Οι Ιουδαίοι αποτελούν έναν λαό; Σε αυτό το πανάρχαιο ερώτημα, ένας Ισραηλινός ιστορικός 1 παρουσιάζει μια καινούργια απάντηση: Σε αντίθεση με την επικρατούσα άποψη, η διασπορά δεν γεννήθηκε με την εκδίωξη των Εβραίων από την Παλαιστίνη, αλλά από αλλεπάλληλους προσηλυτισμούς στη Βόρεια Αφρική, τη Νότια Ευρώπη και την Εγγύς Ανατολή, γεγονός που κλονίζει ένα από τα θεμέλια της σιωνιστικής σκέψης, αυτής που ήθελε τους Εβραίους, απόγονους του βασιλείου του Δαυίδ και όχι –δεν αρέσει στον Θεό!– κληρονόμους των Βέρβερων πολεμιστών ή των Χαζάρων ιππέων. Κάθε Ισραηλίτης γνωρίζει, χωρίς καμιά σκιά αμφιβολίας, ότι ο ιουδαϊκός λαός υπάρχει από τότε που έλαβε την Τορά (Πεντάτευχο)2 στο Σινά, και ότι είναι ο άμεσος και αποκλειστικός του απόγονος. Ο καθείς είναι πεισμένος ότι αυτός ο λαός, φεύγοντας από την Αίγυπτο, εγκαταστάθηκε στη «Γη της Επαγγελίας», όπου συγκροτήθηκε το ένδοξο βασίλειο του Δαυίδ και του Σολομώντα, το οποίο χωρίστηκε κατόπιν στα βασίλεια του Ιούδα και του Ισραήλ... Επίσης, ουδείς αγνοεί ότι γνώρισε την εξορία δύο φορές: μετά την καταστροφή του πρώτου ναού, τον 6ο π.Χ. αιώνα, και μετά την καταστροφή του δεύτερου ναού, το 70 μ.Χ. Ακολούθησε γι’ αυτόν μια περιπλάνηση περίπου δύο χιλιάδων χρόνων: Οι δοκιμασίες του τον οδήγησαν στην Υεμένη, το Μαρόκο, την Ισπανία, τη Γερμανία, την Πολωνία και ως τα βάθη της Ρωσίας, αλλά κατόρθωσε πάντοτε να διατηρήσει τους δεσμούς αίματος ανάμεσα στις απομακρυσμένες κοινότητες.
Έτσι, η ενότητά του δεν διαταράχθηκε. Στο τέλος του 19ου αιώνα, ωρίμασαν οι συνθήκες για την επιστροφή του στην αρχαία πατρίδα. Χωρίς τη ναζιστική γενοκτονία, εκατομμύρια Εβραίοι θα είχαν φυσιολογικά επανεποικίσει την Ερέτζ Ισραέλ («τη γη του Ισραήλ»), γι’ αυτούς ένα όνειρο είκοσι αιώνων. Παρθένος, η Παλαιστίνη περίμενε τον προπατορικό της λαό για να ξανανθίσει. Διότι του ανήκε, σ’ αυτόν και όχι σ’ εκείνη την αραβική μειονότητα, τη δίχως ιστορία, που έφτασε εκεί κατά τύχη. Δίκαιοι ήταν λοιπόν οι πόλεμοι που δόθηκαν από τον περιπλανώμενο λαό για να επανακαταλάβει τη χώρα του. Και εγκληματική η βίαιη αντίθεση του τοπικού πληθυσμού. Από πού προέρχεται αυτή η ερμηνεία της ιουδαϊκής ιστορίας;
Είναι το έργο, από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ταλαντούχων ανακατασκευαστών του παρελθόντος, η γόνιμη φαντασία των οποίων επινόησε, πάνω στη βάση θραυσμάτων θρησκευτικής μνήμης, ιουδαϊκής και χριστιανικής, μια αδιάσπαστη γενεαλογική αλληλουχία για τον εβραϊκό λαό. Η πλούσια ιστοριογραφία του ιουδαϊσμού περιέχει, βεβαίως, μια πληθώρα προσεγγίσεων. Όμως, οι πολεμικές στους κόλπους της ουδέποτε έθεσαν υπό αμφισβήτηση τις ουσιοκρατικές ιδέες που εκπονήθηκαν κατά κύριο λόγο στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου. Όποτε εμφανίζονταν ανακαλύψεις ικανές να διαψεύσουν την εικόνα του γραμμικού και αδιάσπαστου παρελθόντος, δεν έβρισκαν σχεδόν καμία απήχηση. Η εθνική επιταγή, σαν μια μασέλα γερά κλεισμένη, εμπόδιζε κάθε είδους αντίρρηση και παρέκκλιση από την κυρίαρχη αφήγηση. Οι ειδικές αρχές παραγωγής της γνώσης πάνω στο ιουδαϊκό παρελθόν –τα τμήματα τα αφιερωμένα κατ’ αποκλειστικότητα στην «ιστορία του ιουδαϊκού λαού», χωρισμένα από τα τμήματα της ιστορίας (που στο Ισραήλ ονομάζεται «γενική ιστορία»)– συνεισέφεραν τα μέγιστα σε αυτή την περίεργη ημιπληγία. Ακόμη και η συζήτηση, νομικού χαρακτήρα, για το «ποιος είναι Εβραίος;» δεν απασχόλησε εκείνους τους ιστορικούς. Κατ’ αυτούς, Εβραίος είναι κάθε απόγονος του λαού που εξαναγκάστηκε σε εξορία πριν δύο χιλιάδες χρόνια.
