Η εξήρης ήταν τύπος πολεμικού πλοίου που εξυπηρετούσε και τις ανάγκες μαζικής μεταφοράς δυνάμεων μέσω θαλάσσης.
Φώτο, Άποψη της τριήρους «Ολυμπιάς»: Περί Αλός (Αρχείο Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου)
Κατά την εποχή του τυράννου των Συρακουσών Διονυσίου Α΄ Πρεσβύτερου (431-367 π.Χ.), ο οποίος κυβέρνησε τις Συρακούσες ως Τύραννος (405-367 π.Χ.), η πολεμική βιομηχανία έφτασε σε πολύ υψηλά για την εποχή επίπεδα και η ναυπηγική δημιούργησε νέες κλάσεις πολεμικών πλοίων. Τότε σχεδιάστηκαν και ναυπηγήθηκαν πολεμικά σκάφη μεγαλύτερου εκτοπίσματος από τη γνωστή τριήρη, όπως η τετρήρης και η πεντήρης. Μετά την επιτυχημένη εφαρμογή της πεντήρους έκανε την εμφάνισή της η εξήρης, γέννημα της ίδιας ναυπηγικής τάσης, πιθανόν κατά τα τέλη της βασιλείας του Διονυσίου Α’ είτε από τον υιό του, Διονύσιο τον Β’. [Ο Διονύσιος ο δεύτερος… κατείχε πολεμικά πλοία όχι λιγότερο από τετρακόσια, εξήρεις και πεντήρεις, εκατό χιλιάδες άνδρες πεζικό και εννιά χιλιάδες ιππείς.] «Διονύσιος δε ο δεύτερος… ναύς μεν εκέκτητο ουκ ελάττους των τετρακοσίων, εξήρεις και πεντήρεις· πεζών δε δύναμιν ες δέκα μυριάδες, ιππείς δε εννεακισχιλίους» [1]. Η πεντήρης, είχε μήκος περίπου 45 μέτρα με ικανότητα μεταφοράς 100 «Επιβατών» (Πεζοναυτών) & 300 ερετών, ενώ μπορούσε να διατηρήσει ταχύτητα 7-8 κόμβους για μεγάλες χρονικές περιόδους [2]. Διέθετε τρείς σειρές κωπηλατών όπως η τριήρης αλλά είχε μεγαλύτερο πλάτος. Στις δύο επάνω σειρές σε κάθε κώπη έλαυναν 2 κωπηλάτες ενώ στην κατώτερη σειρά ένας. Πέντε δηλαδή ερέτες (2+2+1) κατά κάθετο στίχο.
Σχεδιάγραμμα τομής εξήρους (χώρος κωπηλατών) του Βρετανού ναυπηγού John Coates, στο οποίο εικονίζονται οι θέσεις των ερετών. Παρατηρείστε ότι σε κάθε κώπη αναλογούν δύο ερέτες. The Age of the Galley.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Η εξήρης διέφερε λίγο από την πεντήρη. Τηρούσε τις ίδιες σχεδόν διαστάσεις και παρουσίαζε ελαφρώς μεγαλύτερο ύψος, γύρω στα 0,4m [3]. Δέον να αναφέρουμε ότι η διεύρυνση του πλάτους και η προκύπτουσα μεγέθυνση του εκτοπίσματος αντισταθμίζετο με την αύξηση της προώσεως (λόγω του μεγαλυτέρου αριθμού ερετών) και όχι με την επέκταση του μήκους. Με τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει το συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να ναυπηγήθηκαν πολεμικά πλοία μήκους πέραν των 45 περίπου μέτρων. Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη αυστηρή ναυπηγική γραμμή διατηρήθηκε πάνω από 10 αιώνες, καθώς το μήκος των γαλερών που εμφανίστηκαν αργότερα, δεν υπερέβαινε το «μέτρο των 45». Κατά την διάταξη της εξήρους, σε κάθε σειρά, δύο ερέτες έλαυναν από μία κώπη έτσι ώστε να συμπληρώνονται έξι ερέτες (2+2+2) κατά κάθετο στίχο. Μελετητές έχουν επίσης αναφέρει το ενδεχόμενο να υπήρχαν και εξήρεις κατασκευασμένες σύμφωνα με το ναυπηγικό σχέδιο της διήρους, με 3 κωπηλάτες ανά κώπη (3+3) αλλά η συγκεκριμένη θεωρία δεν βρίσκει πολλούς υποστηρικτές. Το πλήρωμά της εξήρους υπολογίζεται περίπου στους 500 συνολικά άνδρες. Ενδεχομένως οι 360 να αποτελούσαν τους ερέτες. Τον εν λόγω αριθμό επιβαινόντων αναφέρει ο αρχαίος συγγραφεύς Διόδωρος Σικελιώτης, επισημαίνοντας πως η εξήρης που μετέφερε τον στρατηγό Πλείσταρχο (302 π.Χ.) βυθίστηκε εξ’ αιτίας τρομερής καταιγίδας με αποτέλεσμα από τους 500 συνολικά άνδρες που μετέφερε να σωθούν μόνο οι 33, μεταξύ των οποίων και ο στρατηγός [4]. Σύμφωνα με το κείμενο του Διοδώρου, ο Coats υποστηρίζει ότι οι 360 ήταν κωπηλάτες και απασχολούσαν 2 ερέτες κάθε κουπί και ότι το σύνολο των κωπών της συγκεκριμένης εξήρους ήταν 180.
