Νέο ρεκόρ στα 253,33 ευρώ ανά μεγαβατώρα, με ποσοστιαία άνοδο 8% από το κλείσιμο της Δευτέρας κατέγραψε η Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς (ΤΕΑ) της Αγοράς Επόμενης Ημέρας για την Τρίτη, επίπεδο που αποτελεί το υψηλότερο στην Ευρώπη. Στη διάρκεια του 24ώρου, η υψηλότερη τιμή έφθασε στα 344 ευρώ ανά μεγαβατώρα (στις 20:00 ώρα Ελλάδας) και η χαμηλότερη στα 188,05 ευρώ τις πρώτες πρωινές ώρες. Όσον αφορά στη συνολική ζήτηση διαμορφώθηκε στις 302,22 γιγαβατώρες, ήτοι μειωμένη κατά 1% από την προηγούμενη μέρα. Στο ενεργειακό μείγμα, το φυσικό αέριο κατέχει το 47%, οι ΑΠΕ ΤΟ 29%, τα υδροηλεκτρικά 9% όπως και οι εισαγωγές 9%, ενώ τέλος, ο λιγνίτης κατέχει ποσοστό 7%, με τις εξαγωγές να φθάνουν στις16.717 μεγαβατώρες και τις εισαγωγές στις 13.094 MWh.
Το νέο άλμα των χονδρεμπορικών τιμών, απότοκο της εκτίναξης των τιμών του φυσικού αερίου αποτελεί δυσοίωνη εξέλιξη εν όψει του δύσκολου χειμώνα που έρχεται. Όπως ανέφερε σε πρόσφατη ομιλία του ο καθηγητής Παντελής Κάπρος, το κυριότερο πρόβλημα της εγχώριας αγοράς ηλεκτρισμού είναι ότι μετακυλίει τις τιμές χονδρικής στη λιανική, επειδή δεν διαθέτει τους κατάλληλους μηχανισμούς αντιστάθμισης (hedging), όπως για παράδειγμα τα διμερή και προθεσμιακά συμβόλαια.
Θορυβημένη η κυβέρνηση από το ανεξέλεγκτο της κατάστασης στις αγορές ηλεκτρισμού έσπευσε, δια του υπουργόυ Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστα Σκρέκα, να υποστηρίξει πως κάθε εκτίμηση για τη διάρκεια και την ένταση της κρίσης είναι «ιδιαιτέρως επισφαλής», σε μια ριζική αναθεώρηση των αρχικών θέσεών της περί ελεγχόμενης και συγκυριακής κατάστασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Σκρέκας έφθασε σε σημείο να προβλέψει πως το κόστος της ενεργειακής κρίσης είναι δυνατό να υπερβεί ακόμη και τα 100 δισ. ευρώ, πανευρωπαϊκά, θέτοντας, εμμέσως, εν αμφιβόλω την αποτελεσματικότητα των μέτρων ελάφρυνσης των καταναλωτών που ανακοινώθηκαν προσφάτως.
https://www.energia.gr/article/182221/paneyropaiko-rekor-hondremporikon-timon-hlektrikhs-energeias-apo-thn-ellada
Η ενέργεια, αποτελεί κυρίαρχο συντελεστή κόστους (άνω του 20%) για το ένα τρίτο των βιοτεχνικών επιχειρήσεων. Η αύξηση του κόστους ενέργειας, αναμφισβήτητα θα μεταφερθεί στα προϊόντα, καθώς δεν θα μπορέσει να το απορροφήσει η επιχείρηση. Το επιπλέον κόστος, θα κληθεί να το επιβαρυνθεί τόσο ο καταναλωτής, όσο και ο ίδιος ο επιχειρηματίας, ειδικάγια όσους εξάγουν τα προϊόντα τους στο εξωτερικό, η αύξηση της τιμής τους θα τα καθιστά πλέον, μη ανταγωνιστικά.