Αυτοί βεβαίως οι «διαπιστευμένοι» ερευνητές του παρελθόντος δεν παίρνουν μέρος ούτε και στη διαμάχη των «νέων ιστορικών», που ξεκίνησε στα τέλη του ’80. Στην πλειονότητά τους, οι συμμετέχοντες σε αυτή τη δημόσια συζήτηση, ευάριθμοι φυσικά, προέρχονταν από άλλους κλάδους, ή μάλλον από ορίζοντες εξω-πανεπιστημιακούς: κοινωνιολόγοι, ανατολιστές, γλωσσολόγοι, γεωγράφοι, ειδικοί στις πολιτικές επιστήμες, ερευνητές στη λογοτεχνία, αρχαιολόγοι, διατύπωσαν καινούργιες σκέψεις πάνω στο ιουδαϊκό και σιωνιστικό παρελθόν. Στις γραμμές τους περιλαμβάνονταν επίσης και πτυχιούχοι σχολών του εξωτερικού. Όσο για τα «τμήματα ιουδαϊκής ιστορίας», δεν κατόρθωσαν να έχουν άλλη αντίδραση πέρα από απαντήσεις φοβισμένες και συντηρητικές, τυλιγμένες με μια απολογητική ρητορική στη βάση των καθιερωμένων ιδεών.
Ο ιουδαϊσμός είναι θρησκεία προσηλυτιστική: Εν ολίγοις, σε εξήντα χρόνια η εθνική ιστορία ελάχιστα ωρίμασε, ενώ, απ’ ό,τι φαίνεται δεν πρόκειται, ούτε στο άμεσο μέλλον, να εξελιχθεί. Παρ’ όλα αυτά, τα γεγονότα που έρχονται στο φως από τις έρευνες θέτουν σε κάθε έντιμο ιστορικό ερωτήματα εκπληκτικά εκ πρώτης όψεως, αλλά θεμελιώδη και ουσιαστικά.
Η Βίβλος μπορεί να θεωρηθεί ως ένα βιβλίο ιστορίας; Οι πρώτοι σύγχρονοι Εβραίοι ιστορικοί, όπως ο Ισαάκ Μάρκους Γιοστ ή ο Λεοπόλντ Ζουντζ, στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, δεν την έβλεπαν έτσι. Στα μάτια τους, η Παλαιά Διαθήκη παρουσιαζόταν ως ένα βιβλίο συστατικής θεολογίας των εβραϊκών θρησκευτικών κοινοτήτων μετά την καταστροφή του πρώτου ναού. Χρειάστηκε να φτάσουμε στο δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα για να βρεθούν ιστορικοί, κατά πρώτο λόγο ο Χάινριχ Γκρατς, φορείς μιας «εθνικής» οπτικής της Βίβλου: Μετέτρεψαν την αναχώρηση του Αβραάμ για τη Χαναάν, την έξοδο από την Αίγυπτο, ή ακόμα και το ενωμένο βασίλειο του Δαυίδ και του Σολομώντα, σε αφηγήσεις ενός παρελθόντος γνήσια εθνικού. Οι σιωνιστές ιστορικοί δεν έπαψαν, έκτοτε, να επαναλαμβάνουν αυτές τις «βιβλικές αλήθειες», κάνοντάς τες καθημερινή τροφή της εθνικής εκπαίδευσης.
Όμως, να που κατά τη δεκαετία του ’80 η γη σείεται, κλονίζοντας τους ιδρυτικούς μύθους. Οι ανακαλύψεις της «νέας αρχαιολογίας» διαψεύδουν την πιθανότητα μιας μεγάλης εξόδου τον 13ο αιώνα π.Χ. Επίσης, ο Μωυσής δεν ήταν δυνατόν να βγάλει τους Εβραίους από την Αίγυπτο και να τους οδηγήσει στη «Γη της Επαγγελίας», για τον απλούστατο λόγο ότι αυτή εκείνη την εποχή… βρισκόταν στα χέρια των Αιγυπτίων! Δεν έχει βρεθεί εξάλλου κανένα ίχνος μιας εξέγερσης σκλάβων στην αυτοκρατορία των Φαραώ, ούτε μια γρήγορη κατάκτηση της Γης Χαναάν από ένα ξένο στοιχείο. Ούτε βέβαια υπάρχει κάποιο σημάδι ή ανάμνηση από το λαμπρό βασίλειο του Δαυίδ και του Σολομώντα. Οι ανακαλύψεις του περασμένης δεκαετίας δείχνουν την ύπαρξη, εκείνη την εποχή, δύο μικρών βασιλείων: του Ισραήλ, του πιο ισχυρού, και του Ιούδα, τη μετέπειτα Ιουδαία. Οι κάτοικοι αυτής της τελευταίας δεν υπέστησαν βέβαια καμία εξορία τον 6ο π.Χ. αιώνα: Μόνο οι ελίτ των πολιτικών και των διανοουμένων αναγκάστηκε να εγκατασταθεί στη Βαβυλώνα. Από αυτή την αποφασιστική συνάντηση με τις περσικές θρησκείες θα γεννηθεί ο ιουδαϊκός μονοθεϊσμός.
Τελικά, έλαβε πράγματι χώρα η εξορία του έτους 70 μ.Χ.; Παραδόξως, αυτό το «θεμελιώδες γεγονός» στην ιστορία των Ιουδαίων, απ’ όπου έλκει την καταγωγή της η διασπορά, δεν έγινε η αφορμή για κανένα απολύτως ερευνητικό έργο. Για έναν λόγο εντελώς πεζό: Οι Ρωμαίοι ουδέποτε εξόρισαν κάποιον λαό, σε ολόκληρη τη ανατολική πλευρά της Μεσογείου! Με εξαίρεση τους αιχμαλώτους που κατέληγαν δούλοι, οι κάτοικοι της Ιουδαίας συνέχισαν να ζουν στα εδάφη τους, ακόμη και μετά την καταστροφή του δεύτερου ναού. Οι περισσότεροι από τους σιωνιστές στοχαστές δεν το αγνοούσαν, βέβαια. Έτσι, ο Γιντζάκ Μπεν Ζβι, μελλοντικός πρόεδρος του κράτους του Ισραήλ, όπως επίσης και ο Δαυίδ Μπεν Γκουριόν, ιδρυτής του κράτους, το έγραφαν μέχρι το 1929, έτος της μεγάλης παλαιστινιακής εξέγερσης. Και οι δύο αναφέρουν σε πολλές περιπτώσεις ότι οι χωρικοί της Παλαιστίνης είναι οι απόγονοι των κατοίκων της αρχαίας Ιουδαίας3. Ελλείψει λοιπόν μιας εξορίας από την εκρωμαϊσμένη Παλαιστίνη, ποια είναι η προέλευση των πολυάριθμων Εβραίων που κατοικούν γύρω από τη Μεσόγειο ήδη από την αρχαιότητα; Πίσω από το παραπέτασμα της εθνικής ιστοριογραφίας, κρύβεται μια εκπληκτική ιστορική πραγματικότητα.