Για την ιστιοφορία της, η εξήρης διέθετε στην μέση έναν κύριο ιστό με ένα μεγάλο τετράγωνο ιστίο και μπροστά στην πλώρη ένα μικρότερο ιστό που έφερε ένα μικρό τετράγωνο ιστίο αντίστοιχα. Δεν φαίνεται να υπήρχαν εξήρεις στον Αθηναϊκό Στόλο πριν το 306 π.Χ. Εκείνη την περίοδο ο Δημήτριος ο Πολιορκητής (337-283 π.Χ.), ενέταξε, μεταξύ άλλων, και 10 εξήρεις στο στόλο του κατά την ναυμαχία στην Σαλαμίνα της Κύπρου (306 π.Χ. ) [5]. Εξήρεις αναφέρονται να υπηρετούν επίσης στον στόλο του Πτολεμαίου Φιλάδελφου, του Φιλίππου Ε’ στην Χίο (201 π.Χ.), του Αντιόχου του Γ’. Ο Ρωμαϊκός Στόλος τις χρησιμοποίησε για πρώτη φορά στην ναυμαχία του Εκνόμου (256 π.Χ.) ενώ κατά την Ναυμαχία στο Άκτιο (31 π.Χ.) και οι δύο αντιμαχόμενοι στόλοι διέθεταν εξήρεις. Αργότερα το πλοίο αυτό χρησιμοποιήθηκε και ως πολυτελή ναυαρχίδα όπως –μεταξύ άλλων– του Βρούτου στην Μασσαλία και από τον Σέξτο Πομπήιο.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ
Με τα ελάχιστα υπάρχοντα στοιχεία που είναι σε γνώση μας αντιλαμβανόμαστε πως πρόκειται για ένα πλοίο βαρύ, αργό, με μεγάλο βύθισμα και με δυνατότητα μεταφοράς πολλών πεζοναυτών [6]. Ο ρόλος του στις ναυμαχίες είχε διαφοροποιηθεί, εφόσον δεν στόχευε στον εμβολισμό αντιπάλων πλοίων, όπως η τριήρης, αλλά στην προσβολή από απόσταση των αντιπάλων με την χρήση εκηβόλων όπλων, τα οποία φέρονταν επί του καταστρώματος. Η επιχειρησιακή αξιοποίηση της νέας αυτής κλάσης πολεμικών εστιαζόταν κυρίως στην συμμετοχή σε:
α) Αποβατικές επιχειρήσεις. Λόγω της σχεδίασης αυξήθηκε το πλάτος του σκάφους, καθώς και των διατιθέμενων χώρων με σκοπό την μεταφορά ικανού αριθμού οπλιτών και άλλων μαχητών (σφενδονήτες, τοξότες, πελταστές). Η εξήρης ήταν τύπος πολεμικού πλοίου, το οποίο λόγο εκτοπίσματος και χωρητικότητας, εξυπηρετούσε τις ανάγκες μαζικής μεταφοράς δυνάμεων δια θαλάσσης, γεγονός που οδήγησε στην συμμετοχή και σε επιχειρήσεις απόβασης.
