26/01/2012

"Οι φτωχοί βρωμίσανε. Αυτό είναι το παράπονό μου…"

Πλούσιοι υπήρχαν πάντα. Και νεόπλουτοι. Και τζάκια και αριστοκράτες και γαλαζοαίματοι και άλλα τέτοια παράσιτα. Προκλητικοί και σνομπ, αιμοσταγείς και ανάλγητοι, μακριά από το «λαουτζίκο» και τα βάσανά του, ματαιόδοξοι και συναισθηματικά ρηχοί. Ήταν σχετικά λίγοι, αλλά τώρα πληθύνανε. Δεν είναι όμως αυτό το πρόβλημά μου (μας).

Και φτωχοί υπήρχαν πάντα. Μη προνομιούχοι γενικότερα. Απλοί και έντιμοι οι περισσότεροι. Προτιμούσαν την αξιοπρέπεια από το χρήμα. Και δεν πουλούσαν την ψυχή τους για να τα οικονομήσουνε. Δουλεύανε σαν σκύλοι κι αν έπιαναν κανα φράγκο είχε καλώς. Ανάμεσά τους βέβαια υπήρχαν και μερικοί λιγότερο απλοί και τελικά καθόλου έντιμοι. Θέλανε να πλουτίσουν. Ποθούσανε τη χλιδή. Θα κάνανε τα πάντα για να «πιάσουν την καλή». Οι πρώτοι λιγοστέψανε επικίνδυνα (είναι είδος προς εξαφάνιση) και οι δεύτεροι πληθύνανε. Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημά μου (μας). Το ότι χαλάσανε οι φτωχοί.

Η πλειοψηφία τους θέλει πια να διαφθαρεί. Δεν τους ενδιαφέρει να έχουν το «κούτελο ψηλά», αλλά την τσέπη γεμάτη. Δεν τους νοιάζει να έχουν τη συνείδησή τους αναπαυμένη, αλλά να απαλλαγούν απ’ αυτή. Δεν έχουν σκοπό να κοιμούνται ήσυχοι τη νύχτα, αλλά να κερδίσουν εκατομμύρια, καρέκλες, ένα καλό πήδημα ή (γιατί όχι;) όλα μαζί. Οι φτωχοί σαπίσανε. Έχω αποδείξεις.

Πάρτε για παράδειγμα κάτι που είχαν πάντα σαν «αποκούμπι». Τη μουσική. Την ελληνική λαϊκή μουσική. «Αγαπώ τους φουκαράδες που δεν έχουνε παράδες, που δεν έχουνε μιά τρύπα για να μπουν. Κάτι μίζερες ζωούλες, λιανοτρέμουλες καρδούλες που γυρεύουνε συγγνώμη που χτυπούν». Τέτοια τραγούδια δεν γράφονται πια. Γιατί; Ποιος να τα γράψει και ποιος να τα ακούσει; Ποιος να τα γράψει ρε γαμώτο; Τα τσογλάνια οι σύγχρονοι «τραγουδοποιοί»; Οι λογοκλέπτες; Οι ατάλαντοι, γκλαμουράτοι, καλοζωισμένοι φλώροι; Ποιος να τα τραγουδήσει; Οι κακόφωνες, ζάμπλουτες, κοκαϊνομανείς πουτάνες; Ποιος να τα ακούσει; Το τσουλί που τρώει και τα 500 ευρώ που βγάζει η μάνα του πλένοντας σκάλες, για μαλλί, νύχι, κλάμπινγκ και κινητό; Ή ο εκκολαπτόμενος γιάπης που πατάει στα πτώματα των συναδέλφων του για να κάνει τα 700 μηνιαία ευρώ του 800; Και μη μου πείτε ότι αυτοί είναι εξαιρέσεις. Κανόνας είναι πια!

Ποιος να τα γράψει ρε πούστη μου και ποιος να τα ακούσει; Παλιά τα τραγούδια γράφονταν από φτωχούς για φτωχούς. Τώρα γράφονται από μπάσταρδους για μπάσταρδους. Τι λένε τα σύγχρονα τραγούδια του κώλου; Τι θέμα έχουν; Με την εξαίρεση ελαχιστότατων περιπτώσεων καταγγελτικής (κυρίως ραπ ή ροκ) μουσικής, το θέμα είναι ένα: το σεξ! Ακόμα κι αν μιλάνε για έρωτα, αυτός είναι τόσο φτιασιδωμένος, τόσο ψεύτικος, τόσο σιλικονούχος που παραπέμπει σε τσόντα. Τα πρωτεία έχει βέβαια η νεοελληνική ποπ, αλλά και στο «λαϊκό» χαίρε βάθος… Λαϊκό τραγούδι σήμερα, ουσιαστικά δεν υφίσταται, αντικαταστάθηκε από τον κύριο Χάιντ, το σκυλάδικο, με κύριο θέμα το ίδιο. Έρωτας να ‘ούμ και κατ’ουσίαν πορνό. Όλο κάτι χιλιοειπωμένοι-τετριμμένοι στίχοι με μικρές παραλλαγές και πανομοιότυπες, συνήθως κλεμμένες μελωδίες. 

Εκεί που ακούμπαγε ο λαός, ο κοσμάκης παλιότερα, στηρίζεται σήμερα ο υπόκοσμος των εκφυλισμένων νεοελλήνων. Ποια ήταν η θεματολογία του λαϊκού τραγουδιού παλιότερα; Έρωτας; Φυσικά! Αγνός σαν τους τότε ανθρώπους. Αλλά και φτώχεια. Ανέχεια. Ορφάνια. Ξενιτιά. Γειτονιά. Παρέα. Πατρίδα. Πίστη. Ποιος να τα γράψει τώρα αυτά και ποιος να τα ακούσει; 

Οι φτωχοί βρωμίσανε. Αυτό με τρώει. Αυτό είναι το παράπονό μου…

No comments :

Post a Comment