Από την εξέγερση των Μακκαβαίων, τον 2ο π.Χ. αιώνα, μέχρι εκείνη του Μπαρ-Κοχμπά4, τον 2ο μ.Χ. αιώνα, ο ιουδαϊσμός υπήρξε η πρώτη προσηλυτιστική θρησκεία. Οι Ασμοναίοι είχαν ήδη προσηλυτίσει διά της βίας τους Ιδουμαίους στον νότο της Ιουδαίας και τους Ιτουραίους της Γαλιλαίας, προσαρτημένους στον «λαό του Ισραήλ». Ξεκινώντας από εκείνο το ιουδαϊκο-ελληνικό βασίλειο, ο ιουδαϊσμός εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Εγγύς Ανατολή και στα παράλια της Μεσογείου. Τον 1ο μ.Χ. αιώνα εμφανίστηκε, στο σημερινό Κουρδιστάν, το ιουδαϊκό βασίλειο της Αδιαβηνής, που δεν θα είναι το τελευταίο που θα «εξιουδαϊστεί»∙ και άλλα θα το κάνουν στη συνέχεια. Τα γραπτά του Ιώσηπου Φλαβίου δεν συνιστούν τη μοναδική μαρτυρία του προσηλυτιστικού ζήλου των Εβραίων. Από τον Οράτιο ως τον Σενέκα, από τον Ιουβενάλιο ως τον Τάκιτο, αρκετοί Λατίνοι συγγραφείς δεν έκρυψαν τον φόβο τους. Η Μισνά και το Ταλμούδ5 επιτρέπουν την τακτική του προσηλυτισμού –αν και, μπροστά στην αυξανόμενη πίεση του χριστιανισμού, οι σοφοί της ταλμουδικής παράδοσης θα εκφράσουν τις επιφυλάξεις τους σχετικά. Η νίκη της θρησκείας του Ιησού, στις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα, δεν βάζει τέλος στην εξάπλωση του ιουδαϊσμού, αλλά απωθεί τον ιουδαϊκό προσηλυτισμό στα περιθώρια του πολιτισμένου χριστιανικού κόσμου.
Τον 5ο αιώνα εμφανίζεται λοιπόν, στον χώρο της σημερινής Υεμένης, ένα ακμαίο ιουδαϊκό βασίλειο, των Χιμιαριτών (ή Ομηριτών), οι απόγονοι του οποίου θα διατηρήσουν την πίστη τους μετά τη νίκη του Ισλάμ και μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Επίσης, οι Άραβες χρονικογράφοι μάς μαθαίνουν την ύπαρξη, τον 7ο αιώνα, εξιουδαϊσμένων βερβερικών φυλών. Αντιμέτωπη με την αραβική πίεση, που πλήττει τη Βόρεια Αφρική στα τέλη του ίδιου αιώνα, εμφανίζεται η θρυλική φιγούρα της Εβραίας βασίλισσας Ντίχια ελ-Καχίνα, που θα αποπειραθεί να την αναχαιτίσει. Οι εξιουδαϊσμένοι Βέρβεροι θα πάρουν μέρος στην κατάκτηση της ιβηρικής χερσονήσου και θα θέσουν τα θεμέλια της ιδιαίτερης συμβίωσης μεταξύ Εβραίων και μουσουλμάνων, χαρακτηριστική της ισπανο-αραβικής κουλτούρας. Ο πιο χαρακτηριστικός μαζικός προσηλυτισμός σημειώνεται μεταξύ Μαύρης Θάλασσας και Κασπίας∙ αφορά το απέραντο βασίλειο των Χαζάρων, τον 8ο αιώνα. Η εξάπλωση του ιουδαϊσμού από τον Καύκασο έως τη σημερινή Ουκρανία γεννά πολλαπλές κοινότητες, που οι μογγολικές επιδρομές του 8ου αιώνα απωθούν μαζικά προς την Ανατολική Ευρώπη. Εκεί, μαζί με τους Ιουδαίους που έρχονται από τις σλαβικές περιοχές του Νότου και τα τωρινά γερμανικά εδάφη, θα θέσουν τις βάσεις της μεγάλης γίντις κουλτούρας6.
Αυτές οι αφηγήσεις για την πολλαπλή καταγωγή των Εβραίων εμφανίζονται, με τρόπο λίγο- πολύ διστακτικό, στη σιωνιστική ιστοριογραφία μέχρι περίπου τη δεκαετία του ’60. Στη συνέχεια θα περιθωριοποιηθούν προοδευτικά, μέχρι να σβήσουν από τη δημόσια μνήμη του Ισραήλ. Οι κατακτητές της πόλης του Δαυίδ, το 1967, όφειλαν να είναι οι απευθείας απόγονοι του μυθικού του βασιλείου και όχι –προς Θεού– οι κληρονόμοι των Βέρβερων πολεμιστών ή των Χαζάρων ιππέων. Οι Εβραίοι διατείνονται λοιπόν ότι πρόκειται για «έθνος» ιδιάζον, το οποίο, μετά από δύο χιλιάδες χρόνια εξορίας και περιπλάνησης, κατέληξε να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ, την πρωτεύουσά του. Οι θιασώτες αυτής της γραμμικής και αδιάσπαστης αφήγησης δεν επιστρατεύουν μονάχα τη διδασκαλία της Ιστορίας, αλλά επικαλούνται επίσης και τη Βιολογία. Ήδη από τη δεκαετία του ’70, στο Ισραήλ, μια σειρά από «επιστημονικές» έρευνες πασχίζει να αποδείξει, με όλα τα μέσα, τη γενετική γειτνίαση των Εβραίων όλου του κόσμου. Η «έρευνα περί της καταγωγής των πληθυσμών» αποτελεί έκτοτε ένα πεδίο αναγνωρισμένο και δημοφιλές της Μοριακής Βιολογίας, ενώ το χρωμόσωμα Υ αρσενικό έχει καταλάβει τιμητική θέση στο πλευρό της Εβραίας Κλειούς7, σε μια φρενήρη εκστρατεία αναζήτησης της μοναδικότητας της προέλευσης του «περιούσιου λαού». Αυτή η ιστορική σύλληψη συνιστά τη βάση της ταυτοτικής πολιτικής του κράτους του Ισραήλ, και είναι ακριβώς εκεί που εστιάζεται το πρόβλημα. Διότι, πράγματι, σύμφωνα με αυτήν, ο ιουδαϊσμός ορίζεται με κριτήρια αποκλειστικώς εθνοκεντρικά και ουσιοκρατικά, δίνοντας τροφή σε φυλετικές διακρίσεις που κρατούν σε απόσταση τους Εβραίους από τους μη Εβραίους – Άραβες, όπως και Ρώσους μετανάστες ή οικονομικούς μετανάστες.