β) Προσβολή πλοίων με εκηβόλα όπλα Η αύξηση του εκτοπίσματος επέτρεψε σταδιακά εκτός από την διαμόρφωση μεγαλύτερων χώρων υποδοχής οπλιτών, την τοποθέτηση νέων εκηβόλων όπλων, η ανάπτυξη των οποίων οφείλεται στον Διονύσιο Α΄. Προηγμένα για την εποχή βαλλιστικά όπλα όπως καταπέλτες (λιθοβόλοι, τοξοβόλοι κ.α.) είχαν αρχίσει να αποτελούν μέρος του ναυτικού οπλισμού ενώ από τους Αλεξανδρινούς και Ρωμαϊκούς χρόνους αποτελούσαν, μεταξύ άλλων, μόνιμο μέρος του οπλισμού των πλοίων.
γ) Προβολή ισχύος. Η προβολή ισχύος αποτελούσε μέρος των Ψυχολογικών Επιχειρήσεων Πολέμου (ΨΕΠ) [7] στην αρχαία Ελλάδα, οι οποίες συνιστούσαν σημαντικό πολλαπλασιαστή και απευθύνονταν σε εχθρούς, φίλους και ουδέτερους. Επιχειρήσεις που στόχευαν την λογική και τα συναισθήματα του πλήθους, καθώς και τον επηρεασμό τους μέσα από εξειδικευμένες τεχνικές επίδρασης (όπως είναι η προπαγάνδα) έχουν καταγραφεί αμέτρητες φορές στην ιστορία του πολέμου.
Φώτο, Άποψη της τριήρους «Ολυμπιάς»: Περί Αλός (Αρχείο Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου)
Κατά την εποχή του τυράννου των Συρακουσών Διονυσίου Α΄ Πρεσβύτερου (431-367 π.Χ.), ο οποίος κυβέρνησε τις Συρακούσες ως Τύραννος (405-367 π.Χ.), η πολεμική βιομηχανία έφτασε σε πολύ υψηλά για την εποχή επίπεδα και η ναυπηγική δημιούργησε νέες κλάσεις πολεμικών πλοίων. Τότε σχεδιάστηκαν και ναυπηγήθηκαν πολεμικά σκάφη μεγαλύτερου εκτοπίσματος από τη γνωστή τριήρη, όπως η τετρήρης και η πεντήρης. Μετά την επιτυχημένη εφαρμογή της πεντήρους έκανε την εμφάνισή της η εξήρης, γέννημα της ίδιας ναυπηγικής τάσης, πιθανόν κατά τα τέλη της βασιλείας του Διονυσίου Α’ είτε από τον υιό του, Διονύσιο τον Β’. [Ο Διονύσιος ο δεύτερος… κατείχε πολεμικά πλοία όχι λιγότερο από τετρακόσια, εξήρεις και πεντήρεις, εκατό χιλιάδες άνδρες πεζικό και εννιά χιλιάδες ιππείς.] «Διονύσιος δε ο δεύτερος… ναύς μεν εκέκτητο ουκ ελάττους των τετρακοσίων, εξήρεις και πεντήρεις· πεζών δε δύναμιν ες δέκα μυριάδες, ιππείς δε εννεακισχιλίους» [1]. Η πεντήρης, είχε μήκος περίπου 45 μέτρα με ικανότητα μεταφοράς 100 «Επιβατών» (Πεζοναυτών) & 300 ερετών, ενώ μπορούσε να διατηρήσει ταχύτητα 7-8 κόμβους για μεγάλες χρονικές περιόδους [2]. Διέθετε τρείς σειρές κωπηλατών όπως η τριήρης αλλά είχε μεγαλύτερο πλάτος. Στις δύο επάνω σειρές σε κάθε κώπη έλαυναν 2 κωπηλάτες ενώ στην κατώτερη σειρά ένας. Πέντε δηλαδή ερέτες (2+2+1) κατά κάθετο στίχο.