Σε κατακόρυφη αύξηση του κόστους παραγωγής, αναμένεται να οδηγήσει η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους για τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων, σύμφωνα με έρευνα που διεξήγαγε το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας τον Σεπτέμβριο. Συγκεκριμένα, το 68% των ΜΜΕ εκτιμούν, ότι οι διεθνείς αυξήσεις θα επηρεάσουν πολύ και πάρα πολύ το κόστος παραγωγής, καθώς όσο περισσότερο εξαρτημένες είναι οι επιχειρήσεις από το ενεργειακό κόστος, τόσο μεγαλύτερες επιπτώσεις αναμένουν από τις διεθνείς αυξήσεις. Ως εκ τούτου, σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις εκτιμούν, ότι οι τιμές των προϊόντων / υπηρεσιών τους θα αυξηθούν γύρω στο 10% εξαιτίας των ανατιμήσεων στην ενέργεια, ενώ ένα 15% εκτιμούν ότι η αύξηση θα ξεπεράσει ακόμη και το 30%! Μάλιστα από την έρευνα του Β.Ε.Α προκύπτει, ότι σημαντικές αυξήσεις τιμών ετοιμάζουν ακόμη και εκείνες οι επιχειρήσεις που δεν εξαρτώνται υπέρμετρα από το ενεργειακό κόστος.
Το ηλεκτρικό ρεύμα από Παρόχους, κυριαρχεί ως μορφή ενέργειας και αποτελεί το βασικό ενεργειακό κόστος για το 95% περίπου των επιχειρήσεων. Με ποσοστά κάτω από το 10% ακολουθούν οι επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο και πετρέλαιο, ενώ το ποσοστό των εταιρειών που κάνουν χρήση των φωτοβολταϊκών, είναι ελάχιστο. Συνολικά, η ενέργεια αποτελεί κυρίαρχο συντελεστή κόστους (άνω του 20%) για το ένα τρίτο των βιοτεχνικών επιχειρήσεων, με την έρευνα να αναδεικνύει, ότι η μεγάλη διαφορά βρίσκεται στο μέγεθος της εταιρίας, καθώς για το ένα τρίτο των εταιρειών με προσωπικό άνω των 50 ατόμων, το ενεργειακό κόστος ξεπερνά το 20% και για ένα άλλο τρίτο το 35%. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον, έχει το γεγονός ότι το 9% των επιχειρηματιών που συμμετείχαν στην έρευνα, δεν γνώριζαν το ποσοστό συμμετοχής του ενεργειακού κόστους στο συνολικό κόστος παραγωγής τους. Ένα ενδιαφέρον γεωγραφικό στοιχείο, θέλει τις επιχειρήσεις – κυρίως του ανατολικού τομέα και στη συνέχεια του κεντρικού τομέα της Αττικής – να έχουν ακόμη μεγαλύτερο κόστος ενέργειας, ενώ πρέπει να σημειωθεί, ότι τόσο η παραγωγή, όσο και οι υπηρεσίες της βιοτεχνίας, έχουν την ίδια ενεργειακή απαίτηση.
Η Ενεργειακή κρίση βρίσκει την πραγματική οικονομία ανοχύρωτη, καθώς τρεις στους τέσσερις επιχειρηματίες δεν έχουν ακόμη αναζητήσει τρόπους για παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, έναντι του μόλις 10% εξ’ αυτών, που το έχει ήδη κάνει. Σημειώνεται, ότι με την ενεργειακή κρίση να δείχνει επί του παρόντος ανεξέλικτη, τρεις στους τέσσερις επιχειρηματίες, προχωρούν σε αμυντικές κινήσεις στρατηγικής, σχεδιάζοντας την αγορά μηχανημάτων χαμηλότερης ενεργειακής κλάσης ή παραγωγής ΑΠΕ, με χρηματοδοτικές ενισχύσεις. Την ίδια στιγμή, η Κυβέρνηση δείχνει μεν να αντιλαμβάνεται το μέγεθος του προβλήματος και να προχωράει στις εξαγγελίες σειράς μέτρων, ωστόσο οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες δεν φαίνεται να ικανοποιούνται, καθώς περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις (51%) που συμμετείχαν στην Έρευνα του Β.Ε.Α αξιολογούν τα κυβερνητικά μέτρα ανεπαρκή, 45,9% επαρκή σε μικρό βαθμό, με μόνο ένα 3% να θεωρεί πως αυτά επαρκούν σε μεγάλο βαθμό.