Το Ισραήλ, εξήντα χρόνια μετά την ίδρυσή του, αρνείται να θεωρήσει τον εαυτό του ως μια δημοκρατία που υπάρχει για τους πολίτες της. Σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού του δεν θεωρούνται Εβραίοι και, σύμφωνα με το πνεύμα των νόμων του, αυτό το κράτος δεν είναι το δικό τους. Από την άλλη όμως, το Ισραήλ εμφανίζεται πάντοτε ως το κράτος των Εβραίων όλου του κόσμου, παρ’ όλο που δεν πρόκειται πλέον για καταδιωγμένους και πρόσφυγες, αλλά για πολίτες με πλήρη δικαιώματα, που ζουν σε απόλυτη ισότητα στις χώρες όπου διαμένουν. Με άλλα λόγια, μια εθνοκρατία δίχως σύνορα δικαιολογεί τις αυστηρές διακρίσεις που εφαρμόζει απέναντι σε ένα τμήμα των πολιτών του, επικαλούμενο τον μύθο του αιώνιου έθνους, που επανασυστήθηκε για να συγκεντρωθεί στη «γη των προγόνων του». Το να γραφτεί λοιπόν μια καινούργια εβραϊκή ιστορία, πέρα από το σιωνιστικό πρίσμα, δεν είναι διόλου εύκολη υπόθεση. Το φως που διαθλάται αποκτά έντονα εθνοκεντρικά χρώματα. Διότι οι Εβραίοι πάντοτε σχημάτιζαν θρησκευτικές κοινότητες, συγκροτημένες ως επί το πλείστον διά του προσηλυτισμού, σε διάφορα μέρη του κόσμου, άρα δεν αποτελούν ένα «έθνος» φορέα μιας ίδιας και μοναδικής καταγωγής, που μετακινείτο στα πλαίσια μιας περιπλάνησης είκοσι αιώνων. Η ανάπτυξη κάθε ιστοριογραφίας, όπως, γενικότερα, και η διαδικασία του εκσυγχρονισμού, περνούν κάποτε, ως γνωστόν, από την επινόηση του έθνους. Αυτό απασχόλησε εκατομμύρια ανθρώπους κατά τον 19ο αιώνα και ένα μέρος του 20ού. Το τέλος αυτού του τελευταίου είδε τα όνειρά τους ν’ αρχίζουν να διαλύονται. Όλο και πιο πολλοί ερευνητές αναλύουν, ανατέμνουν και αποδομούν τις μεγάλες εθνικές αφηγήσεις και ιδιαίτερα τους μύθους της κοινής καταγωγής, τόσο αγαπητούς στα χρονικά του παρελθόντος. Οι ταυτοτικοί εφιάλτες του χθες θα δώσουν τη θέση τους, αύριο, σε άλλα όνειρα ταυτότητας. Όπως κάθε προσωπικότητα φτιαγμένη από ρευστές και ποικίλες ταυτότητες, έτσι και η Ιστορία είναι, και αυτή μια ταυτότητα σε κίνηση.
Σημειώσεις:
• 1. Ιστορικός, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Τελ-Αβίβ, συγγραφέας του Πώς επινοήθηκε ο εβραϊκός λαός, ο Σλόμο Σαντ γεννήθηκε το 1946 στο Λιντς της Αυστρίας και έζησε τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής του στα στρατόπεδα Εβραίων. προσφύγων της Γερμανίας. Το 1948, οι γονείς του μεταναστεύουν στο Ισραήλ, όπου και μεγάλωσε. Ξεκίνησε σπουδάζοντας Ιστορία στο πανεπιστήμιο του Τελ-Αβίβ και συνέχισε με κοινωνικές επιστήμες στο Παρίσι. Από το 1985, διδάσκει Ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης στο πανεπιστήμιο του Τελ-Αβίβ.
• 2. Ιδρυτικό κείμενο του ιουδαϊσμού, η Τορά ή Πεντάτευχος –η εβραϊκή ρίζα yara σημαίνει διδάσκω– συντίθεται από τα πέντε πρώτα βιβλία της Βίβλου: Γένεσις, Έξοδος, Λευιτικόν, Αριθμοί και Δευτερονόμιον.
• 3. Δαυίδ Μπεν Γκουριόν και Ισαάκ Μπεν Ζβι, Eretz Israel στο παρελθόν και στο παρόν (1918, στα γίντις), Ιερουσαλήμ, 1980 (στα εβραϊκά), και Μπεν Ζβι, Ο πληθυσμός μας στη χώρα (στα εβραϊκά), Βαρσοβία, Εκτελεστική Επιτροπή της Ένωσης Νεολαίας και του Εθνικού Ιουδαϊκού Ταμείου, 1929.
• 4. Δεύτερη μεγάλη εξέγερση των Εβραίων εναντίον των Ρωμαίων υπό τον Σίμωνα Μπαρ Κοχμπά (132-135 μ.Χ.), η οποία, μετά από ταπεινωτικές ήττες των Ρωμαίων, κατέληξε σε ήττα και σφαγή των επαναστατών στο κάστρο Μπετάρ. Οι Εβραίοι θεωρούσαν τον Μπαρ-Κοχμπά ως τον αυθεντικό Μεσσία. (σ.τ.ε.)