Σχεδιάγραμμα τομής εξήρους (χώρος κωπηλατών) του Βρετανού ναυπηγού John Coates, στο οποίο εικονίζονται οι θέσεις των ερετών. Παρατηρείστε ότι σε κάθε κώπη αναλογούν δύο ερέτες. The Age of the Galley.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Η εξήρης διέφερε λίγο από την πεντήρη. Τηρούσε τις ίδιες σχεδόν διαστάσεις και παρουσίαζε ελαφρώς μεγαλύτερο ύψος, γύρω στα 0,4m [3]. Δέον να αναφέρουμε ότι η διεύρυνση του πλάτους και η προκύπτουσα μεγέθυνση του εκτοπίσματος αντισταθμίζετο με την αύξηση της προώσεως (λόγω του μεγαλυτέρου αριθμού ερετών) και όχι με την επέκταση του μήκους. Με τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει το συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να ναυπηγήθηκαν πολεμικά πλοία μήκους πέραν των 45 περίπου μέτρων. Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη αυστηρή ναυπηγική γραμμή διατηρήθηκε πάνω από 10 αιώνες, καθώς το μήκος των γαλερών που εμφανίστηκαν αργότερα, δεν υπερέβαινε το «μέτρο των 45». Κατά την διάταξη της εξήρους, σε κάθε σειρά, δύο ερέτες έλαυναν από μία κώπη έτσι ώστε να συμπληρώνονται έξι ερέτες (2+2+2) κατά κάθετο στίχο. Μελετητές έχουν επίσης αναφέρει το ενδεχόμενο να υπήρχαν και εξήρεις κατασκευασμένες σύμφωνα με το ναυπηγικό σχέδιο της διήρους, με 3 κωπηλάτες ανά κώπη (3+3) αλλά η συγκεκριμένη θεωρία δεν βρίσκει πολλούς υποστηρικτές. Το πλήρωμά της εξήρους υπολογίζεται περίπου στους 500 συνολικά άνδρες. Ενδεχομένως οι 360 να αποτελούσαν τους ερέτες. Τον εν λόγω αριθμό επιβαινόντων αναφέρει ο αρχαίος συγγραφεύς Διόδωρος Σικελιώτης, επισημαίνοντας πως η εξήρης που μετέφερε τον στρατηγό Πλείσταρχο (302 π.Χ.) βυθίστηκε εξ’ αιτίας τρομερής καταιγίδας με αποτέλεσμα από τους 500 συνολικά άνδρες που μετέφερε να σωθούν μόνο οι 33, μεταξύ των οποίων και ο στρατηγός [4]. Σύμφωνα με το κείμενο του Διοδώρου, ο Coats υποστηρίζει ότι οι 360 ήταν κωπηλάτες και απασχολούσαν 2 ερέτες κάθε κουπί και ότι το σύνολο των κωπών της συγκεκριμένης εξήρους ήταν 180.
Για την ιστιοφορία της, η εξήρης διέθετε στην μέση έναν κύριο ιστό με ένα μεγάλο τετράγωνο ιστίο και μπροστά στην πλώρη ένα μικρότερο ιστό που έφερε ένα μικρό τετράγωνο ιστίο αντίστοιχα. Δεν φαίνεται να υπήρχαν εξήρεις στον Αθηναϊκό Στόλο πριν το 306 π.Χ. Εκείνη την περίοδο ο Δημήτριος ο Πολιορκητής (337-283 π.Χ.), ενέταξε, μεταξύ άλλων, και 10 εξήρεις στο στόλο του κατά την ναυμαχία στην Σαλαμίνα της Κύπρου (306 π.Χ. ) [5]. Εξήρεις αναφέρονται να υπηρετούν επίσης στον στόλο του Πτολεμαίου Φιλάδελφου, του Φιλίππου Ε’ στην Χίο (201 π.Χ.), του Αντιόχου του Γ’. Ο Ρωμαϊκός Στόλος τις χρησιμοποίησε για πρώτη φορά στην ναυμαχία του Εκνόμου (256 π.Χ.) ενώ κατά την Ναυμαχία στο Άκτιο (31 π.Χ.) και οι δύο αντιμαχόμενοι στόλοι διέθεταν εξήρεις. Αργότερα το πλοίο αυτό χρησιμοποιήθηκε και ως πολυτελή ναυαρχίδα όπως –μεταξύ άλλων– του Βρούτου στην Μασσαλία και από τον Σέξτο Πομπήιο.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ
Με τα ελάχιστα υπάρχοντα στοιχεία που είναι σε γνώση μας αντιλαμβανόμαστε πως πρόκειται για ένα πλοίο βαρύ, αργό, με μεγάλο βύθισμα και με δυνατότητα μεταφοράς πολλών πεζοναυτών [6]. Ο ρόλος του στις ναυμαχίες είχε διαφοροποιηθεί, εφόσον δεν στόχευε στον εμβολισμό αντιπάλων πλοίων, όπως η τριήρης, αλλά στην προσβολή από απόσταση των αντιπάλων με την χρήση εκηβόλων όπλων, τα οποία φέρονταν επί του καταστρώματος. Η επιχειρησιακή αξιοποίηση της νέας αυτής κλάσης πολεμικών εστιαζόταν κυρίως στην συμμετοχή σε:
α) Αποβατικές επιχειρήσεις. Λόγω της σχεδίασης αυξήθηκε το πλάτος του σκάφους, καθώς και των διατιθέμενων χώρων με σκοπό την μεταφορά ικανού αριθμού οπλιτών και άλλων μαχητών (σφενδονήτες, τοξότες, πελταστές). Η εξήρης ήταν τύπος πολεμικού πλοίου, το οποίο λόγο εκτοπίσματος και χωρητικότητας, εξυπηρετούσε τις ανάγκες μαζικής μεταφοράς δυνάμεων δια θαλάσσης, γεγονός που οδήγησε στην συμμετοχή και σε επιχειρήσεις απόβασης.
β) Προσβολή πλοίων με εκηβόλα όπλα Η αύξηση του εκτοπίσματος επέτρεψε σταδιακά εκτός από την διαμόρφωση μεγαλύτερων χώρων υποδοχής οπλιτών, την τοποθέτηση νέων εκηβόλων όπλων, η ανάπτυξη των οποίων οφείλεται στον Διονύσιο Α΄. Προηγμένα για την εποχή βαλλιστικά όπλα όπως καταπέλτες (λιθοβόλοι, τοξοβόλοι κ.α.) είχαν αρχίσει να αποτελούν μέρος του ναυτικού οπλισμού ενώ από τους Αλεξανδρινούς και Ρωμαϊκούς χρόνους αποτελούσαν, μεταξύ άλλων, μόνιμο μέρος του οπλισμού των πλοίων.
γ) Προβολή ισχύος. Η προβολή ισχύος αποτελούσε μέρος των Ψυχολογικών Επιχειρήσεων Πολέμου (ΨΕΠ) [7] στην αρχαία Ελλάδα, οι οποίες συνιστούσαν σημαντικό πολλαπλασιαστή και απευθύνονταν σε εχθρούς, φίλους και ουδέτερους. Επιχειρήσεις που στόχευαν την λογική και τα συναισθήματα του πλήθους, καθώς και τον επηρεασμό τους μέσα από εξειδικευμένες τεχνικές επίδρασης (όπως είναι η προπαγάνδα) έχουν καταγραφεί αμέτρητες φορές στην ιστορία του πολέμου.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Αιλιανός, Ποικίλη Ιστορία, 6, 12. Όρα και Πλίνιος, Φυσική Ιστορία, 7, 207
[2] John Coats (1995): Type of ships, The Naval Architecture and Oar Systems of Ancient Galleys, Conway Maritime Press, chpt 9, p.138.
[3] John Coats (1995): Type of ships, The Naval Architecture and Oar Systems of Ancient Galleys, Conway Maritime Press, chpt 9, p.139, 141.
[4] Διοδώρου Σικελιώτου, 20, 112, 4
[5] Διοδώρου Σικελιώτου, 20, 50, 3
[6] John Morrison (1995): The new types of the western Mediterranean, The Age of the Galley, Conway Maritime Press, chpt 4, p.70 [7] Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου (2010): Ψυχολογικές Επιχειρήσεις Πολέμου (ΨΕΠ) στην αρχαία Ελλάδα, Στρατοί και Τακτικές, εκδ. Αιγίς, τ.1, σελ. 28. Επίσης και στο Περί Αλός
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Περίπλους»,τεύχος 80, σελ. 46, ΙΟΥΛ – ΣΕΠ. 2012. Έκδοση του Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος.
Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου, Συγγραφεύς–Ναυτικός, Μέλος Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.)
No comments :
Post a Comment