Ερωτηθείσες τέλος οι επιχειρήσεις σχετικά με τις δικές τους προτάσεις για το κόστος ενέργειας, πρότειναν μέτρα όπως:
Το νέο άλμα των χονδρεμπορικών τιμών, απότοκο της εκτίναξης των τιμών του φυσικού αερίου αποτελεί δυσοίωνη εξέλιξη εν όψει του δύσκολου χειμώνα που έρχεται. Όπως ανέφερε σε πρόσφατη ομιλία του ο καθηγητής Παντελής Κάπρος, το κυριότερο πρόβλημα της εγχώριας αγοράς ηλεκτρισμού είναι ότι μετακυλίει τις τιμές χονδρικής στη λιανική, επειδή δεν διαθέτει τους κατάλληλους μηχανισμούς αντιστάθμισης (hedging), όπως για παράδειγμα τα διμερή και προθεσμιακά συμβόλαια.
Θορυβημένη η κυβέρνηση από το ανεξέλεγκτο της κατάστασης στις αγορές ηλεκτρισμού έσπευσε, δια του υπουργόυ Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστα Σκρέκα, να υποστηρίξει πως κάθε εκτίμηση για τη διάρκεια και την ένταση της κρίσης είναι «ιδιαιτέρως επισφαλής», σε μια ριζική αναθεώρηση των αρχικών θέσεών της περί ελεγχόμενης και συγκυριακής κατάστασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Σκρέκας έφθασε σε σημείο να προβλέψει πως το κόστος της ενεργειακής κρίσης είναι δυνατό να υπερβεί ακόμη και τα 100 δισ. ευρώ, πανευρωπαϊκά, θέτοντας, εμμέσως, εν αμφιβόλω την αποτελεσματικότητα των μέτρων ελάφρυνσης των καταναλωτών που ανακοινώθηκαν προσφάτως.
https://www.energia.gr/article/182221/paneyropaiko-rekor-hondremporikon-timon-hlektrikhs-energeias-apo-thn-ellada
Η ενέργεια, αποτελεί κυρίαρχο συντελεστή κόστους (άνω του 20%) για το ένα τρίτο των βιοτεχνικών επιχειρήσεων. Η αύξηση του κόστους ενέργειας, αναμφισβήτητα θα μεταφερθεί στα προϊόντα, καθώς δεν θα μπορέσει να το απορροφήσει η επιχείρηση. Το επιπλέον κόστος, θα κληθεί να το επιβαρυνθεί τόσο ο καταναλωτής, όσο και ο ίδιος ο επιχειρηματίας, ειδικάγια όσους εξάγουν τα προϊόντα τους στο εξωτερικό, η αύξηση της τιμής τους θα τα καθιστά πλέον, μη ανταγωνιστικά.
Σε κατακόρυφη αύξηση του κόστους παραγωγής, αναμένεται να οδηγήσει η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους για τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων, σύμφωνα με έρευνα που διεξήγαγε το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας τον Σεπτέμβριο. Συγκεκριμένα, το 68% των ΜΜΕ εκτιμούν, ότι οι διεθνείς αυξήσεις θα επηρεάσουν πολύ και πάρα πολύ το κόστος παραγωγής, καθώς όσο περισσότερο εξαρτημένες είναι οι επιχειρήσεις από το ενεργειακό κόστος, τόσο μεγαλύτερες επιπτώσεις αναμένουν από τις διεθνείς αυξήσεις. Ως εκ τούτου, σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις εκτιμούν, ότι οι τιμές των προϊόντων / υπηρεσιών τους θα αυξηθούν γύρω στο 10% εξαιτίας των ανατιμήσεων στην ενέργεια, ενώ ένα 15% εκτιμούν ότι η αύξηση θα ξεπεράσει ακόμη και το 30%! Μάλιστα από την έρευνα του Β.Ε.Α προκύπτει, ότι σημαντικές αυξήσεις τιμών ετοιμάζουν ακόμη και εκείνες οι επιχειρήσεις που δεν εξαρτώνται υπέρμετρα από το ενεργειακό κόστος.