• 5. Η Μισνά, θεωρούμενη ως το πρώτο έργο της ραβινικής φιλολογίας, ολοκληρώθηκε τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Το Ταλμούδ αποτελεί τη σύνθεση του συνόλου των ραβινικών συζητήσεων σχετικά με τον νόμο, τα έθιμα και την ιστορία των Εβραίων. Υπάρχουν δύο Ταλμούδ: της Παλαιστίνης, γραμμένο μεταξύ του 3ου και του 5ου αιώνα, και της Βαβυλώνας, που ολοκληρώθηκε κατά τα τέλη του 5ου αιώνα.
• 6. Ομιλούμενα από τους Εβραίους της Ανατολικής Ευρώπης, τα γίντις είναι μια γλώσσα σλαβογερμανική, που περιέχει επίσης λέξεις προερχόμενες από τα εβραϊκά.
• 7. Ως γνωστόν, στην ελληνική μυθολογία η Κλειώ ήταν η μούσα της Ιστορίας.
Shlomo Sand, Μετάφραση από τα γαλλικά: Ελένη Ζαχαροπούλου
Άρδην
http://diaggeleas.wordpress.com/2012/03/29/
Έτσι, η ενότητά του δεν διαταράχθηκε. Στο τέλος του 19ου αιώνα, ωρίμασαν οι συνθήκες για την επιστροφή του στην αρχαία πατρίδα. Χωρίς τη ναζιστική γενοκτονία, εκατομμύρια Εβραίοι θα είχαν φυσιολογικά επανεποικίσει την Ερέτζ Ισραέλ («τη γη του Ισραήλ»), γι’ αυτούς ένα όνειρο είκοσι αιώνων. Παρθένος, η Παλαιστίνη περίμενε τον προπατορικό της λαό για να ξανανθίσει. Διότι του ανήκε, σ’ αυτόν και όχι σ’ εκείνη την αραβική μειονότητα, τη δίχως ιστορία, που έφτασε εκεί κατά τύχη. Δίκαιοι ήταν λοιπόν οι πόλεμοι που δόθηκαν από τον περιπλανώμενο λαό για να επανακαταλάβει τη χώρα του. Και εγκληματική η βίαιη αντίθεση του τοπικού πληθυσμού. Από πού προέρχεται αυτή η ερμηνεία της ιουδαϊκής ιστορίας;
Είναι το έργο, από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ταλαντούχων ανακατασκευαστών του παρελθόντος, η γόνιμη φαντασία των οποίων επινόησε, πάνω στη βάση θραυσμάτων θρησκευτικής μνήμης, ιουδαϊκής και χριστιανικής, μια αδιάσπαστη γενεαλογική αλληλουχία για τον εβραϊκό λαό. Η πλούσια ιστοριογραφία του ιουδαϊσμού περιέχει, βεβαίως, μια πληθώρα προσεγγίσεων. Όμως, οι πολεμικές στους κόλπους της ουδέποτε έθεσαν υπό αμφισβήτηση τις ουσιοκρατικές ιδέες που εκπονήθηκαν κατά κύριο λόγο στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου. Όποτε εμφανίζονταν ανακαλύψεις ικανές να διαψεύσουν την εικόνα του γραμμικού και αδιάσπαστου παρελθόντος, δεν έβρισκαν σχεδόν καμία απήχηση. Η εθνική επιταγή, σαν μια μασέλα γερά κλεισμένη, εμπόδιζε κάθε είδους αντίρρηση και παρέκκλιση από την κυρίαρχη αφήγηση. Οι ειδικές αρχές παραγωγής της γνώσης πάνω στο ιουδαϊκό παρελθόν –τα τμήματα τα αφιερωμένα κατ’ αποκλειστικότητα στην «ιστορία του ιουδαϊκού λαού», χωρισμένα από τα τμήματα της ιστορίας (που στο Ισραήλ ονομάζεται «γενική ιστορία»)– συνεισέφεραν τα μέγιστα σε αυτή την περίεργη ημιπληγία. Ακόμη και η συζήτηση, νομικού χαρακτήρα, για το «ποιος είναι Εβραίος;» δεν απασχόλησε εκείνους τους ιστορικούς. Κατ’ αυτούς, Εβραίος είναι κάθε απόγονος του λαού που εξαναγκάστηκε σε εξορία πριν δύο χιλιάδες χρόνια.
Αυτοί βεβαίως οι «διαπιστευμένοι» ερευνητές του παρελθόντος δεν παίρνουν μέρος ούτε και στη διαμάχη των «νέων ιστορικών», που ξεκίνησε στα τέλη του ’80. Στην πλειονότητά τους, οι συμμετέχοντες σε αυτή τη δημόσια συζήτηση, ευάριθμοι φυσικά, προέρχονταν από άλλους κλάδους, ή μάλλον από ορίζοντες εξω-πανεπιστημιακούς: κοινωνιολόγοι, ανατολιστές, γλωσσολόγοι, γεωγράφοι, ειδικοί στις πολιτικές επιστήμες, ερευνητές στη λογοτεχνία, αρχαιολόγοι, διατύπωσαν καινούργιες σκέψεις πάνω στο ιουδαϊκό και σιωνιστικό παρελθόν. Στις γραμμές τους περιλαμβάνονταν επίσης και πτυχιούχοι σχολών του εξωτερικού. Όσο για τα «τμήματα ιουδαϊκής ιστορίας», δεν κατόρθωσαν να έχουν άλλη αντίδραση πέρα από απαντήσεις φοβισμένες και συντηρητικές, τυλιγμένες με μια απολογητική ρητορική στη βάση των καθιερωμένων ιδεών.
Ο ιουδαϊσμός είναι θρησκεία προσηλυτιστική: Εν ολίγοις, σε εξήντα χρόνια η εθνική ιστορία ελάχιστα ωρίμασε, ενώ, απ’ ό,τι φαίνεται δεν πρόκειται, ούτε στο άμεσο μέλλον, να εξελιχθεί. Παρ’ όλα αυτά, τα γεγονότα που έρχονται στο φως από τις έρευνες θέτουν σε κάθε έντιμο ιστορικό ερωτήματα εκπληκτικά εκ πρώτης όψεως, αλλά θεμελιώδη και ουσιαστικά.
