος, προσθέτει ο γεωγράφος. Οι Μασσαλιώτες έχουν αριστοκρατικό πολίτευμα (διοικούνται δε αριστοκρατικώς, λέει, από συμβούλιο εξακοσίων ανδρών, που εκλέγονται δια βίου και τους οποίους τιμούχους καλούσι). Προϊστάμενοι των εξακοσίων αυτών είναι δεκαπέντε, κι αυτοί χειρίζονται τις τρέχουσες υποθέσεις. Τρεις όμως είναι οι ισχυροί και απ' αυτούς πάλι ο ένας ο ισχυρότατος. Οι νόμοι τους πάντως είναι ιωνικοί και θεσπίστηκαν δημόσια με την έγκριση του λαού.
ΠΡΟΣΘΗΚΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Ο Στράβων ήταν ένας αρχαίος Έλληνας ιστορικός, γεωγράφος και φιλόσοφος. Ειδικότερα, ως γεωγράφος, συγκαταλέγεται στους διασημότερους της αρχαίας εποχής. Ο Στράβων γεννήθηκε από πλούσια οικογένεια το 63 ή το 64 π.Χ. στην Αμάσεια του Πόντου, όπου και πέθανε, σε ηλικία 90 περίπου ετών (λίγο μετά το 23 μ.Χ.). Η Αμάσεια πλέον ανήκει στη σημερινή Τουρκία, ωστόσο την περίοδο που γεννήθηκε ο Στράβων, η περιοχή αυτή είχε μόλις ενσωματωθεί στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Απέκτησε μόρφωση εξειδικευμένη κι εκλεκτή από μεγάλους δάσκαλους της εποχής του και μελέτησε τα γραπτά διάφορων γεωγράφων και φιλοσόφων της αρχαιότητας, αρχικά στην περιοχή του και αργότερα στη Ρώμη. Ταξίδεψε αρκετά, μεταξύ άλλων στην Αίγυπτο και την Αιθιοπία. Σε ό,τι αφορά τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις, ήταν οπαδός του Στωικισμού, ενώ στην πολιτική ήταν υπέρμαχος του Ρωμαϊκού ιμπεριαλισμού. (PAX ROMANORUM) Στο διάστημα των ταξιδιών του φρόντισε να συλλέξει όλο το απαιτούμενο υλικό, το οποίο τον βοήθησε μετά στη συγγραφή ιστορικών και γεωγραφικών έργων.
Τα δύο μεγαλύτερα έργα του είναι τα Ιστορικά υπομνήματα και τα περίφημα Γεωγραφικά του. Τα Ιστορικά υπομνήματα αποτελούνται από 47 βιβλία γραμμένα σε πάπυρο, τα περισσότερα εκ των οποίων χάθηκαν, με αποτέλεσμα τα σωζόμενα αποσπάσματα (που σήμερα βρίσκονται στην κατοχή του πανεπιστημίου στο Μιλάνο) να μην επιτρέπουν τον σχηματισμό ακριβούς εικόνας του όλου έργου. Το έργο του ‘Γεωγραφικά’, που αποτελείται από 17 βιβλία, ευτυχώς σώζεται ακέραιο και σε άριστη κατάσταση, χαρίζοντας του τη φήμη και τη δόξα στους κατοπινούς αιώνες. Πρόκειται για ένα περιληπτικό μεν, αλλά σαφέστατο και μεθοδικό σύγγραμμα, όχι απλά και μόνο χρήσιμο, αλλά και πραγματικά πολύτιμο σε ότι αφορά την πληροφόρηση για τα πράγματα της εποχής του καθώς παρουσιάζει την περιγραφική ιστορία ανθρώπων και πόλεων από διαφορετικές περιοχές του τότε γνωστού κόσμου. Το έργο αυτό του Στράβωνος είναι, θα μπορούσαμε να πούμε, ο πιο ακριβής και ποιοτικός ‘παγκόσμιος Γεωγραφικός Άτλας’ της εποχής του. Δεν έχουμε πληροφορίες για το ακριβές χρονοδιάγραμμα της συγγραφής του έργου του, ωστόσο αναφορές στα κείμενά του τοποθετούν την ολοκλήρωση της Γεωγραφίας το διάστημα κατά το οποίο στα ηνία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν ο Τιβέριος.