Το ηλεκτρικό ρεύμα από Παρόχους, κυριαρχεί ως μορφή ενέργειας και αποτελεί το βασικό ενεργειακό κόστος για το 95% περίπου των επιχειρήσεων. Με ποσοστά κάτω από το 10% ακολουθούν οι επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο και πετρέλαιο, ενώ το ποσοστό των εταιρειών που κάνουν χρήση των φωτοβολταϊκών, είναι ελάχιστο. Συνολικά, η ενέργεια αποτελεί κυρίαρχο συντελεστή κόστους (άνω του 20%) για το ένα τρίτο των βιοτεχνικών επιχειρήσεων, με την έρευνα να αναδεικνύει, ότι η μεγάλη διαφορά βρίσκεται στο μέγεθος της εταιρίας, καθώς για το ένα τρίτο των εταιρειών με προσωπικό άνω των 50 ατόμων, το ενεργειακό κόστος ξεπερνά το 20% και για ένα άλλο τρίτο το 35%. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον, έχει το γεγονός ότι το 9% των επιχειρηματιών που συμμετείχαν στην έρευνα, δεν γνώριζαν το ποσοστό συμμετοχής του ενεργειακού κόστους στο συνολικό κόστος παραγωγής τους. Ένα ενδιαφέρον γεωγραφικό στοιχείο, θέλει τις επιχειρήσεις – κυρίως του ανατολικού τομέα και στη συνέχεια του κεντρικού τομέα της Αττικής – να έχουν ακόμη μεγαλύτερο κόστος ενέργειας, ενώ πρέπει να σημειωθεί, ότι τόσο η παραγωγή, όσο και οι υπηρεσίες της βιοτεχνίας, έχουν την ίδια ενεργειακή απαίτηση.
Η Ενεργειακή κρίση βρίσκει την πραγματική οικονομία ανοχύρωτη, καθώς τρεις στους τέσσερις επιχειρηματίες δεν έχουν ακόμη αναζητήσει τρόπους για παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, έναντι του μόλις 10% εξ’ αυτών, που το έχει ήδη κάνει. Σημειώνεται, ότι με την ενεργειακή κρίση να δείχνει επί του παρόντος ανεξέλικτη, τρεις στους τέσσερις επιχειρηματίες, προχωρούν σε αμυντικές κινήσεις στρατηγικής, σχεδιάζοντας την αγορά μηχανημάτων χαμηλότερης ενεργειακής κλάσης ή παραγωγής ΑΠΕ, με χρηματοδοτικές ενισχύσεις. Την ίδια στιγμή, η Κυβέρνηση δείχνει μεν να αντιλαμβάνεται το μέγεθος του προβλήματος και να προχωράει στις εξαγγελίες σειράς μέτρων, ωστόσο οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες δεν φαίνεται να ικανοποιούνται, καθώς περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις (51%) που συμμετείχαν στην Έρευνα του Β.Ε.Α αξιολογούν τα κυβερνητικά μέτρα ανεπαρκή, 45,9% επαρκή σε μικρό βαθμό, με μόνο ένα 3% να θεωρεί πως αυτά επαρκούν σε μεγάλο βαθμό.
Ερωτηθείσες τέλος οι επιχειρήσεις σχετικά με τις δικές τους προτάσεις για το κόστος ενέργειας, πρότειναν μέτρα όπως:
- Απεξάρτηση τελικού τιμολογίου πληρωμής από έμμεσες χρεώσεις (Δημοτικά Τέλη, ΕΡΤ κ.λπ)
- Απορρόφηση ΟΤΣ
- Αυστηρός έλεγχος του καρτέλ των παρόχων
- Επαναφορά του τιμολογίου για Γ21Β (βιοτεχνικό)
- Επιδότηση για την μισό της αύξησης στο μαζούτ. Όμοια στο ηλεκτρικό.
- Επιδότηση φωτοβολταϊκών για επιχειρήσεις
- Επιπλέον εκπτώσεις σε επιχειρήσεις που το ρεύμα είναι από τις πρωτεύουσες δαπάνες!!
- Μείωση κόστους παραγωγής ενέργειας και όχι αύξηση από τη στιγμή που έχουν τοποθετηθεί χιλιάδες ανεμογεννήτριες και φωτοβολταικά.
- Κατάργηση ΕΦΚ σε ενέργεια
- Λιγότερα Δημοτικά τέλη
- Μείωση ειδικού φόρου κατανάλωσης, επαναφορά σε λειτουργία στις λιγνιτικές μονάδες σε περιόδους ενεργειακής κρίσης
- Μείωση τιμής στο ρεύμα, ή μείωση υπολοίπων εισφορών
- Το έργο της παραγωγής ανανεώσιμης μορφής ενέργειας, να είναι στην ευθύνη των εταιριών που προωθούν και πωλούν την ενέργεια και όχι των πελατών τους.
- Χαμηλότερο τιμοκατάλογο για παραγωγικές επιχειρήσεις.
No comments :
Post a Comment