Η Βίβλος μπορεί να θεωρηθεί ως ένα βιβλίο ιστορίας; Οι πρώτοι σύγχρονοι Εβραίοι ιστορικοί, όπως ο Ισαάκ Μάρκους Γιοστ ή ο Λεοπόλντ Ζουντζ, στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, δεν την έβλεπαν έτσι. Στα μάτια τους, η Παλαιά Διαθήκη παρουσιαζόταν ως ένα βιβλίο συστατικής θεολογίας των εβραϊκών θρησκευτικών κοινοτήτων μετά την καταστροφή του πρώτου ναού. Χρειάστηκε να φτάσουμε στο δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα για να βρεθούν ιστορικοί, κατά πρώτο λόγο ο Χάινριχ Γκρατς, φορείς μιας «εθνικής» οπτικής της Βίβλου: Μετέτρεψαν την αναχώρηση του Αβραάμ για τη Χαναάν, την έξοδο από την Αίγυπτο, ή ακόμα και το ενωμένο βασίλειο του Δαυίδ και του Σολομώντα, σε αφηγήσεις ενός παρελθόντος γνήσια εθνικού. Οι σιωνιστές ιστορικοί δεν έπαψαν, έκτοτε, να επαναλαμβάνουν αυτές τις «βιβλικές αλήθειες», κάνοντάς τες καθημερινή τροφή της εθνικής εκπαίδευσης.
Όμως, να που κατά τη δεκαετία του ’80 η γη σείεται, κλονίζοντας τους ιδρυτικούς μύθους. Οι ανακαλύψεις της «νέας αρχαιολογίας» διαψεύδουν την πιθανότητα μιας μεγάλης εξόδου τον 13ο αιώνα π.Χ. Επίσης, ο Μωυσής δεν ήταν δυνατόν να βγάλει τους Εβραίους από την Αίγυπτο και να τους οδηγήσει στη «Γη της Επαγγελίας», για τον απλούστατο λόγο ότι αυτή εκείνη την εποχή… βρισκόταν στα χέρια των Αιγυπτίων! Δεν έχει βρεθεί εξάλλου κανένα ίχνος μιας εξέγερσης σκλάβων στην αυτοκρατορία των Φαραώ, ούτε μια γρήγορη κατάκτηση της Γης Χαναάν από ένα ξένο στοιχείο. Ούτε βέβαια υπάρχει κάποιο σημάδι ή ανάμνηση από το λαμπρό βασίλειο του Δαυίδ και του Σολομώντα. Οι ανακαλύψεις του περασμένης δεκαετίας δείχνουν την ύπαρξη, εκείνη την εποχή, δύο μικρών βασιλείων: του Ισραήλ, του πιο ισχυρού, και του Ιούδα, τη μετέπειτα Ιουδαία. Οι κάτοικοι αυτής της τελευταίας δεν υπέστησαν βέβαια καμία εξορία τον 6ο π.Χ. αιώνα: Μόνο οι ελίτ των πολιτικών και των διανοουμένων αναγκάστηκε να εγκατασταθεί στη Βαβυλώνα. Από αυτή την αποφασιστική συνάντηση με τις περσικές θρησκείες θα γεννηθεί ο ιουδαϊκός μονοθεϊσμός.
Τελικά, έλαβε πράγματι χώρα η εξορία του έτους 70 μ.Χ.; Παραδόξως, αυτό το «θεμελιώδες γεγονός» στην ιστορία των Ιουδαίων, απ’ όπου έλκει την καταγωγή της η διασπορά, δεν έγινε η αφορμή για κανένα απολύτως ερευνητικό έργο. Για έναν λόγο εντελώς πεζό: Οι Ρωμαίοι ουδέποτε εξόρισαν κάποιον λαό, σε ολόκληρη τη ανατολική πλευρά της Μεσογείου! Με εξαίρεση τους αιχμαλώτους που κατέληγαν δούλοι, οι κάτοικοι της Ιουδαίας συνέχισαν να ζουν στα εδάφη τους, ακόμη και μετά την καταστροφή του δεύτερου ναού. Οι περισσότεροι από τους σιωνιστές στοχαστές δεν το αγνοούσαν, βέβαια. Έτσι, ο Γιντζάκ Μπεν Ζβι, μελλοντικός πρόεδρος του κράτους του Ισραήλ, όπως επίσης και ο Δαυίδ Μπεν Γκουριόν, ιδρυτής του κράτους, το έγραφαν μέχρι το 1929, έτος της μεγάλης παλαιστινιακής εξέγερσης. Και οι δύο αναφέρουν σε πολλές περιπτώσεις ότι οι χωρικοί της Παλαιστίνης είναι οι απόγονοι των κατοίκων της αρχαίας Ιουδαίας3. Ελλείψει λοιπόν μιας εξορίας από την εκρωμαϊσμένη Παλαιστίνη, ποια είναι η προέλευση των πολυάριθμων Εβραίων που κατοικούν γύρω από τη Μεσόγειο ήδη από την αρχαιότητα; Πίσω από το παραπέτασμα της εθνικής ιστοριογραφίας, κρύβεται μια εκπληκτική ιστορική πραγματικότητα.