2 Ισπανοί αρχαιολόγοι υποστήριξαν πρόσφατα 19/01/10 ότι ένα πάρκο κρύβει πιθανόν κατάλοιπα της μυθικής Ταρτησσού, υποθετικής σημαντικότερης θέσης ενός πολιτισμού που άκμασε πριν την εισροή των Φοινίκων στην Ιβηρική χερσόνησο. Ο λόγος για το εθνικό πάρκο Donana, που βρίσκεται στην βαλτώδη περιοχή Hinojos, κοντά στο στόμιο του ποταμού Guadalquivir, όπου επιστήμονες του ισπανικού Ανώτατου Συμβουλίου Επιστημονικής Μελέτης (CSIC) επισημαίνουν την ύπαρξη στοιχείων που συστήνουν την ύπαρξη εγκατάστασης, η οποία αργότερα καταστράφηκε από ακραία γεωλογικά φαινόμενα. Ο λεγόμενος πολιτισμός της Ταρτησσού άκμασε στη Ν. Ισπανία μεταξύ του 11ου και του 7ου αι. π.Χ. Σύμφωνα με αρχαίες λογοτεχνικές πηγές, η πόλη Ταρτησσός αναπτύχθηκε από το εμπόριο χρυσού και αργύρου από τοπικά ορυχεία, ενώ διατηρούσε επαφές με περιοχές-πηγές κασσιτέρου και άλλων μετάλλων. Από τον 6ο αι. π.Χ. όμως η Ταρτησσός εξαφανίζεται από τις πηγές ενώ οι Ρωμαίοι γνώριζαν τα Ν.Δ. παράλια της Ισπανίας ως Tartessius Sinus. Σήμερα είναι γνωστά κατάλοιπα θέσεων στην ευρύτερη περιοχή της Huelva, και αντικείμενα που προέρχονται από την ίδια περιοχή, τα οποία έχουν συνδεθεί με το πολιτισμικό πλαίσιο της Ταρτησσού. Παρά την εξάπλωση του σχετικού αρχαιολογικού πολιτισμικού πλαισίου σε πολυάριθμες θέσεις της Ν. Ισπανίας, στους επιστήμονες επικρατεί η πεποίθηση ότι ο ταρτησσιανός πολιτισμός ήταν οργανωμένος διοικητικά γύρω από αστικού τύπου κέντρο που ονομαζόταν Ταρτησσός και το οποίο αναζητείται με ανεπιτυχή αποτελέσματα. Με βάση μάλλον ανθρωπογενείς γεωλογικούς σχηματισμούς που φαίνονται σε δορυφορικές φωτογραφίες του πάρκου, γεωλογικές μελέτες αλλά και την ύπαρξη ταρτησσιανών κέντρων στην απέναντι από το Hinojos όχθη του Guadalquivir, οι επιστήμονες υποθέτουν την ύπαρξη στη Donana μεγάλου κέντρου που ίσως ταυτίζεται με την ίδια την Ταρτησσό. «Υπήρξαν σεισμοί, ένας από τους οποίους δημιούργησε τσουνάμι που κατέστρεψε τα πάντα, γεγονός το οποίο συμπίπτει με την εποχή που η δύναμη της Ταρτησσού βρισκόταν στο απόγειό της» αναφέρει σχετικά με το θέμα ο επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας Sebastian Celestino. Ίσως λοιπόν ένα ακόμη αρχαιολογικό μυστήριο να πλησιάζει στη λύση του.
3 Το Ημεροσκοπείον (ή και Ημεροσκόπιον) ήταν μια αρχαία ελληνική εμπορική βάση στην Ιβηρία. Ιδρύθηκε γύρω στο 600 π.Χ. από τους Φωκαείς ναυτικούς στα νότια της Βαλένθια πάνω σε μια χερσόνησο. Η περιοχή αυτή κατοικείτο από την προϊστορική περίοδο και δίπλα στους λόφους βρέθηκαν λείψανα ιβηρικού οικισμού. Παρά τις ανασκαφές που διεξάγονται στην περιοχή δεν έχει επαληθευτεί η ύπαρξή της και θα μπορούσε -κατά μια εκδοχή- να βρίσκεται στην Jávea, της επαρχίας Αλικάντε. Από την ετυμολογία συνεπάγεται ότι υπήρξε παρατηρητήριο για τα γειτονικά χωριά, προειδοποιώντας τα για την μετανάστευση των ψαριών. Παρ' όλα αυτά ο Στράβων αναφέρει το Ημεροσκοπείον και ως Αρτεμίσιον, διότι επί του ακρωτηρίου της πόλεως ανεγέρθηκε ναός και άγαλμα προς τιμήν της Αρτέμιδος(της Diana) των Ρωμαίων. Άρα η μεταγενέστερη ρωμαϊκή αποικία Dianium (ιδρύθηκε στο πρώτο τέταρτο του 1ου αιώνα μ.Χ.) βρισκόταν πάνω από αυτό το φωκαϊκό εμπορείο. Συνεπώς η τοποθεσία πρέπει να αναζητηθεί στην Dénia.