Από την εξέγερση των Μακκαβαίων, τον 2ο π.Χ. αιώνα, μέχρι εκείνη του Μπαρ-Κοχμπά4, τον 2ο μ.Χ. αιώνα, ο ιουδαϊσμός υπήρξε η πρώτη προσηλυτιστική θρησκεία. Οι Ασμοναίοι είχαν ήδη προσηλυτίσει διά της βίας τους Ιδουμαίους στον νότο της Ιουδαίας και τους Ιτουραίους της Γαλιλαίας, προσαρτημένους στον «λαό του Ισραήλ». Ξεκινώντας από εκείνο το ιουδαϊκο-ελληνικό βασίλειο, ο ιουδαϊσμός εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Εγγύς Ανατολή και στα παράλια της Μεσογείου. Τον 1ο μ.Χ. αιώνα εμφανίστηκε, στο σημερινό Κουρδιστάν, το ιουδαϊκό βασίλειο της Αδιαβηνής, που δεν θα είναι το τελευταίο που θα «εξιουδαϊστεί»∙ και άλλα θα το κάνουν στη συνέχεια. Τα γραπτά του Ιώσηπου Φλαβίου δεν συνιστούν τη μοναδική μαρτυρία του προσηλυτιστικού ζήλου των Εβραίων. Από τον Οράτιο ως τον Σενέκα, από τον Ιουβενάλιο ως τον Τάκιτο, αρκετοί Λατίνοι συγγραφείς δεν έκρυψαν τον φόβο τους. Η Μισνά και το Ταλμούδ5 επιτρέπουν την τακτική του προσηλυτισμού –αν και, μπροστά στην αυξανόμενη πίεση του χριστιανισμού, οι σοφοί της ταλμουδικής παράδοσης θα εκφράσουν τις επιφυλάξεις τους σχετικά. Η νίκη της θρησκείας του Ιησού, στις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα, δεν βάζει τέλος στην εξάπλωση του ιουδαϊσμού, αλλά απωθεί τον ιουδαϊκό προσηλυτισμό στα περιθώρια του πολιτισμένου χριστιανικού κόσμου.
Τον 5ο αιώνα εμφανίζεται λοιπόν, στον χώρο της σημερινής Υεμένης, ένα ακμαίο ιουδαϊκό βασίλειο, των Χιμιαριτών (ή Ομηριτών), οι απόγονοι του οποίου θα διατηρήσουν την πίστη τους μετά τη νίκη του Ισλάμ και μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Επίσης, οι Άραβες χρονικογράφοι μάς μαθαίνουν την ύπαρξη, τον 7ο αιώνα, εξιουδαϊσμένων βερβερικών φυλών. Αντιμέτωπη με την αραβική πίεση, που πλήττει τη Βόρεια Αφρική στα τέλη του ίδιου αιώνα, εμφανίζεται η θρυλική φιγούρα της Εβραίας βασίλισσας Ντίχια ελ-Καχίνα, που θα αποπειραθεί να την αναχαιτίσει. Οι εξιουδαϊσμένοι Βέρβεροι θα πάρουν μέρος στην κατάκτηση της ιβηρικής χερσονήσου και θα θέσουν τα θεμέλια της ιδιαίτερης συμβίωσης μεταξύ Εβραίων και μουσουλμάνων, χαρακτηριστική της ισπανο-αραβικής κουλτούρας. Ο πιο χαρακτηριστικός μαζικός προσηλυτισμός σημειώνεται μεταξύ Μαύρης Θάλασσας και Κασπίας∙ αφορά το απέραντο βασίλειο των Χαζάρων, τον 8ο αιώνα. Η εξάπλωση του ιουδαϊσμού από τον Καύκασο έως τη σημερινή Ουκρανία γεννά πολλαπλές κοινότητες, που οι μογγολικές επιδρομές του 8ου αιώνα απωθούν μαζικά προς την Ανατολική Ευρώπη. Εκεί, μαζί με τους Ιουδαίους που έρχονται από τις σλαβικές περιοχές του Νότου και τα τωρινά γερμανικά εδάφη, θα θέσουν τις βάσεις της μεγάλης γίντις κουλτούρας6.
Αυτές οι αφηγήσεις για την πολλαπλή καταγωγή των Εβραίων εμφανίζονται, με τρόπο λίγο- πολύ διστακτικό, στη σιωνιστική ιστοριογραφία μέχρι περίπου τη δεκαετία του ’60. Στη συνέχεια θα περιθωριοποιηθούν προοδευτικά, μέχρι να σβήσουν από τη δημόσια μνήμη του Ισραήλ. Οι κατακτητές της πόλης του Δαυίδ, το 1967, όφειλαν να είναι οι απευθείας απόγονοι του μυθικού του βασιλείου και όχι –προς Θεού– οι κληρονόμοι των Βέρβερων πολεμιστών ή των Χαζάρων ιππέων. Οι Εβραίοι διατείνονται λοιπόν ότι πρόκειται για «έθνος» ιδιάζον, το οποίο, μετά από δύο χιλιάδες χρόνια εξορίας και περιπλάνησης, κατέληξε να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ, την πρωτεύουσά του. Οι θιασώτες αυτής της γραμμικής και αδιάσπαστης αφήγησης δεν επιστρατεύουν μονάχα τη διδασκαλία της Ιστορίας, αλλά επικαλούνται επίσης και τη Βιολογία. Ήδη από τη δεκαετία του ’70, στο Ισραήλ, μια σειρά από «επιστημονικές» έρευνες πασχίζει να αποδείξει, με όλα τα μέσα, τη γενετική γειτνίαση των Εβραίων όλου του κόσμου. Η «έρευνα περί της καταγωγής των πληθυσμών» αποτελεί έκτοτε ένα πεδίο αναγνωρισμένο και δημοφιλές της Μοριακής Βιολογίας, ενώ το χρωμόσωμα Υ αρσενικό έχει καταλάβει τιμητική θέση στο πλευρό της Εβραίας Κλειούς7, σε μια φρενήρη εκστρατεία αναζήτησης της μοναδικότητας της προέλευσης του «περιούσιου λαού». Αυτή η ιστορική σύλληψη συνιστά τη βάση της ταυτοτικής πολιτικής του κράτους του Ισραήλ, και είναι ακριβώς εκεί που εστιάζεται το πρόβλημα. Διότι, πράγματι, σύμφωνα με αυτήν, ο ιουδαϊσμός ορίζεται με κριτήρια αποκλειστικώς εθνοκεντρικά και ουσιοκρατικά, δίνοντας τροφή σε φυλετικές διακρίσεις που κρατούν σε απόσταση τους Εβραίους από τους μη Εβραίους – Άραβες, όπως και Ρώσους μετανάστες ή οικονομικούς μετανάστες.
Το Ισραήλ, εξήντα χρόνια μετά την ίδρυσή του, αρνείται να θεωρήσει τον εαυτό του ως μια δημοκρατία που υπάρχει για τους πολίτες της. Σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού του δεν θεωρούνται Εβραίοι και, σύμφωνα με το πνεύμα των νόμων του, αυτό το κράτος δεν είναι το δικό τους. Από την άλλη όμως, το Ισραήλ εμφανίζεται πάντοτε ως το κράτος των Εβραίων όλου του κόσμου, παρ’ όλο που δεν πρόκειται πλέον για καταδιωγμένους και πρόσφυγες, αλλά για πολίτες με πλήρη δικαιώματα, που ζουν σε απόλυτη ισότητα στις χώρες όπου διαμένουν. Με άλλα λόγια, μια εθνοκρατία δίχως σύνορα δικαιολογεί τις αυστηρές διακρίσεις που εφαρμόζει απέναντι σε ένα τμήμα των πολιτών του, επικαλούμενο τον μύθο του αιώνιου έθνους, που επανασυστήθηκε για να συγκεντρωθεί στη «γη των προγόνων του». Το να γραφτεί λοιπόν μια καινούργια εβραϊκή ιστορία, πέρα από το σιωνιστικό πρίσμα, δεν είναι διόλου εύκολη υπόθεση. Το φως που διαθλάται αποκτά έντονα εθνοκεντρικά χρώματα. Διότι οι Εβραίοι πάντοτε σχημάτιζαν θρησκευτικές κοινότητες, συγκροτημένες ως επί το πλείστον διά του προσηλυτισμού, σε διάφορα μέρη του κόσμου, άρα δεν αποτελούν ένα «έθνος» φορέα μιας ίδιας και μοναδικής καταγωγής, που μετακινείτο στα πλαίσια μιας περιπλάνησης είκοσι αιώνων. Η ανάπτυξη κάθε ιστοριογραφίας, όπως, γενικότερα, και η διαδικασία του εκσυγχρονισμού, περνούν κάποτε, ως γνωστόν, από την επινόηση του έθνους. Αυτό απασχόλησε εκατομμύρια ανθρώπους κατά τον 19ο αιώνα και ένα μέρος του 20ού. Το τέλος αυτού του τελευταίου είδε τα όνειρά τους ν’ αρχίζουν να διαλύονται. Όλο και πιο πολλοί ερευνητές αναλύουν, ανατέμνουν και αποδομούν τις μεγάλες εθνικές αφηγήσεις και ιδιαίτερα τους μύθους της κοινής καταγωγής, τόσο αγαπητούς στα χρονικά του παρελθόντος. Οι ταυτοτικοί εφιάλτες του χθες θα δώσουν τη θέση τους, αύριο, σε άλλα όνειρα ταυτότητας. Όπως κάθε προσωπικότητα φτιαγμένη από ρευστές και ποικίλες ταυτότητες, έτσι και η Ιστορία είναι, και αυτή μια ταυτότητα σε κίνηση.
Σημειώσεις:
• 1. Ιστορικός, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Τελ-Αβίβ, συγγραφέας του Πώς επινοήθηκε ο εβραϊκός λαός, ο Σλόμο Σαντ γεννήθηκε το 1946 στο Λιντς της Αυστρίας και έζησε τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής του στα στρατόπεδα Εβραίων. προσφύγων της Γερμανίας. Το 1948, οι γονείς του μεταναστεύουν στο Ισραήλ, όπου και μεγάλωσε. Ξεκίνησε σπουδάζοντας Ιστορία στο πανεπιστήμιο του Τελ-Αβίβ και συνέχισε με κοινωνικές επιστήμες στο Παρίσι. Από το 1985, διδάσκει Ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης στο πανεπιστήμιο του Τελ-Αβίβ.
• 2. Ιδρυτικό κείμενο του ιουδαϊσμού, η Τορά ή Πεντάτευχος –η εβραϊκή ρίζα yara σημαίνει διδάσκω– συντίθεται από τα πέντε πρώτα βιβλία της Βίβλου: Γένεσις, Έξοδος, Λευιτικόν, Αριθμοί και Δευτερονόμιον.
• 3. Δαυίδ Μπεν Γκουριόν και Ισαάκ Μπεν Ζβι, Eretz Israel στο παρελθόν και στο παρόν (1918, στα γίντις), Ιερουσαλήμ, 1980 (στα εβραϊκά), και Μπεν Ζβι, Ο πληθυσμός μας στη χώρα (στα εβραϊκά), Βαρσοβία, Εκτελεστική Επιτροπή της Ένωσης Νεολαίας και του Εθνικού Ιουδαϊκού Ταμείου, 1929.
• 4. Δεύτερη μεγάλη εξέγερση των Εβραίων εναντίον των Ρωμαίων υπό τον Σίμωνα Μπαρ Κοχμπά (132-135 μ.Χ.), η οποία, μετά από ταπεινωτικές ήττες των Ρωμαίων, κατέληξε σε ήττα και σφαγή των επαναστατών στο κάστρο Μπετάρ. Οι Εβραίοι θεωρούσαν τον Μπαρ-Κοχμπά ως τον αυθεντικό Μεσσία. (σ.τ.ε.)
• 5. Η Μισνά, θεωρούμενη ως το πρώτο έργο της ραβινικής φιλολογίας, ολοκληρώθηκε τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Το Ταλμούδ αποτελεί τη σύνθεση του συνόλου των ραβινικών συζητήσεων σχετικά με τον νόμο, τα έθιμα και την ιστορία των Εβραίων. Υπάρχουν δύο Ταλμούδ: της Παλαιστίνης, γραμμένο μεταξύ του 3ου και του 5ου αιώνα, και της Βαβυλώνας, που ολοκληρώθηκε κατά τα τέλη του 5ου αιώνα.
• 6. Ομιλούμενα από τους Εβραίους της Ανατολικής Ευρώπης, τα γίντις είναι μια γλώσσα σλαβογερμανική, που περιέχει επίσης λέξεις προερχόμενες από τα εβραϊκά.
• 7. Ως γνωστόν, στην ελληνική μυθολογία η Κλειώ ήταν η μούσα της Ιστορίας.
Shlomo Sand, Μετάφραση από τα γαλλικά: Ελένη Ζαχαροπούλου
Άρδην
http://diaggeleas.wordpress.com/2012/03/29/
No comments :
Post a Comment