4 Στην ελληνική μυθολογία ο Μενεσθέας ή Μενεσθεύς ήταν ο αρχηγός των Αθηναίων στον Τρωικό Πόλεμο. ήταν γιος του Πετεώ, καταγόταν από το βασιλικό γένος των Ερεχθειδών και υπήρξε ένας από τους πολλούς μνηστήρες της Ωραίας Ελένης. Την εποχή που ο Θησέας και ο φίλος του Πειρίθου ςείχαν κατέλθει στον Άδη για να αρπάξουν την Περσεφόνη, την οποία είχε ερωτευθεί ο Πειρίθους, ο Μενεσθέας σφετερίσθηκε τη βασιλεία των Αθηνών από τον Θησέα με τη βοήθεια των Διοσκούρων. Μετά από χρόνια, ο Θησέας επέστρεψε από την αιχμαλωσία του στον Άδη και, επειδή βρήκε τους Αθηναίους εναντίον του, τους καταράσθηκε, έφυγε από την Αθήνα και πήγε στη νήσο Σκύρο, όπου και δολοφονήθηκε. Ο Μενεσθεύς παρέμεινε λοιπόν στον θρόνο των Αθηνών μέχρι την εκστρατεία στην Τροία, όπου και ηγήθηκε των 50 πλοίων του αθηναϊκού εκστρατευτικού σώματος. Στον Τρωικό Πόλεμο περιγράφεται ως ο «τακτικώτατος των βασιλέων», «κοσμητής μάχης», εξαίρετος αρματηλάτης και «ταξίλοχος λαών» (στην Ιλιάδα, όπου αναφέρεται σε 4 διαφορετικές ραψωδίες: Β 552, Μ 331, Ν 195 και Ο 331). Στο τέλος της πολιορκίας, υπήρξε ένας από τους άνδρες που κρύφθηκαν μέσα στον Δούρειο Ίππο. Σύμφωνα ωστόσο με τη μία βασική εκδοχή, ο Μενεσθέας σκοτώθηκε στην Τροία, οπότε ο θρόνος των Αθηνών πέρασε στους νόμιμους κληρονόμους του, τους γιούς του Θησέα Δημοφώντα και Ακάμαντα. Σύμφωνα με την άλλη βασική παράδοση, που είναι μεταγενέστερη, ο Μενεσθέας επέστρεψε στην Αθήνα και βασίλευσε και πάλι, καθώς υπεστήριξε τον Ορέστη ενώπιον του Αρείου Πάγου. Κατά την επιστροφή του στην Αθήνα εξάλλου, ίδρυσε την πόλη Ελαία στη Μικρά Ασία και σώζονται νομίσματα της πόλεως αυτής με την κεφαλή του και την επιγραφή «ΜΕΝΕΣΘΕΥΣ ΚΤΙΣΤΗΣ».Αναφέρεται επίσης ότι ο Μενεσθέας βασίλευσε και στη Μήλο, μετά τον θάνατο του βασιλιά Πολυάνακτος. Ο Στράβων προσθέτει ότι ίδρυσε στη Σικελία το Σκυλλήτιο ή Σκυλάκιο. Ακόμα και στην Ισπανία αναφέρεται λιμένας και μαντείο «του Μενεσθέως». Στο όνομά του, τέλος, θυσίαζαν οι κάτοικοι των Γαδείρων.
5 Ιστορία Ηροδότου, βιβλίο 1.165 καταπλώσαντες δὲ ἐς τὴν Ἀλαλίην ἀνέλαβον τὰ τέκνα καὶ τὰς γυναῖκας καὶ τὴν ἄλλην κτῆσιν ὅσην οἷαι τε ἐγίνοντο αἱ νέες σφι ἄγειν, καὶ ἔπειτα ἀπέντες τὴν Κύρνον ἔπλεον ἐς Ῥήγιον.
ΠΗΓΗ κειμένων, εικόνων και φωτογραφιών :
1 ΘΑΝΑΣΗ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ
2 ΝΙΚΟΛΤΣΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
www.translatum.gr
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ
- ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΑΖΟΣ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΥΘΕΑ ΣΤΗΝ ΑΓΝΩΣΤΗ ΘΟΥΛΗ, ΕΚΔ. ΑΙΟΛΟΣ.
- ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΑΝΤΙΝΑΟΥ ΟΙ ΠΕΛΑΣΓΟΙ', ΕΚΔ. ΕΡΩΔΙΟΣ.
- ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΟΙΝΙΚΕΣ.
- ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΠΟΙΚΙΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.
- ΠΩΛ ΦΩΡ : «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΠΟΙΚΙΕΣ» ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ - ΑΘΗΝΑΙ 1988 ΚΑΙ «ΠΛΟΕΣ... ΑΠΟ ΤΗ ΣΙΔΩΝΑ ΣΤΗ ΧΟΥΕΛΒΑ - ΣΧΕΣΕΙΣ ΛΑΩΝ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ (16ΟΣ - 6ΟΣ ΑΙ. Π.Χ.)» ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ - ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ - ΑΘΗΝΑ 2003,
http://hellinon.net/NeesSelides/NEOTERES/PeriplousIvirikis.htm
No comments :
Post a Comment